Υπογειοποίηση καλωδίων-Από το Μάτι μέχρι την “Μήδεια”: Μια συζήτηση που …κρατάει πολλά χρόνια- Οι ευθύνες των ΔΕΗ/ΔΕΔΔΗΕ, το εξωπραγματικό κόστος και οι ενστάσεις των ειδικών
“Από μηχανής” επιχείρημα και δικαιολογία για τις κρατικές ευθύνες, ή η ενδεδειγμένη λύση για το πρόβλημα των διακοπών ηλεκτροδότησης μετά από καιρικά φαινόμενα μεγάλης έντασης (χιονιάδες, πυρκαγιές, πλημμύρες); Ο λόγος για την υπογειοποίηση του δικτύου του ΔΕΔΔΗΕ που ήρθε στο επίκεντρο της δημόσιας συζήτησης μετά το γεγονός ότι 250.000 νοικοκυριά στην βόρεια Αθήνα αλλά και σε άλλες περιοχές της Αττικής έμειναν έως και για τρεις ημέρες χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα και, ακόμα, και χωρίς νερό εξαιτίας του ότι η λειτουργία των αντλιοστασίων της ΕΥΔΑΠ γίνεται με ηλεκτρικό ρεύμα. Το libre επιχειρεί μια “ανάγνωση” του θέματος και όσα έχουν γίνει ή έχουν λεχθεί γι’ αυτό, καθώς ανάλογη ευρεία συζήτηση έγινε και μετά την τραγωδία στο Μάτι αλλά και παλαιότερα. Είναι μια συζήτηση που κρατάει χρόνια…
Είναι σαφές πως η υπογειοποίηση χρησιμοποιείται από αρκετούς ως μια προσπάθεια μετάθεσης των ευθυνών του προβλήματος μετά το ‘blame game” μεταξύ της περιφέρειας Αττικής και των δήμων, από τη μια, και του ΔΕΔΔΗΕ, από την άλλη. Αξίζει, δε, να σημειωθεί πως το δίκτυο της ΔΕΗ (ΔΕΔΔΗΕ) εκτείνεται σε 240.000 χιλιόμετρα, έξι φορές, δηλαδή, την περίμετρο της γης! Το δε κόστος ενός τέτοιου έργου, όπως αναφέρεται σε αρκετά μέσα, μπορεί να φθάσει τα 18 δισ. ευρώ. Είναι προφανές πως κάτι τέτοιο θα απαιτούσε αλλαγή του προσανατολισμού των δημοσίων επενδύσεων, διεκδίκηση μεγάλων ποσών από ευρωπαϊκά κονδύλια -κάτι διόλου βέβαιο-, ακόμα και περικοπές από άλλους τομείς δημοσίων δαπανών, όπως η Άμυνα, η Υγεία, η Παιδεία κλπ.
Δεδομένου, δε, πως ο ΔΕΔΔΗΕ τελεί σε διαδικασία ιδιωτικοποίησης, είναι μάλλον απίθανο να διεκδικήσει η κυβέρνηση από τον όποιο στρατηγικό επενδυτή να προβεί έστω και κατά ένα μέρος σε μια τέτοια δαπάνη.
Είναι, πάντως, άξιο απορίας γιατί δεν υπήρξαν εκτεταμένες διακοπές ρεύματος από πτώσεις δένδρων σε καλώδια σε άλλες περιοχές της χώρας που χτυπήθηκαν εξίσου με την Αττική από την “Μήδεια”; Γιατί, άραγε, αυτό συνέβη στις συγκεκριμένες περιοχές της βόρειας Αττικής σε τόσο μεγάλη έκταση;
Αξίζει πάντως να παρατηρηθεί ότι και μετά την τραγωδία στο Μάτι αλλά και διαχρονικά ορισμένοι… αρμόδιοι “δείχνουν” τα φθαρμένα καλώδια της ΔΕΗ ως υπεύθυνα για την έναρξη πυρκαγιών, ακόμα κι εκεί που δεν υπάρχουν στοιχεία δικτύου ηλεκτροδότησης, παραπέμποντας εμμέσως στην ευκολία απαίτησης γρήγορων αποζημιώσεων από τη δημόσια επιχείρηση.
