Έκθεση ΟΗΕ: Οι Χούθι μεταμορφώνονται σε «ισχυρή στρατιωτική οργάνωση»
Νέα έκθεση ειδικών του ΟΗΕ που δημοσιεύθηκε χθες Παρασκευή 1 Νοεμβρίου αναφέρει πως «το κίνημα των Χούθι μετατράπηκε από τοπική οργάνωση με περιορισμένες δυνατότητες σε ισχυρή στρατιωτική οργάνωση, που έχει επεκτείνει τις επιχειρησιακές δυνατότητές τους πολύ πέραν των εδαφών που ελέγχει».
Οι αντάρτες Χούθι της Υεμένης μεταμορφώνονται σε «ισχυρή στρατιωτική οργάνωση», επεκτείνοντας τις επιχειρησιακές δυνατότητές τους, χάρη στην «άνευ προηγουμένου» υποστήριξη που της παρέχουν ιδίως το Ιράν και το σιιτικό κίνημα Χεζμπολάχ του Λιβάνου, σύμφωνα με έκθεση ειδικών του ΟΗΕ που είδε το φως της δημοσιότητας χθες Παρασκευή.
Από το ξέσπασμα του πολέμου στη Λωρίδα της Γάζας, πριν από έναν χρόνο και πλέον, οι Χούθι, που ελέγχουν μεγάλο μέρος της Υεμένης, κυρίως το βόρειο τμήμα της χώρας, «εκμεταλλεύθηκαν την κατάσταση στην περιφέρεια και ενίσχυσαν τη συνεργασία τους με τον ‘άξονα της αντίστασης’», οργανωτικά χαλαρή συμμαχία του Ιράν και παρατάξεων όπως η παλαιστινιακή Χαμάς ή η λιβανική Χεζμπολάχ, αναφέρουν οι ειδικοί, που εργάζονται με εντολή του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.
Στο πλαίσιο αυτό, «το κίνημα των Χούθι μετατράπηκε από τοπική οργάνωση με περιορισμένες δυνατότητες σε ισχυρή στρατιωτική οργάνωση, που έχει επεκτείνει τις επιχειρησιακές δυνατότητές τους πολύ πέραν των εδαφών που ελέγχει», σύμφωνα με το κείμενο, που αφορά την περίοδο από τον Σεπτέμβριο του 2023 ως τα τέλη του Ιουλίου του 2024.
Κάτι που κατέστησαν δυνατό «η μεταφορά υλικού, η βοήθεια και εκπαίδευση που παρείχαν η Δύναμη Αλ Κουντς», επίλεκτη μονάδα των Φρουρών της Επανάστασης, από τη Χεζμπολάχ, κι από προσκείμενες στο Ιράν οργανώσεις στο Ιράκ, εκτιμούν οι ειδικοί, κάνοντας λόγο για τη δημιουργία «κοινών επιχειρησιακών κέντρων» στο Ιράκ και στον Λίβανο για τον «συντονισμό κοινών στρατιωτικών επιχειρήσεων».
«Το εύρος, η φύση και η έκταση των μεταβιβάσεων από εξωτερικές πηγές στρατιωτικού υλικού και τεχνολογιών διαφόρων τύπων στους Χούθι», καθώς και «η οικονομική υποστήριξη και η εκπαίδευση των μαχητών τους» είναι «άνευ προηγουμένου», σύμφωνα με το κείμενο.
Βασιζόμενοι σε μαρτυρίες ειδικών σε στρατιωτικά ζητήματα, υεμενιτών αξιωματούχων και πηγών προσκείμενων στους Χούθι, οι ειδικοί κρίνουν πως οι αντάρτες δεν έχουν «τη δυνατότητα να αναπτύξουν και να παράγουν περίπλοκα οπλικά συστήματα», όπως είναι κάποιοι από τους πυραύλους που χρησιμοποιούν για να πλήξουν πλοία στην Ερυθρά Θάλασσα.
