Φάκελος libre/Η “μεγάλη παραίτηση” (μέρος 3ο) – Οι ιδιαιτερότητες στην Ελλάδα – Το παράδοξο υψηλή ανεργία – χαμηλή προσφορά εργασίας
Στην Ελλάδα το φαινόμενο που ονομάστηκε «μεγάλη παραίτηση» και αφορά τομείς όπως ο τουρισμός, όπου οι εργαζόμενοι απασχολούνται για περίπου 6 μήνες έχει ειδικά χαρακτηριστικά και γι’ αυτό αφορά κυρίως ειδικότητες χαμηλής εξειδίκευσης με ανθρώπους που αμείβονται με τα κατώτατα επίπεδα αμοιβών. Τα ωράρια εργασίας είναι εξοντωτικά, κυρίως στην κορύφωση της τουριστικής κίνησης, προκειμένου να παρασχεθούν οι συνεχώς αυξανόμενες ζητούμενες υπηρεσίες.
Συνεντεύξεις Χρόνης Διαμαντόπουλος
Και όλοι γνωρίζουν ότι σε πολλές περιπτώσεις οι εργαζόμενοι να αναζητήσουν μια προσωρινή κατοικία εξαϋλώνοντας το εισόδημα τους.
Φάκελος libre/ Η “μεγάλη παραίτηση” (μέρος 2ο)- Έχει φθάσει τελικά στην Ελλάδα το φαινόμενο;
Στο τρίτο μέρος της έρευνας του libre εκπρόσωποι επαγγελματικών κλάδων και ειδικοί επιστήμονες επιχειρούν μέσα από αναλύσεις να εξηγήσουν κατά πόσο η πανδημία του κοροναϊού, το «brain drain», καθώς και η πολυπαραγοντική αναδιάρθρωση της αγοράς εργασίας μετέβαλαν ριζικά τους όρους παροχής εργασίας κι έχουν τροφοδοτήσει το φαινόμενο της «μεγάλης παραίτησης» και στη χώρα μας.
Για παράδειγμα, ο πρόεδρος του ΕΒΕΠ Βασίλης Κορκίδης μιλώντας βάσει της δικής του εμπειρίας τονίζει:
- «Οι μικρομεσαίοι εργοδότες και οι επιχειρήσεις κάθε μεγέθους οφείλουμε να εξετάσουμε το φαινόμενο και τις τρεις βασικές αιτίες που το δημιούργησαν πριν δύο χρόνια στο ξέσπασμα της πανδημίας. Η πρώτη βασική αιτία είναι η βελτίωση της εργασιακής θέσης σε συνδυασμό με την αύξηση αποδοχών και παροχών. Η δεύτερη αιτία είναι ο συνδυασμός της προσωπικής και επαγγελματικής ζωής, σύμφωνα με το 59% και με το 95% στις νεότερες γενιές. Η τρίτη βασική αιτία οφείλεται στην έλλειψη εξειδικευμένου προσωπικού και εργαζομένων με συγκεκριμένες δεξιότητες μετά το κύμα του «brain drain». Βεβαίως υπάρχουν και άλλες αιτίες, που όμως αφορούν συγκεκριμένους κλάδους που συνήθως αναζητούν εποχικούς και εργαζόμενους μερικής απασχόλησης, που πλέον με τη τρέχουσα ζήτηση στην αγορά εργασίας, οι μισθωτοί προτιμούν την σιγουριά της μόνιμης και πλήρους απασχόλησης».
Στο τρίτο μέρος μιλούν επίσης στο libre ο Κώστας Μελάς καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας, ο εργατολόγος Κώστας Τσουκαλάς, ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων Γρηγόρης Τάσιος και ο Φώτης Μητρόπουλος Μεταδιδακτορικός ερευνητής και επιστημονικός συνεργάτης του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος.
