Εξεταστική Τέμπη/Τα πορίσματα των κομμάτων: Σε σταθμάρχη-μηχανοδηγούς τα “ρίχνει” η ΝΔ-Καταπέλτης για Καραμανλή ο ΣΥΡΙΖΑ
Με καταληκτική ημερομηνία την Δευτέρα 11/03, τα κόμματα καταθέτουν τα πορίσματά τους για τις παραλείψεις και τα λάθη που οδήγησαν στην τραγωδία των Τεμπών, καταλογίζοντας και ευθύνες σε όσους θεωρούν υπαίτιους. Όπως αναμενόταν, στο πόρισμα της η Νέα Δημοκρατία “ρίχνει” τις ευθύνες στον ανθρώπινο παράγοντα και πιο συγκεκριμένα στα λάθη που έκαναν την μοιραία νύχτα ο σταθμάρχης και οι δύο μηχανοδηγοί των αμαξοστοιχιών, υπογραμμίζοντας πως δεν προκύπτουν ευθύνες ή παραλείψεις πολιτικών προσώπων, σε αντίθεση με την πορισματική έκθεση του ΣΥΡΙΖΑ που είναι πραγματικά καταπέλτης κατά του τότε υπ. Μεταφορών και Υποδομών, Κώστα Καραμανλή.
Τα πορίσματα τους έχουν, επίσης, καταθέσει έως τώρα το ΚΚΕ, η Νέα Αριστερά, η Ελληνική Λύση ενώ το ΠΑΣΟΚ επανέφερε την πρόταση για σύσταση προανακριτικής επιτροπής χωρίς την κατάθεση πορίσματος.
Το πόρισμα της ΝΔ: Τα μοιραία λάθη του σταθμάρχη και των μηχανοδηγών
Το πόρισμα της στην Εξεταστική Επιτροπή των Τεμπών κατέθεσε η Νέα Δημοκρατία. Στο πόρισμα της που ξεπερνά τις 700 σελίδες, αναλύονται διεξοδικά οι λόγοι που οδήγησαν στο δυστύχημα των Τεμπών. Παράλληλα, καταγράφει τα επτά μοιραία λάθη του σταθμάρχη Λάρισας και των δύο μηχανοδηγών που οδήγησαν στη σιδηροδρομική τραγωδία των Τεμπών.
Μετά από 4 μήνες ερευνών και μαρτυρικών καταθέσεων στο πλαίσιο των εργασιών της εξεταστικής επιτροπής της Βουλής τα μέλη της πλειοψηφίας αποτυπώνουν μία προς μία τις παραβιάσεις του Γενικού Κανονισμού Κυκλοφορίας που έγιναν το βράδυ της 28ης Φεβρουαρίου από τον σταθμάρχη, ο οποίος οδήγησε 2 τρένα να κινούνται στην ίδια γραμμή.
Σύμφωνα με την πλειοψηφία, επιβεβαιώθηκε από όλους τους μάρτυρες που κατέθεσαν ενώπιον της Επιτροπής ότι εάν είχαν τηρηθεί απαρέγκλιτα οι κανόνες του Γενικού Κανονισμού Κινήσεως, το δυστύχημα δεν θα είχε συμβεί. Στο πόρισμα τονίζεται ότι δεν υπήρξε η παραμικρή προσπάθεια συγκάλυψης, ενώ οι επιχειρησιακές παρεμβάσεις στο χώρο της μοιραίας σύγκρουσης έγιναν με απόφαση των αρμόδιων επιχειρησιακών συλλογικών οργάνων με γνώμονα την ανάγκη μετακίνησης των κατεστραμμένων συρμών.
Για το θέμα διεξάγεται παράλληλα έρευνα της Δικαιοσύνης για τις επεμβάσεις των φορέων.
Αναλυτικά τα συμπεράσματα για τις παραβιάσεις των κανόνων, τη λειτουργία των αυτοματοποιημένων συστημάτων διαχείρισης κυκλοφορίας και την εκτέλεση των συμβάσεων για σιδηροδρομικά έργα είναι τα ακόλουθα:
1. Ο Γενικός Κανονισμός Κινήσεως παραβιάστηκε 7 φορές, με αποτέλεσμα το τραγικό δυστύχημα των Τεμπών:
i. ο σταθμάρχης Λάρισας ΔΕΝ χρησιμοποίησε τον απολύτως λειτουργικό πίνακα τηλεχειρισμού για να κάνει αυτόματη χάραξη διαδρομής, αλλά έβαλε τη μοιραία αμαξοστοιχία ανάποδα στη γραμμή καθόδου
ii. ο σταθμάρχης Λάρισας ΔΕΝ παρακολουθούσε τον πίνακα τηλεχειρισμού, όπου ήταν συνεχώς ευκρινής η εσφαλμένη αλλαγή τροχιάς
iii. ο σταθμάρχης Λάρισας ΔΕΝ ενημέρωσε τον μηχανοδηγό με την παράδοση σε αυτόν του εντύπου 1001, το οποίο απαιτείται σε κάθε περίπτωση ανωμαλίας ή κινδύνου στην γραμμή
iv. οι μηχανοδηγοί της μοιραίας αμαξοστοιχίας IC62 εισήλθαν σε γραμμή καθόδου ΧΩΡΙΣ έντυπο 1001
v. οι μηχανοδηγοί ΔΕΝ ακινητοποίησαν το τρένο ως όφειλαν
vi. οι μηχανοδηγοί ΔΕΝ επικοινώνησαν με τον σταθμάρχη Λάρισας για να διευκρινίσουν ότι η αμαξοστοιχία έχει μπει ανάποδα στη γραμμή καθόδου
vii. οι μηχανοδηγοί ΔΕΝ έκαναν αναγγελία αναφορικά με τη θέση της αμαξοστοιχίας καθώς περνούσαν από τους ενδιάμεσους σταθμούς.
Όπως επιβεβαιώθηκε από όλους τους μάρτυρες που κατέθεσαν ενώπιον της Επιτροπής, εάν είχαν τηρηθεί απαρέγκλιτα οι κανόνες του Γενικού Κανονισμού Κινήσεως (ΓΚΚ) από όλα τα εμπλεκόμενα μέρη, το δυστύχημα δεν θα είχε συμβεί. Μάλιστα, έστω μία από αυτές τις παραβιάσεις του ΓΚΚ αν δεν είχε συμβεί, θα μπορούσε να αποσοβήσει το δυστύχημα.
Σημειωτέον ότι ο ΓΚΚ του ΟΣΕ, ο οποίος εφόσον τηρείται πιστά εγγυάται την ασφαλή κυκλοφορία στο σιδηροδρομικό δίκτυο, είναι νομικά δεσμευτικός και χαρακτηρίστηκε από ειδικούς που κατέθεσαν στην Επιτροπή ως «ο ΚΟΚ του σιδηροδρόμου», «οι 10 Εντολές του Μωυσή», ακόμα και «Ευαγγέλιο» για το σιδηρόδρομο.
2. Τα αυτοματοποιημένα συστήματα διαχείρισης κυκλοφορίας -που σήμερα χρησιμοποιούνται σε μικρό μέρος του ευρωπαϊκού δικτύου- αναβαθμίζουν την ασφάλεια αλλά δεν εκμηδενίζουν τον κίνδυνο.
Τα συστήματα αυτά (σηματοδότηση, τηλεδιοίκηση, ETCS, GSMR) συμβάλουν στην ασφαλέστερη λειτουργία του σιδηροδρομικού δικτύου. Βέβαια δεν εκμηδενίζουν τον κίνδυνο, άλλωστε οι χειριστές τους είναι άνθρωποι. Όλα μαζί, συνδυαστικά, όπως προβλέπεται από το ERTMS, δηλαδή το ευρωπαϊκό σύστημα διαχείρισης της κυκλοφορίας των τραίνων, προσεγγίζουν πολύ μεγάλο βαθμό ασφάλειας και αποφυγής ατυχημάτων, εφόσον ταυτόχρονα τηρείται πιστά ο Γενικός Κανονισμός Κίνησης.
Η εφαρμογή του ERTMS θα είναι υποχρεωτική στις ευρωπαϊκές χώρες από το 2030. Μικρό ποσοστό των σιδηροδρομικών συστημάτων στις χώρες της ΕΕ εφαρμόζουν σήμερα στο σύνολο του το ERTMS. Είναι χαρακτηριστικό ότι το ETCS, το πιο αποτελεσματικό σύστημα, που παρέχει τη δυνατότητα αυτόματης ακινητοποίησης του τραίνου, είναι σε λειτουργία μόνο στο 14% των ευρωπαϊκών σιδηροδρόμων.
Επομένως, με βάση το ισχύον ευρωπαϊκό και εθνικό νομοθετικό πλαίσιο, η λειτουργία του σιδηροδρόμου χωρίς τα προαναφερόμενα συστήματα θεωρείται επιτρεπτή και ασφαλής, εφόσον τηρείται ο ΓΚΚ, όπως κατέθεσε το σύνολο σχεδόν των μαρτύρων που εξετάστηκαν.
3. Η εκτέλεση των συμβάσεων για την εγκατάσταση συστημάτων διαχείρισης κυκλοφορίας στο ελληνικό σιδηροδρομικό δίκτυο υπήρξε για μεγάλη χρονική περίοδο προβληματική.
Από το 1985 έως το 2001 εγκαταστάθηκαν συστήματα που δεν τέθηκαν ποτέ ενιαία σε λειτουργία, η ανάταξή τους προβλέφθηκε με τη Σύμβαση 717 το 2014, ενώ άλλα συστήματα προβλέφθηκαν με συμβάσεις του 2006 και του 2007, που η ολοκλήρωσή τους καθυστέρησε.
4. Η διάσπαση του ΟΣΕ το 1996 με τη δημιουργία των θυγατρικών του εταιρειών ΕΡΓΟΣΕ, ΤΡΑΙΝΟΣΕ και ΓΑΙΑΟΣΕ, συνέτεινε στην προβληματικότητα εκτέλεσης των σιδηροδρομικών έργων.
Το πρόβλημα επιτάθηκε με την «πώληση» το 2017 της ΤΡΑΙΝΟΣΕ, με δυσμενέστατους για το Ελληνικό Δημόσιο όρους, στον κρατικό ιταλικό σιδηρόδρομο και στη συνέχεια με την πώληση το 2018 της ΕΕΣΣΤΥ στην ιδιωτική πλέον ΤΡΑΙΝΟΣΕ, με εξίσου δυσμενείς όρους.
5. Η υλοποίηση των συμβάσεων για τα αυτοματοποιημένα συστήματα επισπεύστηκε σημαντικά επί Υπουργίας Καραμανλή, ενώ ειδικά το έργο της 717 θα είχε καθυστερήσει κατά πολύ ακόμα, αν δεν είχε δοθεί παράταση αλλά είχε διαλυθεί και επαναπροκηρυχθεί.