Διαπιστώνουν «ομοιότητες» ανάμεσα «στα διάφορα είδη οπλισμού που χρησιμοποιούν οι Χούθι με αυτά που παράγονται και χρησιμοποιούνται» από το Ιράν και οργανώσεις προσκείμενες στην Ισλαμική Δημοκρατία.
Οι ειδικοί αναφέρουν επίσης πως εδώ και χρόνια, μαχητές των Χούθι πάνε για «τακτική και τεχνική εκπαίδευση» εκτός Υεμένης, ειδικά στο Ιράν και σε κέντρα εκπαίδευσης της Χεζμπολάχ στον Λίβανο.
Ακόμη, οι ειδικοί θεωρούν ότι η Χεζμπολάχ είναι «από τους κυριότερους υποστηρικτές των Χούθι» και πως επίσης εμπλέκεται στη «δομή λήψης αποφάσεων» των υεμενιτών ανταρτών, στην υποστήριξη ως προς τη συναρμολόγηση οπλικών συστημάτων, στην οικονομική υποστήριξή της, στην «κατήχηση νέων» και στην «προπαγάνδα».
Ακόμη, η έκθεση αναφέρει πως οι Χούθι χρησιμοποίησαν το επιχείρημα της αλληλεγγύης στους Παλαιστίνιους για να προχωρήσουν σε «τεράστια εκστρατεία στρατολόγησης» νέων μελών.
Κατά εκτιμήσεις που επικαλείται η έκθεση, ο αριθμός των μαχητών των Χούθι είχε φθάσει τους 350.000 στα μέσα του 2024, έναντι 220.000 το 2022 και 30.000 το 2015.
«Αν και η ομάδα των ειδικών δεν ήταν σε θέση να επιβεβαιώσει η ίδια τον αριθμό των νέων μαχητών, η επιστράτευση ευρείας κλίμακας θα αποτελούσε πηγή ανησυχίας», τονίζεται, καθώς παρότι οι νεοσύλλεκτοι αυτοί πιθανόν δεν θα πάνε ποτέ στη Λωρίδα της Γάζας, μπορεί αντίθετα «να εξωθηθούν να πολεμήσουν» εναντίον της διεθνώς αναγνωρισμένης κυβέρνησης της Υεμένης.
Αναφέρεται στη στρατολόγηση νέων και παιδιών, καθώς και μεταναστών από την Αιθιοπία χωρίς χαρτιά, που αναγκάζονται να ενταχθούν στις τάξεις τους. Κάνει επίσης λόγο για ένταξη στις τάξεις τους μισθοφόρων, μέλη φυλών της Αιθιοπίας (σ.σ. Τιγραίων και Ορόμο), πληροφορία που δεν έχει μπορέσει να επιβεβαιώσει.
Η έκθεση των ειδικών εκφράζει ακόμη ανησυχία για την «ευκαιριακή» ενίσχυση «της συνεργασίας» μεταξύ των Χούθι και τρομοκρατικών οργανώσεων, όπως η Αλ Κάιντα στην Αραβική Χερσόνησο (ΑΚΑΧ), που αποδίδει στο ότι και οι δύο πλευρές πολεμούν τις δυνάμεις της διεθνώς αναγνωρισμένης κυβέρνησης.
Το κείμενο των ειδικών του ΟΗΕ αναφέρει επίσης πως παρατηρείται «ενίσχυση» των σχέσεων με τη τζιχαντιστική οργάνωση Σεμπάμπ της Σομαλίας: κάνει λόγο για αμφίδρομες παραδόσεις όπλων.
«Σύμφωνα με εμπιστευτικές πηγές, για να επεκτείνουν τη ζώνη επιχειρήσεών τους, οι Χούθι μελετούν το ενδεχόμενο να εξαπολύουν επιθέσεις στη θάλασσα από τις σομαλικές ακτές», κάτι που εξηγεί την προσέγγιση με τη Σεμπάμπ, πάντα σύμφωνα με την έκθεση.