Θερινές εκπτώσεις: 6 στις 10 επιχειρήσεις πήγαν καλύτερα από το 2021, όμως απέχουν αρκετά από το 2019
Καλύτερα από πέρσι στις θερινές εκπτώσεις οι εμπορικές επιχειρήσεις της Αθήνας, αλλά απέχουν αρκετά απ’ τα επίπεδα του 2019 – Έρευνα του Εμπορικού Συλλόγου Αθηνών – Δηλώσεις του προέδρου, Σταύρου Καφούνη
Έξι στις 10 εμπορικές επιχειρήσεις της Αθήνας είδαν φέτος καλύτερα ταμεία από το 2021, όμως αντίστοιχα 6 στις 10 απέχουν ακόμα αρκετά από το τελευταίο «κανονικό» 2019. Αυτό είναι ένα από τα βασικά ευρήματα της εξαμηνιαίας έρευνας του Εμπορικού Συλλόγου Αθηνών για την περίοδο των θερινών εκπτώσεων, που πραγματοποιήθηκε με τη συνεργασία του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και την επιστημονική επιμέλεια του καθηγητή Γ. Μπάλτα.
Με αφορμή τη σημερινή δημοσιοποίηση των στοιχείων της έρευνας, ο πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Αθηνών, Σταύρος Καφούνης δήλωσε:
«Η μεγάλη έρευνα για την εκπτωτική περίοδο, που έχει γίνει πλέον θεσμός, με ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα που ξεπέρασε τα 400 σημεία πώλησης, απεικονίζει απόλυτα την πραγματική κατάσταση στην αγορά και αποτελεί για μία ακόμα φορά ένα χρήσιμο εργαλείο στα χέρια μας.
Αυτοαπασχολούμενοι, μικρές, μεσαίες και μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στο κέντρο, τις συνοικίες της Αθήνας καθώς και στις περιφερειακές αγορές και σε όλα τα εμπορικά κέντρα (Malls), δίνουν το στίγμα του λιανεμπορίου σε αυτή τη δύσκολη καμπή, που η αγορά προσπαθεί να ανακάμψει κάτω από ειδικές συνθήκες και την πίεση του πληθωρισμού.
H γλώσσα των αριθμών κατέγραψε συνοπτικά, ότι 6 στους 10 είδαν φέτος καλύτερα ταμεία από το 2021, όμως αντίστοιχα 6 στους 10 απέχουν ακόμα αρκετά από το τελευταίο «κανονικό» 2019.
Επίσης, μία εξαιρετική πληροφορία που αποτυπώνει τις δυνατότητες προγραμματισμού για όλες τις επιχειρήσεις, έδειξε ότι μόνο τα μισά σημεία είδαν τις προσδοκίες – και άρα τον προγραμματισμό τους – να επιβεβαιώνεται, ενώ όπως όλοι περιμέναμε, σχεδόν 4 στα 10 σημεία επηρεάζονται σε μεγάλο βαθμό από τον τουρισμό.
Με αυτά τα δεδομένα, είναι ξεκάθαρο ότι πήγαμε καλύτερα από πέρσι, αλλά απέχουμε ακόμη αρκετά από το να ξεπεράσουμε το 2019, που αποτελεί για όλους τον μοναδικό στόχο. Ο τουρισμός αδιαμφισβήτητα συνεισφέρει στην αύξηση των πωλήσεων, αλλά δεν πρέπει να στηριζόμαστε μόνο σε αυτόν, γιατί όσο απομακρυνόμαστε από περιοχές με τουριστική ροή και βασιζόμαστε μόνο στην εγχώρια κατανάλωση, τόσο δυσκολεύει η κατάσταση. Συνεπώς, σε ένα ασταθές διεθνές περιβάλλον, με την εισαγόμενη ακρίβεια να αφαιρεί εισόδημα από όλους και την αδυναμία σωστού προγραμματισμού, είναι αναγκαίο να ενισχυθεί και να συνεχιστεί η στήριξη σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Η απορρόφηση της αύξησης του ενεργειακού κόστους που θα βελτιώσει το διαθέσιμο εισόδημα, μέχρι να επανέλθει η πολυπόθητη ισορροπία στην οικονομία, είναι επιτακτική ανάγκη. Αλλιώς, όλα όσα με κόπο και θυσίες διατηρήσαμε μέχρι σήμερα, θα τα δούμε να καταρρέουν με καταστροφικές συνέπειες για την οικονομία και τη χώρα».
Η έρευνα
Σύμφωνα με την έρευνα, συνοπτικά, καλύτερο τζίρο δήλωσε το 57,7%, ίδιο τζίρο δήλωσε το 19,7% και χειρότερο τζίρο δήλωσε το 21,6%.Όμως στην ερώτηση, εάν ο τζίρος ήταν καλύτερος σε σχέση με το 2019, καλύτερο τζίρο δήλωσε το 14,2%, ίδιο τζίρο δήλωσε το 20,4% και χειρότερο τζίρο δήλωσε το 59,8%.
