Σολτς: Η “κατάρα” των Σοσιαλδημοκρατών Καγκελαρίων που δεν απέφυγε
Ο Όλαφ Σολτς έφτασε στο τέλος μιας τριετούς θητείας, μετά την άρση εμπιστοσύνης στο πρόσωπο του από την Μπούντεσταγκ [Γερμανική Βουλή], ως ο πιο αντιδημοφιλής καγκελάριος, της πιο αντιδημοφιλούς ομοσπονδιακής κυβέρνησης, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, γράφοντας ένα μάλλον άδοξο κεφάλαιο στα βιβλία της πολιτικής ιστορίας. Κάτι όμως που δεν συμβαίνει για πρώτη φορά καθώς ο Σολτς ακολουθεί την παράδοση των προκατόχων του Καγκελάριων από το SPD, οι οποίοι έχουν επίσης αποτύχει κι αυτοί.
Το απόγευμα της Δευτέρας, ο Όλαφ Σολτς βρέθηκε αντιμέτωπος με την ψήφο εμπιστοσύνης της Μπούντεσταγκ, όπου έχασε με μεγάλη πλειοψηφία ανοίγοντας έτσι το δρόμο για εκλογές στις 23 Φεβρουαρίου 2025.
- Ο Σολτς ενδεχομένως θέλει να πάει στις νέες εκλογές ως υποψήφιος για καγκελάριος του κόμματος SPD. Όμως οι πιθανότητες για μια δεύτερη θητεία στο αξίωμα είναι προς το παρόν ελάχιστες. Στις δημοσκοπήσεις για τις εκλογές της Μπούντεσταγκ, οι Σοσιαλδημοκράτες του SPD βρίσκονται πολύ πίσω από τους Χριστιανοδημοκράτες του (CDU/CSU) και συνήθως και από το ακροδεξιό-ναζιστικό AfD.
Στο SPD, σήμερα αρέσκονται να υποστηρίζουν ότι οι δημοσκοπήσεις πριν από τις βουλευτικές εκλογές του 2021 ήταν επίσης κακές, κάτι που είναι αλήθεια. Αλλά τότε, η άνοδος του SPD οφειλόταν περισσότερο στις κακές επιδόσεις των άλλων παρά στις δικές του ικανότητες. Παρ’ όλα αυτά, οι Σοσιαλδημοκράτες δεν θέλουν, ακόμη τουλάχιστον, να θεωρήσουν αποτυχία τη θητεία του Σολτς στην κυβέρνηση. Δεν θα ήταν σε καμία περίπτωση ο πρώτος καγκελάριος του SPD που θα εγκατέλειπε πρόωρα καθώς και οι τέσσερεις Καγκελάριοι του SPD κατάφεραν να εκδιωχθούν από την Καγκελαρία.
Βίλλυ Μπραντ: Πρώτα έχασε την ψήφο εμπιστοσύνης και μετά παραιτήθηκε
Το SPD έχασε τις εκλογές του 1969 από το CDU/CSU. Το 42,7% των ψήφων δεν ήταν αρκετό έναντι του 46,1% του CDU/CSU. Όμως ο Βίλλυ Μπραντ δημιούργησε έναν σοσιαλφιλελεύθερο συνασπισμό με τον ηγέτη του FDP Βάλτερ Σέελ. Η συμμαχία είχε μόνο μια οριακή πλειοψηφία και κλονίστηκε επανειλημμένα.
Παρόλο που ο Μπραντ τιμήθηκε με το Νόμπελ Ειρήνης το 1971 για τη «νέα Ανατολική πολιτική» του, κέρδισε επίσης την οργή ορισμένων βουλευτών από τις τάξεις του. Αρκετοί πολιτικοί από το FDP και το SPD μεταπήδησαν ακόμη και στο CDU/CSU, γι’ αυτό και ο Μπραντ κινδύνευε να χάσει την πλειοψηφία του στην Μπούντεσταγκ. Το CDU/CSU ήθελε να αντικαταστήσει τον Μπραντ με μια εποικοδομητική ψήφο δυσπιστίας, αλλά δύο φερόμενοι ως δωροδοκημένοι πολιτικοί του CDU/CSU ψήφισαν κατά.