Η σύμβαση 717/2014, για τα συστήματα σηματοδότησης και τηλεδιοίκησης, ενώ έπρεπε να είχε ολοκληρωθεί έως το 2016, είχε υλοποιηθεί μόνο σε ποσοστό 18%. Δόθηκε παράταση με αναγνώριση της αποκλειστικής υπαιτιότητας της ΕΡΓΟΣΕ για τις καθυστερήσεις και στη συνέχεια, έως το 2019 χορηγήθηκαν άλλες 5 παρατάσεις με συνυπευθυνότητα του Ελληνικού Δημοσίου.
Μετά τον Ιούλιο του 2019 έγινε σημαντική προσπάθεια να επιλυθούν τα χρονίζοντα προβλήματα, με αποτέλεσμα την ολοκλήρωση της 717 το Σεπτέμβριο 2023, παρά τα προβλήματα λόγω της πανδημίας COVID, της παγκόσμιας κρίσης και των καθυστερήσεων στην εφοδιαστική αλυσίδα.
Σχετικά με τη χορήγηση της 7ης παράτασης της Σύμβασης 717, μετά την αποδοχή σχετικής ένστασης από τον τότε Υπουργό Υποδομών και Μεταφορών Κ. Καραμανλή, θεωρείται απολύτως βέβαιο από την Επιτροπή ότι αν η παράταση αυτή δεν είχε δοθεί και η εργολαβία είχε διαλυθεί, το έργο της σύμβασης 717 δεν θα είχε ολοκληρωθεί ακόμη έως σήμερα.
Οι υπόλοιπες χρονίζουσες συμβάσεις για τα αυτοματοποιημένα συστήματα -που εκκρεμούσαν υπό πολλές Κυβερνήσεις- προχώρησαν αποφασιστικά την τελευταία 4ετία με αποτέλεσμα σήμερα να έχουν όλες ολοκληρωθεί στο μεγαλύτερο μέρος τους. Συγκεκριμένα το GSMR παραδόθηκε τελικά το 2021 και το ETCS τον Δεκέμβριο του 2023. Εκκρεμεί το GSMR και το ETCS επί των συρμών, όπου απαιτούνται ενέργειες της Hellenic Train, της ΓΑΙΑΟΣΕ και της ΡΑΣ.
Όλες οι αποφάσεις της πολιτικής ηγεσίας ελήφθησαν με την τήρηση των προβλεπομένων διαδικασιών με εισηγήσεις των αρμοδίων υπηρεσιών και με κριτήριο το δημόσιο συμφέρον.
6. Οι μηχανισμοί ελέγχου ασφαλείας των σιδηροδρομικών μεταφορών πρέπει να ενισχυθούν. Η ΡΑΣ αποτελεί τον πυλώνα ασφάλειας τόσο κατά την κοινοτική όσο και την εθνική νομοθεσία στα ζητήματα ασφάλειας του σιδηροδρόμου. Εφόσον είχε διαπιστώσει πολύ σοβαρά κενά ή ελλείψεις μπορούσε να προχωρήσει ακόμη και σε αναστολή της λειτουργίας του σιδηροδρόμου.
Επιπλέον, η Hellenic Train, εφόσον δεν διεκδικούσε απλώς υψηλότερες αποζημιώσεις αλλά είχε πράγματι διαπιστώσει σοβαρά ζητήματα ασφάλειας λόγω της κατάστασης της υποδομής και μη ολοκλήρωσης των συστημάτων, θα έπρεπε να είχε προχωρήσει σε άμεση αναστολή δρομολογίων.
Σε σχέση δε με τους Εθνικούς Κανόνες Ασφαλείας η Επιτροπή διαπίστωσε ότι η χώρα διαθέτει κανόνες εν ισχύ στον τομέα της ασφάλειας, με σημαντικότερο το Γενικό Κανονισμό Κίνησης, δηλαδή τον κανονισμό που παραβιάστηκε τη νύχτα του μοιραίου δυστυχήματος.
Σχετικά με τους Εθνικούς Κανόνες Ασφαλείας η Επιτροπή διαπίστωσε ότι η χωρα διαθέτει κανόνες εν ισχύ στον τομέα της ασφάλειας, με σημαντικότερο το Γενικό Κανονισμό Κίνησης, δηλαδή τον κανονισμό που παραβιάστηκε τη νύχτα του μοιραίου δυστυχήματος.
7. Ο ΟΣΕ πρέπει να ενισχυθεί, τόσο χρηματοδοτικά όσο και με ανθρώπινο δυναμικό.
Ο ΟΣΕ έχει υπάρξει εδώ και πολλά χρόνια ένας από τους μεγαλύτερους «ασθενείς» του Ελληνικού Δημοσίου. Οι δε μνημονιακές πολιτικές από το 2010 και μετά τον αποδυνάμωσαν, αφού έχασε πάνω από τους μισούς του εργαζομένους. Τα μέτρα που ελήφθησαν από το 2019 και μετά για αύξηση της χρηματοδότησης και των εργαζομένων πρέπει να συνεχιστούν με μεγαλύτερη ένταση.
8. Τα αίτια του δυστυχήματος πρέπει να διερευνηθούν ψύχραιμα, μακριά από πολιτική εκμετάλλευση, για να αποδοθεί δικαιοσύνη, όπως επιθυμεί η ελληνική κοινωνία.
Οι ευθύνες όλων των άμεσα εμπλεκομένων στο τραγικό δυστύχημα, καθώς και των προσώπων που κατείχαν υπεύθυνες θέσεις στους αρμόδιους οργανισμούς και εταιρείες, ελέγχονται ήδη από την τακτική δικαιοσύνη. Η ανάλυση από την Επιτροπή δεν ανέδειξε πράξεις ή παραλείψεις πολιτικών προσώπων που να συνδέονται με το δυστύχημα. Η πολιτική ευθύνη, αντικειμενικά αναλήφθηκε από τον τότε Υπουργό Κ. Καραμανλή με την άμεση παραίτησή του την ημέρα του τραγικού δυστυχήματος, πράξη που εκτός των άλλων διευκόλυνε τον έλεγχο της υπόθεσης.
9. Δεν υπήρξε προσπάθεια συγκάλυψης με παρεμβάσεις στον χώρο της μοιραίας σύγκρουσης.
Οι επιχειρησιακές παρεμβάσεις στο χώρο έγιναν με απόφαση των αρμοδίων επιχειρησιακών συλλογικών οργάνων με γνώμονα την ανάγκη μετακίνησης των κατεστραμμένων συρμών με βαρέως τύπου μηχανήματα, τα οποία έπρεπε να επιχειρούν σε ασφαλές και σταθερό έδαφος. Πάντως, διεξάγεται και έρευνα της δικαιοσύνης για τις επεμβάσεις των αρμοδίων οργάνων.
Το πόρισμα του ΣΥΡΙΖΑ: Να διερευνηθεί για ανθρωποκτονία με ενδεχόμενο δόλο κατά συρροή o Καραμανλής
Καταπέλτης για τον Κώστα Καραμανλή αποτελεί το πόρισμα του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ σχετικά με την Εξεταστική για τα Τέμπη, καθώς η αξιωματική αντιπολίτευση ζητά τη διερεύνηση του πρώην υπουργού Υποδομών και Μεταφορών για τα αδικήματα της ανθρωποκτονίας με ενδεχόμενο δόλο κατά συρροή και σωματικές βλάβες κατά συρροή, παράβασης καθήκοντος και διατάραξη ασφάλειας συγκοινωνιών. Στο πόρισμα του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ εντοπίζονται ποινικές ευθύνες και για τον Χρήστο Τριαντόπουλο αναφορικά με το μπάζωμα του τόπου της τραγωδίας, καθώς εντοπίζονται ενδείξεις τέλεσης παράβασης καθήκοντος και αλλοίωση τόπου δυστυχήματος.
Η αξιωματική αντιπολίτευση ζητά επίσης τη διερεύνηση των Μιχάλη Χρυσοχοΐδη, Χρήστου Σπίρτζη και Κώστα Καραμανλή για τη μη υλοποίηση της σύμβασης 717.
Επιπλέον, ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ ζητά η Επιτροπή να ψηφίσει ομόφωνη ερμηνευτική δήλωση, η οποία θα επισημαίνει ότι η «παράλειψη εκτέλεσης οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας» δεν συμπεριλαμβάνεται στο πλαίσιο άσκησης των υπουργικών καθηκόντων, γεγονός που δεν θα ενεργοποιήσει τις διαδικασίες που προβλέπονται στο άρθρο 86 του Συντάγματος, οδηγώντας τον πρώην υπουργό Μεταφορών στη Δικαιοσύνη με απλή άρση ασυλίας. Κάτι που ζητά και το ψήφισμα της Μαρίας Καρυστιανού με τις σχεδόν 1,5 εκατομμύριο υπογραφές.
Οι βασικότερες παραλείψεις του Κώστα Καραμανλή
Όπως αναφέρουν οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ στην Εξεταστική, Αλέξανδρος Αυλωνίτης, Διονύσης Καλαματιανός, Βασίλης Κόκκαλης και Ιωάννης Σαρακιώτης, «ολόκληρη η ελληνική κοινωνία και οι οικογένειες των θυμάτων απαιτούν ειλικρινείς, διάφανες απαντήσεις και απόδοση ευθυνών, ώστε να αποδειχθεί ποιοι ήταν οι πραγματικοί υπαίτιοι της τραγωδίας των Τεμπών, τόσο τα φυσικά πρόσωπα, για τα οποία έχει επιληφθεί η δικαιοσύνη, όσο βέβαια και τα πολιτικά πρόσωπα για την απόδοση των ευθυνών των οποίων αρμόδια είναι η Βουλή, μέσω της εξεταστικής επιτροπής.
Εξ’ αρχής τονίσαμε ως αξιωματική αντιπολίτευση ότι δεν πρόκειται περί “ανθρώπινου σφάλματος” και μόνο. Ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ με αίσθημα ευθύνης ενήργησε εξαρχής προς την κατεύθυνση αποκάλυψης κάθε πτυχής του εγκλήματος, τόσο των αιτιών που οδήγησαν σε αυτό, όσο και των ενεργειών που ακολούθησαν. Απόδειξη αυτού ήταν η πρότασή μας προς όλα τα κόμματα του δημοκρατικού τόξου, να προσυπογράψουμε ένα κοινό πόρισμα, πρόταση η οποία απορρίφθηκε για μικροπολιτικούς και μόνο λόγους από τις κοινοβουλευτικές τους ομάδες.
Το πόρισμα του ΣΥΡΙΖΑ Π.Σ – αφού εντοπίζει ποινικές ευθύνες του κ. Καραμανλή Κωνσταντίνου του Αχιλλέως, του Καραγιάννη Γεωργίου του Χρήστου (τότε Υφυπουργού Υποδομών) και κ. Τριαντόπουλου Χρήστου του Γεωργίου, αλλά και μιλά για την ανάγκη ποινικής διερεύνησης για την μη υλοποίηση της σύμβασης 717/2014, προτείνει την πλέον ξεκάθαρη και έντιμη πρόταση».
Οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ τονίζουν ότι «η Εξεταστική επιτροπή με ερμηνευτική Δήλωση να διευκρινίσει την θέση της, ότι για τα εγκλήματα τελούμενα δια παραλείψεως κατά την άσκηση των υπουργικών καθηκόντων, αρμόδια είναι η τακτική Δικαιοσύνη, καθώς σε ό,τι αφορά το άρθρο 86 Συντάγματος και το προστατευτικό πλέγμα για τις πράξεις, που εκτελούνται κατά την ενάσκηση των υπουργικών καθηκόντων ΔΕΝ προκύπτει ότι συμπεριλαμβάνεται και η παράλειψη εκτέλεσης οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας.
Η συνέπεια και η σημασία αυτής της Δήλωσης της Εξεταστικής επιτροπής συνίσταται στο γεγονός πως η τακτική Δικαιοσύνη, θα κάνει απερίσπαστη το έργο της καλώντας όλα τα πολιτικά πρόσωπα, είτε ως μάρτυρες, είτε ως ύποπτοι τέλεσης ποινικών αδικημάτων αφ’ ενός, αλλά και το πολιτικό σύστημα θα αποτινάξει το πέπλο συγκάλυψης που υφίσταται σήμερα για την υπόθεση των Τεμπών.
Ως ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ ζητούμε και προτείνουμε να ψηφιστεί ομόφωνα η ως άνω ερμηνευτική Δήλωση.
Περαιτέρω σύμφωνα με το κατατεθέν πόρισμα του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ υφίσταντο ισχυρότατες ενδείξεις τέλεσης ποινικών αδικημάτων από τον Καραμανλή Κωνσταντίνο και συγκεκριμένα της παράβασης καθήκοντος, διατάραξης ασφάλειας συγκοινωνιών, ανθρωποκτονίας με ενδεχόμενο δόλο κατά συρροή, σωματικές βλάβες κατά συρροή.
Η βασικότερη παράλειψη του τέως Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών συνίστατο στο γεγονός, πως ενώ ήταν το μοναδικό όργανο θέσπισης Εθνικών Κανόνων Ασφαλείας από τις 14-10-2019, ημερομηνία κατά την οποία δημοσιεύθηκε ο Ν. 4632/2019 δυνάμει των Ευρωπαϊκών Οδηγιών 2010/797 και 2016/ 798, εντούτοις ουδέποτε το έπραξε μέχρι και την ημερομηνία του δυστυχήματος (28-02-2023), η δε παράλειψη του αυτή έγινε σε συνδυασμό με την σαφέστατη γνώση της ανυπαρξίας στοιχειωδών κανόνων ασφαλείας από τις εξώδικες οχλήσεις του Συλλόγου Μηχανοδηγών του ΟΣΕ, από την με 06-09-2021 επιστολή του πρώην Διευθύνοντος Συμβούλου ΤΡΑΙΝΟΣΕ Φίλιππου Τσαλίδη, ο οποίος προειδοποιούσε για “σοβαρό συμβάν”.
Επιπλέον, όχι απλώς παρέλειψε να θεσπίσει Εθνικούς κανόνες ασφαλείας, ενώ γνώριζε ότι η λέξη “ασφάλεια” απουσίαζε από τον ελληνικό σιδηρόδρομο, αλλά προέτρεπε το επιβατικό κοινό να εμπιστεύεται τον Ελληνικό σιδηρόδρομο κριτικάροντας την Αξιωματική Αντιπολίτευση στην Βουλή (σε απάντηση της ερώτησης του Βουλευτή ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ Αλέξανδρου Μεϊκόπουλου), λέγοντας επί λέξει “ότι είναι ντροπή που θέτετε θέματα ασφαλείας”.
Συγχρόνως, ουδέποτε πραγματοποιήθηκε η αποκατάσταση της ηλεκτρικής πλευρικής σηματοδότησης στο τμήμα Λάρισα – Θεσσαλονίκη (και κατ’ επέκταση στο υπό εξέταση τμήμα Λάρισα – Ν. Πόροι), που ήταν από τον Ιούλιο του 2019 εκτός λειτουργίας, μετά την πυρκαγιά στο κέντρο τηλεδιοίκησης της Λάρισας στη θέση ‘Ζάχαρη’, ενέργεια που εάν είχε γίνει, θα είχε αποτραπεί το μοιραίο δυστύχημα. Σημειωτέον ότι για τον πρώην Υφυπουργό Υποδομών και Μεταφορών κ. Γεώργιο Καραγιάννη ο οποίος είχε την άμεση εποπτεία και την ευθύνη των έργων υποδομής για την ΕΡΓΟΣΕ δεν απαιτείται άρση ασυλίας ή οποιαδήποτε άλλη ενέργεια καθώς δεν έχει εκλεγεί βουλευτής».
Ολόκληρο το πόρισμα του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ:
Το ΠΑΣΟΚ επαναφέρει την πρόταση για προανακριτική – Δεν κατέθεσε πόρισμα στην Εξεταστική
Τη μετατροπή της εξεταστικής επιτροπής για τη «διερεύνηση του εγκλήματος των Τεμπών» σε προανακριτική επιτροπή προτείνουν οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής Μ. Αποστολάκη, Γ. Νικητιάδης και Απ. Πάνας.
Σε ανακοίνωσή τους, οι τρεις βουλευτές που μετέχουν στην εξεταστική επιτροπή, θεωρούν αδύνατη την έκδοση ολοκληρωμένου πορίσματος καθώς «ούτε το σύνολο της δικογραφίας παραλάβαμε, ούτε ουσιώδεις μάρτυρες εξετάσθηκαν. Αυτή υπήρξε από την αρχή η επιδίωξη της κυβερνητικής πλειοψηφίας», σημειώνουν οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ.
Τονίζουν επίσης ότι «η κυβερνητική επιλογή για συγκάλυψη, μέσω της μη ουσιαστικής διερεύνησης της υπόθεσης και ιδίως του ενδεχομένου ύπαρξης ποινικών ευθυνών σε πολιτικά πρόσωπα δεν είναι δυνατόν να γίνει αποδεκτή όχι από μόνο από το ΠΑΣΟΚ, αλλά πρωτίστως από την κοινωνία η οποία απαιτεί να χυθεί φως στην υπόθεση και να αποδοθούν ευθύνες όσο ψηλά και να βρίσκονται αυτές».
Σύμφωνα με τους βουλευτές του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής επιβάλλεται η περαιτέρω ποινική διερεύνηση της υπόθεσης για τους δύο αρμόδιους υπουργούς Μεταφορών και Υποδομών των κυβερνήσεων ΣΥΡΙΖΑ και Νέας Δημοκρατίας, «οι οποίοι φέρουν την ευθύνη για τη μη ολοκλήρωση των εργασιών της επίδικης σύμβασης 717/2014, η οποία τελεί σε άμεση αιτιώδη συνάφεια με το τραγικό δυστύχημα των Τεμπών [..] Έχει ήδη προκύψει ότι εάν το σύστημα σηματοδότησης – τηλεδιοίκησης είχε παραδοθεί μέσα στην αποκλειστική προθεσμία, που η σύμβαση είχε προβλέψει, και σε κάθε περίπτωση λειτουργούσε στις 28/2/2023, το δυστύχημα μετά βεβαιότητας δεν θα συνέβαινε, καθώς η χρήση και λειτουργία όλων των εν λόγω συστημάτων θα απέτρεπε τη σύγκρουση, ακινητοποιώντας τις αμαξοστοιχίες είτε μέσω του συστήματος ETCS, είτε ταυτόχρονα μέσω της λειτουργίας της τηλεδιοίκησης ΚΕΚ Λάρισας, της αμφίδρομης σηματοδότησης της γραμμής και του συστήματος GSMR».
Ειδικά δε για τις ευθύνες του Κ. Καραμανλή «θα πρέπει να επισημανθεί ότι οι εναντίον του αποχρώσες ενδείξεις ενοχής ενισχύονται από τα εξής αντικειμενικά δεδομένα:
- Τη συνειδητή αγνόηση του Πορίσματος της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας.
- Τη σύμβαση με την Hellenic Train, που κατέθεσε ο συγκεκριμένος Υπουργός με δική του ευθύνη και πρωτοβουλία και η οποία ψηφίστηκε τον Ιούλιο του 2022 αποκλειστικά και μόνο από το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας. Σύμφωνα με τα ανωτέρω ο τότε Υπουργός Μεταφορών και Υποδομών, αγνοώντας προκλητικά την απόφαση του Δ.Σ της ΤΡΑΙΝΟΣΕ του Νοεμβρίου του 2020 και ενεργώντας εις βάρος των συμφερόντων του Ελληνικού Δημοσίου και υπέρ των συμφερόντων της ΤΡΑΙΝΟΣΕ μετέπειτα Hellenic Train, κατά παράβαση της σχετικής Ευρωπαϊκής Νομοθεσίας και ιδίως της διάταξης του άρθρου 4§4 του Κανονισμού (ΕΚ) 1370/2007, μείωσε τις υποχρεώσεις επενδύσεων της τελευταίας σε τροχαίο υλικό και υποδομές από 645 εκ. ευρώ σε μόλις 77 εκ ευρώ, επεκτείνοντας παράλληλα τις υποχρεώσεις επιδότησης της Hellenic Train από το Ελληνικό Δημόσιο για πέντε ακόμα χρόνια.
- Ο τότε Υπουργός Μεταφορών και Υποδομών, δεν θέσπισε Εθνικούς Κανόνες Ασφαλείας ως όφειλε βάσει των Οδηγιών 2016/798 και 2016/797, ούτε έλαβε μέτρα ασφαλείας με τη θέσπιση Νέων Εθνικών Κανόνων Ασφαλείας (άρθρο 60 Ν. 4632/2019).
- Το γεγονός ότι όχι απλά δεν κήρυξε έκπτωτο τον ανάδοχο της σύμβασης για τις τεράστιες καθυστερήσεις στην εκτέλεση του έργου, αλλά προέβη σε αδικαιολόγητη αποζημίωση ύψους 2.767.782,93 ευρώ για θετικές ζημιές.
- Τη συνειδητή αγνόηση των έγγραφων προειδοποιήσεων του συνδικαλιστικού οργάνου των Μηχανοδηγών».
Αναφορικά με τις ευθύνες του Υπουργού Μεταφορών και Υποδομών της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ κ. Σπίρτζη, οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ-Κινήμαος Αλλαγής σημειώνουν ότι «και εκείνος δεν κήρυξε έκπτωτο τον ανάδοχο της σύμβασης για τις τεράστιες καθυστερήσεις στην εκτέλεση του έργου ως όφειλε και επέλεξε να αγνοήσει τις προειδοποιήσεις για τα υπαρκτά ζητήματα ασφαλείας στον σιδηρόδρομο».
Το πόρισμα του ΚΚΕ: Ευθύνες σε Ρέππα, Γ.Ραγκούση, Μ.Βορίδη, Κ. Χατζηδάκη, Μ. Χρυσοχοϊδη, Χ. Σπίρτζη, Κ. Καραμανλή.
Τις ευθύνες των κομμάτων που κυβέρνησαν τα τελευταία, χρόνια, τον «προβληματικό διαχωρισμό του ΟΣΕ» σε θυγατρικές και την απελευθέρωση και ιδιωτικοποίηση του μεταφορικού έργου, καθώς και «τις αντιλαϊκές προτεραιότητες που θέτει η ΕΕ για την αύξηση της χωρητικότητας του δικτύου και την ταχύτητα μεταφοράς εμπορευμάτων, σε βάρος όλων των απαραίτητων μέτρων ασφαλείας», ανέδειξε -μεταξύ άλλων- το ΚΚΕ στο πόρισμά του για την εξεταστική επιτροπή της Βουλής που διερεύνησε «το έγκλημα των Τεμπών» και το οποίο, ο γραμματέας του κόμματος, Δημήτρης Κουτσούμπας, κατέθεσε σήμερα στην εισαγγελία του Αρείου Πάγου.
Όπως σημειώνεται στο πόρισμα, η πρωτοβουλία του ΚΚΕ για τη συγκρότηση της εξεταστικής επιτροπής με θέμα τη διερεύνηση του εγκλήματος των Τεμπών και όλων των πτυχών που σχετίζονται με αυτό συνέβαλε αφενός στο να μην ξεχαστεί το έγκλημα και αφετέρου έφερε στο φως πολλά και ουσιαστικά στοιχεία για την απόδοση των πολιτικών και ποινικών ευθυνών.
«Θεωρούμε δεδομένο πως αν δεν υπήρχε αυτή η πρωτοβουλία το πιθανότερο είναι πως το έγκλημα θα είχε θαφτεί, καθώς όλα τα αστικά κόμματα που κυβέρνησαν τις τελευταίες δεκαετίες γνωρίζουν πολύ καλά πως έχουν σοβαρές ευθύνες για το τραγικό συμβάν», υπογραμμίζεται στο πόρισμα και επισημαίνεται ότι «η κυβέρνηση αναγκάστηκε να ψηφίσει τη σύσταση της εξεταστικής καθόσον δεν μπορούσε να την αποτρέψει, γνωρίζοντας βέβαια πολύ καλά ότι μπορούσε, εκμεταλλευόμενη και την κυβερνητική πλειοψηφία στην επιτροπή, να κατευθύνει τη λειτουργία της. Την ίδια στιγμή, καταψήφισε τη συγκρότηση της προανακριτικής επιτροπής, όπως άλλωστε αναμενόταν».
Αναφέρεται, δε, ότι «με τη σειρά τους τα υπόλοιπα κόμματα, κύρια το ΠΑΣΟΚ, επέμειναν στη σύσταση προανακριτικής επιτροπής, με την αιτιολογία δήθεν ότι μόνο με την προανακριτική θα αναδεικνύονταν και θα αποδίδονταν οι ποινικές ευθύνες στα πολιτικά πρόσωπα. Επέμειναν στη σύσταση προανακριτικής επιτροπής, με το ΠΑΣΟΚ μάλιστα να επιτίθεται στο ΚΚΕ, παρότι γνωρίζουν πως η σύστασή της απαιτεί και τις ψήφους των κυβερνητικών βουλευτών και άρα με βεβαιότητα θα καταψηφιζόταν η συγκεκριμένη πρόταση. Οι προτάσεις αυτές του ΠΑΣΟΚ αλλά και του ΣΥΡΙΖΑ, για την προανακριτική επιτροπή, στηρίζονταν στην δικογραφία της Ευρωπαίας Εισαγγελέως, η οποία διερευνούσε μόνο την οικονομική ζημία της ΕΕ, από την μη υλοποίηση της σύμβασης 717 και όχι το εγκληματικό συμβάν των Τεμπών πέρα από την οικονομική του διάσταση. Προτάσεις τις οποίες, παρ’ όλα αυτά, στήριξε το Κόμμα μας».
Ακολούθως, αναφέρεται ότι ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ, γνωρίζουν ότι «όλες οι κυβερνήσεις, σίγουρα της τελευταίας δεκαπενταετίας, φέρουν βαρύτατες πολιτικές και ποινικές ευθύνες για την κατάσταση στο σιδηρόδρομο, για τη λογική του “πάμε κι όπου βγει” με τα ελλιπέστατα μέτρα ασφαλείας που αποτελούν “μη επιλέξιμο” κόστος για τα συμφέροντα του κεφαλαίου, με αποτέλεσμα ο λαός και τα παιδιά του να παίζουν το κεφάλι τους κορώνα – γράμματα και μάλιστα χωρίς να το γνωρίζουν».
Για τα όρια των εργασιών της επιτροπής, σημειώνεται ότι «δεν είχαμε καμία αυταπάτη […] λαμβάνοντας υπόψη τη σύνθεσή της και τον αντίστοιχο συσχετισμό των κομμάτων. Ωστόσο παρά τον αρνητικό συσχετισμό, την προσπάθεια συγκάλυψης, τη μη κλήτευση ουσιαστικών μαρτύρων και τις ανέξοδες αντιπαραθέσεις της κυβερνητικής πλειοψηφίας με άλλα κόμματα, προκειμένου να κρύψει καθένα απ’ αυτά τις ευθύνες της δικής του κυβερνητικής περιόδου, φωτίστηκαν αρκετές πλευρές που συντέλεσαν καθοριστικά στο έγκλημα».
Παράλληλα, αναφέρεται ότι «επιβεβαιώθηκαν τόσο οι τεράστιες πολιτικές ευθύνες που διαχρονικά υπήρξαν για την κατάσταση στο σιδηρόδρομο και την ασφάλειά του, αλλά προέκυψαν και ποινικές ευθύνες πολιτικών προσώπων, εν προκειμένω διαχρονικά των Υπουργών Μεταφορών, αλλά και άλλων, που δια των ενεργειών τους ή των σημαντικών παραλείψεών τους, υπονόμευσαν την ασφάλεια του σιδηροδρόμου, αποδεχόμενοι έτσι το ενδεχόμενο, αν όχι προδιαγράφοντας την εξέλιξη και του συγκεκριμένου εγκλήματος των Τεμπών».
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το ΚΚΕ, αναδείχθηκαν οι ανταγωνιστικές σχέσεις που διαμόρφωσε ο προβληματικός διαχωρισμός του Οργανισμού Σιδηροδρόμων σε θυγατρικές, όπως και η απελευθέρωση και ιδιωτικοποίηση στη συνέχεια του μεταφορικού έργου, που γιγάντωσε τα αντικρουόμενα πολλές φορές συμφέροντα. Αντίστοιχα, συμπληρώνει πως η επιλογή της κατάτμησης των διαφόρων συμβάσεων προκειμένου να εξυπηρετηθούν διαφορετικά επιχειρηματικά συμφέροντα, οδήγησε σε ασυμβατότητες των διαφόρων συστημάτων αλλά και σε μεγάλες καθυστερήσεις που προέκυπταν ακριβώς από την εκδήλωση αυτών των ανταγωνιστικών συμφερόντων (προσφυγές, ενστάσεις, συνεχείς παρατάσεις). Τα παραπάνω, εκτιμά το ΚΚΕ, είχαν ως αποτέλεσμα κατά το χρόνο του τραγικού εγκλήματος στα Τέμπη να μην έχει παραδοθεί και τεθεί ολοκληρωμένα σε λειτουργία κανένα από τα απαραίτητα συστήματα ασφαλείας, που προβλέπονταν σε τέσσερις τουλάχιστον συμβάσεις των οποίων ο συμβατικός χρόνος ολοκλήρωσης είχε παρέλθει προ πολλών ετών.
Κατά το ΚΚΕ, το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με την πλημμελή συντήρηση δικτύου και υποδομών, λόγω της υποχρηματοδότησης καθώς και τη μεθοδευμένη, συνεχή μείωση του ανθρώπινου δυναμικού και την ελλιπή εκπαίδευση και εμπειρία του, διαμόρφωσε το εκρηκτικό μείγμα για τον πολλαπλασιασμό των ανθρώπινων λαθών με παντελή απουσία των τεχνολογικών μέσων αποτροπής τους.
Και προστίθεται: «Παντελώς ανεπαρκής αποτυπώθηκε ότι είναι και η ελεγκτική δυνατότητα και δραστηριότητα της Ρυθμιστικής Αρχής Σιδηροδρόμων (ΡΑΣ), σε σχέση με την πιστοποίηση της ασφάλειας των σιδηροδρομικών συγκοινωνιών».
Σύμφωνα με το πόρισμα του ΚΚΕ «αναδείχθηκαν οι αντιλαϊκές προτεραιότητες που θέτει η ΕΕ για την αύξηση της χωρητικότητας του δικτύου και την ταχύτητα μεταφοράς εμπορευμάτων, σε βάρος όλων των απαραίτητων μέτρων ασφαλείας. Αποδείχθηκε και σε αυτή την περίπτωση ότι η ΕΕ ενδιαφέρεται για βασικά μέτρα ασφαλείας μόνο στο διασυνδεδεμένο κεντρικό δίκτυο, ενώ ταυτόχρονα επιτρέπει να κυκλοφορούν τρένα με λειψές προδιαγραφές ασφαλείας. ‘Αλλωστε η έκθεση του Ευρωκοινοβουλίου τον Ιούνιο του 2021 επισημαίνει ότι το 2020 μόνο το 13% των διαδρόμων του κεντρικού δικτύου της ΕΕ λειτουργούσε με σύστημα ERTMS, δηλαδή το βασικό σύστημα ασφαλείας που προφυλάσσει από το ανθρώπινο λάθος».
Τέλος, καταγράφεται ότι το εσπευσμένο κλείσιμο των εργασιών της Εξεταστικής Επιτροπής, όπως και ο αποκλεισμός από την κυβερνητική πλειοψηφία καθοριστικών μαρτύρων, δεν επέτρεψαν να διερευνηθούν τα αίτια της έκρηξης και της πυρκαγιάς που ακολούθησε τη σύγκρουση των τρένων, όταν μάλιστα αρκετοί εκ των 57 νεκρών υπήρξαν θύματα πυρκαγιάς, καθώς επίσης «δεν διερευνήθηκαν οι υπαίτιοι για την απαράδεκτη αλλοίωση του τόπου του εγκλήματος, λίγες μόλις μέρες μετά το δυστύχημα και πριν τη συλλογή των απαραίτητων στοιχείων».
Για το ΚΚΕ, σίγουρα ως προς αυτά τα δύο τουλάχιστον ζητήματα, η Εξεταστική Επιτροπή όφειλε να συνεχίσει τις εργασίες της, πράγμα που επιβεβαιώνεται και από την κατεύθυνση των ανακριτικών ερευνών, μέσα και από τη σχετική δικογραφία που απεστάλη στην Επιτροπή.
«Πόσο μάλλον που ο ίδιος ο Δ. Ρέππας, πρώην υπουργός Υποδομών και Μεταφορών της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, την περίοδο 2009 – 2011, επιβεβαίωσε κατά την εξέτασή του στην Εξεταστική Επιτροπή ότι υπήρχαν “μαύρα βαγόνια”, δηλαδή συρμοί του ΟΣΕ που μετέφεραν εμπορεύματα ιδιωτών χωρίς να είναι καταγεγραμμένα, εις βάρος των εσόδων του ΟΣΕ, αλλά και βαγόνια – “φαντάσματα”, που έρχονταν από το εξωτερικό χωρίς να καταγράφονται, και που στην πορεία χάνονταν σε κάποιο παρακλάδι και λειτουργούσαν για μήνες ως αποθηκευτικοί χώροι ιδιωτών. ‘Αλλωστε τόσο από στελέχη της Hellenic Train όσο και του ΟΣΕ επιβεβαιώθηκε ότι στα δρομολόγια εσωτερικού δε γίνεται έλεγχος στο περιεχόμενο των φορτίων, ενώ, για τα δρομολόγια από το εξωτερικό ο έλεγχος γίνεται στο τελωνείο», καταλήγει το πόρισμα.
