Από τα “ανοικτά σύνορα” της Μέρκελ στα “κλειστά με στρατό” του Μερτς- Το AfD, ο Τραμπ και η αποτυχία της Ευρώπης
Ήταν το καλοκαίρι του 2015, όταν έφταναν στη Γερμανία, μέσα σε λίγες εβδομάδες, δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι, αναζητώντας άσυλο. Οι περισσότεροι προέρχονται από τη Συρία, άλλοι από τη Βόρεια Αφρική, το Ιράκ, το Αφγανιστάν. Είχαν ακολουθήσει το αποκαλούμενο “βαλκανικό δρομολόγιο” διασχίζοντας την Ελλάδα και στη συνέχεια την πρώην Γιουγκοσλαβία. Η Άνγκελα Μέρκελ τους αφήνει να έρθουν στη Γερμανία, υιοθετώντας, τότε, την πολιτική των ανοικτών συνόρων. Τελικά, ο συνολικός αριθμός των νεοαφιχθέντων θα ξεπεράσει το ένα εκατομμύριο, μόνο το 2015.
Δέκα χρόνια μετά, ο διάδοχός της στο CDU Φρίντριχ Μερτς -“καγκελάριος εν αναμονή”, όπως τον αποκαλούν τα γερμανικά ΜΜΕ, αφού το κόμμα του είναι πρώτο στις δημοσκοπήσεις ενόψη των εκλογών της 23ης Φεβρουαρίου- εξαγγέλλει ριζικές αλλαγές στο μεταναστευτικό, με στρατό στα σύνορα, περιστολή του δικαιώματος στο άσυλο και μόνιμους συνοριακούς ελέγχους «από την πρώτη ημέρα» της θητείας του. Οποιαδήποτε ομοιότητα με την ήδη εφαρμοζόμενη πολιτική του Ντόναλντ Τραμπ, προφανώς δεν αποτελεί σύμπτωση.
Δέκα χρόνια πριν, η Μέρκελ δέχεται πιέσεις από το ίδιο της το κόμμα. Ο τότε υπουργός Εσωτερικών Τόμας ντε Μεζιέρ δηλώνει ότι “υπήρχαν στιγμές που φαινόταν να χάνεται ο έλεγχος”. Ο διάδοχός του στο υπουργείο, ο Βαυαρός Χορστ Ζέεχοφερ, έκανε λόγο για κατάρρευση του κράτους δικαίου. Αλλά η Άνγκελα Μέρκελ επέμεινε στη δική της γραμμή και απάντησε με μία φράση που θα μείνει ιστορική: “Η Γερμανία είναι μία ισχυρή χώρα. Το κίνητρό μας για να αντιμετωπίσουμε την κατάσταση, πρέπει να είναι το εξής: Έχουμε ήδη καταφέρει τόσα πολλά. Θα τα καταφέρουμε. Και όπου υπάρχουν εμπόδια, θα τα ξεπεράσουμε…”
Η ευρωπαϊκή αποτυχία
Στην δεκαετία που μεσολάβησε, η Ευρώπη δεν κατόρθωσε να αποκτήσει ενιαία πολιτική στο μεταναστευτικό. Οι χώρες του Βίζεγκραντ δεν τήρησαν καμία από τις συλλογικές αποφάσεις περί κατανομής των προσφύγων, η συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας παρέμεινε χαλαρή, με τον Ταγίπ Ερντογάν να εργαλιεοποιεί τους απελπισμένους πρόσφυγες και τους μετανάστες (όπως φάνηκε και στην γνωστή κρίση στον Έβρο), δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους να χάνουν τη ζωή τους στα νερά της Μεσογείου (Λαμπεντούζα, Αιγαίο), την Ισπανία να δέχεται μεγάλες μεταναστευτικές ροές από το Μαγρέμπ κ.ά.
Mιλώντας στο τηλεοπτικό δίκτυο ZDF ο Μερτς υπόσχεται ότι, εάν εκλεγεί καγκελάριος «θα υπάρχει ντε φάκτο απαγόρευση εισόδου στην Ομοσπονδιακή Γερμανία για όλους όσους δεν διαθέτουν έγκυρα ταξιδιωτικά έγγραφα, αυτό θα ισχύει ξεκάθαρα και για όσους δικαιούνται διεθνούς προστασίας. Μου είναι εντελώς αδιάφορο, ποιος στηρίζει πολιτικά αυτόν τον δρόμο. Λέω απλώς ότι εγώ δεν πρόκειται να ακολουθήσω κανέναν άλλον δρόμο».
