ΑΜΕΣΗ ΑΝAΛΥΣΗ: Τι σημαίνει η επιστροφή Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ
Οι χειρότεροι φόβοι των Ευρωπαίων επιβεβαιώθηκαν και ο Ντόναλντ Τραμπ, όπως όλα δείχνουν επιστρέφει στον Λευκό Οίκο για μια νέα θητεία. Υπό τον φόβο να μην κατηγορηθούν ότι παρεμβαίνουν στις εσωτερικές υποθέσεις των ΗΠΑ οι ευρωπαίοι αξιωματούχοι απέφυγαν να συζητήσουν δημόσια τις αμερικανικές εκλογές, όμως παρακολουθούσαν πολύ στενά το τι συνέβαινε κατά την διάρκεια του προεκλογικού αγώνα. Οι Ευρωπαίοι δεν έχουν ξεχάσει τα τέσσερα χρόνια της διακυβέρνησής του (2016-2020) και τις κρίσεις που προκάλεσε. Από τη μια την προτίμησή του να αντιμετωπίζει κάθε χώρα ξεχωριστά, αντί να αντιμετωπίζει την Ένωση ως μπλοκ και από την άλλη τις επανειλημμένες κατηγορίες του κατά των Ευρωπαίων για μη τήρηση των δεσμεύσεών τους στον προϋπολογισμό του ΝΑΤΟ.
Η γερμανική πλευρά δεν μπορεί να ξεχάσει ούτε και να ξεπεράσει την περιφρόνηση του Τραμπ για την ηγέτιδα της ΕΕ, καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ, όταν είπε ότι οι Γερμανοί «μας ζητούν να τους προστατεύσουμε από τους Ρώσους, ενώ αυτοί ταΐζουν το ρωσικό ταμείο» μέσω των αγορών φυσικού αερίου και πετρελαίου.
Ποιες είναι όμως οι βασικές ανησυχίες για την Ευρώπη και τον κόσμο γενικότερα;
Στο πλαίσιο αυτό τα κυριότερα ζητήματα είναι:
- η εγκατάλειψη της Ουκρανίας από την Ουάσινγκτον στον πόλεμο κατά των ρωσικών δυνάμεων,
- το μέλλον του ΝΑΤΟ και τη δέσμευση των ΗΠΑ στην πέμπτη παράγραφο,
- την επιδείνωση των σχέσεων με την Κίνα,
- τον πυρηνικό φάκελο του Ιράν και τη Μέση Ανατολή,
- τη σχέση της Ουάσινγκτον με τους διεθνείς οργανισμούς και τέλος
- η επιβολή βαριών δασμών στις ευρωπαϊκές πωλήσεις στην αμερικανική αγορά.
Πόλεμος στην Ουκρανία
Ο Τραμπ έχει μια «προβληματική» σχέση με την Ουκρανία, καθώς αποτέλεσε τη βάση για την προσπάθεια των Δημοκρατικών να τον απομακρύνουν από το αξίωμά του το 2019, κι έχει κακή σχέση με τον πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι. Ο ευρωπαϊκός φόβος είναι ότι η Ουάσινγκτον, η οποία μέχρι τώρα ήταν ο μεγαλύτερος στρατιωτικός και οικονομικός υποστηρικτής του Κιέβου, θα εγκαταλείψει την Ουκρανία και ότι ο Τραμπ θα έρθει σε συμφωνία με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν «πίσω από την πλάτη των Ευρωπαίων».
Πολλοί ανησυχούν ότι το βάρος της υποστήριξης της Ουκρανίας, αν η Ουάσινγκτον αποχωρήσει, θα πέσει στους ώμους τους, αν και το ευρωπαϊκό αφήγημα είναι ότι «η υποστήριξη της Ουκρανίας είναι και υπεράσπιση της Ευρώπης» και ότι αν δεν σταματήσει ο Πούτιν στην Ουκρανία, θα συνεχίσει την επιθετικότητά του εναντίον άλλων ευρωπαϊκών χωρών.
Από την άλλη πλευρά, οι Ευρωπαίοι ανησυχούν ότι ο Τραμπ θα εφαρμόσει το όραμά του για τη λύση, το οποίο βασίζεται στην αποτροπή της ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ και στην αναγνώριση ότι τα ουκρανικά εδάφη που έχουν καταληφθεί από τις ρωσικές δυνάμεις θα παραμείνουν στα χέρια της Μόσχας.