Ο Μπραντ έχασε παρ’ όλα αυτά την πλειοψηφία του και -όπως και ο Σολτς- έθεσε το θέμα σε ψήφο εμπιστοσύνης. Όλοι οι υπουργοί απείχαν, ο Μπραντ έχασε την ψήφο εμπιστοσύνης, η Μπούντεσταγκ διαλύθηκε και διεξήχθησαν νέες εκλογές. Ο Μπραντ βγήκε νικητής από τις εκλογές το 1972 και το SPD έγινε για πρώτη φορά το ισχυρότερο κόμμα. Ωστόσο, η δεύτερη θητεία του Μπραντ έμελλε να λήξει σε λιγότερο από τα μισά της.
- Το 1974, ο Μπραντ παραιτήθηκε στον απόηχο της υπόθεσης Γκιγιόμ. Ο Γκύντερ Γκιγιόμ ήταν ένας από τους στενότερους συνεργάτες του Μπραντ, αλλά και κατάσκοπος της Ανατολικής Γερμανίας (ΛΔΓ). Ο πράκτορας είχε εργαστεί ως προσωπικός σύμβουλος του Μπραντ. Μετά την αποχώρηση του Μπραντ από την καγκελαρία, ο τότε υπουργός Οικονομικών του SPD Χέλμουτ Σμιτ ανέλαβε επικεφαλής της κυβέρνησης, αλλά και αυτός τελικά θα αποτύγχανε.
Χέλμουτ Σμιτ: Ψήφος εμπιστοσύνης και οικονομικό έγγραφο του FDP
Έπειτα από δύο χρόνια σχεδόν σιωπηλού συνασπισμού με το FDP, το SPD του Χέλμουτ Σμιτ έχασε τις εκλογές του 1976 για την Μπούντεσταγκ, ενώ το CDU/CSU θριάμβευσε. Ο σοσιαλφιλελεύθερος συνασπισμός αποφάσισε ωστόσο να συνεχίσει και ο Σμιτ παρέμεινε καγκελάριος. Το ίδιο συνέβη και πάλι το 1980, όταν το CDU/CSU υπό τον ηγέτη του CSU Φραντς Γιόζεφ Στράους κέρδισε τις περισσότερες ψήφους, αλλά ο Σμιτ κατάφερε και πάλι να πείσει το FDP να παραμείνει στον συνασπισμό αλλά αυτό δεν θα κρατούσε για πολύ.
Το 1982, κλιμακώθηκε η διαμάχη του συνασπισμού για την οικονομική πολιτική. Ο Σμιτ αναγκάστηκε να ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης και κέρδισε. Αυτό όμως δεν έλυσε τη διαμάχη. Λίγους μήνες αργότερα, ο υπουργός Οικονομίας του FDP Όττο Γκραφ Λαμπσντόρφ συνέταξε ένα οικονομικό έγγραφο με το οποίο το SPD δεν μπορούσε να συμφωνήσει – και έτσι διαλύθηκε ο συνασπισμός.
- Εν τω μεταξύ το «έγγραφο Λαμπσντόρφ» συγκρίθηκε πρόσφατα και με το έγγραφο οικονομικής στροφής του Κρίστιαν Λίντνερ, το οποίο οδήγησε στο τέλος του συνασπισμού των φαναριών.
Τότε όλοι οι υπουργοί του FDP παραιτήθηκαν και ο Σμιτ εκδιώχθηκε από το αξίωμά του με μια εποικοδομητική ψήφο δυσπιστίας. Η πλειοψηφία των μελών του FDP και του CDU/CSU εξέλεξε τον πολιτικό του CDU Χέλμουτ Κολ ως νέο καγκελάριο. Η θητεία του Σμιτ έληξε και ο Κολ, ο οποίος αργότερα έγινε ο «Καγκελάριος της Ενότητας», θα κυβερνούσε για 16 χρόνια.