Αντίστοιχοι ισχυρισμοί για το σημείο έναρξης της πυρκαγιάς στην Πεντέλη καταρρίφθηκαν τόσο από την ίδια την πραγματικότητα (δεν υπήρχε κανένα στοιχείο του δικτύου στη συγκεκριμένη περιοχή) όσο και από τις αρμόδιες Αρχές που ξεκαθάρισαν ότι δεν υπήρχε τέτοιο θέμα.
Ο διευθύνων σύμβουλος του ΔΕΔΔΗΕ Θ. Μισδανίτης ερωτηθείς σε εκπομπή της ΕΡΤ, μετά την τραγωδία στο Μάτι, για σχετικούς ισχυρισμούς του δημάρχου Πεντέλης, χαρακτήρισε ανεύθυνη στάση το να ακούγονται χωρίς στοιχεία από επίσημα χείλη τέτοιου τύπου κατηγορίες. Μίλησε δε για πάγια πρακτική διαφόρων που όταν προκύπτει μια πυρκαγιά επιδιώκουν να την “φορτώσουν” στη ΔΕΗ και στον ΔΕΔΔΗΕ, πλέον, καθώς είναι πιο “γρήγοροι” στις αποζημιώσεις. Σημείωσε ότι υπάρχει σε εξέλιξη προανάκριση από την Πυροσβεστική που έδωσε και επισήμως κάποιες κατευθύνσεις για το πού βρίσκεται.
Όπως εξήγησε, η πυρκαγιά ξεκίνησε λίγο πριν τις 5 το απόγευμα και οι ενδείξεις για τα πρώτα σφάλματα στο δίκτυο εμφανίστηκαν μια ώρα αργότερα, κάτι που καταδεικνύει ότι “η πυρκαγιά βρήκε το δίκτυο κι όχι το αντίθετο”. Η φωτιά ξεκίνησε από δύο σημεία που είναι χωματόδρομοι, τα οποία έχουν ελεγχθεί από τον ΔΕΔΔΗΕ και στα οποία δεν υπάρχει καν δίκτυο ηλεκτρισμού.
Σημείωσε, τέλος, ότι “όταν πιθανολογείται δική μας εμπλοκή, καλούμαστε από την πρώτη στιγμή να καταθέσουμε στις ανακριτικές αρχές της Πυροσβεστικής και στον εισαγγελέα. Κάτι που σήμερα δεν συμβαίνει”.
Το θέμα ήρθε στη δημόσια αντιπαράθεση με αφορμή και την παρέμβαση του κατοίκου Εκάλης και πρώην υπουργού Στέφανου Μάνου (ένα πρόσωπο με ευρεία απήχηση στην σημερινή ηγεσία και τους υποστηρικτές του κυβερνώντος κόμματος).
Σύμφωνα με τον ΔΕΔΔΗΕ, πάντοτε μετά την τραγωδία στο Μάτι, υπάρχουν και εξακολουθούν να τοποθετούνται τόσο ξύλινοι όσο και τσιμεντένιοι στύλοι και αμφότεροι έχουν πλεονεκτήματα, όπως και μειονεκτήματα.
Σε γενικές γραμμές αναφέρεται ότι οι συνθήκες του χώρου και των υποδομών, οι ανάγκες ευελιξίας και άμεσης ανταπόκρισης στα αιτήματα των καταναλωτών σε σχέση με την ταχύτητα επέκτασης του δικτύου σε διάφορες περιοχές (πού απαιτούνται δηλαδή μετακινήσεις και αλλαγές), καθώς και τα κόστη, παίζουν σημαντικό ρόλο στις τοποθετήσεις αυτές.