Το μέλλον του ΝΑΤΟ
Το μέλλον του ΝΑΤΟ φαντάζει αβέβαιο με την ενδεχόμενη εκλογή Τραμπ. Δεν χρειάζεται να αποχωρήσει από τη Συμμαχία για να το αποδυναμώσει. Η εκλογή του είναι αρκετή για να πει στους Ευρωπαίους ότι η ατλαντική ομπρέλα στην οποία στηρίζονταν επί δεκαετίες δεν θα είναι ποτέ η ίδια.
- Ο Τραμπ δεν δίστασε να απειλήσει τους Ευρωπαίους με εγκατάλειψη των κρατών μελών που δεν διαθέτουν τις αμυντικές τους δαπάνες στον προϋπολογισμό του ΝΑΤΟ και απείλησε επίσης ότι θα απέχει από την ενεργοποίηση του άρθρου 5 από τις χώρες του ΝΑΤΟ που δεν εκπληρώνουν τις οικονομικές τους υποχρεώσεις προς τη συμμαχία.
Η νίκη του Τραμπ θα μπορούσε να οδηγήσει σε δύο αντιφατικά αποτελέσματα: Οι Ευρωπαίοι θα αισθανθούν ότι ήρθε η ώρα να «πάρουν τη μοίρα τους στα χέρια τους», όπως ζητά ο Γάλλος πρόεδρος, για «στρατηγική αυτονομία», ώστε να μπορούν να υπερασπιστούν τα συμφέροντά τους, τουλάχιστον στο άμεσο περιβάλλον τους (Μεσόγειος, Μέση Ανατολή, Βαλκάνια και Αφρική).
Η δεύτερη συνέπεια είναι ότι ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες θα επιδιώξουν να κολλήσουν στην Ουάσιγκτον και να δείξουν ότι είναι ο «επιμελής μαθητής», επειδή «δεν πιστεύουν στην ευρωπαϊκή άμυνα και δεν βλέπουν εναλλακτική λύση στην αμερικανική ομπρέλα».
Ο Τραμπ έχει «συμμάχους» μεταξύ των Ευρωπαίων ηγετών, μεταξύ των οποίων ο Ούγγρος πρωθυπουργός Βίκτορ Όρμπαν, ο Σλοβάκος Ρόμπερτ Φίτσο, ο ισχυρός άνδρας του ολλανδικού συνασπισμού Γκέερτ Βίλντερς, η Ιταλίδα πρωθυπουργός Τζόρτζια Μελόνι και ο πρόεδρος του Δημοκρατικού Κόμματος της Σουηδίας Τζίμι Άκεσον συγκαταλέγονται στους θαυμαστές του.
Σε γενικές γραμμές, οι Ευρωπαίοι ακροδεξιοί στη Γαλλία, τη Γερμανία, την Αυστρία και την Ισπανία είναι υποστηρικτές του Τραμπ, ο οποίος μπορεί να υπολογίζει σε αυτούς για να σπείρουν τη διαίρεση στις ευρωπαϊκές τάξεις, ενισχύοντας τους.
Οι διεθνείς οργανισμοί
Ο πρώην πρόεδρος δεν συμπαθεί τους διεθνείς οργανισμούς. Στην προηγούμενη θητεία του έβγαλε τη χώρα του από την UNESCO, το Διεθνές Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, τη Συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα που υπογράφηκε το 2015 και αποχώρησε από την πυρηνική συμφωνία με το Ιράν, που υπογράφηκε το καλοκαίρι του ίδιου έτους.
Ο πρόεδρος Μπάιντεν ανέτρεψε όσα είχε αποφασίσει ο προκάτοχός του, με εξαίρεση την πυρηνική συμφωνία με το Ιράν, καθώς οι ευρωπαϊκές και αμερικανικές προσπάθειες για την επίτευξη νέας συμφωνίας απέβησαν άκαρπες.
- Ο ευρωπαϊκός φόβος είναι ότι ο Τραμπ θα αποσυρθεί και πάλι από τους περισσότερους διεθνείς οργανισμούς, συμπεριλαμβανομένου του ΠΟΕ, γεγονός που θα ωθήσει προς μια εποχή αστάθειας και μειωμένου ρόλου για τον οργανισμό που ρυθμίζει το παγκόσμιο εμπόριο και ενεργεί ως διαιτητής μεταξύ αντιμαχόμενων μερών.
Δεν είναι μυστικό ότι ο Τραμπ δεν πιστεύει στη συλλογική διαχείριση των συγκρούσεων και δεν τρέφει ιδιαίτερη συμπάθεια για τα Ηνωμένα Έθνη και τους επικουρικούς οργανισμούς τους.
