Γιατί οι γιατροί δεν θέλουν να εργαστούν στο ΕΣΥ- Αποκαλυπτικό ρεπορτάζ της “Καθημερινής”
Κάνουμε και δέκα εφημερίες τον μήνα, είναι απάνθρωπο», λένε στην «Κ» γιατροί εξηγώντας τους λόγους για τους οποίους η πλειονότητα επιλέγει να μην εργαστεί στο ΕΣΥ και γι’ αυτό οι συνεχείς προκηρύξεις θέσεων παραμένουν κενές. Οι χαμηλές αποδοχές, και κυρίως οι εξοντωτικές συνθήκες εργασίας τη στιγμή που υπάρχουν εναλλακτικές για εργασία στον ιδιωτικό τομέα και στο εξωτερικό, δρουν αποτρεπτικά.
«Ποιος γιατρός θέλει να γίνει καμικάζι;»
Της Πέννυς Μπουλούτζα
Βήμα πίσω από τη σκληρή ρητορική έναντι ιδιωτών γιατρών που δεν συνεργάζονται με δημόσια νοσοκομεία σε περιοχές όπου υπάρχει σοβαρό πρόβλημα ιατρικής υποστελέχωσης έκανε χθες ο υπουργός Υγείας Αδωνις Γεωργιάδης. Μία ημέρα μετά την προειδοποίησή του για λήψη δραστικών μέτρων εάν δεν υπάρξει ενδιαφέρον από ιδιώτες γιατρούς να βοηθήσουν –επ’ αμοιβή– νοσοκομεία του ΕΣΥ, που λόγω κενών θέσεων δεν μπορούν να εφημερεύσουν, ο κ. Γεωργιάδης επανήλθε στο θέμα επισημαίνοντας χαρακτηριστικά: «Η διάθεσή μου δεν είναι να λάβω “υποχρεωτικά” μέτρα. Τα υποχρεωτικά μέτρα είναι η τελευταία λύση που έχει στα χέρια του το κράτος, αλλά από την άλλη δεν μπορώ και ως υπουργός Υγείας να υποκρίνομαι ότι ένα νοσοκομείο μπορεί να λειτουργεί χωρίς παθολόγο. Αυτό δεν γίνεται». Στο πλαίσιο αυτό, από προχθές το απόγευμα οι ιδιώτες γιατροί περιοχών όπου τα νοσοκομεία του ΕΣΥ είναι ιατρικώς υποστελεχωμένα και οι σχετικές προκηρύξεις είναι κατ’ επανάληψιν άγονες, όπως η Κως, η Λακωνία, η Ξάνθη και οι Σέρρες, λαμβάνουν τηλεφωνικές κλήσεις από τους διοικητές των νοσοκομείων που τους καλούν να συνεργαστούν με το νοσοκομείο, αμειβόμενοι με μπλοκάκι και βοηθώντας στις εφημερίες. Η αποδοχή αυτής της πρόσκλησης από τους γιατρούς θα απομακρύνει τον κίνδυνο λήψης δραστικών μέτρων από πλευράς υπουργείου Υγείας, όπως ο φημολογούμενος αποκλεισμός των ιδιωτών αυτοαπασχολούμενων γιατρών από την ηλεκτρονική συνταγογράφηση.
«Εμείς δεν αντιδικούμε με την ιατρική κοινότητα, ούτε έχουμε κανένα λόγο να υποχρεώσουμε κάποιον να κάνει κάτι που δεν θέλει. Ομως, σε ένα πλαίσιο καλόπιστης συνεννόησης, πρέπει όλοι να μπορούμε να συνεννοούμαστε», επεσήμανε χθες ο κ. Γεωργιάδης απαντώντας σε σχετική ερώτηση της κρατικής τηλεόρασης. Ο ίδιος αναφέρθηκε ξανά στο παράδειγμα της Κω. Οπως είπε, «υπάρχουν περιοχές της χώρας όπου έχουμε κάνει επανειλημμένως πολλές προσκλήσεις για την πρόσληψη μόνιμου προσωπικού σε ειδικότητες όπως είναι οι παθολόγοι και οι παιδίατροι και βγαίνουν διαρκώς άγονες. Υπάρχει νοσοκομείο όπου έχουμε κάνει 14 φορές πρόσκληση για 4 παθολόγους και έχουμε 14 φορές μηδέν προσλήψεις. Παραδείγματος χάριν στην Κω. Ταυτόχρονα, όμως, σε αυτές τις περιοχές, υπάρχει πληθώρα στις συγκεκριμένες ειδικότητες στον ιδιωτικό τομέα. Τι λέμε εμείς στο υπουργείο Υγείας; «Είσαι ιδιώτης γιατρός, καμία αντίρρηση, το σεβόμαστε, όμως δεν μπορείς να αδιαφορείς για το αν λειτουργεί το νοσοκομείο και για το αν οι συνάδελφοί σου δουλεύουν 24 ώρες το 24ωρο».