Για παράδειγμα, επισημαίνεται ότι οι συνθήκες σε περιοχές που δεν υπάρχει σωστή αστική υποδομή (βουνά, αγροτικές περιοχές κ.λπ.) δεν ευνοούν την τοποθέτηση τσιμεντένιων στύλων, σε σχέση με τις πόλεις όπου υπάρχουν πεζοδρόμια κ.λπ., ενώ οι τσιμεντένιοι είναι πιο ευαίσθητοι στους σεισμούς έναντι των ξύλινων, που όμως είναι περισσότερο εύφλεκτοι – αν και υπάρχουν και ξύλινοι στύλοι που έχουν υποστεί ειδικό εμποτισμό, ώστε να καθίστανται βραδύκαυστοι.
Σύμφωνα με το ΔΕΔΔΗΕ, η συγκεκριμένη περιοχή (Μάτι) είχε ένα σχετικό “μείγμα”, δηλαδή και ξύλινους (κυρίως από παλιά) αλλά και πολλούς τσιμεντένιους στύλους. Και στις δύο περιπτώσεις είναι πολύ μεγάλο το μέγεθος της φθοράς που προκάλεσε στα καλώδια η πυρκαγιά αυτής της έντασης, πέραν των ζημιών στους στύλους.
Υπογειοποίηση καλωδίων, ωστόσο, έχει γίνει και εξακολουθεί να γίνεται σε πολλές περιοχές της χώρας. Δεν είναι κάτι που “ανακαλύφθηκε” ως η αιτία όλων των δεινών για να αποσοβηθούν οι πραγματικές ευθύνες της εκάστοτε κυβερνητικής διαχείρισης.
Υπογειοποίηση έχει γίνει στην Κοζάνη, ως υποχρεωτικό αντισταθμιστικό έργο της ΔΕΗ για την ρύπανση που προκαλούν οι μονάδες λιγνίτη, έχει γίνει στην Πλάκα, σε περιοχές της Αθήνας, στην Άνδρο, στο Ρέθυμνο και αρκετά ακόμα σημεία της επικράτειας.
Υπάρχουν, ωστόσο, και ενστάσεις.
Μια εικόνα για το δίκτυο διανομής ηλεκτρικής ενέργειας στη χώρα μας και τα περί υπογειοποίησής του –που ακούστηκαν μετά το θλιβερό γεγονός στο Μάτι–προκύπτει από την τοποθέτηση-παρέμβαση του καθηγητή Αντώνη Αλεξανδρίδη, διευθυντή του Εργαστηρίου Συστημάτων Ισχύος – Ανανεώσιμης και Κατανεμημένης Παραγωγής στο Τμήμα Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Τεχνολογίας Υπολογιστών του Πανεπιστημίου Πατρών: «Υπογειοποίηση αποκλειστικά και μόνο για την πρόληψη πυρκαγιών δεν αποτελεί ενδεδειγμένη τεχνικά και οικονομικά λύση σε σύγκριση και με άλλες μεθόδους πρόληψης της πυρκαγιάς. Στο ενδιάμεσο, η καλή συντήρηση του δικτύου, η τήρηση των κανόνων βελτίωσης του περιβάλλοντος χώρου (αποψίλωση ξερών χόρτων κτλ.), καθώς και η σε λογικά όρια αντικατάσταση με υπόγειους αγωγούς σε περιπτώσεις χώρων εξαιρετικής επικινδυνότητας πρέπει να αποτελεί πρώτης προτεραιότητας αντικείμενο του διαχειριστή του δικτύου και των τοπικών κοινωνιών».