Γκέρχαρντ Σρέντερ: Μία κερδισμένη ψήφο εμπιστοσύνης και μία χαμένη
Το 1998, το SPD κέρδισε ξεκάθαρα τις εκλογές μπροστά από το CDU/CSU και σχημάτισε συνασπισμό με τους Πράσινους. Ο Γκέρχαρντ Σρέντερ έγινε ο τρίτος καγκελάριος του SPD στην ιστορία της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας. Η νέα συμμαχία λειτούργησε αρχικά αρκετά ήσυχα, αλλά στη συνέχεια γνώρισε μια πραγματική κρίση. Μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου, ο Σρέντερ διαβεβαίωσε τις ΗΠΑ για «απεριόριστη αλληλεγγύη». Η Μπούντεσβερ [Ένοπλες Δυνάμεις της Γερμανίας] επρόκειτο να σταθμεύσει στο Αφγανιστάν για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας με τμήματα του SPD και των Πρασίνων να το απορρίπτουν.
- Ο Σρέντερ ζήτησε ψήφο εμπιστοσύνης και τη συνέδεσε με την απόφαση για την ανάπτυξη της Μπούντεσβερ. Πιθανώς θα μπορούσε να την περάσει ούτως ή άλλως με τις ψήφους της αντιπολίτευσης, αλλά η ψήφος εμπιστοσύνης επρόκειτο να κρίνει το γενικότερο μέλλον του κοκκινοπράσινου συνασπισμού. Ένα παιχνίδι εξουσίας από τον Σρέντερ. Αρκετοί επικριτές άλλαξαν γνώμη και ο Σρέντερ κέρδισε την ψήφο εμπιστοσύνης. Ο συνασπισμός επέζησε στη συνέχεια των ομοσπονδιακών εκλογών του 2002, στις οποίες το SPD και το CDU/CSU ισοψήφησαν σχεδόν, και παρέμεινε στην εξουσία. Τουλάχιστον προς το παρόν.
Η Ατζέντα 2010 του Σρέντερ και οι επακόλουθες μεταρρυθμίσεις Χάρτζ ήταν κοινωνικά πολύ άδικες για την αριστερή πτέρυγα του SPD. Αρκετοί πολιτικοί διασπάστηκαν και αργότερα μεταπήδησαν στο νεοσύστατο Αριστερό Κόμμα. Υπήρξαν διαμαρτυρίες κατά των μεταρρυθμίσεων του Σρέντερ σε ολόκληρη τη χώρα. Είχαν επίσης αντίκτυπο στα ποσοστά αποδοχής του SPD, κάτι που οι Σοσιαλδημοκράτες έπρεπε να μάθουν με τον δύσκολο τρόπο σε ένα πρώην προπύργιο.
- Το 2005, το SPD έχασε την κυβερνητική ηγεσία στη Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία από το CDU μετά από 39 χρόνια. Σύμφωνα με τη δική του δήλωση, ο Σρέντερ πρώτα αμφισβήτησε την πολιτική του και στη συνέχεια ζήτησε για δεύτερη φορά ψήφο εμπιστοσύνης στην Μπούντεσταγκ. Έχασε, η Μπούντεσταγκ διαλύθηκε, το CDU/CSU κέρδισε τις πρόωρες εκλογές και η Άνγκελα Μέρκελ ξεκίνησε την καγκελαρία της.
Η Μέρκελ επρόκειτο να παραμείνει στη θέση της για 16 χρόνια, προτού ο Όλαφ Σολτς εκλεγεί τέταρτος καγκελάριος του SPD. Ωστόσο τώρα ο σοσιαλδημοκράτης ηγέτης βρίσκεται στην ίδια μοίρα με τους προκατόχους του από το SPD.