«Η διάθεσή μου δεν είναι να λάβω “υποχρεωτικά” μέτρα», τόνισε χθες ο υπουργός Υγείας, απευθύνοντας έκκληση στους ιδιώτες.
Το πρόβλημα της απουσίας ενδιαφέροντος από γιατρούς να καλύψουν θέσεις στο ΕΣΥ έχει ξεκινήσει εδώ και αρκετά χρόνια και εντείνεται διαρκώς. Οι χαμηλές αποδοχές των γιατρών του ΕΣΥ και κυρίως οι εξοντωτικές συνθήκες εργασίας στο υποστελεχωμένο ΕΣΥ, τη στιγμή που υπάρχουν εναλλακτικές για εργασία στον ιδιωτικό τομέα και στο εξωτερικό, δρουν αποτρεπτικά. «Εάν έχουμε ένα τμήμα με πέντε θέσεις γιατρών από τις οποίες είναι καλυμμένη μόλις μία, ο γιατρός που θα υποβάλει ενδιαφέρον για να πάει στο συγκεκριμένο τμήμα θα ξέρει ότι θα είναι “καμικάζι”. Θα υποχρεωθεί σε υπερεργασία, θα κάνει μαζί με τον άλλο γιατρό 15 εφημερίες τον μήνα. Αυτό δεν είναι ιατρική», σημειώνει στην «Κ» ο γενικός γραμματέας της Ομοσπονδίας Ενώσεων Νοσοκομειακών Γιατρών Ελλάδος, νευροχειρουργός Πάνος Παπανικολάου. Σύμφωνα με τον ίδιο, ένας επιπλέον λόγος για τον οποίο δεν εκφράζεται ενδιαφέρον για την κάλυψη θέσεων σε άγονες περιοχές είναι ότι δεν υπάρχουν ουσιαστικά κίνητρα. Το επίδομα αγόνου είναι εξαιρετικά χαμηλό, ενώ έχουν γίνει και σοβαρά λάθη σε ό,τι αφορά το κίνητρο της μετακίνησης σε άλλη μονάδα υγείας έπειτα από θητεία σε άγονη περιοχή και το οποίο καταργήθηκε, εγκλωβίζοντας γιατρούς σε άγονες περιοχές, για να επανέλθει επί ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς ωστόσο να επικαιροποιηθεί ο χάρτης των άγονων. «Γνωρίζετε ότι σήμερα η Καλαμάτα, που απέχει τρεις ώρες από την Αθήνα με αυτοκίνητο, παραμένει στις Α΄ κατηγορίας άγονες περιοχές, ενώ η Σάμος δεν είναι; Αυτό λειτουργεί εις βάρος της Σάμου, αλλά και της Καλαμάτας, αφού οι γιατροί που πηγαίνουν εκεί φεύγουν ύστερα από πέντε χρόνια», τονίζει ο κ. Παπανικολάου. Σημειώνεται ότι έως το τέλος της εβδομάδας –εκτός απροόπτου– αναμένεται η υπογραφή υπουργικής απόφασης για τις άγονες περιοχές, που θα περιλαμβάνει και αλλαγή του σχετικού χάρτη.
Τέλος, σχολιάζοντας τη φημολογούμενη σκέψη του υπουργείου να αποκλειστούν από την ηλεκτρονική συνταγογράφηση ιδιώτες γιατροί που δεν θα συνεργαστούν με δημόσια νοσοκομεία, ο κ. Παπανικολάου σημειώνει ότι είναι κάτι που ο υπουργός «ξέρει πολύ καλά πως ούτε θέλει ούτε μπορεί να κάνει». Οπως αναφέρει, «κατά την προσφιλή του τακτική ο κ. Γεωργιάδης εξέφρασε μία ανέξοδη και ανέφικτη προπαγανδιστική “αρλούμπα”, έτσι ώστε όλοι να ασχολούνται με αυτήν και όχι με την ουσία του θέματος».