Αναλυτικά οι θέσεις του, όπως διατυπώθηκαν το 2018: «Κατ’ αρχάς,πρέπει να αντιληφθούμε τα διάφορα μεγέθη και κύρια δεδομένα για το δίκτυο διανομής ηλεκτρικής ενέργειας που διαχειρίζεται ο Διαχειριστής του Ελληνικού Δικτύου Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΔΕΔΔΗΕ) – 100% θυγατρική εταιρεία της ΔΕΗ ΑΕ.Το δίκτυο αυτό περιλαμβάνει όλες τις εγκαταστάσεις μέσης τάσης και χαμηλής τάσης και στην Ελλάδα εκτείνεται σε ένα συνολικό μήκος περίπου 240.000 χιλιομέτρων, δηλαδή ένα μήκος εξαπλάσιο της περιμέτρου της γης. Στο δίκτυο περιλαμβάνονται και δεκάδες χιλιάδες (πλέον των 160.000) υποσταθμοί μέσης προς χαμηλή τάση. Ο δε αριθμός των ενεργών χρηστών/καταναλωτών του δικτύου προσεγγίζει τις 7.500.000. Επιπλέον, η ισχύς των λειτουργούντων Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) στο διασυνδεδεμένο σύστημα ανέρχεται στα 3.300 MW, το οποίο προσαυξάνεται κατά 500 περίπου MW, αν συμπεριληφθεί και η ισχύς των ΑΠΕ στα μη διασυνδεδεμένα νησιά. Σημαντικό επίσης είναι να αναφερθεί ότι στην Αττική υπάρχει υπό τη διαχείριση του ΔΕΔΔΗΕ δίκτυο γραμμών υψηλής τάσης με υπόγειες καλωδιακές γραμμές 150 kV σε μήκος 205 χιλιομέτρων. Ανάλογα δίκτυα υπάρχουν στα μεγάλα νησιά της χώρας (Κρήτη, Ρόδο, Λέσβο κτλ.). (Σ.Σ.: Ο ΑΔΜΗΕ έχει όλο το δίκτυο μεταφοράς υψηλής τάσης – το δίκτυο υψηλής τάσης που έχει ο ΔΕΔΔΗΕ είναι μόνο το υπόγειο της Αττικής και κάποιων μη διασυνδεδεμένων νησιών για λόγους τεχνικούς)».
Μεγάλο σύστημα
«Επομένως, μιλάμε για ένα εξαιρετικά μεγάλο σύστημα, γεωγραφικά εκτεταμένο σε όλο το μήκος και πλάτος της χώρας, με εναέριες, υπόγειες και υποβρύχιες διασυνδέσεις. Το δίκτυο χαμηλής και μέσης τάσης στην πλειονότητά του στην Ελλάδα είναι εναέριο και οι υποσταθμοί υπαίθριου τύπου. Η ανάπτυξη με αυτόν τον τρόπο του δικτύου έχει ευνοηθεί από τις μετεωρολογικές συνθήκες και κυρίως από την έλλειψη παγετού κατά τους χειμερινούς μήνες. Σε βορειοευρωπαϊκές χώρες, το αντίστοιχο δίκτυο είναι σε μεγάλο ποσοστό, αν όχι εξ ολοκλήρου, υπόγειο, αφού το βάρος του πάγου που μπορεί να συσσωρευτεί πάνω στις εναέριες γραμμές οδηγεί σε συχνές θραύσεις των αγωγών και σε διακοπή του δικτύου. Είναι σαφές ότι οι εναέριες γραμμές του δικτύου διανομής είναι εκτεθειμένες και σε άλλα καιρικά φαινόμενα, όπως άνεμος, σφοδρές κακοκαιρίες κτλ., ή ακόμη η λειτουργία τους μπορεί να επηρεαστεί από την ύπαρξη πτηνών ή άλλων αντικειμένων που μπορούν να οδηγήσουν σε βραχυκυκλώματα μεταξύ των γυμνών αγωγών και σε διακοπές της λειτουργίας του συστήματος. Για τους λόγους αυτούς, για το εναέριο σύστημα της χώρας έχει προβλεφθεί και πραγματοποιείται μια σημαντική αναβάθμιση με την επέκταση ή την αντικατάσταση του δικτύου των παλαιών 3-5 γυμνών αγωγών από συνεστραμμένα καλώδια που έχουν εξωτερική μόνωση. Μάλιστα, σε πολλές περιφέρειες της χώρας περισσότερο από το 70% του δικτύου λειτουργεί ήδη με συνεστραμμένα καλώδια».