Στην ερώτηση πώς θα χαρακτήριζαν οι επιχειρηματίες τον τζίρο των φετινών εκπτώσεων, με βάση τον επιχειρηματικό προγραμματισμό των επιχειρήσεων, ο τζίρος των φετινών εκπτώσεων ήταν αναμενόμενος για το 34,3% των ερωτηθέντων, χειρότερος για το 49,4%, καλύτερος για το 14,4% ενώ δεν απάντησε στην ερώτηση ένα ποσοστό 1,9%.
Στην ερώτηση, τι ποσοστό του τζίρου οφείλεται στον τουρισμό, το 63,5% των καταστημάτων δήλωσε ότι το 0 – 10% του τζίρου τους, οφείλεται στο τουρισμό, 15,8% των καταστημάτων, δήλωσε ότι το 11 – 25% του τζίρου τους οφείλεται στο τουρισμό, το 9,4% των καταστημάτων, δήλωσε ότι το 26 – 50% του τζίρου τους, οφείλεται στον ίδιο λόγο, το 4,3% των καταστημάτων δήλωσε ότι το 51 – 80% του τζίρου τους οφείλεται στο τουρισμό, το 3,6% των καταστημάτων, δήλωσε ότι το 81% και άνω του τζίρου τους, οφείλεται στο τουρισμό ενώ «Δεν ξέρω – Δεν απαντώ» απάντησε το 3,4% των καταστημάτων.
Στις σημαντικές επισημάνσεις της έρευνας αναφέρονται τα εξής:
– Πλέον του ήμισυ των καταστημάτων του δείγματος, ανήκουν στην κατηγορία ένδυση – υπόδηση – αθλητικά – αξεσουάρ, είδη που έχουν και τον πρωτεύοντα ρόλο στην εκπτωτική περίοδο.
– Τα 6 στα 10 σημεία πώλησης του δείγματος, λειτουργούν στο κέντρο και στις συνοικιακές αγορές του δήμου Αθηναίων.
– Το ερωτηματολόγιο έχει στόχο να καταγραφεί ο τζίρος των εμπορικών καταστημάτων της φετινής, θερινής εκπτωτικής περιόδου και να συγκριθεί, αφενός με τις πωλήσεις της αντίστοιχης περυσινής και αφετέρου με την περίοδο του καλοκαιριού του 2019, που ήταν η τελευταία που διεξήχθη υπό κανονικές συνθήκες πριν την πανδημία.
– Τα αποτελέσματα από την έρευνα για τις πωλήσεις του 2022, σε σύγκριση με αυτές του 2021, αποτυπώνουν μία σταδιακή ανάκαμψη της αγοράς. Όμως, το διεθνές περιβάλλον, η έλλειψη ρευστότητας, η άνοδος κόστους ενέργειας και μεταφορών σε συνδυασμό με την άνοδο των τιμών στα είδη πρώτης ανάγκης, δημιουργούν τεράστιο έλλειμμα στο διαθέσιμο εισόδημα των καταναλωτών και εμποδίζουν τη δυναμική ανάπτυξη των πωλήσεων.
– Η πλειοψηφία 57,7% δήλωσε ότι το 2022 είχε καλύτερα αποτελέσματα σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του 2021, 1 στους 5 κατέγραψαν παρόμοιες πωλήσεις, ενώ ένα ικανό ποσοστό της τάξης του 21,6% δήλωσε χειρότερο τζίρο.
– Αντίθετα, η σύγκριση με τον τζίρο του 2019, δείχνει ότι η μεγαλύτερη πλειοψηφία 59,8% δηλώνει χειρότερο τζίρο, 1 στους 5 ίδιες πωλήσεις, και μόνο ένα ισχνό 14,2% κατόρθωσε να υπερβεί τις πωλήσεις του 2019 στη φετινή περίοδο.
– Λιγότερα από τα μισά σημεία πώλησης κατόρθωσαν να εκπληρώσουν τις προσδοκίες των εμπόρων για τη φετινή καλοκαιρινή περίοδο και να πιάσουν ή να ξεπεράσουν τους στόχους του προγραμματισμού των πωλήσεων.
– Περίπου 4 καταστήματα στα 10 που δραστηριοποιούνται σε σημεία που προσελκύουν τουριστική ροή, είτε αυτά βρίσκονται στο κέντρο της Αθήνας κοντά στον κύκλο της Ακρόπολης, είτε σε εμπορικά κέντρα (malls), ενίσχυσαν σημαντικά τον τζίρο τους από τους ξένους επισκέπτες. Το υπόλοιπο κέντρο της πρωτεύουσας, οι συνοικιακές αγορές της Αθήνας καθώς και οι περιφερειακές αγορές που αντιπροσωπεύουν το 63,5% του δείγματος και δεν επηρεάζονται από τον τουρισμό, αντιμετώπισαν σοβαρό πρόβλημα, γιατί το ελάχιστο διαθέσιμο εισόδημα των Ελλήνων καταναλωτών δεν μπόρεσε να τονώσει τον τζίρο.