Γιατί ο Μητσοτάκης έβαλε στη δημόσια σφαίρα τις κυβερνήσεις συνεργασίας- Οι πιθανότητες…
Εάν όσα δήλωσε (σε δύο συνεντεύξεις του, σε Alpha και Ant1) τις τελευταίες ημέρες ο Κυριάκος Μητσοτάκης ισοδυναμούν με δεσμεύσεις, δημιουργείται ένας αρκετά καθαρός πολιτικός διάδρομος στην πορεία προς τις επόμενες βουλευτικές εκλογές.
Τι είπε ο πρωθυπουργός: πρώτον, η κυβέρνηση θα εξαντλήσει την τετραετή θητεία της και οι εκλογές θα διεξαχθούν, κατά τις συνταγματικές προθεσμίες, την άνοιξη του 2027, δεύτερον, θα είναι ο ίδιος που θα οδηγήσει τη Ν.Δ σε αυτές τις εκλογές, τρίτον, δεν θα υπάρξει -παρά τα αντιθέτως θρυλούμενα- καμία αλλαγή στο εκλογικό σύστημα, ήτοι ούτε αλλαγές στο όριο εισόδου κομμάτων στη Βουλή (θα παραμείνει το 3%), ούτε μεταβολή στο κλιμακωτό μπόνους των 50 εδρών για το πρώτο κόμμα, και τέταρτον, για πρώτη φορά τόνισε ότι εφόσον δεν προκύψει αυτοδυναμία της Ν.Δ θα επιδιώξει τη συγκρότηση κυβέρνησης συνεργασίας.
Τούτων δοθέντων είναι σαφές πως ο πρωθυπουργός διαψεύδει ακόμα και την πιθανότητα μίας “ευρωπαϊκής εξόδου”, δηλαδή δεν θα επιδιώξει (είτε γιατί δεν το θέλει, είτε διότι διαβλέπει πως δεν το επιτρέπουν οι συσχετισμοί) να αναλάβει μία από τις σημαντικές θέσεις που φαίνεται πως θα αποτελέσουν πολιτικό έπαθλο την επόμενη διετία- προεδρία Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, μετά το τέλος της θητείας του Πορτογάλου σοσιαλιστή Αντόνιο Κόστα, ή την διοίκηση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Το ρεκόρ
Έτσι, ο Κυριάκος Μητσοτάκης “κυνηγά” ένα πολιτικό ρεκόρ. Να γίνει ο πρώτος πολιτικός με τρεις συνεχείς πρωθυπουργικές θητείες μετά την μεταπολίτευση. Δεν το έχει κατορθώσει κανείς (ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε τρεις θητείες, αλλά μεσολάβησαν οι κυβερνήσεις Τζανετάκη, Ζολώτα και του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη). Αν μη τι άλλο είναι ιδιαίτερα ελκυστικός στόχος με εξασφαλισμένη υστεροφημία.
Το νέο στοιχείο σε όσα είπε ο πρωθυπουργός είναι ίσως το ότι έβαλε στο τραπέζι την πιθανότητα σχηματισμού κυβέρνησης συνεργασίας. Σε πρώτη ανάγνωση είναι θετικό επειδή αφαιρεί τον κίνδυνο μιας παρατεταμένης αστάθειας λόγω ακυβερνησίας. Το ερώτημα είναι, βεβαίως, εάν κάτι τέτοιο είναι εφικτό στην περίπτωση που πρώτο κόμμα, αλλά όχι με κοινοβουλευτική πλειοψηφία, είναι η Ν.Δ. Δημοσκοπικά και πολιτικά αυτό είναι το κυρίαρχο σενάριο και μοιάζει δύσκολο να αλλάξει τα επόμενα δυόμισι χρόνια.
Όμως, οι ίδιες δημοσκοπήσεις που εμφανίζουν τη Ν.Δ στη ζώνη του ποσοστού που έλαβε στις τελευταίες ευρωεκλογές (μεταξύ 27-30%+), δείχνουν ότι είναι πιθανό στην επόμενη Βουλή να υπάρχουν έως και δέκα (10) κόμματα. Στις μετρήσεις, πάνω από το όριο εισόδου του 3%, ή κοντά σε αυτό, εμφανίζονται τα: Ν.Δ, ΠΑΣΟΚ, ΚΚΕ, ΣΥΡΙΖΑ, ΕΛΛ. ΛΥΣΗ, ΚΙΝΗΜΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΠΛΕΥΣΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, ΦΩΝΗ ΛΟΓΙΚΗΣ, ΝΙΚΗ, ενώ λίγο κάτω από το όριο είναι η Μερα25 και η Νέα Αριστερά. Η ρευστοποίηση του πολιτικού σύστήματος είναι πρωτόγνωρη, την ώρα που στις επόμενες εκλογές είναι πιθανό να αυξηθεί ακόμα περισσότερο η αποχή.
Προφανώς, ο πρωθυπουργός “θα τα δώσει όλα” για να φέρει τη Ν.Δ στη ζώνη της πιθανής αυτοδυναμίας έως την άνοιξη του 2027. Η εκλογή Προέδρου Δημοκρατίας θα είναι μία πρώτη δοκιμή, που θα αποσαφηνίσει προθέσεις και ίσως ανοίξει “παράθυρα ευκαιρίας”.