«Κάνουμε και δέκα εφημερίες τον μήνα, είναι απάνθρωπο»
Των Ιωάννας Φωτιάδη και Τάνιας Γεωργιοπούλου
«Θέλετε να σας εξετάζει ένας γιατρός που είναι 32 ώρες άυπνος;». Το ερώτημα που θέτει στην «Κ» ο καρδιολόγος – εντατικολόγος του Ευαγγελισμού Γιώργος Φερεντίνος είναι ρητορικό. Στις εφημερίες του ΕΣΥ έχουμε σίγουρα συναντηθεί με κάποιον από τους χιλιάδες κουρασμένους εφημερεύοντες γιατρούς. Ο ίδιος κάνει 6 με 7 εφημερίες τον μήνα. Βρίσκεται εννέα χρόνια στον Ευαγγελισμό, όπου έκανε την κύρια ειδικότητά του, εργάστηκε ως επικουρικός και τον τελευταίο 1,5 χρόνο είναι μόνιμος. «Αλλοι συνάδελφοι επέλεξαν τον ιδιωτικό τομέα, όπου οι μηνιαίες αποδοχές κυμαίνονται στις 4.000-4.500 ευρώ ή την Κύπρο με το πολύ πιο δελεαστικό μηνιαίο πακέτο των περίπου 11.000 ευρώ». Ο κ. Φερεντίνος αποφάσισε να μείνει στον Ευαγγελισμό, «το μεγαλύτερο νοσοκομείο των Βαλκανίων», όπως σημειώνει με καμάρι. Ωστόσο, ακόμη και εδώ η υποστελέχωση είναι εκκωφαντική. Είναι χαρακτηριστικό ότι χάρη σε δωρεές το νοσοκομείο έχει αποκτήσει τρεις αξονικούς τομογράφους, όμως ελλείψει ακτινολόγων δεν μπορούν να λειτουργούν ταυτόχρονα. «Οταν είσαι νοσοκομειακός γιατρός, είσαι μέρος μιας ομάδας», τονίζει, «χρειάζεσαι και την άμυνα και την επίθεση και το τέρμα και τους παίκτες στον πάγκο, για να μιλήσω με την οικεία σε όλους ορολογία του ποδοσφαίρου». Αντ’ αυτού, «παίζουμε οι 8 για τους 11». Ο ίδιος θυμάται ακόμη τον εαυτό του να σέρνει φορεία και να κάνει τον πλαστικό χειρουργό τη νύχτα της πυρκαγιάς στο Μάτι. «Σε έκτακτες συνθήκες είμαστε όλοι διατεθειμένοι να κάνουμε τα πάντα, αλλά αυτό δεν μπορεί να αποτελεί τον κανόνα». Στην ήδη μεγάλη κόπωση προστίθενται και επιπλέον παράγοντες που καθιστούν την καθημερινότητα δύσκολη, όπως λέει. Ανωθεν παρεμβάσεις για γρήγορα εξιτήρια, μέτρο σε ακριβές εξετάσεις και θεραπείες, φρένο σε χειρουργεία. Καμία έκπληξη, λοιπόν, δεν του προκαλούν οι άγονες προκηρύξεις. «Συνήθως προκηρύσσουν το 10% των κενών θέσεων, για να στείλουν σε ένα εντελώς υποστελεχωμένο νοσοκομείο 1-2 γιατρούς να γίνουν ήρωες», υπογραμμίζει.
Τρεις φορές έχουν βγει άγονες οι προκηρύξεις για θέσεις εντατικολόγων στη ΜΕΘ του Μαμάτσειου Νοσοκομείου στην Κοζάνη. «Απαξ και διατίθενται αντίστοιχες θέσεις σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, κανείς δεν θα έρθει εδώ, χωρίς να του δοθεί κάποιο κίνητρο», λέει στην «Κ» ο διευθυντής της ΜΕΘ Κωνσταντίνος Στόκκος. Η εν λόγω μονάδα άνοιξε το 2020 για να καλύψει τις έκτακτες ανάγκες της πανδημίας, εξοπλίστηκε με τελευταίας τεχνολογίας μηχανήματα αξίας 1,3 εκατ. ευρώ, αλλά ελλείψει μόνιμου προσωπικού έχει φτάσει πολλές φορές στο «παρά πέντε» να κλείσει. Αρχικά, η ΜΕΘ διέθετε τρεις γιατρούς, που έγιναν δύο, «ο τρίτος συνάδελφος ήθελε να ενταχθεί στην ευνοϊκή διάταξη για το μπόνους των μεικτών 1.800 ευρώ, όμως η υγειονομική περιφέρεια δεν το δέχθηκε και έτσι έφυγε», εξηγεί ο κ. Στόκκος, που ως διευθυντής καλείται συχνά να μιλάει εκ μέρους των νεότερων συναδέλφων του. Για ένα μήνα, από μέσα Ιουνίου έως μέσα Ιουλίου, επετεύχθη ο στόχος των 5 γιατρών χάρη στη νέα διάταξη και μια νέα αναγκαστική μετακίνηση. Το σχήμα, ωστόσο, είναι θνησιγενές, καθώς οι δύο γιατροί ετοιμάζονται να επανέλθουν εκ νέου στη βάση τους. Το Μαμάτσειο αντιμετωπίζει και άλλα σοβαρά προβλήματα λόγω έλλειψης αναισθησιολόγων και χειρουργών. «Για 8 μήνες μας ανάγκασαν να αναλάβουμε και καθήκοντα αναισθησιολόγου στα επείγοντα», λέει ο ίδιος. «Εχουμε κάνει μέχρι και δέκα εφημερίες τον μήνα, το οποίο είναι απάνθρωπο», υπενθυμίζει ο κ. Στόκκος, ο οποίος τα τελευταία τέσσερα χρόνια κοιμάται με το κινητό ανοιχτό.