Οι εξαγγελίες Μερτς προκαλούν αντιδράσεις, όπως μεταδίδει η DW. «Μπορούμε να συζητήσουμε για όλα όσα συνάδουν με το Γερμανικό Σύνταγμα και τις ευρωπαϊκές υποχρεώσεις της χώρας, αλλά το δικαίωμα στο άσυλο είναι αδιαπραγμάτευτο» δηλώνει στο Reuters ο αντιπρόεδρος της Κ.Ο. των κυβερνώντων Σοσιαλδημοκρατών (SPD) Ντιρκ Βίζε. Η πρωθυπουργός του Ζάαρλαντ Άνκε Ρέλινγκερ, επίσης από το SPD, προειδοποιεί τον επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης να μην θέτει σε κίνδυνο «το επίτευγμα μίας Ευρώπης με ανοιχτά σύνορα». Αλλά και το συνδικάτο των αστυνομικών υπαλλήλων (GdP) προειδοποιεί ότι θα ήταν «ανέφικτο» το σχέδιο για μόνιμους ελέγχους και απωθήσεις μεταναστών σε όλα τα σύνορα. Η Γερμανία δείχνει να μην μπορεί να συμφωνήσει σχετικά με το μεταναστευτικό, ο Μερτς, ωστόσο, έχει προφανώς κατά νου το νέο δόγμα Τραμπ, κυρίως, όμως, την μεγάλη πίεση της γερμανικής ακροδεξιάς. Το AfD είναι δεύτερο στις δημοσκοπήσεις, έχει υιοθετήσει ακόμα πιό σκληρή ατζέντα από τον αμερικανό πρόεδρο, διαθέτει, δε, την αμέριστη υποστήριξη του Ίλον Μασκ- οι συμπρόεδροι του ακροδεξιού κόμματος Χρουπάλα (που προσκλήθηκε στην ορκωμοσία Τραμπ) και Βάϊντελ είναι προνομιακοί συνομιλητές του.
Ο εφιάλτης του AfD
Μόλις πέρσι ο Φρίντριχ Μερτς εξέφραζε την ελπίδα ότι το μεταναστευτικό «δεν θα αποτελέσει το κεντρικό θέμα του προεκλογικού αγώνα», κάτι που ασφαλώς θα ήθελε να αποφύγει και ο σοσιαλδημοκράτης καγκελάριος Όλαφ Σολτς. Φαίνεται όμως ότι τα δεδομένα αλλάζουν άρδην μετά την φονική επίθεση με μαχαίρι στην πόλη Ασάφενμπουργκ της Βαυαρίας. Δράστης ήταν ένας 28χρονος Αφγανός, ο οποίος βρισκόταν υπό ψυχιατρική παρακολούθηση και επρόκειτο να απελαθεί από τη Γερμανία, κάτι που όμως τελικά δεν συνέβη.
Γιατί δεν συνέβη; Το «μπαλάκι των ευθυνών», όπως αναφέρει η DW, αλλάζει συνεχώς χέρια, με τη χριστιανοδημοκρατική αντιπολίτευση να επιρρίπτει ευθύνες στην κυβέρνηση Σολτς. Από την πλευρά της η κυβέρνηση αντιτείνει ότι αρμόδιες για την υπόθεση είναι οι τοπικές αρχές της Βαυαρίας, κατά συνέπεια οι ευθύνες πρέπει να αναζητηθούν στους Βαυαρούς Χριστιανοκοινωνιστές (CSU), στο «αδελφό κόμμα» των Χριστιανοδημοκρατών του Μερτς.
Μιλώντας την Πέμπτη σε προεκλογική συγκέντρωση στο ανατολικογερμανικό κρατίδιο της Θουριγγίας, ο καγκελάριος Σολτς πηγαίνει ένα βήμα πιο πέρα, υποστηρίζοντας ότι οι Χριστιανοδημοκράτες είναι και οι ίδιοι συνυπεύθυνοι για την κατάσταση, την οποία στηλιτεύουν με δημόσιες δηλώσεις τους. «Υπάρχουν νόμοι για θέματα ασφαλείας που όμως έχουν απορριφθεί στο Ομοσπονδιακό Συμβούλιο (σ.σ. την αποκαλούμενη Άνω Βουλή, στην οποία συμμετέχουν εκπρόσωποι των ομόσπονδων κρατιδίων), διότι προέβαλαν αντίσταση οι Χριστιανοδημοκράτες» λέει ο καγκελάριος Σολτς. «Και αναρωτιέμαι γιατί. Μήπως για να κάνουν λίγη προπαγάνδα; Μήπως για να αμαυρώσουν το κλίμα;».
Όλα, ωστόσο, στριφογυρίζουν γύρω από την εκρηκτική άνοδο του AfD και το τσουνάμι Τραμπ που φέρνει το μεταναστευτικό ως βασικό θέμα στην γερμανική προεκλογική ατζέντα. Αυτό, ωστόσο, επηρρεάζει ολόκληρη την Ευρώπη και την ωθεί σε μία αναθεώρηση με τραμπικό πρόσημο. Όλα τα λάθη, όλες οι αβελτηρίες, όλη η αμηχανία της τελευταίας δεκαετίας μετατρέπονται σε ένα νέο δομικό ζήτημα που δίνει ώθηση στα κόμματα της ακροδεξιάς. Και όχι μόνο στη Γερμανία.