Δύο έμπειροι αμερικανοί διπλωμάτες και ένας ειδικός αναλυτής περιγράφουν τις σχέσεις ΗΠΑ-Τουρκίας στην εποχή Τραμπ
Καθώς ο Ντόναλντ Τραμπ ετοιμάζεται να αναλάβει για δεύτερη φορά την προεδρία των Ηνωμένων Πολιτειών, Αμερικανοί εμπειρογνώμονες πιστεύουν ότι οι σχέσεις Τουρκίας-ΗΠΑ μπορούν να κινηθούν προς θετική κατεύθυνση. Ο πρώην πρέσβης των ΗΠΑ στην Άγκυρα, ο ειδικός απεσταλμένος των ΗΠΑ στη Συρία και πρόεδρος του προγράμματος Μέσης Ανατολής του Κέντρου Ουίλσον Τζέιμς Τζέφρι, ο πρώην πρέσβης των ΗΠΑ στη Δαμασκό Ρόμπερτ Φορντ και ο ανώτερος ερευνητής του Ινστιτούτου Hudson Λουκ Κόφι έκαναν εκτιμήσεις στο Πρακτορείο Anadolu για το πώς θα διαμορφωθούν οι σχέσεις των δύο χωρών υπό τον Τραμπ.
Ο πρώην πρέσβης Τζέιμς Τζέφρι τόνισε ότι είναι «πολύ αισιόδοξος» για το μέλλον των διμερών σχέσεων υπό τη δεύτερη κυβέρνηση Τραμπ, τονίζοντας ότι οι σχέσεις έχουν σημειώσει πρόοδο τα τελευταία χρόνια, ενώ υπάρχει «κοινή κατανόηση» στη Συρία, παρά την έλλειψη πλήρους συμφωνίας μεταξύ των μερών.
Υπενθυμίζοντας την απόφαση του Τραμπ να αποσύρει τα αμερικανικά στρατεύματα από τη Συρία το 2018, ο Τζέφρι υποστήριξε ότι το κενό που θα προκύψει με την υλοποίηση αυτής της δυνατότητας θα μπορούσε να καλυφθεί από τη Συρία, το Ιράν ή την DAESH, σημειώνοντας ότι το ζήτημα αυτό θα πρέπει να το επεξεργαστούν περαιτέρω επισημαίνοντας ότι «είναι μια περιοχή για την οποία ανησυχώ».
Εφιστώντας την προσοχή στις ειρηνευτικές προσπάθειες για τον τερματισμό του πολέμου Ρωσίας-Ουκρανίας, ο Τζέφρι δήλωσε ότι ο Τραμπ θα μπορούσε να στηρίξει την Τουρκία για τη συνέχιση των ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων, δεδομένης της αποτελεσματικής συνεργασίας των δύο χωρών στο πλαίσιο της Ουκρανίας την τελευταία περίοδο.
«Η Τουρκία υπήρξε η πρωτοπόρος χώρα που έφερε κοντά Ουκρανούς και Ρώσους» σημείωσε ο πρώην πρέσβης προσθέτοντας ότι «νομίζω ότι ο πρόεδρος Τραμπ, τον οποίο γνωρίζω πολύ καλά, εμπιστεύεται και συμπαθεί τον πρόεδρο (Ερντογάν και πιθανότατα θα στρέψει την προσοχή του στην Άγκυρα».
Ο Τζέφρι, ο οποίος πιστεύει ότι υπάρχουν τεχνικά εμπόδια για την άρση του αμερικανικού νόμου CAATSA (Countering America’s Adversaries Through Sanctions Act) για την Τουρκία, δήλωσε ότι παρά το γεγονός αυτό, βλέπει έναν «δρόμο προς τα εμπρός» και ότι ο Τραμπ θα προσπαθήσει να το κάνει.
- Ο Ρόμπερτ Φορντ, πρώην πρέσβης των ΗΠΑ στη Δαμασκό, δήλωσε ότι η Συρία είναι ένας παράγοντας που μπορεί να επηρεάσει θετικά τις σχέσεις Τουρκίας-ΗΠΑ, προσθέτοντας ότι «θα εκπλαγώ πολύ αν η νέα κυβέρνηση Τραμπ συνεχίσει να διατηρεί αμερικανικά στρατεύματα στην ανατολική Συρία και να διατηρεί σχέσεις με τις Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις υπό την ηγεσία μελών του YPG».
Ο Φορντ προειδοποίησε ότι μια φράξια εντός του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος ευνοεί την παρουσία αμερικανικών στρατευμάτων στη Συρία για την αντιμετώπιση της ιρανικής επιρροής και δήλωσε ότι οι ρεαλιστές τάσσονται υπέρ της μείωσης της αμερικανικής στρατιωτικής επιρροής.
Ο Φορντ δήλωσε επίσης ότι αναμένει «πιο χρήσιμες αμερικανοτουρκικές συνομιλίες» σχετικά με το πώς θα διαπραγματευτούν μια λύση στον πόλεμο στην Ουκρανία.
Πιστεύει δε ό,τι η κυβέρνηση Τραμπ δεν θα ασκήσει πίεση στον Ισραηλινό πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου σε πρώιμο στάδιο, δηλώνοντας ότι «ο πόλεμος στη Γάζα θα τελειώσει όταν οι Ισραηλινοί είναι έτοιμοι να τον τελειώσουν».
- Ο ανώτερος ερευνητής Λουκ Κόφι δήλωσε ότι κάθε νέα κυβέρνηση των ΗΠΑ προσφέρει μια ευκαιρία για την επανεκκίνηση των σχέσεων με τους συμμάχους εξηγώντας ότι «θα προσφέρει μια ευκαιρία (για τις διμερείς σχέσεις), επειδή τόσο ο πρόεδρος Τραμπ όσο και ο πρόεδρος Ερντογάν έχουν αποδείξει ότι μπορούν να είναι πραγματιστές και να θέτουν τα εθνικά θέματα πάνω από τις όποιες προσωπικές διαφωνίες».
«Νομίζω ότι ήρθε η ώρα να τερματίσουμε αυτή τη σχέση με την τρομοκρατική οργάνωση YPG και να αποκαταστήσουμε τη σχέση μας με τη σύμμαχό μας στο ΝΑΤΟ, την Τουρκία», δήλωσε ο Κόφι.
Υπογραμμίζοντας ότι «η Τουρκία είναι η μόνη χώρα την οποία εμπιστεύονται τόσο η Ουκρανία όσο και η Ρωσία», σημείωσε ότι «εάν ο Πρόεδρος Τραμπ θέλει να επιτύχει κάποιου είδους συμφωνία μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας, η Τουρκία θα πρέπει να διαδραματίσει ρόλο σε αυτό το ζήτημα».
Εφιστώντας την προσοχή στη διαμάχη για τα μαχητικά αεροσκάφη F-35 μεταξύ της Τουρκίας και των ΗΠΑ, δήλωσε ότι δεν αναμένει να επιλυθεί άμεσα το ζήτημα και σημείωσε ότι θα μπορούσαν να ληφθούν «μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης» σε άλλους τομείς της αμυντικής βιομηχανίας πριν αντιμετωπιστεί το ζήτημα αυτό.