Κι αυτό διότι, όταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης βάζει στο τραπέζι το ενδεχόμενο κυβερνήσεων συνεργασίας, η επιλογή του προσώπου που θα είναι η υποψηφιότητα της Ν.Δ στην προεδρική εκλογή θα έπρεπε (τουλάχιστον στην πολιτική θεωρία) να πληροί τις προϋποθέσεις για “δείγμα προθέσεων”. Δεδομένης της πολιτικής παράδοσης το εκάστοτε κυβερνών κόμμα να προτείνει πρόσωπο “της άλλης πλευράς”, ο πρωθυπουργός καλείται να απαντήσει στο δίλημμα: κεντροδεξιός υποψήφιος Πρόεδρος με στόχο τη συσπείρωση της εκλογική βάσης της Ν.Δ έναντι της ενίσχυσης του κομμάτων στα δεξιά της, ή κεντρώος- κεντροαριστερός ώστε να διευκολυνθούν μελλοντικές συνεργασίες στον ευρύτερο χώρο του κέντρου;
Γενικότερα, πολλές από τις πολιτικές πρωτοβουλίες και τις κυβερνητικές αποφάσεις τους επόμενους μήνες θα πρέπει να υπηρετούν τον βασικό σχεδιασμό του Κυριάκου Μητσοτάκη. Ακόμα και η όξυνση με το ΠΑΣΟΚ που απέχει, πλέον, με μονοψήφια διαφορά στις μετρήσεις δεν πρέπει να ξεφύγει από τα συνήθη για να μπορούν να κρατούνται ανοικτοί οι δίαυλοι επικοινωνίας. Ίσως, ακόμα περισσότερο, θα πρέπει να αναζητηθούν αφορμές κοινοβουλευτικής συναίνεσης εκ μέρους του πρωθυπουργού, καθώς το πιθανότερο είναι πως θα βρίσκει πλέον ολοένα και συχνότερα μπροστά του το μπλοκ της αντιπολίτευσης σε μείζονα πολιτικά θέματα.
Εφόσον, δε, η πολιτική γεωγραφία που αποτυπώνουν οι δημοσκοπήσεις παραμείνει σχετικά σταθερή και μέσα στο 2025, εκ των πραγμάτων θα τεθεί το ερώτημα ποιοί μπορούν να συνεργαστούν με ποιούς εάν απαιτηθεί ο σχηματισμός κυβέρνησης συνεργασίας το 2027.
Συμπράξεις επί χάρτου
Η “Καθημερινή της Κυριακής” περιέγραψε ένα σενάριο που θέλει την κυβέρνηση να μην αποκλείει τη συνεργασία με ένα από τα δύο (;) κόμματα που εισήλθαν πρόσφατα στις μετρήσεις με ποσοστό αρκετά πάνω από το όριο του 3%: τη Φωνή Λογικής της Αφροδίτης Λατινοπούλου και το Κίνημα Δημοκρατίας του Στέφανου Κασσελάκη. Είναι αμφίβολο εάν το ποσοστό που θα λάβει ένα εκ των δύο στις επόμενες εκλογές είναι αρκετό για τον σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας με τη Ν.Δ. Η ευρωβουλευτής με τις ακραία δεξιές απόψεις, μάλιστα, που υπογείως λέγεται ότι στηρίχτηκε από τον Αντώνη Σαμαρά αποκλείει ένα τέτοιο ενδεχόμενο, ωστόσο… ποτέ μην λες ποτέ. Για τον δεύτερο, η ιδρυτική διακήρυξη του νεοπαγούς κόμματος προδίδει, όπως λένε αρκετοί, ότι πρόκειται για ένα κόμμα-μπαλαντέρ που απευθύνεται σε ολόκληρο το φάσμα των ψηφοφόρων και ως εκ τούτου θα μπορούσε να συνεργαστεί ευκολότερα με τη Ν.Δ, παρά σε ένα σχήμα με κορμό το ΠΑΣΟΚ που θα υπάρχει και ο ΣΥΡΙΖΑ.
Όλα αυτά αποτελούν προς το παρόν εικασίες και ασκήσεις επί χάρτου. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα δείξει με τις κινήσεις του το επόμενο διάστημα ποιά κατεύθυνση θα προτιμήσει. Το βέβαιο είναι πως η συζήτηση περί συνεργασιών μπήκε ήδη στη δημόσια συζήτηση. Με ανοικτά, μάλιστα, δύο ενδεχόμενα: πρώτον, τις συγκλίσεις στον χώρο δεξιά της Ν.Δ υπό την καθοδήγηση του Αντώνη Σαμαρά, και δεύτερον, την ίδρυση νέου πολιτικού φορέα της κεντροαριστεράς ή την έναρξη ουσιαστικού διαλόγου συμπράξεων, κάτι για το οποίο θα κινηθεί πιθανότατα ο Αλέξης Τσίπρας.