Παιδοβιαστές της διπλανής πόρτας – Ο ρόλος της κοινωνίας, της αστυνομίας, των ΜΜΕ
Η δημοσιοποίηση των στοιχείων και της φωτογραφίας του άνδρα που κατηγορείται για βιασμό κατ’ εξακολούθηση ενός ανήλικου κοριτσιού συνοδεύτηκε από τις υποσχέσεις για «άπλετο φως» στην υπόθεση. Και «η ανάγκη προστασίας του κοινωνικού συνόλου από την εγκληματική δράση του κατηγορουμένου», ήταν εκείνη που οδήγησε στην εντολή των δικαστικών αρχών να δημοσιοποιηθεί μια φωτογραφία που συνοδευόταν από τα στοιχεία του ανθρώπου.
Του Χρόνη Διαμαντόπουλου
Ωστόσο το ερώτημα στο οποίο οφείλουν οι «καθ’ ύλην αρμόδιοι» να δώσουν άμεσα απάντηση είναι: Τι έκαναν οι αστυνομικές αρχές για να μη συμβεί αυτό το έγκλημα; Πώς έδρασαν προληπτικά; Πως παρακολουθούν μέσω του διαδικτύου παιδεραστές ή μήπως καλύτερα παιδοβιαστές;
Επί της ουσίας τώρα. Ο Μίχος δρούσε στο φως της ημέρας. Μέσα από εφαρμογές γνωστές – και – στην αστυνομία που υποτίθεται παρακολουθεί για να μη συμβαίνουν τέτοιου είδους εγκλήματα.
- Και αν λάβει κανείς υπόψη του την ανακοίνωση της αστυνομίας για όσα έκανε για την αποκάλυψη της υπόθεσης, τι ερευνούσαν οι αστυνομικοί για έναν μήνα μέχρι να αποδώσουν κατηγορίες, δίνοντας συγχρόνως την ευκαιρία στον δράστη να «σβήσει» τα ίχνη του και να ασκήσει πιέσεις για να μην γίνουν γνωστές οι πράξεις του;
Το σίγουρο είναι ότι το παιδί θα περάσει την υπόλοιπη ζωή του κουβαλώντας ένα βαθύ τραύμα. Οι άνθρωποι που το βίασαν θα μπουν στη φυλακή και πιθανότατα κάποια στιγμή να κυκλοφορήσουν ελεύθεροι.
- Η αστυνομία όμως πως δρα προληπτικά; Πως παρακολουθεί τους μαστροπούς που καλούν πελάτες μέσα από εφαρμογές για να βιάσουν ένα δωδεκάχρονο παιδί; Δεν έχει τα μέσα ή τους τρόπους; Δεν αξιολογεί τις καταγγελίες; Ποιος αποφασίζει για τις δωρεές και τις χορηγίες που κάνει κάποιος σ’ ένα αστυνομικό τμήμα; Μπορεί να γίνει αποδεκτή μια δωρεά ακόμη και συμβολικού χαρακτήρα;
Δεν υπάρχουν πολλοί τρόποι για να διαχειριστούν οι αρχές αυτή την υπόθεση.
- Ο πρώτος είναι ο κλασσικός. Της επικοινωνίας. Με δηλώσεις για την πάταξη του εγκλήματος, για την αύξηση των προβλεπόμενων ποινών για τέτοιου είδους εγκλήματα και συμβολικές πράξεις.
- Ο δεύτερος τρόπος είναι ο προφανής: Η παρουσίαση της αλήθειας, με το κόστος που θα έχει για όλους. Την οικογένεια του παιδιού, την κοινωνία της περιοχής, τους παιδοβιάστες και τις αστυνομικές αρχές. Για όλους.
Υπάρχει όμως και η παράμετρος των ΜΜΕ και του ρόλου τους. Που σε κάποιες περιπτώσεις υπερβαίνουν τα όρια και στο κυνήγι της «είδησης», παίρνουν το ρόλο του παιδοβιαστή. Κάνουν συνεντεύξεις με συγγενείς, εμφανίζουν το θύμα σε φωτογραφίες με μωσαϊκό, τάχατες για να μη το αναγνωρίσουν και κάποιοι κατασκηνώνουν έξω από το σπίτι της μικρής για να μας δώσουν την εικόνα.
