Μία σύντομη ιστορία για τις απόπειρες δολοφονίας προέδρων στις ΗΠΑ
Η εικόνα του Ντόναλντ Τραμπ, με αίμα να τρέχει στο πρόσωπό του και τη γροθιά υψωμένη μπροστά από τη σημαία, θα είναι μια καθοριστική φωτογραφία του 21ου αιώνα. Κάποιος επιχείρησε να σκοτώσει τον πρώην και επίδοξο πρόεδρο, αστόχησε και ο Τραμπ επέζησε. Η αντίδρασή του προς τους οπαδούς του; «Πολεμήστε!». Θα τον δούμε στη σκηνή στο Εθνικό Συνέδριο των Ρεπουμπλικανών, στο Μιλγουόκι, με ευδιάκριτο ένα τραύμα από σφαίρα στο δεξί του αυτί. Πώς είναι πιθανό να αντιδράσει η Αμερική;
Υπήρξαν τέσσερις επιτυχημένες δολοφονίες των προέδρων των Ηνωμένων Πολιτειών (του Αβραάμ Λίνκολν, του Τζέιμς Γκάρφιλντ, του Ουίλιαμ Μακίνλεϊ και του Τζον Φιτζέραλντ Κένεντι) και πολυάριθμες αποτυχημένες απόπειρες, στη ζοφερή λίστα των οποίων μπορεί να προστεθεί η χθεσινή νύχτα. Μετά την απόπειρα δολοφονίας του Ρόναλντ Ρέιγκαν το 1981, η δημοφιλία του στις δημοσκοπήσεις εκτινάχθηκε από το 59% στο 70%. Η Washington Post ανέφερε δύο ημέρες μετά την επίθεση, ότι «οι πυροβολισμοί που τραυμάτισαν τον Ρέιγκαν πυροδότησαν μια αστραπιαία και μεγάλη άνοδο στη δημοφιλία του», μόλις 69 μέρες αφού ανέλαβε την προεδρία.
Ο τότε πρόεδρος απάντησε στην επίθεση λέγοντας στη σύζυγό του «Αγάπη μου, ξέχασα να σκύψω». Οι Αμερικανοί ενθουσιάστηκαν με αυτή τη απλοϊκή απάντηση. Όπως συμβαίνει και με τον Τζο Μπάιντεν σήμερα, κάποιοι ισχυρίζονταν ότι ο νεοεκλεγμένος πρόεδρος έχανε τις πνευματικές του ικανότητες. Ένας δημοσιογράφος της Baltimore Sun έγραψε αργότερα, «Θα ήταν δύσκολο για τους αντιπάλους του να ισχυριστούν ότι είναι υπερήλικας ένας υποψήφιος που στην πρόσφατη μνήμη των ψηφοφόρων έχει καταγραφεί ως ένας άνθρωπος που μπορεί να χαμογελά και να κάνει αστεία στο δρόμο του μέσα και έξω από το χειρουργείο αφού βρέθηκε τόσο κοντά στον θάνατο.» Πρόσθεσε, «Κανένας στρατηγός δεν θα το σχεδίαζε με αυτόν τον τρόπο. Αλλά τόσο οι σημερινοί πολιτικοί όσο και τα χθεσινά ιστορικά βιβλία υποδεικνύουν ότι η απόπειρα δολοφονίας του προέδρου Ρέιγκαν θα βοηθήσει αντί να βλάψει το ευρύ νομοθετικό του πρόγραμμα».
Η απόπειρα δολοφονίας κατά του Ντόναλντ Τραμπ θα βοηθήσει την τρίτη προεδρική υποψηφιότητά του; Είναι πολύ νωρίς για να περιληφθεί σε δημοσκοπήσεις η απόπειρα εναντίον του, αλλά ο Τραμπ προηγείτο ήδη έναντι του Μπάιντεν. Η υποστήριξη προς τον πρόεδρο έχει μειωθεί τις τελευταίες εβδομάδες καθώς αυξάνονται οι ανησυχίες για την πνευματική του κατάσταση. Οι ψηφοφόροι υποστηρίζουν τον Τραμπ κατά 49% έναντι 41% του Μπάιντεν. Η απόπειρα δολοφονίας ενισχύει ένα βασικό μήνυμα της εκστρατείας του Τραμπ, ότι ο πρώην πρόεδρος στοχοποιείται, ότι είναι μάρτυρας του πολιτικού συστήματος. Με αυτόν τον τρόπο, η απόπειρα δολοφονίας μπορεί να καταλήξει να μοιάζει περισσότερο με αυτή του Άντριου Τζάκσον παρά του Ρέιγκαν. Το 1835, ένας άνεργος μπογιατζής από την Αγγλία προσπάθησε να πυροβολήσει με δύο πιστόλια τον εν ενεργεία πρόεδρο, αλλά και τα δύο έπαθαν αφλογιστία. Ο Τζάκσον επιτέθηκε με το μπαστούνι του στον άνδρα, ο οποίος αργότερα κρίθηκε αθώος λόγω παραφροσύνης.
