Το πολιτικό ”έπαθλο” του κέντρου – Το Μαξίμου επιχειρεί να γοητεύσει τους ψηφοφόρους του Ανδρουλάκη
Στρατηγικό αδιέξοδο του Νίκου Ανδρουλάκη διακρίνουν στην Κυβέρνηση, με φόντο τη δημοσκοπική διείσδυση της πολιτικής του Κυριάκου Μητσοτάκη στους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ. Σε αυτό αποδίδουν τους υψηλούς, με «ισχυρή δόση λαϊκισμού» -όπως χαρακτηριστικά λένε- αντιπολιτευτικούς τόνους της Χαριλάου Τρικούπη κατά το τελευταίο διάστημα και της «συμπόρευσής της» με την Κουμουνδούρου.
«Ο Ανδρουλάκης έχει αποφασίσει να γίνει παρακολούθημα του ΣΥΡΙΖΑ», τονίζουν χαρακτηριστικά πηγές του Μεγάρου Μαξίμου, το οποίο, εν μέσω των πολλών συζητήσεων για τις μετεκλογικές συνεργασίες, κτίζει ένα διαχωριστικό τείχος από τα κόμματα της αντιπολίτευσης στο σύνολό τους και επιμένει στην επιχειρηματολογία για την ανάγκη σταθερών και αυτοδύναμων κυβερνήσεων στον τόπο.
Επικαλούμενοι και τα παραδείγματα των υπό κατάρρευση κυβερνήσεων συνεργασίας στην Ευρώπη (Ιταλία, Βρετανία και λιγότερο η Γαλλία), ο Κυριάκος Μητσοτάκης και το επιτελείο του, πλησιάζοντας στις κάλπες, θα εντείνουν τη ρητορική τους για την αξία των «καθαρών λύσεων» και εντέλει της αυτοδυναμίας που θα επιδιώξουν για τη Νέα Δημοκρατία στις δεύτερες -όπως όλα δείχνουν- εκλογές, με το σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής.
Προκειμένου να επιτευχθεί ο συγκεκριμένος στόχος, το πρωθυπουργικό περιβάλλον ουσιαστικά θα συνεχίσει να ταυτίζει το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ με τον ΣΥΡΙΖΑ, αναδεικνύοντας τα σχετικά προεκλογικά διλήμματα στους πολίτες και επιδιώκοντας τη συρρίκνωση των ποσοστών του κόμματος του Νίκου Ανδρουλάκη. Εξέλιξη-κλειδί, όπως θεωρούν, για τη συνέχεια και τελικά την επιθυμητή αυτοδυναμία της κυβερνώσας παράταξης και την ανανέωση της εμπιστοσύνης των πολιτών για δεύτερη συνεχή θητεία.
Ύφος και μέθοδοι
Στην Κυβέρνηση εστιάζουν σε τέσσερα γεγονότα, τα οποία -όπως λένε- αποδεικνύουν την επιλογή του προέδρου του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ για αλλαγή της τακτικής του προς το «σκληρό ροκ» και την «επικίνδυνη για τον τόπο» προσέγγισή του στο ύφος και τις μεθόδους της αξιωματικής αντιπολίτευσης:
α. Στην υπερψήφιση εκ μέρους του κ. Ανδρουλάκη της πρότασης του ΣΥΡΙΖΑ σχετικά με την «οιονεί» διαρκή εξεταστική επιτροπή της Βουλής για τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης και του ΕΣΠΑ. «Δείχνει ότι υιοθετεί τις συκοφαντίες και τα υπονοούμενα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, κάτι αδιανόητο για ένα κόμμα που έχει διαχειριστεί χρηματοδοτικά εργαλεία και που γνωρίζει ότι όλα αυτά μόνο αρνητικά αποτελέσματα και ανάσχεση μπορεί να έχουν στις επενδύσεις και την ανάπτυξη του τόπου», αναφέρουν κυβερνητικές πηγές.
β. Στην «εργαλειοποίηση» -κατά το Μέγαρο Μαξίμου- της υπόθεσης απόπειρας παρακολούθησης του τηλεφώνου του προέδρου του ΠΑΣΟΚ. «Είναι ένα ζήτημα που η Κυβέρνηση ξεκαθάρισε από την πρώτη στιγμή ότι θα διερευνηθεί σε όλες του τις εκφάνσεις και η Δικαιοσύνη επιβάλλεται να κάνει τη δουλειά της, με τη συνδρομή κάθε αρμόδιας αρχής. Ο ίδιος ο Πρωθυπουργός μίλησε με τον Πρόεδρο της Βουλής, ζητώντας του να συγκληθεί άμεσα η Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, για να ριχθεί άπλετο φως στην υπόθεση. Ωστόσο, η επιχειρηματολογία που χρησιμοποίησαν τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ, μετά την κατάθεση της μήνυσης από τον κ. Ανδρουλάκη στον Άρειο Πάγο αφήνει υπονοούμενα παρόμοια με αυτά που εργολαβικά είχε αναπτύξει ο ΣΥΡΙΖΑ όλο το προηγούμενο διάστημα», σημειώνει συνεργάτης του κ. Μητσοτάκη.
γ. Στην πρόθεσή του προέδρου του ΠΑΣΟΚ να μην συναινέσει στην επιλογή της πρώην υπουργού του κόμματος, Εύης Χριστοφιλοπούλου, για τη θέση της επικεφαλής της Ανεξάρτητης Επιτροπής Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, όπως της έχει προτείνει ο Κυριάκος Μητσοτάκης, επιμένοντας από την πλευρά του στο «φλερτ» με τον χώρο του κέντρου.
δ. Στους ασυνήθιστα υψηλούς -και εκτός λογικής (όπως τους χαρακτηρίζει η Κυβέρνηση)- τόνους που χρησιμοποίησε το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ στην κριτική του για τις πυρκαγιές, με αποκορύφωμα την ανάρτηση του υπεύθυνου τομέα περιβάλλοντος του κόμματος, ότι η Νέα Δημοκρατία κατέκαψε Πάρνηθα, Πεντέλη, Εύβοια και Γεράνεια.
Σύμφωνα με την Κυβέρνηση, από τα παραπάνω αποδεικνύεται ότι «κοινός παρονομαστής της πολιτικής ΣΥΡΙΖΑ και Ανδρουλάκη είναι πως δεν έχουν να κάνουν ουσιαστική αντιπολιτευτική κριτική και δεν εισφέρουν εφαρμόσιμες και ρεαλιστικές λύσεις. Αντίθετα, με κομματικά τερτίπια του παρελθόντος, συκοφαντίες και ανυπόστατους ισχυρισμούς επιχειρούν να πλήξουν ηθικά την κυβέρνηση και να στοχοποιήσουν πρόσωπα».όλουςΠροώθηση