Προϋπολογισμός στο μικροσκόπιο – Κίνδυνοι, αβεβαιότητες, επιτεύγματα – Επισφάλειες για άνοδο κατανάλωσης, επενδύσεων, εξαγωγών
Έτος ανάκαμψής το 2022 κι έτος αβεβαιότητας το 2023. Αυτό αναφέρει η έκθεση του Γραφείου Προυπολογισμού της Βουλής σημειώνοντας χαρακτηριστικά πως «το Προσχέδιο Προϋπολογισμού 2023 κατατίθεται σε συνθήκες ταχύτερης από το αναμενόμενο οικονομικής μεγέθυνσης για το τρέχον έτος αλλά και έντονης αβεβαιότητας για το επόμενο».
Η έκθεση υπογραμμίζει πως «σε κάθε περίπτωση, οι κίνδυνοι και οι αβεβαιότητες που δημιουργούν οι διεθνείς συνθήκες καθιστούν ιδιαίτερα κρίσιμη τη διατήρηση της δημοσιονομικής αξιοπιστίας της χώρας μας ώστε να αποφύγει τις χειρότερες συνέπειες της διεθνούς οικονομικής αναταραχής».
Της Άννας Καραβοκύρη
Σύμφωνα με τα στοιχεία που περιγράφονται από το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής, το μακροοικονομικό σενάριο προβλέπει μεγέθυνση 5,3% για το 2022 και 2,1% για το 2023, ενώ ο πληθωρισμός, σύμφωνα με τον εναρμονισμένο δείκτη τιμών καταναλωτή, αναμένεται να διαμορφωθεί σε 8,8% το 2022 και 3,0% το 2023.
- Αυτό συνεπάγεται πως η ονομαστική μεγέθυνση του τρέχοντος έτους προβλέπεται στο 14,8% και του επόμενου στο 5,3%.
Παράλληλα, αναφέρει πως εκτός κρατικού προϋπολογισμού, όσον αφορά τα Νομικά Πρόσωπα, καταγράφεται μεγάλη αύξηση τόσο των εσόδων όσο και των δαπανών για το τρέχον αλλά και για το επόμενο έτος. Συγκεκριμένα, τα έσοδα των Νομικών Προσώπων αυξήθηκαν κατά 7,8 δις φέτος και θα αυξηθούν κατά 5,3 δις του χρόνου ενώ οι δαπάνες τους αυξήθηκαν κατά 8,8 δις φέτος και θα αυξηθούν άλλα 4,8 δις του χρόνου. Οι αυξήσεις αυτές οφείλονται στο Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης (ΤΕΜ) που χρηματοδοτείται από τα δικαιώματα ρύπων και το πλαφόν στη χονδρική τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος και συνεισφέρει στην επιδότηση της λιανικής τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος.
Σύμφωνα με τον Πίνακα 2.4 του Προσχεδίου, τα έσοδα του ΤΕΜ για το 2022 εκτιμώνται σε 7.464 δις και οι δαπάνες του για το ενεργειακό κόστος σε 9.533 δις. Όσον αφορά τους Οργανισμούς Κοινωνικής Ασφάλισης (ΟΚΑ), παρατηρείται μια σημαντική αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών του τρέχοντος έτους κατά 1 δις (εξαιτίας αφενός της αύξησης της απασχόλησης και αφετέρου της αύξησης του κατώτατου μισθού) που δεν αναμένεται να συνεχιστεί του χρόνου στον ίδιο βαθμό. Παράλληλα, καταγράφεται μια 3 σημαντική αύξηση των κοινωνικών παροχών (συμπεριλαμβάνονται και οι συντάξεις) των ΟΚΑ.
- Συγκεκριμένα, οι κοινωνικές παροχές αυξήθηκαν κατά 1,6 δις φέτος (τα 708 εκατ. προέρχονται από την αύξηση των συντάξεων) και θα αυξηθούν κατά 456 εκατ. του χρόνου με την αύξηση των συντάξεων να φτάνει τα 1,2 δις (λόγω της αναπροσαρμογής τους). Ο λόγος που η αύξηση των κοινωνικών παροχών υπολείπεται της αύξησης των συντάξεων είναι οι έκτακτες παροχές περίπου 800 εκατ. για την αντιμετώπιση του ενεργειακού κόστους που καταβάλλονται φέτος σε ευάλωτα νοικοκυριά και δεν προβλέπεται να καταβληθούν του χρόνου.
Με αυτά τα δεδομένα μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η επίτευξη του φετινού δημοσιονομικού στόχου είναι σχετικά ασφαλής, υπάρχουν ωστόσο σημαντικές αβεβαιότητες για τον στόχο του επόμενου έτους που προέρχονται τόσο από τις μακροοικονομικές επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας όσο και από τις τιμές των καυσίμων και ιδιαίτερα του φυσικού αερίου.