Τι σημαίνουν τα παραπάνω; Ότι ήταν κεντρική (κρατική) απόφαση της ΔΕΗ και όλων των προηγούμενων κυβερνήσεων η επιλογή της ενίσχυσης του δικτύου με συνεστραμμένα καλώδια και η υπογειοποίηση μόνο σε εκείνες τις περιοχές που ενδείκνυται ή πρέπει να γίνει για πολλούς διαφορετικούς λόγους (π.χ περιοχές τουριστικές ή πολιτιστικού ενδιαφέροντος).
Ο καθηγητής Αλεξανδρίδης, μάλιστα, ήταν σαφής και για την “ευθύνη” των καλωδίων στην τραγωδία στο Μάτι- κατ’ αναλογία θα μπορούσε να ειπωθεί το ίδιο και για τις καταστροφές στο δίκτυο με την “Μήδεια”. Είχε τονίσει χαρακτηριστικά:
«Μετά την τελευταία πυρκαγιά και την τραγωδία που συνέβη στο Μάτι Αττικής, η κοινή γνώμη είναι ιδιαίτερα ευαισθητοποιημένη για τις αιτίες που μπορούν να οδηγήσουν σε τέτοιες καταστροφές. Σε αυτές τις αιτίες συμπεριλαμβάνονται και τα εναέρια δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας και συχνά τίθεται και το ερώτημα της υπογειοποίησής τους ως ενδεδειγμένης λύσης. Έχει αποδειχθεί ότι μόνο στις λιγότερες των περιπτώσεων τα εναέρια δίκτυα ευθύνονται για την πρόκληση πυρκαγιών. Όπως για παράδειγμα στο Μάτι, που δεν βεβαιώθηκαν η έναρξη της πυρκαγιάς ήταν αποτέλεσμα βραχυκυκλώματοςστο εναέριο δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας. Σε κάθε περίπτωση, σημαντικό είναι να τηρούνται οι κανόνες πρόληψης τέτοιων γεγονότων, με την καλή συντήρηση του δικτύου, τον έλεγχο των διασυνδέσεων και τη συχνή αποψίλωση των χώρων γύρω από τους εναέριους υποσταθμούς. Πάντοτε όμως υπάρχει ο κίνδυνος της μη καλής εκτέλεσης των εργασιών, της τυχαίας αστοχίας και των δυσμενών συγκυριών που μπορούν να οδηγήσουν σε ανάφλεξη εξαιτίας του δικτύου.
Υπόγεια δίκτυα παντού;
Σύμφωνα με παλαιότερο (μετά την τραγωδία στο Μάτι), ρεπορτάζ της “Aυγής”, ως ιδανική λύση αναφέρεται συχνά η αποξήλωση των στύλων και γενικότερα η αντικατάσταση των εναέριων ηλεκτροφόρων καλωδίων και των μετασχηματιστών, με την πλήρη υπογειοποίηση των δικτύων διανομής. Σαφώς η υπογειοποίηση σε περιοχές όπου ενδείκνυνται αντίστοιχα έργα έχει σημαντικό θετικό αντίκτυπο, καθώς συμβάλλει στη μείωση των βλαβών και στην ευκολότερη αποκατάστασή τους όταν προκαλούνται, στον περιορισμό των κινδύνων για τους πολίτες, στην αισθητική αναβάθμιση (αντί της οπτικής ρύπανσης) των περιοχών παρέμβασης κ.ά.
Είναι γεγονός ότι στην περίπτωση των υπογειοποιήσεων το υψηλό κόστος παίζει καταλυτικό ρόλο, καθώς εκτιμάται ότι είναι περίπου 4 με 5 φορές πιο ακριβά τα έργα αυτά έναντι των συμβατικών.
Ωστόσο, σύμφωνα με τον ΔΕΔΔΗΕ, πέραν του κόστους, υπογειοποίηση δεν μπορεί να γίνει παντού.
Πρέπει να υπάρχουν οι κατάλληλες γεωλογικές συνθήκες, ειδικότερα το κατάλληλο υπέδαφος για να γίνει υπογειοποίηση, καθώς, σε αντίθετη περίπτωση, δηλαδή σε περιοχές που δεν ενδείκνυται αυτή η λύση, αν υπάρξει βλάβη και δεν μπορούν λόγω υπεδάφους να γίνουν εργασίες αποκατάστασης άμεσα, είναι δυνατόν να υπάρξουν εκτεταμένες περίοδοι διακοπών ρεύματος.
