Κοντιάδης:Τυχόν παραβίαση του Συντάγματος μεγαλύτερη νίκη για τους νεοναζί από ότι η συμμετοχή τους στις εκλογές
«Προτεραιότητα έχει ο σεβασμός του Συντάγματος» τονίζει ο καθηγητής Δημοσίου Δικαίου Ξενοφών Κοντιάδης, καθώς «τυχόν παραβίαση του Συντάγματος για την αντιμετώπιση των εχθρών του θα αποτελούσε για τους νεοναζί μεγαλύτερη νίκη από ό,τι η συμμετοχή τους στις εκλογές». Για τον χρόνο που έρχεται η τροπολογία για το κόμμα Κασιδιάρη, ο κ. Κοντιάδης μιλώντας στο ieidiseis.gr σημειώνει ότι καθώς αφορά απαγόρευση συμμετοχής πολιτικών κομμάτων στις εκλογές, δύο εβδομάδες πριν από τη διάλυση της Βουλής, είναι αφενός «ασύμβατη με στοιχειώδεις αρχές καλής νομοθέτησης» και ταυτόχρονα «προκαλεί σοβαρά ερωτηματικά σε σχέση με τον σεβασμό της αρχής του κράτους Δικαίου».
Πρόκειται κατά τον ίδιο για «απροκάλυπτα φωτογραφική διάταξη με την οποία μεταβάλλεται ο δικαστικός σχηματισμός που θα κρίνει», προκαλώντας «εύλογα ερωτηματικά κατά πόσον η κυβέρνηση επιχειρεί με αυτό τον τρόπο να επηρεάσει τη δικαστική κρίση», καθώς η δικαστική ανεξαρτησία είναι θεμελιώδης απαίτηση. Χαρακτηρίζει «πρωτοφανή στα δικαστικά χρονικά» και ευθεία παρέμβαση στη λειτουργία του ανώτατου δικαστηρίου» την θεσμοθέτηση Ολομέλειας πολιτικού Τμήματος του ΑΠ, που μοιάζει να υπονοεί ότι η πενταμελής σύνθεση «δεν θα λάμβανε την “επιθυμητή” απόφαση».
- Τα δύο εξαιρετικά κρίσιμα ζητήματα που κρίνονται, όπως περιγράφει ο κ. Κοντιάδης, είναι αρχικά το αν είναι σύμφωνες με το Σύνταγμα οι διατάξεις περί απαγόρευσης συμμετοχής κομμάτων στις εκλογές που επιδιώκεται να τροποποιηθούν ξανά (μετά τον Φεβρουάριο και την αρχική ψήφιση το 2021). Στη συνέχεια και εφόσον κριθούν συνταγματικές, θα κριθεί αν εμπίπτει σε αυτές ή όχι το μόρφωμα Κασιδιάρη.
Ο κ. Κοντιάδης επαναλαμβάνει ταυτόχρονα ότι είναι ορατός ο κίνδυνος, λόγω της επιλογής της κυβέρνησης Μητσοτάκη να διατηρήσει την πρόβλεψη για ουσιαστική κρίση του δικαστηρίου για το αν υπάρχει «κρυφή, πραγματική ηγεσία» όπου μετέχουν καταδικασθέντες. «Παραμένει το ερώτημα πώς μέσα σε ελάχιστο χρόνο, μόλις σε τρεις μέρες και εν μέσω προεκλογικής περιόδου, με ανταλλαγή υπομνημάτων και αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων, θα διεξαχθεί μια δίκαιη δίκη, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και, επίσης, δεν θα εξελιχθεί η όλη διαδικασία σε μια ανέξοδη προεκλογική καμπάνια για ένα τέτοιο κόμμα», όπως υπογραμμίζει. Σε άλλο σημείο, προσθέτει ότι μια δικαστική διαμάχη τέτοιου είδους «κατ’ ουσίαν αποτελεί μια μεγάλη, δωρεάν καμπάνια υπέρ του κόμματος αυτού».
Τονίζει ότι το Σύνταγμα δεν προβλέπει τέτοιας φύσης απαγόρευση ή διάλυση κόμματος (άρθρο 29), ούτε στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων πριν υπάρξει αμετάκλητη δικαστική απόφαση (άρθρο 51). Παράλληλα, πάντως, περιγράφει μία «μετατόπιση από το φιλελεύθερο προς το ρεπουμπλικανικό μοντέλο δημοκρατίας, δηλαδή προς τη μαχόμενη δημοκρατία, που πολεμάει τους εχθρούς της με απαγορεύσεις και κυρώσεις», αφετηρία της οποίας ήταν η αναστολή καταβολής της κρατικής χρηματοδότησης του 2014. Η συγκεκριμένη νομοθετική ρύθμιση δεν κρίθηκε αντισυνταγματική.
«Κατά την άποψή μου είναι δικαιοκρατικά επισφαλής, τεχνικά ανέφικτη και πολιτικά αλυσιτελής η ανάθεση στη δικαστική εξουσία να αξιολογήσει επί της ουσίας αν ένα κόμμα υπηρετεί την ελεύθερη λειτουργία του πολιτεύματος ή αν πίσω από τη δεδηλωμένη ηγεσία του κόμματος υποκρύπτεται μια πραγματική ηγεσία από πρόσωπα καταδικασμένα στις συγκεκριμένες πράξεις, και μάλιστα όλα αυτά να καλείται ένα δικαστήριο να τα αξιολογήσει μέσα στον εξαιρετικά περιορισμένο χρόνο που μεσολαβεί από την υποβολή μέχρι την ανακήρυξη των συνδυασμών των κομμάτων», όπως λέει ο κ. Κοντιάδης.
- «Ανάμεσα στον εκλογικό αποκλεισμό των νεοναζί και τον σεβασμό του Συντάγματος, προτεραιότητα έχει ο σεβασμός του Συντάγματος. Ευκταίος είναι ο συνδυασμός και των δύο, όμως τυχόν παραβίαση του Συντάγματος για την αντιμετώπιση των εχθρών του θα αποτελούσε για τους νεοναζί μεγαλύτερη νίκη από ό,τι η συμμετοχή τους στις εκλογές», υπογραμμίζει σε άλλο σημείο.
Ο ίδιος τονίζει ότι στην πρόταση που είχε καταθέσει ο ίδιος όπως και άλλοι έγκριτοι νομικοί, η κρίσιμη διαφορά είναι το ότι το δικαστήριο δεν καλείται να προβεί σε σταθμίσεις και σε ουσιαστική κρίση. Απλώς πρέπει να διαπιστώσει αν ο πρόεδρος, ο γενικός γραμματέας, τα μέλη του κεντρικού οργάνου διοίκησης, ο νόμιμος εκπρόσωπος και οι υποψήφιοι βουλευτές του κόμματος έχουν καταδικαστεί για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση ή για τέλεση τρομοκρατικών πράξεων κατά τα άρθρα 187 και 187Α ΠΚ.
«Μια εναλλακτική λύση που σκέφτομαι, χωρίς να έχω προλάβει να την επεξεργαστώ, θα ήταν την απόφαση περί εκλογικού αποκλεισμού να λαμβάνει ένα πενταμελές δικαστικό συμβούλιο υπό την προεδρία του/της Προέδρου του Αρείου Πάγου, με τα λοιπά μέλη να κληρώνονται από το σύνολο των αρεοπαγιτών», ανέφερε εξάλλου ο ίδιος.