Χαμηλές αμοιβές και εξοντωτικά ωράρια εργασίας
Ο Κώστας Μελάς, Καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας, περιγράφει μια άλλη πραγματικότητα για την ελληνική εκδοχή του φαινομένου της «Μεγάλης Παραίτησης» τονίζει: «Μπορούμε να ισχυριστούμε ότι και στην Ελλάδα υπάρχουν ορισμένες καταστάσεις που θα μπορούσαν να συνάδουν, κατά κάποιο τρόπο, με το φαινόμενο. Πρόκειται για τις κενές θέσεις –υπολογίζονται πάνω από 50.000 χιλιάδες- που έχουν παρουσιαστεί στον τουριστικό τομέα και στον αντίστοιχο επισιτιστικό. Οι κενές θέσεις εργασίας – που υποδηλώνουν άρνηση των εργαζομένων να προσφέρουν την εργατική τους δύναμη αφορούν κυρίως ειδικότητες χαμηλής εξειδίκευσης. Οι εργαζόμενοι αμείβονται με τα κατώτατα επίπεδα αμοιβών. Τα ωράρια εργασίας είναι εξοντωτικά, κυρίως στην κορύφωση της τουριστικής κίνησης, προκειμένου να παρασχεθούν οι συνεχώς αυξανόμενες ζητούμενες υπηρεσίες. Η εργασία υποδηλώνεται, υποαμείβεται ή σε πολλές περιπτώσεις είναι μαύρη – ανασφάλιστη εργασία. Λόγω της εποχικότητας και της παροχής εργασίας σε άλλον τόπο από αυτόν της διαμονής απαιτείται σε πολλές περιπτώσεις η εκμίσθωση νέου χώρου διαμονής, μειώνοντας το διαθέσιμο εισόδημα του εργαζομένου. Πολλοί προτιμούν να εισπράττουν το επίδομα ανεργίας και να αμείβονται με «μαύρα», δουλεύοντας λίγες μέρες τον μήνα».
- «Η έλλειψη εργατικών χεριών, λόγω της συνειδητής μικρής προσφοράς εκ μέρους των εργαζομένων, σαφέστατα αποτελεί μοχλό πίεσης στις επιχειρήσεις, δεδομένου ότι αυξάνει τη διαπραγματευτική τους δύναμη. Η διαπραγμάτευση της αμοιβής εργασίας και του θεσμικού πλαισίου που διέπει την αγορά εργασίας είναι συγκρουσιακή εκ της φύσεως της, παρά τις προσπάθειες απόκρυψης αυτής της αλήθειας. Η αύξηση των αμοιβών των εργαζομένων , η δυνατότητα σύναψης συλλογικών συμβάσεων εργασίας και η εφαρμογή της εργατικής νομοθεσίας αποτελούν σημαντικές προϋποθέσεις για την προσέλκυση εργαζομένων, όχι μόνο στους συγκεκριμένους τομείς αλλά και σε όλους όσοι διέπονται από παρόμοιες συνθήκες εργασίας».
Δεν πλούτισαν ξαφνικά οι εργαζόμενοι για να απορρίπτουν τις προτάσεις εργασίας
Ο εργατολόγος Κώστας Τσουκαλάς, όπως και πολλοί άλλοι, θεωρεί ότι «η πανδημία του κορονοϊού μετέβαλλε ριζικά τους όρους παροχής εργασίας σε παγκόσμιο επίπεδο. Επιτάχυνε λόγω της ανάγκης τήρησης αποστάσεων και αποφυγής του συνωστισμού την είσοδο των νέων τεχνολογιών στην αγορά εργασίας. Έθεσε επί τάπητος μεγάλα ζητήματα, όπως τα ωράρια, τον τόπο εργασίας, τις αμοιβές και ανακατεύθυνε τον προσανατολισμό των εργαζομένων οδηγώντας τους σε απόρριψη κλασσικών επαγγελμάτων και την αναζήτηση νέων πιο αβέβαιων αλλά ενδεχομένως πιο κερδοφόρων επιλογών βιοπορισμού. Πυροδότησε το φαινόμενο της «μεγάλης παραίτησης» που ξεκίνησε από τις ΗΠΑ, αλλά εξαπλώθηκε σε όλον το κόσμο».
