Παναγιωτόπουλος στο libre: Η ενότητα είναι αδιαπραγμάτευτη
Πολύς λόγος γίνεται στη δημόσια σφαίρα το τελευταίο διάστημα για το ενδεχόμενο διάσπασης του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, ειδικά από όλους αυτούς που δήθεν κόπτονται για τη λειτουργία και το μέλλον του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, όταν από το 2015 ξιφουλκούν εναντίον μας με επινοήσεις, fake news, προπαγάνδα και ανοίκειες επιθέσεις, όπως αυτές που είχε δεχθεί ο Αλέξης Τσίπρας παλαιότερα και ο Στέφανος Κασσελάκης από τότε που εξελέγη πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ.
Του Ανδρέα Παναγιωτόπουλου, Βουλευτή Αχαΐας-Τομεάρχη Υγείας ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ
Όλοι αυτοί που ενδύονται τον μανδύα του «φιλελεύθερου», αλλά δεν διστάζουν με ρατσιστικά σχόλια να δημιουργούν τοξικότητα, την οποία υποτίθεται ότι πολεμούν. Καταλαβαίνουμε, δηλαδή, ότι το ζήτημα της θρυλούμενης «διάσπασης» προέρχεται κατά κύριο λόγο από τα γνωστά «υπόγεια» και
«ρετιρέ» που δεν μπορούν ακόμη να χωνέψουν ότι κάποιοι μη εκλεκτοί τους κυβέρνησαν για τέσσερα χρόνια την Ελλάδα, εκπροσωπώντας τον λαό και την κοινωνία που καλύπτουν τον μεγάλο ενδιάμεσο προοδευτικό, αριστερό, δημοκρατικό χώρο.
Από την άλλη πλευρά θα στρουθοκαμηλίζαμε αν δεν παραδεχόμαστε τις παθογένειες που ενδημούν στο κόμμα μας, τόσο σε επίπεδο αντίληψης για τη σχέση ιδεολογίας-πολιτικής όσο και για την έξωθεν μαρτυρία και εικόνα μας. Όσον αφορά στον πρώτο ζήτημα, κανείς δεν μπορεί να ξεριζώσει την αριστερή ψυχή από τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, αλλά η συγκυρία της προηγούμενης δεκαετίας που μέσω του δημοκρατικού ριζοσπαστισμού και των δίκαιων προταγμάτων μας μάς έφερε στην κυβέρνηση, κατέδειξε με το πιο εμφαντικό τρόπο ότι η ζύμωση με την κοινωνία είναι αυτή που διαμορφώνει τις προτάσεις μας για τον τόπο.
Προτάσεις και θέσεις θεμελιωμένες στις αξίες της Αριστεράς και του δημοκρατικού σοσιαλισμού, συναρθρωμένες στη λειτουργία ενός σύγχρονου αριστερού συμμετοχικού κόμματος. Γι’ αυτό και όλοι μαζί συναποφασίσαμε τη μετάβαση σε ένα μαζικό κόμμα αρχών και μελών που θα συνομιλεί ανοιχτά με την κοινωνία χωρίς ιδεοληπτικούς αποκλεισμούς και οργανωμένο στη βάση των πραγματικών κοινωνικών και εθνικών αναγκών.
Αυτό συμφωνήσαμε και αυτό ακολουθήσαμε. Αυτός ήταν και ο λόγος που τα μέλη, παλαιά και νέα, συμμετείχαν αθρόα και απρόσμενα για όλες τις εκτός ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ «κασσάνδρες», στη διαδικασία για την εκλογή προέδρου. Κανείς δεν μπορεί να το αμφισβητήσει αυτό. Κεκτημένο που αποτελεί το εχέγγυο της ενότητας για την επόμενη μέρα. Ωστόσο, θα εθελοτυφλούσαμε αν δεν βλέπαμε τις όποιες αντιδράσεις, οι οποίες πολλές φορές εκφράζονται με έντονο λόγο και τρόπο. Για ένα κόμμα όμως της Αριστεράς, που ο πλουραλισμός των απόψεων είναι ίδιο συστατικό του και κινητήρια δύναμη, οι διαφωνίες είναι θεμιτές. Πόσω μάλλον για τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ που ανέκαθεν υπήρχαν τάσεις και
συνιστώσες, για τις οποίες μας κατηγορούσαν και τότε οι «καλοθελητές» αντίπαλοί μας.
Οπότε πραγματικά δεν μπορεί να γίνει αντιληπτό πώς μια εγγενής παράδοση στον ΣΥΡΙΖΑ και την Αριστερά ανακαλύφθηκε όψιμα ως «πυροδοτικός μηχανισμός» διάσπασης. Δεν μπορεί, επίσης, να γίνει αντιληπτό πώς όλοι εμείς, σε όποια θέση και αν βρισκόμαστε, που ομνύουμε στο κόμμα και τις δημοκρατικές συμμετοχικές διαδικασίες. θα τις κάνουμε «λάστιχο» και θα επιβεβαιώσουμε τα κακόβουλα σενάρια περί «λευκών απεργιών» κατ’ αρχάς και διάσπασης στη συνέχεια, όταν οι Έλληνες πολίτες μας έχουν εμπιστευθεί την εκπροσώπησή τους ως αξιωματική αντιπολίτευση.
Και αυτό είναι το πιο σημαντικό. Η αντιπολίτευση απέναντι στις νεοφιλελεύθερες και ανάλγητες πολιτικές της κυβέρνησης και του πρωθυπουργού, που νομίζουν ότι λόγω του ποσοστού που έλαβε το κόμμα τους στις προηγούμενες εκλογές μπορούν να κυβερνούν όπως θέλουν. Κι εδώ χρειάζεται να υπάρξει μια δομική ανασυγκρότηση που σχετίζεται τόσο με την κοινοβουλευτική διαδικασία όσο και με τη λειτουργία του κόμματός μας, καθώς και με την αμφίδρομη και αλληλοτροφοδοτούμενη μεταξύ τους σχέση.
Μέσα στο κόμμα μπορεί να εκφράζει ο καθένας την διαφορετική του άποψη, ωστόσο, η κοινωνία και οι πολίτες αποστρέφονται την αλλοπρόσαλλη γλώσσα. Ας συμφωνήσουμε λοιπόν ότι απέναντί μας είναι οι πολιτικές της Νέας Δημοκρατίας και των ακροδεξιών συνοδοιπόρων τους, ο αγώνας ενάντια στις κοινωνικές ανισότητες και τις παντός είδους διακρίσεις, η μάχη κατά της ακρίβειας και η προάσπιση των εθνικών μας συμφερόντων, και τότε θα κατανοήσουμε ότι η ενότητα είναι αδιαπραγμάτευτη.