- Η ΕΣΗΕΑ, ετεροχρονισμένα παρενέβη με ανακοίνωσή της ζητώντας την απομάκρυνση των συνεργείων των τηλεοπτικών σταθμών από το σπίτι του θύματος.
«Καλούμε τους διευθυντές ενημέρωσης των τηλεοπτικών σταθμών να αποσύρουν αμέσως τα τηλεοπτικά συνεργεία από το σπίτι του παιδιού και να απέχουν αυστηρά από τη δημοσιοποίηση κάθε πληροφορίας που μπορεί να οδηγήσει σε ταυτοποίηση της 12χρονης και εκ νέου θυματοποίησή της», γράφει η ανακοίνωση μεταξύ άλλων υπενθυμίζοντας ότι «η ευρωπαϊκή και η ελληνική νομοθεσία για τα ραδιοτηλεοπτικά προγράμματα, για την προστασία των προσωπικών δεδομένων, και βέβαια οι Αρχές Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας αλλά και οι διεθνείς Συμβάσεις για τα δικαιώματα του Παιδιού ορίζουν σαφώς ότι τα ΜΜΕ και οι δημοσιογράφοι έχουν υποχρέωση να προστατεύουν την παιδική ηλικία και να σέβονται την προσωπικότητα του ατόμου».
Μιλώντας για το θέμα με δικηγόρους και εκπροσώπους της ελληνικής αστυνομίας προκύπτει αυτό που συμβαίνει πάντα σε αυτές τις περιπτώσεις. «Πέφτουμε από τα σύννεφα»!
Κατάρρευση εικόνας πατροπαράδοτων προτύπων – Σύγκρουση εξουσιών
Η δικηγόρος Ζωή Αναστασοπούλου λέει ότι «ο 53χρονος της διπλανής πόρτας ακροβατούσε μεταξύ δύο κόσμων.
Ο ένας ο κόσμος της καλής έξωθεν μαρτυρίας: ο καλός οικογενειάρχης, ο σύζυγος αιρετής, ο σωστός επιχειρηματίας, ο καλός χριστιανός, ο συμμετοχικός στα θρησκευτικά του καθήκοντα, ο ευεργέτης, ο εξωστρεφής, ο υπερκοινωνικός, ο προβεβλημένος, ο ιδιαίτερα ενεργός στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ο πολιτικοποιημένος, ο οικονομικά εύρωστος, ο γιος καλής και ευκατάστατης οικογενείας της επαρχίας, ο υπεράνω πάσης υποψίας».
- «Ο άλλος ο κόσμος του ερέβους και της σκιάς: ο στυγνός εγκληματίας, ο διεστραμμένος παιδόφιλος, ο βιαστής, ο μαστροπός, ο καταστροφέας ζωών, ο αλλοτριωμένος, ο δυνάστης ψυχών και κορμιών, ο σκοτεινός θιασώτης του βρώμικου κέρδους της ντροπής, των στρεβλών απωθημένων, της αποκλίνουσας εξουσίας, της μαύρης ψυχής, της απόλυτης απαξίας, όπως τουλάχιστον προκύπτουν οι πληροφορίες από τον τύπο, διότι ας έχουμε υπόψη μας ότι δικονομικά ισχύει το τεκμήριο της αθωότητας».
