ΣΥΡΙΖΑ: Για ακόμα μια φορά ο κ. Μητσοτάκης επέδειξε τη γνωστή “αλαζονεία του 41%”
Για ακόμα μία φορά, ο κ. Μητσοτάκης επέδειξε τη γνωστή “αλαζονεία του 41%”» τονίζει ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, σχολιάζοντας τη συνέντευξη που παραχώρησε στον ΣΚΑΪ ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Όπως επισημαίνει το γραφείο Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ ο Κυριάκος Μητσοτάκης «μίλησε απαξιωτικά για τον αρχηγό της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης και τις προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία για την καταπολέμηση της ακρίβειας, την ώρα που ο ίδιος ο πρωθυπουργός προσπάθησε, κατ΄ εντολή των ακριβοπληρωμένων επικοινωνιολόγων του, να προσποιηθεί ότι κατανοεί πως τα ελληνικά νοικοκυριά δοκιμάζονται».
Η αλαζονεία, από την άλλη, δεν μπορεί να κρύψει τη συνειδητοποίηση της διαρκούς φθοράς της κυβέρνησης της ΝΔ. Γι αυτό και ο κ. Μητσοτάκης, βάζοντας τον πήχη των ευρωεκλογών στο σημείο της αντίστοιχης αναμέτρησης του 2019, όταν το κόμμα του είχε καταγράψει 33%, έσπευσε εκ προοιμίου να προεξοφλήσει την μεγάλη πτώση της ΝΔ, σε σύγκριση με τις εθνικές κάλπες του περασμένου καλοκαιριού» υπογραμμίζει το γραφείο Τύπου του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, συμπληρώνοντας ότι:
«Μπροστά στην εκλογική αποτυχία, πάτησε πάλι σε δύο βάρκες: από τη μία εμφάνισε εαυτόν ως πολέμιο της «ακροδεξιάς πολυκατοικίας» και του φασισμού, παρότι πριν από λίγες ώρες ο Τάκης Θεοδωρικάκος απαντούσε ξεκάθαρα «ναι» στην ερώτηση αν η ΝΔ θέλει τις ψήφους εκείνων που στήριξαν τους νεοναζί «Σπαρτιάτες». Από την άλλη προσπαθεί να κλείσει το μάτι στα ακροατήρια «δεξιά της ΝΔ», επιδιδόμενος με μεγαλοστομίες στο αγαπημένο σπορ της δεξιάς, το εμπόριο πατριωτισμού, προστασίας των συνόρων, τάξης και ασφάλειας. Και απαντώντας με μισόλογα για το αν τελικά ο ίδιος θέλει ή όχι τις ψήφους αυτές».
Αναλυτικά η ανακοίνωση του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ:
Για ακόμα μία φορά, ο κ. Μητσοτάκης επέδειξε τη γνωστή «αλαζονεία του 41%». Στη συνέντευξή του στον ΣΚΑΪ (25.4.24), μίλησε απαξιωτικά για τον αρχηγό της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης και τις προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία για την καταπολέμηση της ακρίβειας, την ώρα που ο ίδιος ο πρωθυπουργός προσπάθησε, κατ΄ εντολή των ακριβοπληρωμένων επικοινωνιολόγων του, να προσποιηθεί ότι κατανοεί πως τα ελληνικά νοικοκυριά δοκιμάζονται.
Επιχείρησε ανεπιτυχώς να δικαιολογηθεί για τον χυδαίο χαρακτηρισμό «εισαγόμενος» κατά του Στέφανου Κασσελάκη, αναφέροντας ότι «καλό είναι να αποφεύγονται οι προσωπικοί χαρακτηρισμοί». Μια «αυτοκριτική» με καθυστέρηση και περισσή υποκρισία.
Η αλαζονεία, από την άλλη, δεν μπορεί να κρύψει τη συνειδητοποίηση της διαρκούς φθοράς της κυβέρνησης της ΝΔ. Γι αυτό και ο κ. Μητσοτάκης, βάζοντας τον πήχη των ευρωεκλογών στο σημείο της αντίστοιχης αναμέτρησης του 2019, όταν το κόμμα του είχε καταγράψει 33%, έσπευσε εκ προοιμίου να προεξοφλήσει την μεγάλη πτώση της ΝΔ, σε σύγκριση με τις εθνικές κάλπες του περασμένου καλοκαιριού.
Μπροστά στην εκλογική αποτυχία, πάτησε πάλι σε δύο βάρκες: από τη μία εμφάνισε εαυτόν ως πολέμιο της «ακροδεξιάς πολυκατοικίας» και του φασισμού, παρότι πριν από λίγες ώρες ο Τάκης Θεοδωρικάκος απαντούσε ξεκάθαρα «ναι» στην ερώτηση αν η ΝΔ θέλει τις ψήφους εκείνων που στήριξαν τους νεοναζί «Σπαρτιάτες». Από την άλλη προσπαθεί να κλείσει το μάτι στα ακροατήρια «δεξιά της ΝΔ», επιδιδόμενος με μεγαλοστομίες στο αγαπημένο σπορ της δεξιάς, το εμπόριο πατριωτισμού, προστασίας των συνόρων, τάξης και ασφάλειας. Και απαντώντας με μισόλογα για το αν τελικά ο ίδιος θέλει ή όχι τις ψήφους αυτές.
Αντιμέτωπος με την οργή της κοινωνίας για την επιχείρηση συγκάλυψης του εγκλήματος των Τεμπών, αναγκάστηκε να ψελλίσει ότι η Εξεταστική Επιτροπή άφησε «άσχημη γεύση». Ωστόσο, επανέλαβε τα περί θεωριών συνωμοσίας, προσβάλλοντας εκ νέου τους συγγενείς των θυμάτων και όσους αγωνίζονται για να αποδοθεί δικαιοσύνη.
Τέλος, ενώ αναγνώρισε ότι «οι τιμές στο σούπερ μάρκετ είναι 30% κατά μέσο όρο πιο υψηλές από ό,τι ήταν πριν από τρία χρόνια», αρκέστηκε σε γενικολογίες περί μείωσης των φόρων και αρνήθηκε να αναλάβει τις ευθύνες της κυβέρνησής του, την ώρα που το ελληνικό κράτος για το 2022 και το 2023 μάζεψε 4 δισ. ευρώ παραπάνω από όσα είχε βάλει στόχο.
Αν σε ένα πράγμα έχει απόλυτο δίκιο ο κ. Μητσοτάκης, είναι ότι όλα τα παραπάνω θα κριθούν από τους πολίτες. Είναι οι μόνοι που μπορούν να στείλουν ηχηρό μήνυμα στις 9 Ιουνίου, ώστε να ανοίξει ο δρόμος για την προοδευτική αντεπίθεση.