Οι Ευρωπαίοι, οι οποίοι βλέπουν με μεγάλη ανησυχία τη στροφή της Ουάσινγκτον μακριά από την Ευρώπη και την εστίασή της στην Κίνα και την Ασία ως μελλοντικό πόλο ανάπτυξης, δεν αποκλείουν να μειωθεί ο ρόλος των Ηνωμένων Πολιτειών στο πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών, παρόλο που έχουν το πάνω χέρι σε πολλά παγκόσμια ζητήματα και συγκρούσεις.
Το ζήτημα του κλίματος είναι βασικό. Οι ΗΠΑ είναι η δεύτερη πηγή, μετά την Κίνα, εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στον κόσμο και εδώ και χρόνια δεν διστάζουν να αμφισβητήσουν την πραγματικότητα της υπερθέρμανσης του πλανήτη. Είναι επίσης αποφασισμένες να αποσύρουν την υποστήριξη για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και τα ηλεκτρικά οχήματα, να επιστρέψουν στην αναβίωση της έρευνας και εξόρυξης πετρελαίου και να αποχωρήσουν εκ νέου από τη Συμφωνία του Παρισιού. Δεδομένων των περιβαλλοντικών καταστροφών, μια τέτοια πολιτική θα γύριζε το ρολόι χρόνια πίσω.
Το πυρηνικό Ιράν και η Μέση Ανατολή
Υπό το πρίσμα του πολέμου που συνεχίζεται για περισσότερο από ένα χρόνο στη Γάζα και τον Λίβανο, φαίνεται ότι το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών θα έχει σημαντικές επιπτώσεις στη Μέση Ανατολή σε όλα τα ζητήματα της.
Όσον αφορά το ιρανικό ζήτημα, ενώ η περιοχή ζει στον απόηχο της ιρανικής απάντησης στα πρόσφατα πυραυλικά πλήγματα του Ισραήλ, μια δεύτερη θητεία του Τραμπ θα αποτελέσει αλλαγή στον τρόπο αντιμετώπισης των δύο ζητημάτων.
- Η κυβέρνηση Τραμπ, η οποία θα δηλώσει οπωσδήποτε την απόλυτη υποστήριξή της στο Ισραήλ, δεν θα επιδιώξει να ανακόψει τα ισραηλινά σχέδια έναντι του Ιράν, ειδικά όσον αφορά το πυρηνικό του πρόγραμμα, γεγονός που θα μπορούσε να ωθήσει την περιοχή σε έναν ολοκληρωτικό πόλεμο.
Παράλληλα, η κυβέρνηση Τραμπ αναμένεται να επιβάλει περισσότερες κυρώσεις στο Ιράν για να του στερήσει τα έσοδα από το πετρέλαιο, ώστε να διευρύνει τον ασφυκτικό κλοιό στην οικονομία του, προκειμένου να το φέρει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και να του επιβάλει μια πιο αυστηρή συμφωνία από τη συμφωνία του 2015.
Από την άλλη πλευρά, δεν είναι σαφές ποια θα είναι η πολιτική του Τραμπ απέναντι στην παλαιστινο-ισραηλινή σύγκρουση. Παρά την υποστήριξή του προς το Ισραήλ και την προσδοκία του Νετανιάχου για τη νίκη του και την απελευθέρωση των χεριών του για τα ζητήματα του Λιβάνου και της Γάζας, ο πρώην πρόεδρος έχει αντιφατικές δηλώσεις.
Η Κίνα και η πολιτική των δασμών
Η κυβέρνηση Μπάιντεν δεν παρέκκλινε από αυτό το όραμα, αλλά το βέβαιο είναι ότι ο Τραμπ θα σκληρύνει την πολιτική του απέναντι στο Πεκίνο, είτε στο θέμα της προσπάθειάς του να προσαρτήσει το νησί της Ταϊβάν, είτε στους εμπορικούς και οικονομικούς φακέλους.
- Το Γερμανικό Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο ήταν το πρώτο που έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου, ότι το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών θα μπορούσε να καταστήσει την ευρωπαϊκή ήπειρο πιο ευάλωτη.
Το αποτέλεσμα των εκλογών στις Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσε να καταστήσει το παγκόσμιο οικονομικό περιβάλλον πιο περίπλοκο, ασκώντας πιέσεις στις διεθνείς εμπορικές σχέσεις.
Ιδιαίτερος κίνδυνος για τις γερμανικές εταιρείες είναι τα σχέδια για αμερικανικούς δασμούς, τα οποία επανειλημμένα διατυπώθηκαν κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας.