Οδεύουμε προς πλήρη κεφαλαιοποίηση της κοινωνικής ασφάλισης;
Το τελευταίο χρονικό διάστημα, το οποίο συμπίπτει με την περίοδο μετά την ψήφιση του Ν.4826/21 για την κεφαλαιοποίηση των ατομικών λογαριασμών της επικουρικής ασφάλισης, πληθαίνουν τα δημοσιεύματα υποστήριξης του λανθασμένου επιχειρήματος, όπως ακριβώς στο άμεσο παρελθόν με την επικουρική κοινωνική ασφάλιση, της κατάρρευσης του διανεμητικού συστήματος κοινωνικής ασφάλισης της αλληλεγγύης των γενεών.
Των Σάββα Γ. Ρομπόλη, Βασίλειου Γ. Μπέτση*
Μάλιστα υποστηρίζεται ό τι η κυβέρνηση δεν έκανε τολμηρά βήματα κεφαλαιοποιώντας μόνο την επικουρική ασφάλιση, αλλά θα πρέπει να κεφαλαιοποιηθεί και η κύρια σύνταξη που σήμερα λειτουργεί με το διανεμητικό σύστημα της αλληλεγγύης των γενεών με συντελεστές αναπλήρωσης.
Επίσης, διατυπώνεται η άποψη από τους υποστηρικτές αυτού του εγχειρήματος ότι με την κεφαλαιοποίηση και της κύριας σύνταξης θα ενισχυθεί η οικονομική ανάπτυξη, θα μειωθεί περαιτέρω η χρηματοδότηση του κράτους, και το κόστος μετάβασης που θα δημιουργηθεί δεν θα είναι και τόσο σημαντικό.
- Σε αυτούς τους ισχυρισμούς θα πρέπει να επισημάνουμε ότι μια πλήρης κεφαλαιοποίηση της κύριας σύνταξης, που θα σημαίνει ουσιαστικά την πλήρη κεφαλαιοποίηση όλης της κοινωνικής ασφάλισης, είναι πρακτικά αδύνατη, γιατί το κόστος μετάβασης (κύρια ασφάλιση) σύμφωνα με τους αναλογιστικούς υπολογισμούς μας, θα ανέλθει στο επίπεδο των 450 δις ευρώ, γεγονός που θα οδηγούσε την χώρα μας στην χρεοκοπία και την πλήρη απομόνωση της από τις διεθνείς αγορές κεφαλαίου.
Κι’ αυτό γιατί θα ήταν αδύνατο να εξυπηρετηθεί ένα τόσο μεγάλο χρέος, αφού σύμφωνα με τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα του Δημοσίου Τομέα, αυτό το χρέος θα καταγραφεί στους δημόσιους λογαριασμούς. Πράγματι, σήμερα οι εργαζόμενοι-ασφαλισμένοι στην κύρια ασφάλιση είναι 3,9 εκατ. άτομα και όχι 2 εκατ. περίπου που είναι ασφαλισμένοι στην επικουρική ασφάλιση και οι συνταξιούχοι κύριας σύνταξης είναι 2,5 εκατ. άτομα και όχι 1,3 εκατ. άτομα της επικουρικής σύνταξης.
Επίσης, ο μέσος συντελεστής αναπλήρωσης της κύριας σύνταξης είναι τριπλάσιος της επικουρικής σύνταξης. Αλλά, ακόμα κι αν επιλέγονταν η μετατροπή της κύριας ασφάλισης σε κεφαλαιοποιητικό σύστημα νοητών ατομικών λογαριασμών, δηλαδή στην κατάργηση των συντελεστών αναπλήρωσης, αυτό θα οδηγούσε τις συντάξεις των μελλοντικών γενεών σε μεγάλες μειώσεις, σε σχέση με το σημερινό επίπεδο.
Πιο συγκεκριμένα, οι επιπτώσεις θα ήταν:
- μείωση των συντάξεων κατά 35%, δηλαδή η μέση κύρια σύνταξη από τα 730 ευρώ (μεικτά) που είναι σήμερα, θα μειωθεί στα 500 ευρώ, ή θα πρέπει η εισφορά του 20% να αυξηθεί στο 27%, γεγονός που θα αύξανε σημαντικά το μη μισθολογικό κόστος των επιχειρήσεων, αφού αυτό ουσιαστικά θα αυξάνονταν κατά 33%,
- κατάργηση κάθε πλέγματος προστασίας που παρέχει το διανεμητικό σύστημα της αλληλεγγύης των γενεών με συντελεστές αναπλήρωσης σε ευπαθείς ομάδες, όπως τα άτομα με αναπηρία και οι συντάξεις χηρείας, αφού δεν θα υπήρχε στο κοινωνικο-ασφαλιστικό σύστημα καμία αναδιανεμητική λειτουργία.
Ουσιαστικά θα καταργούνταν το κατώτατο όριο των 768 ευρώ μηνιαία αναπηρική σύνταξη, αφού αποκλειστικά θα εξαρτάται από το ύψος του νοητού ατομικού λογαριασμού.
Επίσης, θα καταργούνταν ουσιαστικά και το κατώτατο όριο των 384 ευρώ στις συντάξεις χηρείας. Με άλλα λόγια, από μία τέτοια επιλογή η νεοφιλελεύθερη αντίληψη και πολιτική, ουσιαστικά προσβλέπει, χωρίς να συνυπολογίζει τις σοβαρές δημοσιονομικές (χρεοκοπία) και κοινωνικές συνέπειες (κοινωνική κρίση), στην κατάργηση της οποιασδήποτε κρατικής χρηματοδότησης στην κοινωνική ασφάλιση, η οποία με τις ισχύουσες μνημονιακές νομοθετικές συνθήκες από 9,5% (2018) του ΑΕΠ, εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί στο 5,5% (2070) του ΑΕΠ.
*Ομ. Καθ. Παντείου Πανεπιστημίου, Διδάκτορα Παντείου Πανεπιστημίου