Σε ποια πρόσωπα επιρρίπτει ευθύνες
Το ΚΚΕ, στο πόρισμά του κάνει αναφορά σε συγκεκριμένες ποινικές ευθύνες σε βάθος 15ετίας, που προέκυψαν κατά τις διαδικασίες της εξεταστικής επιτροπής:
«Συγκεκριμένα, [..] προκύπτουν σαφέστατες ποινικές ευθύνες των αρμόδιων Υπουργών Υποδομών και Μεταφορών της περιόδου 2009 – 2023 για το κακουργηματικό αδίκημα της δια παραλείψεως διατάραξης της ασφάλειας των σιδηροδρομικών συγκοινωνιών από το οποίο προήλθε ο θάνατος 57 ανθρώπων και η βαριά σωματική βλάβη δεκάδων ακόμα ατόμων. Και πιο συγκεκριμένα των Υπουργών Δ.Ρέππα (2009-2011), Γ.Ραγκούση (2011), Μ.Βορίδη (2011-2012), Κ. Χατζηδάκη (2007-2009 και 2012-2013), Μ. Χρυσοχοϊδη (2013-2015), Χ. Σπίρτζη (2015-2019), Κ. Καραμανλή (2019-2023).
Το Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών (όπως είναι η ονομασία του σήμερα) είναι η νομοθετική αρχή, υπεύθυνη για το σιδηροδρομικό τομέα στην Ελλάδα και υπό την εποπτεία του δραστηριοποιούνται ο ΟΣΕ και η ΕΡΓΟΣΕ. Μεταξύ των σκοπών και των αρμοδιοτήτων του Υπουργείου αυτού είναι και ο σχεδιασμός και ο ορθολογικός προγραμματισμός των συγκοινωνιακών υποδομών, η οικονομική και ποιοτική μελέτη, κατασκευή, συντήρηση και λειτουργία αυτών, η βελτίωση του θεσμικού πλαισίου στα συγκοινωνιακά έργα και η άσκηση τεχνικής εποπτείας στις συγκοινωνιακές υποδομές (περιλαμβανομένων και των σιδηροδρομικών υποδομών) που σχεδιάζονται και υλοποιούνται από εποπτευόμενους φορείς. Συνεπώς η ανάθεση της υλοποίησης των πιο πάνω έργων σε εποπτευόμενους φορείς δεν απαλλάσσει τον εκάστοτε Υπουργό Μεταφορών και Υποδομών από την υποχρέωσή του για έλεγχο, εποπτεία και οργάνωση των συγκοινωνιακών υποδομών με τελικό στόχο, πέραν όλων των άλλων και την ασφαλή σιδηροδρομική συγκοινωνία. Έτσι, ο εκάστοτε Υπουργός οφείλει να ελέγχει την τήρηση των όρων διεξαγωγής της σιδηροδρομικής συγκοινωνίας, να παρεμβαίνει με θετικές ενέργειες κάθε φορά που διαπιστώνει κενά ασφαλείας, ιδίως όταν του γνωστοποιούνται με κάθε τρόπο τέτοια κενά, από τους αρμόδιους φορείς, από τους εποπτευόμενους από αυτόν φορείς, από τους εκπροσώπους των εργαζομένων ή όταν διαπιστώνονται τέτοια κενά από τον τρόπο διεξαγωγής της σιδηροδρομικής συγκοινωνίας και από τα τυχόν ατυχήματα που λαμβάνουν χώρα. Η νομική αυτή υποχρέωση του εκάστοτε Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών για θετική δράση (ενέργεια) προς αποτροπή σιδηροδρομικών ατυχημάτων, η οποία απορρέει ευθέως από το νόμο και συγκεκριμένα από τα πιο πάνω καθήκοντά του, έχει ως περαιτέρω συνέπεια την θεμελίωση της ποινικής ευθύνης, όταν λόγω της παράλειψής του να ενεργήσει προς αποτροπή του αξιόποινου αποτελέσματος, επέλθει τελικά το αποτέλεσμα αυτό.
Επομένως, παρά την ιδιαίτερη νομική υποχρέωση που είχαν λόγω της θέσης τους για τον έλεγχο της τήρησης των όρων ασφαλούς διεξαγωγής της σιδηροδρομικής συγκοινωνίας και την ορθή εποπτεία των οργανισμών που ήταν επιφορτισμένοι με την εγκαθίδρυση συστημάτων ασφάλειας στο σιδηροδρομικό δίκτυο και συγκεκριμένα του ΟΣΕ και της ΕΡΓΟΣΕ οι εκάστοτε Υπουργοί Υποδομών και Μεταφορών:
– όχι μόνο δεν μερίμνησαν αλλά αντίθετα παρέλειψαν να ελέγξουν την ομαλή πορεία εκτέλεσης των συμβάσεων που σχετίζονται με τα συστήματα ασφαλείας και υποδομών: από τις συμβάσεις 10012/2006 μέχρι τη Σύμβαση 717/2014 και παρά το γεγονός ότι οι αρμόδιοι συνδικαλιστικοί φορείς προειδοποιούσαν ακόμα και μέσω εξώδικων οχλήσεων για τους κινδύνους που εγκυμονούν στην ασφάλεια των συγκοινωνιών αυτές οι παραλείψεις. Έτσι, παρά το γεγονός ότι η ασφαλής διεξαγωγή των σιδηροδρομικών συγκοινωνιών επιβάλλει την ανάπτυξη ενός αξιόπιστου συστήματος με ηλεκτρονικά μέσα, ώστε να μειώνεται ακόμα περισσότερο ο κίνδυνος αστοχίας και ανθρώπινου λάθους (όπως η φωτεινή πλευρική σηματοδότηση, η επαναλειτουργία του Κέντρου Ελέγχου Λάρισας στην θέση Ζάχαρη, η τηλεδιοίκηση, τα συστήματα επιβολής αυτόματης πέδησης (μεταξύ αυτών το ECTS), το σύστημα συνεχούς και απρόσκοπτης ραδιοεπικοινωνίας (μέσω GSM-R) αυτά δεν είχαν εγκατασταθεί, ενώ θα μπορούσαν να είχαν αποτρέψει όχι μόνο το έγκλημα στα Τέμπη αλλά και όσα σιδηροδρομικά ατυχήματα είχαν προηγηθεί (ακόμα και με θύματα, όπως στο ‘Αδενδρο). Ιδιαίτερα η εγκατάσταση του συστήματος ETCS στους συρμούς (10004/2007) και στις γραμμές (10005/2007), του οποίου βεβαίως προϋπόθεση είναι να είχε ολοκληρωθεί και η ανάταξη της φωτοσήμανσης, είναι βέβαιο ότι θα είχε αποτρέψει τη σύγκρουση, αφού θα είχε ακινητοποιήσει αυτόματα τα αντιθέτως κινούμενα τρένα. Πολλώ δε μάλλον, που δε θα είχε ούτε καν μπει η επιβατική αμαξοστοιχία στο κατειλημμένο τμήμα της γραμμής καθόδου, διότι θα υπήρχε αναμμένο κόκκινο φωτόσημο (όχι ως μια μόνιμη κατάσταση βλάβης, όπως είναι σήμερα). Είναι ρητά και ξεκάθαρα διατυπωμένο στο πόρισμα της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων (Γεραπετρίτη), ότι σ’ αυτή την περίπτωση θα αποκλειόταν παντελώς το ενδεχόμενο μετωπικής ή οπισθομετωπικής σύγκρουσης. Προκύπτει επομένως πέραν πάσης αμφιβολίας η αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της παράλειψης της μέριμνας για να ολοκληρωθεί η εκτέλεση των σχετικών συμβάσεων και του επελθόντος αποτελέσματος.
– Ταυτόχρονα, μεταξύ των πολλών ζητημάτων για θέματα σιδηροδρομικής ασφάλειας για τα οποία το Υπουργείο Μεταφορών είχε τον τελευταίο λόγο, αναφέρουμε συνοπτικά από τη μη στελέχωση του ΟΣΕ (περίοδος 2011 – 2022) με το απαραίτητο προσωπικό (ιδίως σε θέσεις σταθμαρχών, κλειδούχων) κλπ, το μη εκσυγχρονισμό του Κανονισμού Εκπαίδευσης Σταθμαρχών, τη μη επαρκή στελέχωση της ΡΑΣ (ειδικά την περίοδο 2017 – 2022), ώστε να μπορεί να ανταποκριθεί στα υψηλά καθήκοντα εποπτείας, ελέγχων και υλοποίησης σε θέματα σιδηροδρομικής ασφάλειας, τη μη στελέχωση της Επιτροπής Διερεύνησης Σιδηροδρομικών Ατυχημάτων, μέχρι τις καθυστερήσεις στην υλοποίηση της σύμβασης ανάταξης της φωτεινής σηματοδότησης και συστημάτων ασφάλειας την περίοδο 2016 – 2023 και την έγκριση το Μάρτιο του 2019 του τροποποιημένου Γενικού Κανονισμού Κυκλοφορίας.
– Εκτός όλων αυτών, όπως επισημαίνεται στο πόρισμα της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων που συγκροτήθηκε στις 6.3.203 με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Μεταφορών του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών, η παράλειψη των αρμόδιων Υπουργών, τουλάχιστον από το έτος 2018, να επιβάλλουν, στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων τους, σε όλες τις εταιρείες παροχής σιδηροδρομικών υπηρεσιών την προμήθεια και εγκατάσταση του συστήματος συνεχούς και αξιόπιστης ραδιοεπικοινωνίας GSM – R, συνιστά παράλειψη οφειλόμενης ενέργειας που συνδέεται αιτιωδώς με το δυστύχημα στα Τέμπη, καθώς απέκλεισε στη συγκεκριμένη περίπτωση τη δυνατότητα επικοινωνίας του σταθμάρχη Λάρισας με τους δυο μηχανοδηγούς αλλά και των δυο μηχανοδηγών μεταξύ τους.
Το σύστημα είχε εγκατασταθεί μόλις το 2018 και μόνο για το Τμήμα Κιάτο – Αθήνα – Θεσσαλονίκη – Προμαχώνας στις γραμμές του ΟΣΕ και στο τροχαίο υλικό που ήταν τότε στην ιδιοκτησία της ΤΡΑΙΝΟΣΕ αλλά εκκρεμούσε η εγκατάστασή του σε μέρος του τροχαίου υλικού της Hellenic Train. Αν η τελευταία αυτή εκκρεμότητα είχε ολοκληρωθεί, τότε είναι πολύ πιθανό ο μηχανοδηγός του IC 62 να είχε επικοινωνήσει με τον Σταθμάρχη Λάρισας αλλά και με τον μηχανοδηγό του αντιθέτως και επί της ίδιας γραμμής κινούμενου εμπορικού συρμού 63503, αφού το πιθανότερο είναι ότι θα είχε ακούσει την αναγγελία που δόθηκε για την αναχώρηση του εμπορικού στη γραμμή καθόδου προς Λάρισα, κάτι που θα μπορούσε να συμβάλει στην αποτροπή του δυστυχήματος.