Η ίδια αναρωτιέται: «Γιατί η ελληνική κοινωνία της μεταπολίτευσης πέτυχε στην εικόνα αλλά απέτυχε παταγωδώς στην ουσία; Γιατί έπλασε τέρατα καλής έξωθεν μαρτυρίας; Πόσα ψέματα λέει η ελληνική οικογένεια στον εαυτό της; Πόσους όρκους δίνει ενώπιον θεού και πόσους καταπατά κρυφίως; Γιατί τέτοια εμπλοκή του νέο Έλληνα με την σεξουαλικότητά του, την εξουσία, το παράνομο χρήμα και το γενετήσιο έγκλημα; Πού ερείδεται η ανάγκη του για αρρωστημένη επιβολή και κυριαρχία;»
Όπως εξηγεί σε σχέση με την υπόθεση «σαφώς θα ήταν άδικο για την ελληνική οικογένεια και κοινωνία να ενοχοποιηθούν συλλήβδην, ωστόσο τον 53χρονο και στις απάνθρωπες ορέξεις του, ως προκύπτει από την δημοσιογραφική έρευνα, ακολουθούν και άλλοι 214 μέχρι στιγμής, τουτέστιν 214 οικογένειες στη σέντρα, άρα μιλάμε περί τα 1.000 και παραπάνω πληττόμενα μέλη που θα στιγματιστούν και θα λογοδοτήσουν μη αναστρέψιμα».
«Όπως μη αναστρέψιμα στιγματίστηκε ψυχή τε και σώματι η ανήλικη 12χρονη και η οικογένειά της, που τελειωμό δεν έχει όπως φαίνεται η ταλαιπωρία της, καθώς τώρα έπεσε και στα γαμψά νύχια της είδησης που απαιτεί η κοινωνία ωτακουστής, η κοινωνία ηδονοβλεψίας, η κοινωνία δικαστής».
«Τι συμβαίνει όμως όταν τα δύο συνταγματικά κατοχυρωμένα αυτά δικαιώματα συγκρούονται μεταξύ τους. Όταν η ελεύθερη λειτουργία του Τύπου, όπως αυτή εκφράζεται ρητά µέσω του άρθρου 14 § 2 Σ. έρχεται σε σύγκρουση µε το αγαθό της προσωπικότητας» αναρωτιέται η κ. Αναστασοπούλου και εξηγεί στη συνέχεια:
«Η κατά το άρθρο 14 του Συντάγματος ελευθερία του Τύπου δεν είναι απόλυτη. Η ανάγκη προστασίας και άλλων εννόμων αγαθών που προστατεύονται από το Σύνταγμα επιβάλει και σε αυτόν που εκφράζει τους στοχασμούς του «δια του Τύπου» και κυρίως τους λειτουργούς του Τύπου, τους δημοσιογράφους, να τηρούν τους νόμους του κράτους. Και η γενική αυτή επιφύλαξη νόμου, που καθιερώνεται στην συνταγματική διάταξη έχει ιδιαίτερη σημασία στο πεδίο της προσωπικότητας. Όπως γίνεται δεκτό ως ‘‘νόμοι του κράτους’’ εννοούνται µόνο οι τυπικοί, γενικοί νόμοι, αυτοί δηλαδή που ψηφίζονται από την Βουλή κατά την νομοθετική διαδικασία και δεν στρέφονται κατά ορισμένου προσώπου (φυσικού ή νομικού) που εκφράζει τους στοχασμούς του δια του τύπου ούτε κατά ορισμένης γνώμης αλλά αντίθετα δεσμεύουν όλους τους φορείς του τύπου ώστε να προφυλαχτεί κάποιο άλλο έννομο αγαθό. Έτσι ως τέτοιοι περιορισμοί στην περίπτωση της ελευθεροτυπίας νοούνται όλοι οι ειδικοί περί τύπου νόμοι (ν.1092/1938, ν. 2328/95, ν. 2243/94, ν.1178/81 κλπ.) καθώς και οι νόμοι οι οποίοι περιέχουν ειδικές διατάξεις περί τύπου, όπως ο ν. 2472/97. Από το πλέγμα των διατάξεων αυτών, ιδιαίτερη σημασία έχουν εκείνες, οι οποίες προβλέπουν τις υποχρεώσεις και τις κυρώσεις που απειλούνται κάθε φορά που η λειτουργία του τύπου βλάπτει την τιμή και την υπόληψη κάποιου ατόμου. Έτσι από το πλέγμα των διατάξεων προκύπτει ότι σε περίπτωση προσβολής γεννάται υποχρέωση της διεύθυνσης της εφημερίδας ή του περιοδικού περί απάντησης και επανόρθωσης, οι εκπομπές όλων των τηλεοπτικών και ραδιοφωνικών σταθμών πρέπει να σέβονται την προσωπικότητα, την τιμή και την υπόληψη, τον ιδιωτικό και οικογενειακό βίο, την επαγγελματική, καλλιτεχνική, πολιτική ή άλλη συναφή δραστηριότητα κάθε προσώπου, η εικόνα του οποίου εμφανίζεται στην οθόνη ή το όνομα του οποίου ή στοιχεία επαρκή για τον προσδιορισμό του οποίου μεταδίδονται. Σε περίπτωση παραβίασης της υποχρέωσης αυτής, το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης αποφασίζει και επιβάλει κυρώσεις που ποικίλουν από συστάσεις έως και ανάκληση της άδειας λειτουργίας του σταθμού. Επιπλέον καθορίζονται και ειδικότεροι όροι της αστικής ευθύνης του τύπου. Τέλος αναφορά πρέπει να γίνει και στην συνταγματική κατοχύρωση πλέον του δικαιώματος απάντησης του θιγόμενου και της υποχρέωσης πλήρους και άμεσης επανόρθωσης του μέσου ενημέρωσης, κατ’ άρθρ. 14 Σ.
