Η “ιδανική συνθήκη” για το ΠΑΣΟΚ, η νέα “αρχιτεκτονική” και ο εκλογικός ορίζοντας

 Η “ιδανική συνθήκη” για το ΠΑΣΟΚ, η νέα “αρχιτεκτονική” και ο εκλογικός ορίζοντας

Η συνθήκη είναι ιδανική για το ΠΑΣΟΚ. Η διάλυση του ΣΥΡΙΖΑ και η δημοσκοπική του κατάρρευση δημιουργεί ζωτικό χώρο για το Νίκο Ανδρουλάκη και καταγράφονται σημαντικές μετακινήσεις ψηφοφόρων του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης (στην μέτρηση της Marc φτάνουν το 15%), η συνδρομή δε του Κυριάκου Μητσοτάκη που απευθύνεται πλέον σχεδόν αποκλειστικά προς τον προσφάτως επανεκλεγέντα πρόεδρο ενισχύει την αίσθηση ότι κοινοβουλευτικά έχουμε ένα “παιχνίδι για δύο”.

Η στρατηγική Ανδρουλάκη αποβλέπει, όπως δηλώνει, σε νίκη στις επόμενες εκλογές και, μέχρι τότε, σε σκληρή μεν εποικοδομητική δε και με προτάσεις αντιπολίτευση. Αρκεί αυτό; Θα φανεί σε μερικούς μήνες στις δημοσκοπήσεις και θα δοκιμαστεί στο πολιτικό πεδίο. Αυτή την ώρα, πάντως, η κυβέρνηση εξακολουθεί να κρατά την πρωτοβουλία των κινήσεων και σκοπεύει να ανακτήσει δυνάμεις με την στροφή στα μεγάλα θέματα της κοινωνικής καθημερινότητας.

Η μείωση φόρων και η αύξηση του κατώτατου μισθού αποτελούν ακόμα υποσχέσεις και παραπέμπονται στο εκλογικό (;) 2027, όμως επιδιώκουν να παράγουν πολιτικό και δημοσκοπικό αποτέλεσμα το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα. Εάν, για παράδειγμα, στις μετρήσεις των επόμενων μηνών η Ν.Δ εμφανίζεται στην εκτίμηση ψήφου με ποσοστό πάνω από το 30% θα μπορεί να διατείνεται ότι η αυτοδυναμία δεν είναι ακατόρθωτη.

Στην πραγματικότητα, όμως, είναι πολύ δύσκολη και ως εκ τούτου το Μέγαρο Μαξίμου διαψεύδει μεν ενισχύει δε τις διαρροές για αλλαγές στον εκλογικό νόμο ώστε να μειωθεί σημαντικά η δυνατότητα δημιουργίας κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας. Αναμφίβολα κάτι τέτοιο, εφόσον ετίθετο επισήμως στον δημόσιο διάλογο, θα αποτελούσε ομολογία αδυναμίας και φόβου για το εκλογικό αποτέλεσμα.

Η εκλογική εξίσωση

Ο πρωθυπουργός γνωρίζει πως τα δύσκολα είναι μπροστά, όπως επίσης γνωρίζει πως εάν δεν έχει αυτοδυναμία στις επόμενες εκλογές είναι πολύ δύσκολο να βρει κυβερνητικό εταίρο και η χώρα θα κυλήσει πιθανώς σε δεύτερη εκλογική αναμέτρηση. Στα δεξιά της Ν.Δ θεωρητικά μπορεί να επέλθει σύμπραξη μόνο με τη Φωνή Λογικής της Αφροδίτης Λατινοπούλου, εφόσον βεβαίως επαληθευτούν οι δημοσκοπήσεις και περάσει το όριο του 3%. Η ίδια, πάντως, απορρίπτει κατηγορηματικά κάθε τέτοιο ενδεχόμενο και προσώρας απολαμβάνει να αποκαλεί τον Κυριάκο Μητσοτάκη “αριστερή ψυχούλα” και “σοσιαλιστή”, κρατώντας για τον εαυτό της τον ρόλο της καθαρόαιμης “κεντροδεξιάς”.

Ο Κυριάκος Βελόπουλος έχει στερεώσει την Ελληνική Λύση σε ποσοστά λίγο πάνω, ή λίγο κάτω από το 10% και δεν έχει κανένα λόγο να συνεργαστεί κυβερνητικά με τη Ν.Δ και να επιτρέψει την αφομοίωση του και τελικά τον πολιτικό του αφανισμό.

Προς το κέντρο υπάρχει μόνο το ΠΑΣΟΚ, το οποίο η Ν.Δ αποκαλεί “πράσινο ΣΥΡΙΖΑ” , και φυσικά ο Νίκος Ανδρουλάκης δεν θα εγκαταλείψει την ιστορική ευκαιρία που έχει να αναγεννήσει το κόμμα που έφτασε στη ζώνη του λυκόφωτος το 2015 και μέχρι πρότινος έκανε χαμηλές πτήσεις ακολουθώντας τον ΣΥΡΙΖΑ. Όσο και εάν προκύψει επιτακτικά ο κίνδυνος της πολιτικής αστάθειας δεν θα διακινδυνεύσει κάτι τέτοιο.