– Ακόμη με ευθύνη των αρμόδιων Υπουργών δεν μερίμνησαν στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων ώστε να λειτουργεί ομαλά και απρόσκοπτα το Κέντρο Ελέγχου Λάρισας το οποίο ήταν εγκατεστημένο στη θέση Ζάχαρη και είχε την δυνατότητα να επιβλέπει την κυκλοφορία των συρμών έστω σε τοπικό επίπεδο. Ήδη από την αρχή της λειτουργίας του κατά το έτος 2004 εμφάνιζε συνεχώς προβλήματα με αποτέλεσμα να μην παρέχει την απαιτούμενη ασφάλεια και αξιοπιστία. Ειδικότερα δε μετά από την καταστροφή του λόγω πυρκαγιάς το 2019 ουδέποτε επισκευάστηκε, με αποτέλεσμα την ημέρα του δυστυχήματος να λείπει μια ακόμη ασφαλιστική δικλείδα που θα μπορούσε πιθανά να διαγνώσει το λάθος του Σταθμάρχη και να αποτρέψει το δυστύχημα.
– Επίσης, μέχρι το 2020 ήταν σε λειτουργία στα κεντρικά γραφεία του ΟΣΕ (επί της οδού Καρόλου) στην Αθήνα, το αποκαλούμενο δευτεροβάθμιο όργανο ελέγχου και ρύθμισης της κυκλοφορίας το συντονιστικό όργανο του ΟΣΕ και της HELLENIC TRAIN ώστε να εξασφαλίζεται άμεση διασύνδεση και συντονισμός, αποτελούμενο από ένας σταθμάρχη, έναν προϊστάμενο αμαξοστοιχίας και ένα στέλεχος από τα μηχανοστάσια. Το συγκεκριμένο όργανο, με βάση φωνητικές πληροφορίες που περιέρχονταν σε αυτό (είτε μέσω του συστήματος GSM – R μετά το 2018, είτε με τα ραδιοβοηθήματα του ΟΣΕ παλιότερα είτε ακόμη με μια χρήση σταθερής τηλεφωνίας), σημείωνε επί χάρτου και αποτύπωνε με ακρίβεια τη θέση και την πορεία κίνησης του κάθε συρμού. Αν λειτουργούσε την ημέρα του δυστυχήματος – εγκλήματος, θα αποτελούσε πρόσθετη ασφαλιστική δικλείδα, που θα έδινε πιθανόν τη δυνατότητα παρακολούθησης της πορείας των δύο συρμών. Συνεπώς, η παράλειψη των αρμόδιων υπηρεσιακών παραγόντων του ΟΣΕ να διατηρούν σε λειτουργία το πιο πάνω δευτεροβάθμιο όργανο ελέγχου και ρύθμισης της κυκλοφορίας συντέλεσε και αυτό καθοριστικά στην άρση των όρων ασφαλούς διεξαγωγής της σιδηροδρομικής συγκοινωνίας. Ενώ η εξέλιξη αυτή ήταν σε γνώση των αρμοδίων Υπουργών από το 2020, εντούτοις αυτοί παρέλειψαν να ασκήσουν τον εκ του νόμου επιβαλλόμενο έλεγχο και την εποπτεία στον ΟΣΕ, ώστε να συνεχίσει την λειτουργία του το πιο πάνω όργανο, ενώ η παράλειψή τους αυτή συνδέεται αιτιωδώς με το δυστύχημα – έγκλημα, καθώς θα αποτελούσε πρόσθετο και επαρκή όρο για την αποτροπή του.
Αλλά και ως προς τη στελέχωση, εκπαίδευση κλπ του απαραίτητου προσωπικού, όλοι οι Υπουργοί παρά την ιδιαίτερη νομική υποχρέωση που είχαν λόγω της θέσης τους για την ορθή εποπτεία των οργανισμών που ήταν επιφορτισμένοι με την ασφάλεια της σιδηροδρομικής κυκλοφορίας και συγκεκριμένα του ΟΣΕ, της ΤΡΑΙΝΟΣΕ και της ΡΑΣ όχι μόνο δεν μερίμνησαν αλλά αντίθετα παρέλειψαν (στη βάση των συγκεκριμένων πολιτικών επιλογών που αναφέραμε παραπάνω) να τους στελεχώσουν με επαρκές και εξειδικευμένο προσωπικό ώστε να διασφαλιστεί η ορθή και ομαλή λειτουργία τους:
– στα πλαίσια του προγράμματος μείωσης του προσωπικού στον ΟΣΕ τις τελευταίες δεκαετίες περιορίστηκε καταλυτικά ο απαιτούμενος αριθμός προσωπικού για την ασφαλή διεξαγωγή των σιδηροδρομικών μεταφορών. Όπως επισημαίνεται και στο πόρισμα της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων μειώθηκε δραματικά ο αριθμός των σταθμαρχών, με συνέπεια, τη λειτουργία των σταθμαρχείου Λάρισας με έναν μόνο σταθμάρχη στη βραδινή βάρδια, δηλαδή το χρόνο του δυστυχήματος – εγκλήματος, ενώ η ταυτόχρονη λειτουργία του με δύο σταθμάρχες απομακρύνει δραστικά τον κίνδυνο λάθους, όπως διαπιστώνει και η ίδια η Επιτροπή. Συνεπώς, η παράλειψη του κάθε Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών να μεριμνήσει με συγκεκριμένες πράξεις και ενέργειες στην κάλυψη όλων των θέσεων σταθμαρχών, ώστε κάθε βάρδια να λειτουργεί με βάση τους κανόνες ασφαλείας με δυο σταθμάρχες, συνιστά ουσιαστικά εγκληματική αδιαφορία και συνέχεται αιτωδώς με την αύξηση του κινδύνου πρόκλησης σιδηροδρομικού ατυχήματος, όπως ακριβώς συνέβη στα Τέμπη.
– Επίσης οι αρμόδιοι Υπουργοί παρέλειπαν να ασκήσουν τον απαιτούμενο έλεγχο για τη διαπίστωση της επάρκειας του προσωπικού, αλλά και αυστηρότερους ελέγχους σχετικά με την επάρκεια και καταλληλότητα του προσωπικού ασφαλείας και τη στελέχωση των αντίστοιχων υπηρεσιών. Οι παραπάνω υποχρεωτικοί έλεγχοι έπρεπε να είναι επιτακτικότεροι, ενόψει του ότι, όπως προαναφέρθηκε, ήταν σε γνώση τους η καθυστέρηση στην εγκατάσταση και λειτουργία των ηλεκτρονικών συστημάτων ασφαλείας, κάτι που σημαίνει ότι πλέον η ασφάλεια της σιδηροδρομικής συγκοινωνίας ήταν αποκλειστικό έργο των υπαλλήλων του ΟΣΕ και οι αρμόδιοι Υπουργοί όφειλαν να μεριμνήσουν για την εξάλειψη κάθε πιθανότητας ανθρώπινου σφάλματος.
Αντίθετα, δεν προέβησαν σε καμία τέτοια ενέργεια φτάνοντας στο σημείο σχετικά με την επιλογή του προσωπικού ασφαλείας και ιδίως των σταθμαρχών τα τελευταία χρόνια να διαπιστώνεται με τον πιο επίσημο τρόπο η μη τήρηση βασικών κανόνων επιλογής και εκπαίδευσης του προσωπικού. Ειδικότερα, η Ρυθμιστική Αρχή Σιδηροδρόμων (Ρ.Α.Σ.) στην απόφαση της Ολομέλειάς της με αριθμό 24/2023 μετά από έρευνα του κύκλου εκπαίδευσης του Προσωπικού Κλάδου Κυκλοφορίας στον οποίο συμμετείχε ο σταθμάρχης που εμπλέκεται στο δυστύχημα της 28ης Φλεβάρη, αποφάσισε τη λήψη έκτακτων προσωρινών μέτρων λόγω σοβαρών ενδείξεων παράβασης όρων της σιδηροδρομικής νομοθεσίας κατά την εκπαίδευση των παραπάνω αναφερόμενων σταθμαρχών, εντοπίζοντας, λόγω της παράβασης, άμεση, σοβαρή και επικείμενη απειλή για τη δημόσια ασφάλεια. Με την απόφαση αυτή η ΡΑΣ υποχρέωσε τον ΟΣΕ να μην απασχολεί σε θέσεις κρίσιμων καθηκόντων ασφάλειας, όπως αυτές ορίζονται στον Εκτελεστικό Κανονισμό της Επιτροπής της 16ης Μαΐου 2019 σχετικά με την τεχνική προδιαγραφή διαλειτουργικότητας για το υποσύστημα “διεξαγωγή και διαχείριση της κυκλοφορίας” του σιδηροδρομικού συστήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το σύνολο των υποψηφίων σταθμαρχών οι οποίοι μετείχαν στη “Βασική Εκπαίδευση Προσωπικού Κλάδου Κυκλοφορίας (Σταθμάρχες)” με κωδ. 22075 και 22076, αφού η επιλογή και κατάρτιση του προσωπικού αυτού δεν ήταν σύμφωνη με τους εθνικούς και ευρωπαϊκούς κανονισμούς και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό, ώστε η Ρ.Α.Σ. να θεωρεί ότι η απασχόλησή τους σε κρίσιμες θέσεις να είναι επικίνδυνη.
Αποτέλεσμα όλων αυτών των παραλείψεων – πολιτικών επιλογών στον αριθμό των εργαζομένων, τα ωράρια και την εκπαίδευσή τους, στους ρυθμούς εγκατάστασης των σύγχρονων συστημάτων ασφαλείας και την υλοποίηση σχετικών συμβάσεων, στη συντήρηση στις υποδομές, δημιουργήθηκαν τα προβλήματα, τα κενά και οι ελλείψεις που αυξάνουν την πιθανότητα και τις συνέπειες του “ανθρώπινου λάθους”. Αποτέλεσμα όλων των παραλείψεων ήταν – τελικά – το έγκλημα στα Τέμπη αλλά και τα δεκάδες προηγούμενα σιδηροδρομικά ατυχήματα. Είναι προφανές ότι αυτές οι παραλείψεις των αρμόδιων Υπουργών Υποδομών και Μεταφορών και των διοικήσεων των εποπτευόμενων από αυτούς οργανισμών επέδρασαν στην πρόκληση του δυστυχήματος στα Τέμπη, αφού, θα μπορούσαν με ενέργειές τους να είχαν εξαλειφθεί οι κίνδυνοι που συνδέονται με τις πιο πάνω ελλείψεις και να είχε αποτραπεί το δυστύχημα.