Ειδικά για την Ελλάδα και τις χιλιάδες κενές θέσεις εργασίας στους τομείς του τουρισμού και του επισιτισμού τονίζει ότι «δεν πλούτισαν ξαφνικά οι εργαζόμενοι για να απορρίπτουν τις προτάσεις εργασίας. Δεν όμως είναι πλέον διατεθειμένοι να απασχολούνται σε εξοντωτικά ωράρια, χωρίς επαρκή κάλυψη εξόδων διαβίωσης από τον εργοδότη με αδήλωτη και ανασφάλιστη συχνά εργασία, δυσανάλογες με τις εργατοώρες αμοιβές. Στην χώρα μας συγκριτικά με άλλες χώρες στην Ευρώπη, πολύ μεγάλο μέρος του εργατικού δυναμικού αμείβεται με τον κατώτατο μισθό, εργάζεται υπερωριακά χωρίς να πληρώνεται την επιπλέον εργασία, ενώ μόλις το 25% των εργαζομένων καλύπτεται από κλαδικές συμβάσεις. Παράλληλα, οι εργαζόμενοι μερικής απασχόλησης απασχολούνται σε ποσοστό 76% του χρόνου εργασίας των εργαζομένων πλήρους απασχόλησης αλλά αμείβονται μόλις με το 38% των αποδοχών των εργαζομένων πλήρους απασχόλησης . Οι γυναίκες εργάζονται τις ίδιες ώρες με τους άνδρες αλλά αμείβονται με το 84% των αποδοχών αυτών».
- Υποστηρίζει επίσης ότι «οι Έλληνες εργάζονται περισσότερες ώρες από τους υπόλοιπους Ευρωπαίους αλλά αμείβονται αναλογικά πολύ λιγότερο από τους δυτικές , κεντροευρωπαικές και βόρειες χώρες. Ο πρόσφατος νόμος Χατζηδάκη κινήθηκε στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση από ότι συμβαίνει στις υπόλοιπες ανεπτυγμένες ευρωπαϊκές χώρες. Η κυβέρνηση, εγκλωβισμένη σε μια ανεπίκαιρη νεοφιλελεύθερη ιδεοληψία θέσπισε την δεκάωρη εργασία χωρίς πληρωμή της υπερωρίας, εφόσον χορηγείται ρεπό. Παράλληλα μείωσε το κόστος των υπερωριών και έβαλε εμπόδια στην διαδικασία κήρυξης απεργίας».
To ξενοδοχείο είναι πάνω απ’ όλα οι άνθρωποί του
Ο Γρηγόρης Τάσιος, Πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων, εξηγεί από την πλευρά του ότι «ξενοδοχείο στα τέλη Ιουνίου, με τη σεζόν να έχει ξεκινήσει ενθαρρυντικά και τις πληρότητες ν’ ανεβαίνουν στο 80-90% δεν υπάρχει περίπτωση ούτε μία στο εκατομμύριο να μην εξαντλήσει όλες τις δυνατότητές του για ικανοποιητικές αμοιβές προκειμένου να καλύψει τις κενές θέσεις που έχει στο οργανόγραμμά του».
Ο ίδιος θεωρεί ότι «το πρόβλημα με την έλλειψη ανθρώπινου δυναμικού είναι παγκόσμιο και στη χώρα μας ζούμε την ελληνική εκδοχή της ‘‘Μεγάλης Παραίτησης’’ σε πολλούς κλάδους, από τον πρωτογενή τομέα μέχρι τις κατασκευές και από τα σούπερ μάρκετ μέχρι τη φιλοξενία. Τα χαρακτηριστικά που προσλαμβάνει το φαινόμενο σε κάθε χώρα και σε κάθε κλάδο της οικονομίας είναι διαφορετικά και δεν υπάρχει μια κοινή αιτία για όλες τις περιπτώσεις».
