Έμαθε ο Τσίπρας;- Τι μπορεί να πετύχει τώρα, υπό το βάρος της ήττας…
Τι σημαίνει “ανατροπή των δυσμενών συσχετισμών” στις εκλογές της 25ης Ιουνίου, όπως δήλωσε στην πρώτη συνεδρίαση της νέας εκλογικής επιτροπής του κόμματος ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ;
Επειδή θα ισοδυναμούσε με ένα νέο συμπαντικό bing bang να διεκδικήσει την εξουσία ένα κόμμα που έχασε πριν μερικές ημέρες περίπου 12 μονάδες και να καλύψει σε χρόνο ρεκόρ τις 20 μονάδες της απόστασης από το πρώτο, ανατροπή θα αποτελούσε λογικά μόνο η απώλεια της αυτοδυναμίας από τη Ν.Δ και η σημαντική βελτίωση της θέσης του ΣΥΡΙΖΑ ώστε να αναδειχθεί σε αξιωματική αντιπολίτευση και σε ικανή απόσταση από τον φλύαρα υπερφιλόδοξο τρίτο.
Εφόσον επιδιώκει ταυτόχρονα και τα δύο παραπάνω ο Αλέξης Τσίπρας και μάλιστα σε ασφυκτικό χρονικό πλαίσιο πρέπει να αντιμετωπίσει διλήμματα, ερωτήματα και αντιφάσεις:
-Απώλεια της αυτοδυναμίας από τη Ν.Δ οδηγεί σε τρίτες κάλπες, αφού ο μεν Νίκος Ανδρουλάκης δηλώνει πως δεν πρόκειται να συνεργαστεί με τον Κυριάκο Μητσοτάκη ακόμα κι αν συγκεντρώσει 149 βουλευτές, ο δε δεύτερος θεωρεί ρηχό τον πολιτικό λόγο του προέδρου του ΠΑΣΟΚ και τον παρομοιάζει με τον ΣΥΡΙΖΑ. Στελέχη της Κουμουνδούρου, μάλιστα, κάνουν λόγο για “κρυφή ατζέντα” τρίτης κάλπης από τη Ν.Δ. Η επιχειρηματολογία μάλλον ενισχύει το αφήγημα της Ν.Δ καθώς η συντριπτική πλειονότητα των ψηφοφόρων δεν θέλει περαιτέρω αβεβαιότητα και η παράτασή της προς μία τρίτη εκλογική αναμέτρηση κατακαλόκαιρο τον τρομάζει.
-Η κοινή αντίληψη για την αναμέτρηση της 25ης Ιουνίου είναι πως εκλέγουμε κυβέρνηση. Διεκδίκηση να εκλεγεί ασθενής κυβέρνηση (με οριακή αυτοδυναμία), ή να μην εκλεγεί κυβέρνηση δεν μπορούν να σταθούν λογικά. Επειδή, επιπλέον, δεν υπάρχει άλλο κόμμα που να είναι εφικτό να συγκεντρώσει ποσοστό τέτοιο ώστε να κυβερνήσει εκείνο.
-Το δε δίλημμα που τίθεται πως “στις επόμενες εκλογές κρίνεται ποιός και με ποιούς όρους θα διαχειριστεί τα 70 δισ του Ταμείου Ανάκαμψης” είναι ελάχιστα κατανοητό στους ψηφοφόρους. Αν και σε μεγάλο βαθμό κρίθηκε στις 21 Μαϊου όταν η Ν.Δ έλαβε 40,7%, ένα βήμα πριν την αυτοδυναμία σε συνθήκες απλής αναλογικής. Πόσο εύκολο είναι να αλλάξει άποψη ο μέσος ψηφοφόρος για κάτι που, είτε δεν το κατανόησε πριν μερικές ημέρες (με ευθύνη του ΣΥΡΙΖΑ), είτε αξιολόγησε πως θέλει να το διαχειριστεί η Ν.Δ.
Είναι αλήθεια πως ο Αλέξης Τσίπρας κάνει τώρα αρκετά πράγματα που θα έπρεπε να είχε κάνει στους πολλούς μήνες προετοιμασίας για τις κάλπες της 21ης Μαϊου. Αναδεικνύει το μετριοπαθέστερο και δημοφιλέστερο πολιτικό προσωπικό του κόμματός του, αυτό που έχει την ικανότητα να συνομιλήσει καλύτερα με το λεγόμενο κεντρώο εκλογικό ακροατήριο- εκεί, δηλαδή, όπου υπέστη την μεγαλύτερη συντριβή. Προσπαθεί να εξειδικεύσει το κυβερνητικό του αφήγημα, χωρίς την αμηχανία της πρότασης για κυβέρνηση συνεργασίας που ποτέ δεν υπήρξε. Και κινητοποιεί -επιτέλους- επαγγελματίες επικοινωνιολόγους και δημοσκόπους που μέχρι πριν λίγο καιρό δεν μπορούσαν να περάσουν ούτε έξω από τα γραφεία του κόμματος στην πλατεία Κουμουνδούρου.
Έχει, όμως, την πλάτη στον τοίχο και πολλά λάθη που τον στοιχειώνουν προσωπικά.
Είναι απορίας άξιο πώς, ένας τόσο χαρισματικός και εξωστρεφής πολιτικός, αυτός με την αδιαμεσολάβητη σχέση με τον απλό κόσμο και την δυνατότητα να κερδίζει τον συνομιλητή του σε τρία λεπτά, εγκλωβίστηκε σε ένα περιχαρακωμένο πλαίσιο όπου κυριαρχούσε η πολιτική αγοραφοβία, ο ναρκισισμός κάποιων συνεργατών του που “τα ήξεραν όλα” και ο αποκλεισμός οιουδήποτε μπορούσε να ταράξει την νιρβάνα της αυθεντίας και να αμφισβητήσει τα “δεδομένα”.
Έμαθε; Πρέπει να υποθέσουμε -από τις καθυστερημένες κινήσεις και την αυτοκριτική που διατύπωσε- πως όντως έμαθε. Είναι χρήσιμο αυτό το μάθημα; Θα είναι χρησιμότατο, όχι, όμως, για κάποια ανατροπή- αυτή είναι σχεδόν απίθανο να συμβεί-, αλλά για μία γενναία επανεκκίνηση που θα αξιοποιεί το αδιαμφισβήτητο πολιτικό του κεφάλαιο για να αποκαταστήσει μέρος της πολιτικής και θεσμικής ανισορροπίας που προκάλεσε το εκλογικό αποτέλεσμα της 21ης Μαϊου. Δεν είναι μικρός αυτός ο στόχος. Και πάντως είναι ο μόνος που φαντάζει εφικτός.
Αρκεί να υπερβεί ο ίδιος την “θαλπωρή” (και) εκείνων που ενίσχυαν την παραπλάνηση, υποτίθεται για να τον προστατεύσουν. Δεν φταίνε μόνο Κατρούγκαλοι, Φωτίου, Πολάκης και πολλοί άλλοι. Φταίνε και όσοι δίπλα του δεν τόλμησαν να πουν κρίσιμα “όχι”…