Νέα αρχιτεκτονική;

Ουδείς, όμως, μπορεί να προβλέψει ποιά θα είναι η “αρχιτεκτονική” του πολιτικού συστήματος στα μέσα του 2025. Για παράδειγμα, ο ΣΥΡΙΖΑ θα αποκτήσει ηγεσία, έστω και μέσα από μία ακόμα διάσπαση, και θα κινείται μεν σε χαμηλά ποσοστά στις δημοσκοπήσεις, όμως θα μπορεί να συνομιλεί με τη Χαριλάου Τρικούπη και να συνεργάζεται κοινοβουλευτικά, όπως φάνηκε και από την τελευταία “σύμπλευση” στην Διάσκεψη των προέδρων της Βουλής για την απόρριψη της πρότασης της Ν.Δ για την αντικατάσταση του Συνηγόρου του Πολίτη Ανδρέα Ποττάκη από τον Δημήτρη Σωτηρόπουλο.

Κάτι τέτοιο θα γίνει μάλλον ευκολότερο εάν εκλεγεί ο Σωκράτης Φάμελλος που αναμένεται να φέρει εσωκομματική ηρεμία. Όμως ο αποκλεισμός του Στέφανου Κασσελάκη και η ακραία σύγκρουση που θα συμβεί στο συνέδριο, αλλά και μετά από αυτό, θα πλήξει ακόμα περισσότερο το υπό διάλυση κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Εφόσον, δε, γίνουν πράξη οι απειλές βουλευτών για ανεξαρτητοποίηση, εάν δεν επιτραπεί στον πρώην πρόεδρο να είναι εκ νέου υποψήφιος, ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πιθανό να χάσει και de jure (de facto, δηλαδή δημοσκοπικά και πολιτικά έχει ήδη συμβεί) την δεύτερη θέση αφού η κοινοβουλευτική δύναμή του είναι μόλις 4 βουλευτές μεγαλύτερη από αυτή του ΠΑΣΟΚ.

Παραμένει άγνωστο πως θα χειριστεί ο Νίκος Ανδρουλάκης τη σχέση του με έναν τέτοιο ΣΥΡΙΖΑ και εάν το προσκλητήριο που απευθύνει προς προοδευτικούς πολίτες αλλά και βουλευτές ή στελέχη (ενδεικτική ήταν η μετρημένη απάντηση του εκπροσώπου Τύπου του ΠΑΣΟΚ Κώστα Τσουκαλά για την πιθανότητα προσχώρησης του βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Πέτρου Παππά, μετά τη γνωστή φωτογραφία με τον κ. Ανδρουλάκη) θα φτάσει μέχρι και την πόρτα της Κουμουνδούρου. Όμως, θεωρείται πιθανό μετά την εκλογή ηγεσίας στον ΣΥΡΙΖΑ να αποκατασταθούν οι δίαυλοι επικοινωνίας.

Νέα κόμματα

Βεβαίως, ο Στέφανος Κασσελάκης δεν θα μείνει άπρακτος. Η φημολογούμενη -κατ΄ άλλους, βέβαιη- ίδρυση νέου κόμματος ίσως μεταβάλλει τους συσχετισμούς: η απήχηση του ΣΥΡΙΖΑ ίσως συρρικνωθεί περαιτέρω στις μετρήσεις, το νέο πολιτικό υποκείμενο θα αρχίσει να εμφανίζεται σε αυτές και να λαμβάνεται υπόψη στα σενάρια που θα ακολουθήσουν.

Σε όλα αυτά, εκεί προς τις αρχές του καλοκαιριού του 2025, ίσως μπει στη συζήτηση και η ανάγκη ίδρυσης νέου πολιτικού φορέα στο κενό που αφήνει ο παλαιός ΣΥΡΙΖΑ και στο πλαίσιο αυτό αρκετοί εκτιμούν ότι θα αναληφθεί σχετική πρωτοβουλία από τον Αλέξη Τσίπρα.

Ελληνοτουρκικά

Δεν πρέπει, ωστόσο, να αποκλείεται η επιτάχυνση των εξελίξεων με θρυαλλίδα τυχόν εξελίξεις στα ελληνοτουρκικά. Όπως σημειώνουν ορισμένοι, όσες φορές τις τελευταίες δεκαετίες είχαμε πρόωρες εκλογές η κυβέρνηση που τις προκήρυσσε επικαλούνταν τη συνταγματική διάταξη για “εθνικό λόγο”, χωρίς, όμως να υφίσταται εν τοις πράγμασι τέτοιος. Μπορεί, λοιπόν, λένε, αυτή τη φορά ο πρωθυπουργός να προκηρύξει πρόωρες εκλογές για πραγματικό εθνικό λόγο εάν οι διαβουλεύσεις με την Τουρκία φτάσουν σε οριακό (είτε θετικό, είτε αρνητικό) σημείο. Και να ζητήσει νωπή λαϊκή εντολή για να χειριστεί το μείζον εθνικό μας θέμα, ξεπερνώντας έτσι και τις πιέσεις που υφίσταται από το εσωτερικό της παράταξής του.

Σχετικά Άρθρα