Γιατροί μιλούν στην «Κ» για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν και τους λόγους «αποψίλωσης» των νοσοκομείων.
«Φαύλος κύκλος»
«Η πλειονότητα των γιατρών αποφασίζει να εργαστεί εκτός ΕΣΥ και οι λόγοι είναι ξεκάθαροι. Το ΕΣΥ δεν δίνει καλούς μισθούς και κυρίως προσφέρει πολύ δύσκολες συνθήκες εργασίας. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να βάλει κάποιος τον εαυτό του σε αυτή τη δύσκολη θέση εφόσον μπορεί να βρει καλύτερες συνθήκες». Ο Γ.Μ. είναι παθολόγος και εργάζεται σε νησί των Επτανήσων ως ιδιωτικός γιατρός. Για εκείνον η επιλογή ανάμεσα στην ένταξη στο ΕΣΥ και στην ιδιωτική ιατρική ήταν ξεκάθαρη από την αρχή. Για όσους βιαστούν να κρίνουν ή να μιλήσουν για «λειτούργημα» ο Γ.Μ. είναι παράλληλα εθελοντής γιατρός σε ΜΚΟ, μια δραστηριότητα που δεν θα μπορούσε να κάνει αν δεν δούλευε στον ιδιωτικό τομέα, γιατί πολύ απλά δεν θα είχε τον χρόνο και την αντοχή. «Οι συνθήκες χειροτέρεψαν πολύ την εποχή των μνημονίων, όταν οι γιατροί εντάχθηκαν στο ενιαίο μισθολόγιο, με αμοιβή 1.200-1.300 ευρώ τον μήνα. Εκτοτε οι μισθοί έχουν ανέβει λίγο, αλλά με τις εφημερίες δεν ξεπερνούν τις 2.500. Και οι εφημερίες είναι υπερωριακή εργασία. Ολα αυτά τα χρόνια, οι συνθήκες στο Δημόσιο επιδεινώνονται, καθώς εργάζονται όλο και λιγότεροι γιατροί και αυτό οδηγεί σε φαύλο κύκλο. Στην Κύπρο, ένας γιατρός στο δημόσιο νοσοκομείο έχει μισθό 11.000 ευρώ τον μήνα και στη Ρουμανία 8.000 ευρώ», λέει ο Γ.Μ., εξηγώντας τους λόγους τις αποψίλωσης του ΕΣΥ. Οσον αφορά τα μέτρα που σκέφτεται να λάβει το υπουργείο Υγείας, ο Γ.Μ. εξηγεί ότι «δεν υπάρχει τρόπος να αναγκάσεις κάποιον να εργαστεί κάπου που δεν θέλει». Ο Θ.Π. έχει ειδικότητα γενικού γιατρού και δούλευε επί 16 χρόνια σε κέντρο υγείας και 2 σε δευτεροβάθμιο νοσοκομείο. Πριν από έξι μήνες πήρε την απόφαση να εργαστεί στην Κύπρο. «Εδώ υπάρχει η ανασφάλεια του ιδιωτικού τομέα, αλλά πληρώνομαι πολύ καλύτερα και οι συνθήκες δουλειάς είναι καλύτερες. Μπορώ να μεγαλώσω τα παιδιά μου», καταλήγει.