Είναι δε χαρακτηριστικό το παράδειγμα ορεινής περιοχής από την οποία υπήρξε ακόμα και πρόταση συμμετοχής του δήμου στη χρηματοδότηση υπογειοποίησης του δικτύου, όμως βάσει μελετών η μορφολογία του υπεδάφους καθιστά αυτή τη λύση προβληματική.
Αν και η καθολική υπογειοποίηση δεν φαίνεται εφικτή, ωστόσο ο ΔΕΔΔΗΕ, στο πλαίσιο του εκσυγχρονισμού των δικτύων, που εκπονεί, έχει προχωρήσει σε υπογειοποιήσεις σε αρκετές περιοχές, στις οποίες κάτι τέτοιο είναι εφικτό (Ρόδος, Κομοτηνή κ.λπ.), ενώ δεν είναι τυχαίο ότι υπάρχουν υπόγεια δίκτυα σε περιοχές ιδιαίτερου πολιτιστικού ενδιαφέροντος.
Συμφέρει η υπογειοποίηση; Κόστος 100-130.000 ευρώ/χιλιόμετρο!
Επικαλούμαστε, ξανά, τον καθηγητή Αλεξανδρίδη του πανεπιστημίου Πατρών:
«Το κυρίαρχο ερώτημα είναι: Η υπογειοποίηση θα μπορούσε να αντιμετωπίσει το πρόβλημα των πυρκαγιών και άλλων καιρικών φαινομένων και να αποτελέσει ενδεδειγμένη λύση περιορισμού τους ή την αντιμετώπιση των προβλημάτων; Η απάντηση στο ερώτημα αυτό εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Ο πρώτος παράγοντας ήδη αναφέρθηκε και είναι το γεγονός ότι μόνο μικρό μέρος των πυρκαγιών οφείλεται στα εναέρια δίκτυα. Είναι, δε, σαφές ότι δεν υπάρχει συμβολή του δικτύου στην περαιτέρω επέκταση της πυρκαγιάς μετά την έναρξή της, λόγω π.χ. πτώσης αγωγών κτλ. Ο δεύτερος παράγοντας έχει να κάνει με το κόστος του υπόγειου δικτύου, που είναι κατά τρεις έως τέσσερις φορές υψηλότερο από το κόστος του εναέριου δικτύου με συνεστραμμένους αγωγούς. Σε πραγματικές τιμές, η εγκατάσταση υπόγειου δικτύου κυμαίνεται γύρω στα 100.000 ευρώ/χλμ., ανάλογα με τις συνθήκες (μπορεί να φτάσει και τα 130.000 ευρώ/χλμ.), ενώ το αντίστοιχο εναέριο δίκτυο συνεστραμμένων αγωγών (με εξωτερική μόνωση) είναι γύρω στα 30.000 ευρώ/χλμ. (έως και τα 40.000 ευρώ/χλμ. σε μερικές περιπτώσεις). Η σύγκριση του κόστους του υπόγειου δικτύου δεν γίνεται με το οικονομικότερο δίκτυο γυμνών εναέριων αγωγών, αφού αυτό πλέον δεν εγκαθίσταται πουθενά. Είναι σαφές ότι η χρήση των συνεστραμμένων αγωγών βελτιώνει κατά πολύ τη συμπεριφορά του δικτύου σε σχέση με την πρόκληση πυρκαγιών. Άλλος σημαντικός παράγοντας είναι το εκτεταμένο του δικτύου και οι δεκάδες χιλιάδες υποσταθμοί του οι οποίοι είναι βέβαιο ότι στο μεγάλο ποσοστό τους θα εξακολουθήσουν να είναι υπαίθριοι (πάνω σε στύλους), γεγονός που δεν βελτιώνει την κατάσταση σε σχέση με την πρόκληση πυρκαγιών ακόμα και μετά την υπογειοποίηση των γραμμών».