- Προκύπτει συνεπώς από το πνεύμα του νόμου ότι η προστασία της τιμής της υπόληψης και των άλλων αγαθών που απαρτίζουν το δικαίωμα της προσωπικότητας αποτελεί έναν από τους βασικότερους γενικούς περιορισμούς της ελευθερίας του Τύπου.
Εν κατακλείδι μια δημοκρατική κυβέρνηση μιας προηγμένης δημοκρατικής κοινωνίας, οφείλει να αναπτύξει γρήγορα ανακλαστικά στην δικαιοσύνη, στην πρόνοια, στην πρόληψη, οι δε πολίτες της στην αλληλεγγύη και στον σεβασμό της προσωπικότητας του ατόμου, αρνούμενοι οποιαδήποτε συμμετοχή τους στην υιοθέτηση τακτικών προσβολής της».
Ο Πρόεδρος της Ένωσης Αστυνομικών Υπαλλήλων νομού Αττικής, Γιώργος Καλλιακμάνης στον οποίο απευθυνθήκαμε για τον ρόλο της αστυνομίας μας είπε ότι «οι έρευνες της αστυνομίας, βάσει των αποτελεσμάτων που αναμένονται από την διερεύνηση των ηλεκτρονικών συσκευών και των τηλεφώνων των δυο πρώτων φερόμενων δραστών, δηλαδή του 53χρονου και του 42χρονου, εστιάζουν στο αν οι συγκεκριμένοι λειτουργούσαν μέσω οργανωμένου κυκλώματος, στο οποίο ίσως να συμμετείχαν και άλλα πρόσωπα, αν υπάρχουν συμμέτοχοι και ποιοι είναι, ποιοι γνώριζαν και φυσικά η ταυτοποίηση των ατόμων που ήρθαν σε επαφή με τον 53χρονο, που έκαναν πράξη τις αρρωστημένες τους ορέξεις με την 12χρονη, που αποπειράθηκαν ή έκαναν προπαρασκευαστικές πράξεις ή υπαναχώρησαν αφού πρώτα συναντήθηκαν».
Σύμφωνα με τον ίδιο «είναι δεδομένο ότι, ο 53χρονος φερόμενος ως δράστης δομούσε ένα συγκεκριμένο κοινωνικό προφίλ προκειμένου προφανώς να είναι αποδεκτός από το περιβάλλον του. Εγείρονται ερωτήματα που ίσως λάβουν και ποινικές διαστάσεις όσον αφορά το ρόλο κάποιων που ίσως είχαν αντιληφθεί συγκεκριμένες συμπεριφορές, όμως τις αποδέχονταν η σιωπούσαν. Η ελληνική αστυνομία εφιστά την προσοχή και ζητά σε όλες τις περιπτώσεις να ανοίγουν τα στόματα. Οι υπηρεσίες μπορούν να παρέμβουν όταν φτάσει η πληροφορία σε αυτές. Από την άλλη, θα πρέπει να αναζητηθούν τρόποι και δυνατότητες προκειμένου να ελεγχθούν όλες αυτές οι πλατφόρμες που λειτουργούν ανεξέλεγκτα στο διαδίκτυο έτσι ώστε όπου καταστεί αναγκαίο (ειδικά στις περιπτώσεις των ανηλίκων) να επεμβαίνουν άμεσα η αστυνομία και οι δικαστικές αρχές.