Με δεδομένο ότι οι ελλείψεις στα συστήματα ασφαλείας και η αδυναμία αποφυγής του ανθρώπινου λάθους ήταν σε γνώση – λόγω της θέσης τους – των αρμόδιων Υπουργών Υποδομών και Μεταφορών, ανακύπτει ζήτημα όχι απλά αμέλειάς τους αλλά συμπεριφοράς που μπορεί να θεωρηθεί ότι τελέσθηκε με ενδεχόμενο δόλο (σύμφωνα με τον Ποινικό Κώδικα με ενδεχόμενο δόλο πράττει εκείνος, που προβλέπει το εγκληματικό αποτέλεσμα ως δυνατή συνέπεια της πράξης του και το “αποδέχεται”, βλ, και ΟλΑΠ 4/2010, ΟλΑΠ 8/2005, ΑΠ 77/2021, ΑΠ 1446/2018, ΑΠ 297/2007), αφού αποδέχονταν στην πραγματικότητα με τη στάση τους αυτή την αυξημένη πιθανότητα πρόκλησης θανατηφόρου σιδηροδρομικού δυστυχήματος. ‘Αλλωστε σχετικά ατυχήματα – με θανάτους αλλά και σοβαρούς τραυματισμούς – γίνονταν επανειλημμένα όλα αυτά τα χρόνια. Ότι ήταν σε πλήρη γνώση τους αυξημένη η πιθανότητα πρόκλησης θανατηφόρου σιδηροδρομικού δυστυχήματος επιβεβαιώνεται ενδεικτικά από τα έγγραφα που συνέταξαν, δημοσιοποίησαν και απέστειλαν αρμοδίως:
α) η Πανελλήνια Ομοσπονδία Σιδηροδρομικών (ΠΟΣ) και συγκεκριμένα η αίτηση ακύρωσης της 22.5.2013 κατά της ιδιωτικοποίηση της ΤΡΑΙΝΟΣΕ, η επιστολή της 11.12.2015, το εξώδικο της 21.12.2015, η ανακοίνωση της 12.7.2016 κοκ όπου επισημαίνονται τα κενά σε θέματα ασφάλειας, οι επαπειλούμενοι κίνδυνοι και απαιτείται η λήψη των αναγκαίων μέτρων.
β) η “Πανελλήνια Ένωση Προσωπικού Έλξης” και συγκεκριμένα το εξώδικο της 14.12.2015, το δελτίο τύπου της 23.12.2015, η επιστολή της 26.8.2020, το εξώδικο της 7.9.2021, το εξώδικο της 31.10.2022, το εξώδικο της 8.3.2022 κοκ. Με τα έγγραφα αυτά οι μηχανοδηγοί επισημαίνουν και τονίζουν τις ελλείψεις σε θέματα σιδηροδρομικής ασφάλειας και ζητούν να ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα που θα διασφαλίσουν την ασφάλεια και υγεία των εργαζομένων και των μετακινουμένων.
γ) ο Φίλιππος Τσαλίδης, Διευθύνων Σύμβουλος της ΤΡΑΙΝΟΣΕ από τον Μάρτιο του 2016 ως τις 14 Σεπτεμβρίου του 2021, με επιστολή του προς το υπουργείο στις 6 Σεπτέμβρη 2021, με θέμα «σοβαρά λειτουργικά προβλήματα του ελληνικού σιδηροδρόμου». Η επιστολή απευθυνόταν στον πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο του ΟΣΕ, Σπύρο Πατέρα, με πρώτο όνομα στην κοινοποίηση αυτό του Κώστα Καραμανλή και δεύτερο του τότε υφυπουργού Υποδομών και Μεταφορών, Μιχάλη Παπαδόπουλου. Ενήμερη ήταν και η πρόεδρος της ΡΑΣ, Ιωάννα Τσιαπαρίκου. Στο «εμπιστευτικό», όπως αναφέρεται στα σχετικά δημοσιεύματα, έγγραφο, αναφερόταν ότι «τα προβλήματα οδηγούν σε μονοδρομήσεις γραμμών, καθιστώντας περισσότερο πιθανά τα ανθρώπινα λάθη με απρόβλεπτες συνέπειες». Αφορμή δε για την επιστολή ήταν δύο ατυχήματα που είχαν συμβεί τον Αύγουστο του 2021 στον Δομοκό και τη Λευκοθέα Σερρών.
δ) η μόλις 20 μέρες πριν το έγκλημα στα Τέμπη ανακοίνωση της «Δημοκρατικής Ενωτικής Συνδικαλιστικής Κίνησης» Σιδηροδρομικών (ΔΕΣΚ) όπου μετά από αλλεπάλληλες σχετικές ανακοινώσεις, έκρουε τον κώδωνα του κινδύνου για την κατάσταση που επικρατεί στον σιδηρόδρομο επισημαίνοντας χαρακτηριστικά: «Είναι πλέον εξοργιστικό αυτά να αποτελούν σχεδόν καθημερινό φαινόμενο και να μην παίρνεται κανένα ουσιαστικό μέτρο, να μη δρομολογείται καμία βελτίωση στην υποδομή και λειτουργία, να μην ελέγχονται οι εμπλεκόμενοι φορείς και να μην αναζητούνται ευθύνες. Όπως οι προηγούμενες κυβερνήσεις έτσι και η σημερινή έχει άλλες προτεραιότητες και όχι την ασφαλή μετακίνηση των πολιτών. Αντιλαμβάνονται την ασφάλεια ως κόστος.(…) Δεν θα περιμένουμε το δυστύχημα που έρχεται, για να τους δούμε να χύνουν κροκοδείλια δάκρυα κάνοντας διαπιστώσεις.
Επομένως, οι αρμόδιοι Υπουργοί και οι διοικήσεις των εποπτευόμενων απ’ αυτούς φορέων ήταν σε γνώση όλων των ελλείψεων στα συστήματα ασφαλείας και της ελλιπούς στελέχωσης των επιφορτισμένων με την ασφαλή διεξαγωγή των σιδηροδρομικών συγκοινωνιών υπηρεσιών. Αυτές οι ελλείψεις προκάλεσαν μια σειρά ατυχήματα μέχρι το έγκλημα στα Τέμπη, με τους συγκεκριμένους υπουργούς να αδιαφορούν, να μην προβαίνουν σε καμία ενέργεια λήψης των απαραίτητων μέτρων, αποδεχόμενοι έτσι την πιθανότητα πρόκλησης θανατηφόρου σιδηροδρομικού δυστυχήματος.
Επίσης για όλους τους ως άνω υπουργούς, υπάρχουν και ποινικές ευθύνες για το κακουργηματικό αδίκημα της θανατηφόρου έκθεσης, ακριβώς επειδή ήταν σε γνώση τους, λόγω της θέσης και των σχετικών καθηκόντων τους, οι ελλείψεις και τα κενά στα ζητήματα ασφάλειας του σιδηροδρομικού δικτύου, που συνδέονται αιτιωδώς, τόσο με το συγκεκριμένο δυστύχημα όσο και με πλήθος άλλων που συνέβησαν στο παρελθόν (θανατηφόρο ατύχημα στο ‘Αδενδρο το 2017, επαναλαμβανόμενοι εκτροχιασμοί με απλές έως βαριές σωματικές βλάβες κοκ) και παρολαυτά όχι μόνο δεν προειδοποιούσαν αλλά αντίθετα διαβεβαίωναν για την ασφαλή χρήση του.
Κατ΄ επέκταση θεμελιώνεται και το αδίκημα της παράβασης καθήκοντος αφού οι αρμόδιοι υπουργοί Υποδομών και Μεταφορών οι οποίοι είχαν την εποπτεία του ΟΣΕ και της ΕΡΓΟΣΕ, παρέλειψαν σκοπίμως να επιβλέψουν τον τρόπο ανάθεσης των έργων αυτών με σκοπό να εξυπηρετήσουν τους μεγάλους επιχειρηματικούς κολοσσούς. Είναι χαρακτηριστικό ότι, όπως προέκυψε από τις εργασίες της Εξεταστικής Επιτροπής αλλά σύμφωνα και με το ίδιο το πόρισμα της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων τα έργα τα οποία ήταν αναγκαία για την εγκατάσταση των συστημάτων ασφαλείας στον ελληνικό σιδηρόδρομο αντί να είναι ενιαία, όπως θα έπρεπε, τελικώς κατατμήθηκαν με σκοπό να ικανοποιηθούν όσο το δυνατόν περισσότεροι επιχειρηματικοί όμιλοι με αποτέλεσμα να προκληθούν σοβαρά προβλήματα λειτουργικότητας και συμβατότητας.
Σοβαρά ζητήματα και ποινικές ευθύνες εγείρονται και από την αλλοίωση του τόπου του δυστυχήματος – εγκλήματος λίγες ημέρες μόλις μετά το συμβάν κατόπιν εντολών στελεχών της κυβέρνησης και της Περιφέρειας Θεσσαλίας υπήρξε. Συγκεκριμένα ειδικά συνεργεία με τη χρήση βαρέων μηχανημάτων, φορτηγών κτλ προέβησαν στην αφαίρεση χωμάτινων όγκων από το σημείο της σύγκρουσης και στην συνέχεια προχώρησαν στην επικάλυψη του χώρου με την επίστρωση υλικών που μεταφέρθηκαν από αλλού και συγκεκριμένα τόνους χαλικιού, ασφάλτου κτλ υπερκαλύπτοντας την έκταση όπου αναπτύχθηκε η φωτιά.
Η ως άνω παράνομη πράξη συνιστά αλλοίωση του χώρου του πολύνεκρου δυστυχήματος καθώς τελέστηκε πριν ακόμη επισκεφτούν το χώρο το κλιμάκιο της Χημικής Υπηρεσίας Λάρισας για δειγματοληψία υλικών που έλαβε χώρα στις 29-3-2023, πριν διοριστούν και προβούν σε αυτοψία οι τεχνικοί σύμβουλοι οικογενειών, δίχως να συντρέχει καμία περίπτωση κινδύνου για την δημόσια υγεία ή το περιβάλλον και δίχως την έγκριση των ανακριτικών αρχών. Απόρροια των ενεργειών αυτών ήταν να χαθεί πολύτιμο υλικό (χημικό και γενετικό) απαραίτητο για την σύνταξη της πραγματογνωμοσύνης που θα φώτιζε τα αίτια του δυστυχήματος και δη αυτά της έκρηξης που ακολούθησε της σύγκρουσης των τρένων. Κατ’ επέκταση από τις εργασίες της εξεταστικής προέκυψε ότι αρμόδια πολιτικά πρόσωπα που εμπλέκονται στις ως άνω παράνομες ενέργειες είναι μεταξύ άλλων οι Κ. Αγοραστός, τέως Περιφερειάρχης Θεσσαλίας και Χ. Τριαντόπουλος νυν υφυπουργός Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας.