Tα ισχύοντα οριζόντια μέτρα είναι βαρίδια
Αλλο ένα καλοκαίρι, με τον επιπλέον φόρτο του τουρισμού, πολλά δημόσια νοσοκομεία και κέντρα υγείας «γονατίζουν» υπό το βάρος της έλλειψης ανθρώπινου δυναμικού. Γιατί συμβαίνει αυτό; «Γιατί βρίσκουν καλύτερα, είτε εντός είτε εκτός συνόρων, τόσο απλά είναι τα πράγματα», απαντά ο Κυριάκος Σουλιώτης, καθηγητής Πολιτικής Υγείας και κοσμήτωρ της Σχολής Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου. «Προτιμούν τον ιδιωτικό τομέα, ο οποίος στη χώρα μας είναι ιδιαίτερα εύρωστος και δίνει καλύτερες αμοιβές, και τα αστικά κέντρα που έχουν μεγαλύτερη ζήτηση ή φεύγουν για το εξωτερικό. Εκεί δεν βρίσκουν μόνο ελκυστικότερα οικονομικά κίνητρα και καλύτερες συνθήκες εργασίας, αλλά και προοπτικές ταχύτερης ανέλιξης. Στις ΗΠΑ και στις χώρες της Κεντρικής και της Βόρειας Ευρώπης, για παράδειγμα, θα δει κανείς σε διευθυντικές και καθηγητικές θέσεις ανθρώπους πολύ νεότερους από ό,τι στην Ελλάδα. Για όποιον κάνει ένα πλάνο καριέρας, λοιπόν, δεν μετράει και αυτό; Οτι θα εξελιχθεί και μάλιστα με αξιοκρατικά κριτήρια σε ένα περιβάλλον όπου δεν έχει σημασία ποιον ξέρει, αλλά τι ξέρει;»
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του νοσοκομείου της Σαντορίνης, που παραμένει υποστελεχωμένο παρά τους υψηλούς μισθούς των γιατρών του, οι οποίοι, λόγω της ιδιαιτερότητάς του (είναι νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου) καμία σχέση δεν έχουν με το μισθολογικό καθεστώς των συναδέλφων τους στα δημόσια νοσοκομεία, όπως εξηγεί ο κ. Σουλιώτης. «Ακόμη και ένας μισθός 5.000 δεν τους καλύπτει. Πού θα μείνει ο γιατρός σε έναν δημοφιλή τουριστικό προορισμό όπως η Σαντορίνη, όπου μια… αποθήκη μπορεί να ενοικιάζεται μέσω Airbnb; Και πόσο θα πληρώνει για στέγη; Το κράτος έχει μετακυλίσει την ευθύνη αυτή στους δήμους, οι οποίοι, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, δεν ανταποκρίνονται».
Σύμφωνα με τον καθηγητή Πολιτικής Υγείας, το ενιαίο μισθολόγιο, η πλήρης και αποκλειστική απασχόληση και τα οριζόντια μέτρα που ισχύουν για τους γιατρούς είναι βαρίδια, από τα οποία το ΕΣΥ πρέπει να απαλλαγεί. «Ποτέ δεν θα αυξηθούν οι μισθοί τόσο ώστε να κάνουν κάποιον που έχει μια πρόταση από τη Γερμανία να μείνει στην Ελλάδα. Ομως μπορούν να γίνουν καίριες μισθολογικές διορθώσεις που θα φέρουν αποτελέσματα. Πέρα από τις αυξήσεις, πάντως, είναι αναγκαίο να υπάρξουν φορολογικά κίνητρα και να δίνεται υψηλή μοριοδότηση σε όσους υπηρετούν σε νησιωτικές και δυσπρόσιτες περιοχές με αυξημένες ανάγκες. Κι αυτά να καθορίζονται “sur mesure”. Να δίνονται σε έναν γιατρό που πάει στο Σουφλί ή στην άγονη γραμμή, για παράδειγμα, όχι στη Μύκονο. Διαθέτουμε ως χώρα ένα πλεονέκτημα: έναν από τους υψηλότερους δείκτες γιατρών ανά κάτοικο στον κόσμο. Εχουμε πάγκο, δηλαδή. Η ορθολογική κατανομή του ιατρονοσηλευτικού προσωπικού είναι αυτό που λείπει».
Ζητήσαμε από τον κ. Σουλιώτη να σχολιάσει και τη δήλωση του υπουργού Υγείας Αδ. Γεωργιάδη, που άφησε εμμέσως πλην σαφώς ανοιχτό το ενδεχόμενο να υπάρξουν περιορισμοί στη δυνατότητα ηλεκτρονικής συνταγογράφησης στον ΕΟΠΥΥ από τους ιδιώτες που δεν θα θελήσουν να στηρίξουν –επ’ αμοιβή– το ΕΣΥ. «Δεν λύνονται με απειλές “επιστράτευσης” τα προβλήματα, αλλά με θεσμικές αλλαγές».