«Πριν να περάσουν δύο ώρες, το όνομα σχεδόν κάθε διαπρεπούς πολιτικού είχε συνδεθεί με αυτό του φτωχού μανιακού που προκάλεσε τον σάλο», έγραψε η Χάριετ Μαρτινό, μια Βρετανίδα κοινωνική θεωρητικός που ταξίδευε εκείνη την εποχή στις Ηνωμένες Πολιτείες. Έγραψε επίσης ότι ο Τζάκσον, «διαμαρτυρήθηκε έντονα, παρουσία πολλών αγνώστων, ότι δεν υπήρχε παράνοια στην υπόθεση. Υποστήριξε ότι υπήρχε συνωμοσία και ότι ο δράστης ήταν εργαλείο άλλων». Στην 180η επέτειο της επίθεσης, το περιοδικό Time έγραψε ότι: «Αν και ο Τζάκσον πίστευε ότι η απόπειρα δολοφονίας ήταν το αποτέλεσμα μιας συνωμοσίας του αντίπαλου κόμματος εναντίον του, αποδείχθηκε ότι ήταν ένας ψυχικά άρρωστος άνδρας, που ενεργούσε μόνος.»
Η τρέλα χαρακτήριζε πολλούς επίδοξους δολοφόνους. Ο άνδρας που πυροβόλησε τον Ρέιγκαν είχε εμμονή με την ηθοποιό Τζόντι Φόστερ και την ταινία Taxi Driver με τον Ρόμπερτ Ντε Νίρο. Το 1881, ο ψυχίατρος Έντουαρντ Τσαρλς Σπίτσκα κατέθεσε υπέρ του Τσαρλς Τζούλιους Γκουιτό, του δολοφόνου του προέδρου Τζέιμς Γκάρφιλντ. Ο Σπίτσκα ήταν ο μόνος γιατρός που εξέτασε τον Γκουιτό και τον έκρινε «νοσηρό εγωιστή» ο οποίος πίστευε ότι τα παγκόσμια γεγονότα συνδέονται περίπλοκα με τη δική του ζωή. Ο ψυχίατρος ήταν σίγουρος ότι η συμπεριφορά του δολοφόνου ήταν το αποτέλεσμα «μιας συγγενούς δυσπλασίας του εγκεφάλου». Ο Γκουιτό κρεμάστηκε στη Ουάσιγκτον, δύο ημέρες πριν από την επέτειο της δολοφονίας του Γκάρφιλντ.
Ο γιος του Σπίτσκα, επίσης Έντουαρντ Σπίτσκα, έκανε την αυτοψία στον εγκέφαλο του Λέον Τσόλγκος, ο οποίος εκτελέστηκε στην ηλεκτρική καρέκλα το 1901 για τη δολοφονία του προέδρου Ουίλιαμ Μακίνλεϊ. Ο εγκέφαλός του βρέθηκε τυπικός, χωρίς ανωμαλίες. Αντίθετα, παρακινήθηκε από τον πολιτικό αναρχισμό και τη δολοφονία του βασιλιά Ουμπέρτο Α της Ιταλίας τον προηγούμενο χρόνο. Ο Τσόλγκος είπε στη συνέχεια: «Σκότωσα τον πρόεδρο γιατί ήταν εχθρός των καλών ανθρώπων, των καλών εργαζομένων. Δεν λυπάμαι για το έγκλημά μου.» Ο αναρχισμός έχει πλέον παραδοθεί ως επί το πλείστον στην ιστορία, αποτέλεσμα της δημόσιας αποστροφής για τέτοιες πράξεις πολιτικής βίας. Στην ομιλία του Τέντι Ρούσβελτ στο Κογκρέσο, όταν αναλάμβανε την προεδρία μετά από τον Μακίνλεϊ, είπε: «από τους τελευταίους επτά εκλεγμένους προέδρους, είναι ο τρίτος που δολοφονήθηκε και η απλή αναφορά αυτού του γεγονότος αρκεί για να δικαιολογηθεί η σοβαρή ανησυχία όλων των πιστών Αμερικανών πολιτών».
Θα κατευναστεί η οργή των Αμερικανών μετά από αυτή την τελευταία απόπειρα κατά της ζωής ενός προέδρου; Μια έρευνα που διεξήχθη στα τέλη του περασμένου μήνα από το Πανεπιστήμιο του Σικάγο εντόπισε και στις δύο πλευρές του πολιτικού φάσματος, μια εδραιωμένη εμμονή στη βία. Ένας στους δέκα Αμερικανούς, 26 εκατομμύρια άνθρωποι, υποστηρίζουν τη βία κατά του Τραμπ, ενώ το 7%, ή 18 εκατομμύρια άνθρωποι, υποστηρίζουν τη βία υπέρ του Τραμπ. Σύμφωνα με μια πρόσφατη έκθεση του Chatham House, «οι μισοί (54%) αυτοαποκαλούμενοι «σκληροί» Ρεπουμπλικανοί στην Αμερική πιστεύουν τώρα ότι είναι πολύ ή κάπως πιθανό να υπάρξει ένας εμφύλιος πόλεμος στις ΗΠΑ μέσα στην επόμενη δεκαετία. Τέσσερις στους δέκα (40%) «σκληροί» Δημοκρατικοί συμφωνούν.» Τέτοια στοιχεία, για να παραθέσω τον Ρούσβελτ, αρκούν για να δικαιολογηθεί η σοβαρή ανησυχία όλων των πιστών Αμερικανών πολιτών.
Πηγή: Spectator/απόδοση KREPORT