Δημοσκόπηση: 8,5% (μίνιμουμ) σε υπερδεξιά και ακροδεξιά- Ευτυχώς που δεν υπάρχει μια…Μελόνι- Το δίλημμα Μαξίμου
Στην δημοσκόπηση της Pulse για τον Σκάϊ, καταγράφεται -μεταξύ άλλων που έχουν ενδιαφέρον- άθροισμα ποσοστών των υπερδεξιών και ακροδεξιών (ακόμα και νεοναζί μορφωμάτων) κομμάτων στο 8,5%. Ευλόγως μπορεί να εικάσει κανείς πως στις κάλπες αυτό το ποσοστό θα είναι αρκετά μεγαλύτερο, δεδομένου πως συνήθως τέτοια κόμματα υποεκτιμώνται στις μετρήσεις επειδή οι ερωτηθέντες αποφεύγουν να δηλώσουν την προτίμησή τους σε αυτά.
Σία Κοσιώνη, Παύλος Τσίμας, και ο διευθύνων σύμβουλους της Pulse Γιώργος Αράπογλου στάθηκαν αρκετά σε αυτό το εύρημα και άθροισαν την δυναμική αυτών των σχημάτων. Σωστό ή λάθος;
Η αλήθεια είναι πως η δυναμική της ακροδεξιάς που αποτυπώθηκε στις κάλπες σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες δημιουργεί κάποια νέα δεδομένα. Σε συνδυασμό με την κρίση τιμών ενέργειας, τον πληθωρισμό, τον πόλεμο, την αδράνεια της ΕΕ και πολλά άλλα που απαξιώνουν ενίοτε πολιτικά συστήματα, μοντέλα διακυβέρνησης και τους ίδιους τους θεσμούς (δημοκρατία).
Είναι γνωστό πως σε αρκετές μετρήσεις στην Βόρεια Ελλάδα, η Ελληνική Λύση του Κυριάκου Βελόπουλο καταγράφει ποσοστά κοντά ή και πάνω από το 10%! Το δε πιθανολογούμενο άθροισμα των Ελλήνων του Ηλία Κασιδιάρη με την “ορφανή” (η ηγεσία της, όπως και ο πρώτος, βρίσκονται στη φυλακή) Χρυσή Αυγή, ξεπερνά το 3% και είναι πιθανό να εκπροσωπηθεί στην επόμενη Βουλή. Στην υπερδεξιά, με συνθήματα όμορα με την ακροδεξιά για το μεταναστευτικό, την αστυνομική καταστολή, κ.ά, εντάσσεται και το σχήμα Φαήλου Κρανιδιώτη και Θάνου Τζήμερου, όπως και το δίδυμο της Πατρίδας (Μπογδάνος,Λατινοπούλου) που καταγράφεται στα “λοιπά κόμματα). Άρα, το 8,5% μπορεί σε εκλογικό χρόνο να είναι πάνω από 10%.
Το ο,τι κάποια από αυτά θα μείνουν εκτός Βουλής (δεν θα λάβουν το απαιτούμενο 3%) προκαλεί ικανοποίηση στην κυβέρνηση διότι χαμηλώνει το ποσοστό επίτευξης αυτοδυναμίας. Κακώς, γιατί η αντιστοίχηση της ακροδεξιάς ή των ακραίων της υπερδεξιάς στην κοινωνία πρέπει να προβληματίζει, είτε μπουν στη Βουλή κάποιοι απ΄ αυτούς, είτε όχι.
Από την άλλη, ίσως θα έπρεπε να μας χαροποιεί το γεγονός ότι στην Ελλάδα, η ακροδεξιά είναι διασπασμένη σε μορφώματα και καρικατούρες, και δεν διαθέτει ένα “λαμπερό” πρόσωπο που θα την ενώσει. Δεν υπάρχει μια Τζόρτζια Μελόνι, με φασιστικό παρελθόν και μακιγιαρισμένο -δήθεν συστημικό- παρόν.
Όμως, αυτή η κατάσταση στα δεξιά της Δεξιάς, σε συνδυασμό με το υψηλό ποσοστό αναποφάσιστων (9%), και το κυνήγι της αυτοδυναμίας στο οποίο επιδίδεται η Ν.Δ -μη έχουσα δυνατότητα να βρει κυβερνητικό εταίρο-, ίσως αναγκάσει τον Κυριάκο Μητσοτάκη να μετακινηθεί ακόμα δεξιότερα σε κάποιες εκφάνσεις της πολιτικής του, την ώρα που θα προσπαθεί να κινείται και προς το κέντρο.
Δύσκολο εγχείρημα. Κάθε βήμα του πρωθυπουργού προς το κέντρο θα αφήνει, πιθανώς, ακάλυπτο έδαφος στα δεξιά για να εισχωρούν τα μικρά αυτά κόμματα. Και κάθε ανοιγμα προς την υπερδεξιά (ύμνοι στην αστυνομία και στραβά μάτια στην διαφθορά των αστυνομικών και την καταστολή, κ.ά), θα δίνει πόντους στην προσπάθεια διεύρυνσης του Αλέξη Τσίπρα, αλλά και σε αυτή του Νίκου Ανδρουλάκη να ελαχιστοποιήσει τις απώλειες του προς τη Ν.Δ.