Τζορτζ Όσμπορν: Ποιος είναι και γιατί ο άνθρωπος – κλειδί για τα Γλυπτά του Παρθενώνα
Δεκάδες είναι καθημερινά τα ρεπορτάζ στον βρετανικό Τύπο σχετικά με την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα στη χώρα μας – Τι γράφει η Daily Mail για τον ρόλο του νέου προέδρου του βρετανικού Μουσείου και πρώην ΥΠΟΙΚ, Τζορτζ Όσμπορν στις διαπραγματεύσεις.
Το τελευταίο διάστημα στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος του βρετανικού Τύπου βρίσκεται ο Τζορτζ Όσμπορν και ο ρόλος που έχει διαδραματίσει, ως πρόεδρος του Βρετανικού Μουσείου, για τον «δανεισμό» των Γλυπτών στην Ελλάδα.
Μάλιστα η γνωστή βρετανική εφημερίδα Daily Mail αναφέρεται στον γενικότερο ρόλο που ο ίδιος θέλει να παίξει στο παγκόσμιο γίγνεσθαι. Όπως γράφει η βρετανικό ταμπλόιντ, ο Όσμπορν, ως πρόεδρος του Βρετανικού Μουσείου, φαίνεται να βρίσκεται στα πρόθυρα της σύναψης μιας συμφωνίας με την ελληνική κυβέρνηση, η οποία θα προέβλεπε την επιστροφή των Γλυπτών στην Ελλάδα και θα επέφερε την επίλυση μιας μακροχρόνιας πολιτιστικής διαμάχης.
Ο νόμος του Ηνωμένου Βασιλείου, ωστόσο, εμποδίζει το Βρετανικό Μουσείο να παραχωρήσει τα μάρμαρα, αλλά προτείνει να τα επαναπατρίσει ως μέρος ενός «μακροπρόθεσμου δανείου».
Το δημοσίευμα της Daily Mail.
Οι γρήγοροι ρυθμοί που φαίνεται να προχωρά αυτή συμφωνία έχει προκαλέσει ανησυχία σε ορισμένους σχολιαστές. Ο Όσμπορν άρχισε λίγο μετά την τοποθέτησή του στην θέση αυτή να πραγματοποιεί μυστικές συναντήσεις με την ελληνική κυβέρνηση για τον επαναπατρισμό των Γλυπτών του Παρθενώνα χωρίς να προηγηθεί κάποιου είδους δημόσια συζήτηση.
Δεν είναι λίγοι λοιπόν εκείνοι που θεωρούν ότι ότι αν επιστραφούν τελικά τα Γλυπτά, θα άνοιγε το κουτί της Πανδώρας με αποτέλεσμα και άλλες χώρες να διεκδικήσουν κάτι ανάλογο.
Ωστόσο, σύμφωνα με όσα έχουν γίνει γνωστά, το Βρετανικό Μουσείο επιμένει ότι μια συμφωνία με την Ελλάδα δεν θα «διέλυε τη μεγάλη συλλογή» και ότι το μουσείο θα διατηρήσει τη νόμιμη ιδιοκτησία των μαρμάρων — παρόλο που οι Έλληνες δεν αναγνωρίζουν τη βρετανική ιδιοκτησία.
Σύμφωνα πάντως με την Daily Mail, για τον Όσμπορν το πιο σημαντικό αυτήν τη στιγμή φαίνεται να είναι ότι θα μπορούσε να γίνει αυτός που επιστρέφει τα μάρμαρα στην Ελλάδα επιλύοντας μια… πολιτιστική διαμάχη 200 ετών γεγονός πουν θα του έδινε το εφαλτήριο για έναν ρόλο στην διεθνή πολιτική σκηνή όπως να γίνει διευθύνων σύμβουλος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου ή ο πρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας στην Ουάσιγκτον.
Ποιος είναι ο Τζορτζ Όσμπορν
Ο Τζορτζ Όσμπορν (γενν. 23 Μαΐου 1971) είναι Άγγλος πολιτικός του Συντηρητικού Κόμματος. Είναι πρώην βουλευτής και από το 2001 ως το 2017 εκπροσώπησε την εκλογική περιφέρεια του Τάττον στο Τσέσαϊρ της Βόρειας Αγγλίας (Tatton parliamentary constituency) και από το 2010 έως το 2016 διετέλεσε υπουργός Οικονομικών της Μεγάλης Βρετανίας.
Ο Τζορτζ Όσμπορν επελέγη ως σκιώδης υπουργός Οικονομικών από τον Μάικλ Χάουαρντ στον ανασχηματισμό της Σκιώδους Κυβέρνησης μετά από τις Γενικές Εκλογές του 2005.
Στη θέση αυτή παρέμεινε καθ’ όλη τη διάρκεια της πενταετίας ως τις εκλογές του 2010 υπό τον Ντέιβιντ Κάμερον. Με την ανάδειξη του Κάμερον στην πρωθυπουργία ανέλαβε Υπουργός Οικονομικών της Συγκυβέρνησης Συντηρητικών – Φιλελευθέρων Δημοκρατών.
Με τις εκλογές του 2015, όταν οι Συντηρητικοί κέρδισαν απόλυτη πλειοψηφία εδρών στη Βουλή, ο Τζορτζ Όσμπορν επαναδιορίστηκε στη θέση αυτή, στην οποία παρέμεινε μέχρι τον Ιούλιο του 2016 με την ανάδεξη της Τερέζα Μέι στην πρωθυπουργία.
Αναλαμβάνοντας το Υπουργείο Οικονομικών παρέλαβε μια οικονομία που είχε υποστεί καθίζηση στον απόηχο της οικονομικής κρίσης του 2007-2008. Το κυριότερο επίτευγμα ήταν η ανάκαμψη της βρετανικής οικονομίας, στα πλαίσια της οποίας η Βρετανία είδε σταθερούς ρυθμούς ανάπτυξης του ΑΕΠ και δραματική μείωση της ανεργίας, σε μια περίοδο που η ευρωπαϊκή ύπειρος ταλανιζόταν από συνεχή ύφεση και έκρηξη της ανεργίας, παρόλο που αυτή η ανάκαμψη ήταν αποτέλεσμα αμφιλεγόμενων πολιτικών και περικοπών.
Μια άλλη σημαντική πτυχή της θητείας του ήταν η έναρξη ενός μακρόπνοου σχεδίου οικονομικής αναζωογόνησης του Αγγλικού Βορρά, γνωστό ως “Northern Powerhouse”. Το 2017, μετά την θητεία του ως Υπουργός Οικονομικών, ανέλαβε διευθυντής της εφημερίδας London Evening Standard. Στις εκλογές του ίδιου έτους δεν έθεσε ξανά υποψηφιότητα.