- Ειδικότερα, υπάρχει μεγάλη αβεβαιότητα όσον αφορά την προβλεπόμενη άνοδο της ιδιωτικής κατανάλωσης (1,3%), των επενδύσεων (16%) και των εξαγωγών (1,8%). Και οι τρεις συνιστώσες μπορεί να επηρεαστούν αρνητικά από την ενδεχόμενη συρρίκνωση του διαθέσιμου εισοδήματος, την περαιτέρω αύξηση των επιτοκίων δανεισμού και τις πιθανές απώλειες αγοραστικής δύναμης στους εμπορικούς εταίρους, είτε λόγω επιβράδυνσης/ύφεσης είτε λόγω πληθωρισμού.
Αν ο ρυθμός μεγέθυνσης είναι χαμηλότερος του αναμενόμενου, θα υπάρξουν αρνητικές συνέπειες στα δημόσια έσοδα, φορολογικά και ασφαλιστικά. Πιο σημαντικός, ωστόσο, είναι ο κίνδυνος από υψηλότερες του αναμενόμενου αυξήσεις στις τιμές των καυσίμων και του ηλεκτρικού ρεύματος που θα εντείνουν τις ανάγκες εισοδηματικών ενισχύσεων σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Μια τέτοια εξέλιξη θα μπορούσε να ανατρέψει τις σχετικές προβλέψεις δαπανών και να επιδεινώσει το δημοσιονομικό αποτέλεσμα.
«Θα πρέπει, συνεπώς, να υπάρχει ετοιμότητα ώστε, εάν προκύψουν πρόσθετες ανάγκες δαπανών πλέον του 1 δις του ειδικού αποθεματικού, να ληφθούν αντισταθμιστικά μέτρα που θα διασφαλίζουν τον δημοσιονομικό στόχο. Τέτοια μέτρα μπορούν είτε να είναι γενικά, όπως μια μείωση δαπανών ή αύξηση εσόδων σε άλλες κατηγορίες, είτε ειδικά στην αγορά ενέργειας, όπως μια αύξηση της φορολογίας των κερδοφόρων επιχειρήσεων ή, ισοδύναμα, μια μείωση στο πλαφόν της χονδρικής αγοράς ηλεκτρικού ρεύματος. Πρέπει να τονιστεί ότι ο υψηλός πληθωρισμός λειτουργεί και ευνοϊκά, τόσο στα δημόσια έσοδα όσο και στη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους. Ωστόσο, η ανοδική πορεία των επιτοκίων θα μπορούσε να αυξήσει σημαντικά το κόστος δανεισμού του Ελληνικού Δημοσίου και να δυσχεράνει την υλοποίηση της συνεχούς εκδοτικής παρουσίας στις διεθνείς αγορές κεφαλαίων. Σε κάθε περίπτωση, οι κίνδυνοι και οι αβεβαιότητες που δημιουργούν οι διεθνείς συνθήκες καθιστούν ιδιαίτερα κρίσιμη τη διατήρηση της δημοσιονομικής αξιοπιστίας της χώρας μας ώστε να αποφύγει τις χειρότερες συνέπειες της διεθνούς οικονομικής αναταραχής» αναφέρει χαρακτηριστικά η έκθεση.
Από την κυβέρνηση σημειώνουν ότι ο νέος προϋπολογισμός είναι ο πρώτος Κρατικός Προϋπολογισμός τα τελευταία δώδεκα έτη που καταρτίζεται εκτός του πλαισίου μνημονιακής επιτήρησης ή ενισχυμένης εποπτείας. «Το γεγονός αυτό καταδεικνύει την εθνική ευθύνη απέναντι στις θυσίες των πολιτών τα τελευταία δώδεκα έτη, αλλά και στη νέα γενιά» τονίζουν.
Το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης αναφέρει ότι οι βασικοί στόχοι του νέου Κρατικού Προυπολογισμού είναι:
- Η διατήρηση της αναπτυξιακής δυναμικής της χώρας τη στιγμή που ολόκληρη η Ευρώπη θα πιέζεται από υφεσιακές τάσεις εξαιτίας της ενεργειακής κρίσης. Εκτιμάται μάλιστα ότι η ανάπτυξη το 2023 θα διαμορφωθεί σε 2,1%, έναντι 1,4% κατά μέσο όρο στην Ευρωζώνη σύμφωνα με τις θερινές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και 0,9% σύμφωνα με τις προβλέψεις Σεπτεμβρίου 2022 της Ε.Κ.Τ..
- Η επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος 0,7% του Α.Ε.Π., από έλλειμμα 1,7% του Α.Ε.Π. που προβλέπεται για το 2022.
- Η υποχώρηση του πληθωρισμού στο 3%, έναντι 4% της Ευρωζώνης.
- Η υποχώρηση του χρέους της Γενικής Κυβέρνησης στο 161,6% του Α.Ε.Π. από 169,1% που αναμένεται να κλείσει στο τέλος του 2022.