Ο ποινικολόγος και μέλος του ΔΣ του ΔΣΑ, Θεόδωρος Μαντάς, προτείνει «αυστηροποίηση… στην πρόληψη!»
Όπως λέει «τα τελευταία χρόνια ο σχηματισμός ποινικών δικογραφιών για εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας έχει προσλάβει ενδημικές διαστάσεις ανά την Επικράτεια. Προς την κατεύθυνση αυτή η Πολιτεία επέλεξε να αυστηροποιήσει τόσο το πλαίσιο των προβλεπόμενων ποινών όσο και τη λεγόμενη ‘‘πραγματική’’ έκτιση των ποινών εντός της φυλακής.
Η βασική τροποποίηση του άρθρου 336 του Ποινικού Κώδικα όπου και τυποποιείται το αδίκημα του βιασμού (για το οποίο προβλέπεται ποινή 10 έως 15 ετών) είναι η πρόβλεψη ποινής ισοβίου καθείρξεως αν η πράξη τελέστηκε από δύο ή περισσότερους δράστες που ενεργούσαν από κοινού ή είχε ως συνέπεια τον θάνατο του παθόντος ή αν ο παθών είναι ανήλικος. Σε αντίστοιχες τροποποιήσεις με βασικό προσανατολισμό την προστασία της ανηλικότητας σε συνδυασμό με τη γενετήσια ελευθερία προέβη ο νομοθέτης και σε λοιπά άρθρα του Ποινικού Κώδικα με χαρακτηριστικότερα παραδείγματα το άρθρο 339 (Γενετήσιες πράξεις με ανηλίκους ή ενώπιόν τους) και το άρθρο 342 (Κατάχρηση ανηλίκων).
Αναφορικά δε με την έκτιση των ποινών εντός της φυλακής, θεωρήθηκε ενδεδειγμένη λύση η επέκταση των κατώτατων χρονικών ορίων παραμονής του καταδικασθέντος στη φυλακή. Έτσι, σε περίπτωση που κάποιος καταδικασθεί για κάποιο κακούργημα που σχετίζεται με τη γενετήσια ελευθερία πρέπει να εκτίσει εντός της φυλακής τουλάχιστον τα 4/5 της ποινής του -σε αντίθεση με τα 3/5 για λοιπά αδικήματα- εκ των οποίων τα 3/5 αφορούν πραγματική έκτιση –σε αντίθεση με τα 2/5 για λοιπά αδικήματα-. Για να γίνει κατανοητό, αν κάποιος καταδικασθεί για το αδίκημα του βιασμού σε 15 χρόνια κάθειρξη θα εκτίσει υποχρεωτικά στη φυλακή τουλάχιστον 9 χρόνια και θα πρέπει να έχει συμπληρώσει επιπλέον 3 χρόνια σε ευεργετικά ημερομίσθια για να έχει τη δυνατότητα να αποφυλακισθεί υπό όρους κατά το άρθρο 105Β του Ποινικού Κώδικα.
Δυστυχώς, η εφαρμογή του Νέου Ποινικού Κώδικα με τα αυστηρότερα ποινικά πλαίσια που έχει υιοθετήσει κάθε άλλο παρά έχει αποθαρρύνει τους δράστες από την τέλεση ειδεχθών εγκλημάτων κατά της γενετήσιας ελευθερίας. Η συνεχής αυστηροποίηση των ποινών δεν αποτελεί παρά παραδοχή της Πολιτείας ότι δε μπορεί να αντιμετωπίσει την παραβατικότητα. Δικαιώνονται κατά αυτόν τον τρόπο οι φωνές που έκαναν λόγο για ανάγκη πρόληψης εκ μέρους της Πολιτείας και όχι καταστολής».