Η παραπάνω εξέλιξη θεωρούμε ότι συνδέεται και με την καταγγελλόμενη – σύμφωνα με το πόρισμα των εμπειρογνωμόνων των συγγενών – απώλεια βιντεοληπτικού υλικού για την εμπορική αμαξοστοιχία. Όπως καταγγέλλεται στα αιτήματα που έχουν υποβληθεί οι απαντήσεις ήταν ότι είχε καταστραφεί το υλικό. Συνδέεται επίσης και χρήζει περαιτέρω διερεύνησης με το γεγονός της ισχυρότατης έκρηξης και της πυρκαγιάς που προήλθε από την σύγκρουση των δύο αμαξοστοιχιών η οποία και αποτέλεσε την βασική αιτία για τον θάνατο δια απανθρακώσεως πολλών εκ των 57 επιβατών. Η ύπαρξη της χημικής ουσίας ξυλολίου που ανευρέθηκε στον χώρο του δυστυχήματος προκαλεί σοβαρά ερωτηματικά για το φορτίο που πράγματι μετέφερε η εμπορική αμαξοστοιχία εάν λάβει κανείς υπόψη και τις δηλώσεις του πρώην Υπουργού Ρέππα περί «μαύρων βαγονιών». Σύμφωνα δε με δημοσιεύματα των τελευταίων ημερών πολλαπλασιάζονται τα ερωτηματικά για το τι πραγματικά μεταφερόταν στην αμαξοστοιχία και ενδεχομένως αποτελούν και μια εξήγηση για το εσπευσμένο της υπερκάλυψης με φερτά υλικά και αλλοίωσης του τόπου του εγκλήματος.
Θέτουμε συγκεκριμένα τις παραπάνω ποινικές ευθύνες (με δεδομένο ότι από την έρευνα της δικαιοσύνης πιθανά θα προκύψουν και άλλες) έχοντας υπόψη μας ότι μέρος αυτών έχει παραγραφεί λόγω της ευνοϊκής ποινικής μεταχείρισης που επιφυλάσσει στα μέλη της Κυβέρνησης το Σύνταγμα και ο νόμος περί ευθύνης Υπουργών. Γι’ αυτό άλλωστε και είναι διαχρονική η θέση του ΚΚΕ για κατάργηση των ευνοϊκών συνταγματικών διατάξεων για τα μέλη της Κυβέρνησης (άρθρο 86) καθώς και του νόμου περί ευθύνης Υπουργών ώστε να δικάζονται οι Υπουργοί όπως όλοι οι πολίτες. Αυτή τη θέση, που επανέλαβε το ΚΚΕ και στην τελευταία συνταγματική αναθεώρηση, απέρριψαν ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ.
Εκτός αυτού όμως με ευθύνη των κυβερνήσεων έχει διαμορφωθεί και ένα ευνοϊκό ποινικό πλαίσιο. Είναι χαρακτηριστικό ότι η έκθεση ατόμων σε κίνδυνο που προκαλεί βαριά σωματική βλάβη υποβιβάστηκε από κακούργημα σε πλημμέλημα με τους Ποινικούς Κώδικες της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ (που διατηρήθηκε φυσικά από την κυβέρνηση της ΝΔ).
Ενώ, ακριβώς επειδή και η παράβαση καθήκοντος είναι πλημμεληματικού χαρακτήρα με σύντομη πενταετή παραγραφή τελικά ποινικά υπεύθυνοι μπορούν να καταστούν μόνο οι τέως Υπουργοί Χ. Σπίρτζης και Κ. Καραμανλής. Αντίστοιχα, στο πόρισμα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας για τη Σύμβαση 717, οι ευθύνες περί απιστίας για τον πρώην Υπουργό Σπίρτζη έχουν παραγραφεί αφού είναι πλημμεληματικού χαρακτήρα.
Χωρίς να σταθούμε αναλυτικά, αντίστοιχες ποινικές ευθύνες, οι οποίες ήδη άλλωστε διερευνώνται από τον Εφέτη Ανακριτή Λάρισας, υπάρχουν και κατά άλλων κυβερνητικών στελεχών και στελεχών αρμόδιων κρατικών οργανισμών / ανεξάρτητων αρχών (ΟΣΕ, ΕΡΓΟΣΕ, ΡΑΣ) είτε βρίσκονταν σε επίπεδο διοίκησης ή διεύθυνσης, αναφορικά κυρίως με τις καθυστερήσεις στην υλοποίηση εκτέλεσης των συμβάσεων για την εγκατάσταση των συστημάτων ασφαλείας και την πιστοποίηση τους».
Το πόρισμα της Ελληνικής Λύσης: Ενώπιον της Δικαιοσύνης πολιτικές ηγεσίες από το 2012, στελέχη σιδηροδρόμου και εργολάβοι
Την άποψη ότι οι πολιτικές ηγεσίες του υπουργείου Μεταφορών, από το 2012 και εντεύθεν, μαζί με τους παράγοντες των σιδηροδρομικών εταιρειών και οι σχετικοί εργολάβοι «φέρουν την ανάλογη ποινική ευθύνη και θα πρέπει να αχθούν ενώπιον της Τακτικής Δικαιοσύνης» εξέφρασε ο βουλευτής της Ελληνικής Λύσης και μέλος της εξεταστικής επιτροπής για «τη διερεύνηση του εγκλήματος των Τεμπών», Παύλος Σαράκης.
Στο πόρισμά του που κατέθεσε σήμερα στην εξεταστική επιτροπή αναφέρει ότι «σύμφωνα με το σύνολο των διαπιστώσεων που έχουν εκφραστεί από τους ειδικούς, είναι αποδεδειγμένο και αδιαμφισβήτητο ότι:
- Δεν λειτουργούσε το GSMR.
- Δεν λειτουργούσε το ETCS σε καμία εκδοχή συνεισφοράς του ήδη από τον Ιούλιο του 2019.
- Δεν λειτουργούσε η Φωτοσήμανση.
- Δεν λειτουργούσε η Τηλεδιοίκηση.
- Υπολειτουργούσε ο Τοπικός Πίνακας Χειρισμών [..]»
Επιπλέον «ΕΠΙΣΗΜΩΣ δεν υπήρχαν Εθνικοί Κανόνες Ασφαλείας» ενώ «με βάση το πόρισμα των εμπειρογνωμόνων αλλά και τις δηλώσεις του ίδιου του κ.Μητσοτάκη, η σύγκρουση θα μπορούσε να αποφευχθεί με το ETCS σε λειτουργία (που είναι αναπόσπαστο τμήμα του ERTMS), το οποίο είναι όμως ταυτόχρονα και προϋπόθεση για να κινηθούν με 160km/h.»
«Κατά την άποψη της Ελληνικής Λύσης (παρά το γεγονός ότι έχει επέλθει παραγραφή πολλών αδικημάτων δυστυχώς), όλοι όσοι διετέλεσαν Υπουργοί αρμόδιοι για τις μεταφορές από το 2012 και εντεύθεν, μαζί με τους αρμόδιους Υφυπουργούς, Γενικούς Γραμματείς και υπηρεσιακούς παράγοντες των σχετικών Υπουργείων, τα διοικητικά στελέχη και οι διευθύνοντες σύμβουλοι του ΟΣΕ, της ΕΡΓΟΣΕ και της Hellenic Train, καθώς και οι εργόλαβοι που ανέλαβαν τα σχετικά έργα κατασκευής και συντήρησης, είτε συμμετείχαν με οποιαδήποτε ιδιότητα και τρόπο στα οικονομικά εγκλήματα, που ορισμένα εξ αυτών ήδη έχει αναδείξει η έρευνα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, είτε απλώς, ενώ σαφέστατα γνώριζαν τα παραπάνω, επιδίωξαν, ως απώτερο κίνητρο, να διατηρήσουν την υψηλά αμειβόμενη θέση τους και τα όποια προνόμια τους εξασφάλιζε η «ομερτά» προς τους ποικίλους ισχυρούς παράγοντες (πολιτικούς ή επιχειρηματικούς), που εμπλέκονταν στα ανωτέρω, φέρουν την ανάλογη ποινική ευθύνη και θα πρέπει να αχθούν ενώπιον της Τακτικής Δικαιοσύνης» τονίζει στο πόρισμά του ο βουλευτής Επικρατείας της Ελληνικής Λύσης, Π. Σαράκης.-
Το πόρισμα της Νέας Αριστεράς: Ζητά τη σύσταση προανακριτικής επιτροπής για τα Τέμπη
Η Νέα Αριστερά στο πόρισμα που κατέθεσε στην επιτροπή ζητά τη σύσταση προανακριτικής επιτροπής για τη διερεύνηση τυχόν εγκλημάτων που έχει τελέσει κατά την άσκηση των καθηκόντων του ο πρώην Υπουργός Υποδομών και Μεταφορών Κωνσταντίνος Καραμανλής. Στο ίδιο πόρισμα, μιλούν για παραμέληση του σιδηροδρόμοι αλλά και κατασπατάληση των πόρων. Από το 2019, όπως σημειώνουν, «εντοπίζεται δραματική κατάρρευση του σιδηρόδρομου, με αποκορύφωμα εν έτει 2023 να συγκρούονται μετωπικά τραίνα που κινούνται σε διπλή γραμμή».
Η Νέα Αριστερά, κατηγορεί τη Νέα Δημοκρατία ότι με ευθύνη της «εγκαταλείφθηκαν σταδιακά όλες οι δικλείδες ασφαλείας που θα μπορούσαν να έχουν αποτρέψει το τραγικό δυστύχημα: η τηλεδιοίκηση στη Λάρισα, που εκτός από οπτικό έλεγχο της γραμμής στην περιοχή, όταν λειτουργούσε, υπήρχε πάντα και δεύτερος σταθμάρχης. Το δευτεροβάθμιο κέντρο ελέγχου στην Καρόλου, το σύστημα ραδιοεπικοινωνίας GSM-R και φυσικά, η διαρκώς επιδεινώμενη κατάσταση στον ΟΣΕ, με αποκορύφωμα, την «προδήλως παράνομη» μετάταξη του μοιραίου σταθμάρχη». Σύμφωνα με την κοινοβουλευτική ομάδα, «σκοτεινό σημείο παραμένει η αιτία της μεγάλης πυρκαγιάς που προκλήθηκε κατά τη σύγκρουση, ενώ τα ευρήματα των εμπειρογνωμόνων συνηγορούν για ΄περίεργο΄ φορτίο της εμπορικής αμαξοστοιχίας. Αδιευκρίνιστο παραμένει το ποιος έδωσε την εντολή για ‘μπάζωμα’ του χώρου, με αποτέλεσμα να χαθούν πολύτιμα στοιχεία».
Τέλος, σημειώνουν πως «αποφασίστηκε από την κυβερνητική πλειοψηφία η μη διεύρυνση του καταλόγου των μαρτύρων – σε πλήρη αντίθεση με όσα μέχρι και εκείνη τη στιγμή διαβεβαίωνε, γεγονός που μας ανάγκασε να αποχωρήσουμε από την Εξεταστική Επιτροπή – και εν τοις πράγμασι ολοκληρώθηκαν πρόωρα οι εργασίες της Εξεταστικής Επιτροπής, εστάλη η ποινική δικογραφία από την Εισαγγελία Εφετών της Λάρισας, είναι αναμφισβήτητο ότι έχουν προκύψει νέα πραγματικά περιστατικά».