Τι θα γινόταν στην Αττική με τον ίδιο όγκο νερού της Βαλένθια;- Τι δείχνουν μελέτες
Οι εικόνες από την Ισπανία θυμίζουν Αποκάλυψη και το ερώτημα που γεννάται είναι αν στην Αττική ρίξει τον ίδιο όγκο νερού, τι θα συμβεί; Ο Χάρης Κοντοές, διευθυντής του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, μίλησε στον ΣΚΑΪ και τόνισε ότι όλες οι ευρωπαϊκές πρωτεύουσες είναι εκτεθειμένες, με τις τόσο μεγάλες ποσότητες νερού να μην είναι εύκολα διαχειρίσιμες. Το «ευάλωτο» σημείο της Αττικής είναι ο Κηφισός και το δίκτυο δεν θα αντέξει μεγάλους όγκους νερού, με τα νότια του Αιγάλεω, τις Τρεις Γέφυρες, τους Αγίους Αναργύρους και μέρος του Ταύρου να θεωρούνται ότι είναι «περιοχές υψηλού κινδύνου».
Ο Κηφισός μπορεί να προκαλέσει πλημμύρες σε όλο το μήκος του και 35 τετραγωνικά χλμ θα καλυφθούν με νερό, με συνολικά 18 δήμους να επηρεάζονται. Επιπλέον, σε μεγάλο κίνδυνο βρίσκονται ο Άγιος Ιωάννης Ρέντης, το Αιγάλεω, η Καλλιθέα και το Νέο Φάληρο.
Επιπλέον, σε παρόμοια κατάσταση βρίσκονται τα Μεσόγεια, η πεδινή περιοχή Μαραθώνα – Νέας Μάκρης, τα Μέγαρα, η Νέα Πέραμος, ο Ασπρόπυργος και η Ελευσίνα. Άλλωστε, ο Ευθύμιος Λέκκας, καθηγητής Διαχείρισης Φυσικών Καταστροφών στο ΕΚΠΑ, υπογράμμισε ότι είμαστε στο «μηδέν» από υποδομές.
Ακραίες πλημμύρες δεν είναι σπάνιες στην Ανατολική Μεσόγειο, δείχνει μελέτη
Σύμφωνα με μελέτη της ερευνήτριας Κατερίνας Παπαγιαννάκη και του επίκουρου καθηγητή Φυσικών Καταστροφών στο ΕΚΠΑ, Μιχάλη Διακάκη, τα τελευταία 140 χρόνια μόνο στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου έχουν σημειωθεί 20 πλημμύρες.
«Σε σχέση με το ιστορικό της περιοχής μας, της Μεσογείου, βλέπουμε ότι έχουμε τα τελευταία 140 χρόνια έχουν συμβεί τουλάχιστον 20 γεγονότα τα οποία το καθένα είχαν πάνω από 80 νεκρούς» σημειώνει ο κ. Διακάκης στο thestival.gr, εξηγώντας ότι σε αυτή την περίοδο έχουμε μια μεγάλη ανάπτυξη του πληθυσμού που όμως εγκαταστάθηκε μέσα στα πλημμυρικά πεδία χτίζοντας σπίτια, επιχειρήσεις, υποδομές κ.ά. και από την άλλη έχουμε την κλιματική αλλαγή η οποία προκαλεί αύξηση των έντονων καιρικών φαινομένων.
«Τουλάχιστον στην Ανατολική Μεσόγειο έχουμε κατά μέσο όρο, μία φορά στα εννέα χρόνια ένα τέτοιο γεγονός με πάνω από 80 νεκρούς αντίστοιχο με αυτό που έγινε στην Βαλένθια. Άρα βλέπουμε ότι δεν είναι τόσο σπάνιο όσο νομίζουμε ένα τέτοιο φαινόμενο, τουλάχιστον στην Ανατολική Μεσόγειο και με βάση την ανάλυση που έχουμε κάνει, έχουμε μια πιθανότητα να συμβεί στα Βαλκάνια περίπου στο 2,5% ετησίως».