Ειδικότερα για τον κλάδο που εκπροσωπεί ο κ. Τάσιος τονίζει ότι τα αίτια «θα πρέπει να αναζητηθούν πέρα από τις εύκολες απαντήσεις περί χαμηλών αμοιβών που δεν εξηγούν το γεγονός ότι αυτή τη στιγμή υπάρχουν στην ειδική ηλεκτρονική πλατφόρμα που δημιουργήθηκε από τη ΔΥΠΑ (πρώην ΟΑΕΔ) για τον τουρισμό πάνω από 3.000 προσφορές θέσεων εργασίας χωρίς ανταπόκριση. Από τα εμπειρικά δεδομένα της αγοράς η εκτίμηση που κάνουμε είναι ότι στην ουσία πρόκειται για παραίτηση από την εποχικότητα. Η πανδημία και οι ειδικές συνθήκες που δημιούργησε για τα ξενοδοχεία, οδήγησε ένα μεγάλο αριθμό εργαζομένων να αναζητήσουν νέο επαγγελματικό προσανατολισμό σε κλάδους που θεώρησαν ασφαλέστερους. Επιπλέον, η δεύτερη γενιά των μεταναστών που ήρθαν στην Ελλάδα τη δεκαετία του 90 αναζητά πλέον ευκαιρίες σε άλλες χώρες. Σημαντικό επίσης είναι πως στην ηλικιακή κατηγορία 25-35 ετών παρατηρούμε μια στροφή στην προσπάθεια αξιοποίησης των τυπικών προσόντων τους ( πτυχία, μεταπτυχιακά κλπ) που δεν είχαν κάνει μέχρι σήμερα, την ίδια στιγμή που ένα σημαντικό κομμάτι αυτής της κατηγορίας προσανατολίζεται ξανά στην αναζήτηση μιας θέσης στο δημόσιο, αξιοποιώντας ακόμη και οκτάμηνες συμβάσεις με την προσδοκία μιας μόνιμης θέσης».
Η πολυπαραγοντική αναδιάρθρωση της αγοράς εργασίας
Η αποκαλούμενη διεθνώς «μεγάλη παραίτηση», σύμφωνα με τον Δρ. Φώτιο Μητρόπουλο, Μεταδιδακτορικό ερευνητή, στο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών, του Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης είναι «ένα φαινόμενο που παρατηρήθηκε αρχικώς στις ανεπτυγμένες οικονομίες και συνίσταται στην άρνηση πολλών εργαζομένων, κυρίως νέων ακόμα και μεγάλης επιστημονικής και επαγγελματικής εξειδίκευσης, να συνεχίσουν ή να εισέλθουν στην αγορά εργασίας, λόγω των μη αποδεκτών συνθηκών παροχής ή των χαμηλών αποδοχών, όχι μόνο δεν έχει υποχωρήσει αλλά προσλαμβάνει διαστάσεις «επιδημίας». Και αν στην αρχή μπορούσαμε να το παρατηρήσουμε μόνο σε χώρες με χαμηλή – κυκλική ανεργία, τώρα είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο που έχει έξαρση και σε χώρες όπου παρατηρούνται υψηλότερα ποσοστά, ακόμη και διαρθρωτικής – μόνιμης ανεργίας, όπως η Ελλάδα και η Ισπανία.
- Αυτή τη στιγμή στη χώρα μας μπορούμε να παρατηρήσουμε ότι αν και η ανεργία παραμένει σε σχετικά υψηλά επίπεδα, άνω του 12% τον Απρίλιο του 2022 και του 30% στους νέους, σύμφωνα με ανακοίνωση της ΕΛΣΤΑΤ, πολλές επιχειρήσεις αδυνατούν να εξεύρουν το κατάλληλο προσωπικό. Και η έλλειψη παρατηρείται σε πληθώρα κλάδων όπως ο τουρισμός, οι λογιστικές και συμβουλευτικές υπηρεσίες, ακόμη δε και σε παραδοσιακά περιζήτητους κλάδους όπως των μηχανικών, των τεχνικών και των προγραμματιστών».
Σύμφωνα με τον ίδιο «αυτή η έλλειψη προσωπικού είναι αποτέλεσμα πολλών παραγόντων». Ένας από αυτούς είναι ότι «οι χαμηλοί μισθοί στη χώρα μας, εξαιτίας και της χρηματοπιστωτικής κρίσης, – παρά την πρόσφατη αύξηση του κατώτατου μισθού κατά περίπου 10%- , έχουν οδηγήσει τους εργαζόμενους σε δεύτερες σκέψεις και αποφάσεις. Οι μη ανταγωνιστικοί μισθοί υποχρεώνουν ιδιαιτέρως τους εργαζόμενους που βρίσκονται στην παραγωγικότερη ηλικία, σε μια ατέρμονη αναζήτηση νέων θέσεων εργασίας με κριτήριο τις υψηλότερες αμοιβές, που οι συνθήκες των συνεχών ανατιμήσεων αγαθών και υπηρεσιών επιβάλουν».