Κλιματική αλλαγή: Τι προβληματίζει τους επιστήμονες
Σύμφωνα με τον κ. Διακάκη, αυτό που προβληματίζει ιδιαιτέρως με την κλιματική αλλαγή και φάνηκε και τώρα στην πλημμύρα στην Βαλένθια – όπως και στην Αυστρία τον Σεπτέμβριο και στον Daniel στην Ελλάδα – είναι η πολύ αυξημένη θερμοκρασία της θάλασσας στη Μεσόγειο η οποία τροφοδοτεί με υγρασία τις καταιγίδες αυτές οι οποίες γίνονται πιο έντονες.
«Πότε υπάρχει αυτή η υψηλή θερμοκρασία; Τον Σεπτέμβριο, τον Οκτώβριο και τον Νοέμβριο που η θάλασσα παραμένει ζεστή αλλά ταυτόχρονα έχουμε και όλα αυτά τα συστήματα [σ.σ. καταιγίδων] που έρχονται. Άρα αυτοί οι μήνες είναι οι επίφοβοι του χρόνου που έχουμε παρά πολλά τέτοια γεγονότα και ιστορικά αλλά και τώρα πρόσφατα» τόνισε.
Όσον αφορά τη Βαλένθια, συνέχισε ο ίδιος, έχουμε ένα ποτάμι που λέγεται Τούρια το οποίο είναι τα 2/3 του Πηνειού, δηλαδή είναι μεγάλο ποτάμι, δεν είναι σαν τον Κηφισό, σαν τις ρεματιές της Αττικής, το οποίο περνά μέσα από την αστική περιοχή. Αυτό φαίνεται να κατέβασε περίπου 2.000 τόνους νερό ανά δευτερόλεπτο – σύμφωνα με τα πρώτα στοιχεία – και μέσα στον αστικό ιστό δημιούργησε φοβερά, καταστροφικά ζητήματα.
Απαιτείται μακροχρόνια στρατηγική
Ο κ. Διακάκης διευκρινίζει ότι τέτοιου είδους φαινόμενα δεν μπορείς να τα σταματήσεις και δεν μπορείς κατα συνέπεια να μηδενίσεις τον κίνδυνο. Από εκεί πέρα υπάρχουν πράγματα που μπορεί να γίνουν για να μειώσουν κατά κάποιο τρόπο τις απώλειες.
«Ένα από αυτά είναι να προσπαθήσουμε να αφήσουμε χώρο για το νερό διευρύνοντας τα ρέματα και τα πλημμυρικά πεδία ώστε το νερό να κινηθεί απρόσκοπτα προς τη θάλασσα. Είναι πρακτικά δύσκολο, χρειάζεται όμως να γίνει στο πλαίσιο μιας μακροχρόνιας στρατηγικής που πρέπει να κάνουμε, να αφήσουμε ελεύθερα τα πλημμυρικά πεδία» εξηγεί.
Βραχυπρόθεσμα μπορούμε να έχουμε συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης όπως και η ενημέρωση και εκπαίδευση των πολιτών και των Αρχών, σύμφωνα με τον κ. Διακάκη.
«Χρειάζονται επίσης μικρότερα έργα ανάσχεσης της ροής τα οποία είναι χρήσιμα ειδικά στον ελληνικό χώρο γιατί έχουμε πολύ έντονες μορφολογικές κλίσεις και έχουμε και το ζήτημα των πυρκαγιών που επιδεινώνει τον κίνδυνο των πλημμυρών. Μικρά έργα κυρίως σε ορεινές τοποθεσίες, ορεινής υδρονομίας όπως τα λέμε τα οποία κατά κάποιο τρόπο μειώνουν τις απορροές, κάνουν πιο ήπιες τις πλημμυρικές αιχμές και επομένως μειώνουν και τον κίνδυνο της πλημμύρας» καταλήγει ο ίδιος.