Η σύμπτωση των εκλογών σε Ελλάδα και Τουρκία…
Μαζί με την παρατεταμένη προεκλογική περίοδο (10 μηνών) στην οποία έχουμε εισέλθει μετά την δέσμευση του πρωθυπουργού ότι οι κάλπες θα στηθούν την άνοιξη του ’23, έχουμε εισέλθει και σε μία παρατεταμένη και απρόβλεπτη περίοδο υψηλής έντασης με συνεχείς κλιμακώσεις στα ελληνοτουρκικά, καθώς οι εξαιρετικά κρίσιμες εκλογές στην Τουρκία θα διεξαχθούν περίπου στον ίδιο χρόνο.
του ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΚΟΤΡΩΤΣΟΥ
Πρόκειται για μία “σύμπτωση” που δεν πρέπει να διαφεύγει από την ανάλυσή μας. Κάποιες πληροφορίες, μάλιστα, αναφέρουν πως ο διεθνής παράγοντας παρατηρεί με ενδιαφέρον αυτή την σύμπτωση και ορισμένοι εκτιμούν πως μετά τις κάλπες που θα στηθούν στις δύο χώρες θα αποσαφηνιστεί καλύτερα το πολιτικό τοπίο που ίσως επιτρέψει διπλωματικές κινήσεις με την δική του εποπτεία και εγγύηση(…).
Με αφορμή το προκλητικό σώου του κυβερνητικού εταίρου του Ταγίπ Ερντογάν με τον χάρτη της …προωθημένης “Γαλάζιας Πατρίδας” που περιλαμβάνει τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου, ακόμα και την Κρήτη(!), φαίνεται πως η κυβέρνηση αποφάσισε να τροποποιήσει ποιοτικά την στάση της απέναντι στην τουρκική απειλητική ρητορική. Οι φανφάρες του Μπαχτσελί εκλαμβάνονταν έως πρότινος ως γραφικές εξάρσεις ενός ακροδεξιού και οι αντιδράσεις της Αθήνας ήταν μετρημένες, ενίοτε και υποτιμητικές.
Τις τελευταίες ημέρες παρατηρήθηκε, όμως, κάτι διαφορετικό.
Ενώ το υπουργείο Εξωτερικών τοποθετήθηκε μέσω διπλωματικών πηγών (εδώ) λέγοντας πως «η δημόσια ανάρτηση χάρτη από ανώτατα στελέχη του κόμματος που αποτελεί κυβερνητικό εταίρο στην Τουρκία, ο οποίος απεικονίζει ελληνικό έδαφος ως τουρκικό αποτελεί ιδιαίτερα επιθετική και προκλητική ενέργεια και είναι απόλυτα καταδικαστέα», λίγες ώρες αργότερα υπήρξε ανάρτηση του πρωθυπουργού στο twitter -και μάλιστα στα αγγλικά- που προκαλεί τον Ερντογάν να δηλώσει εάν συμφωνεί με την πρόκληση του εταίρου του.
Είχε μεσολαβήσει και η παρέμβαση του τομεάρχη Εξωτερικών του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ Γιώργου Κατρούγκαλου:
«Η ανάρτηση χάρτη από τον κυβερνητικό εταίρο Ντεβλέτ Μπαχτσελί στην Τουρκία, που αμφισβητεί την κυριαρχία στα νησιά μας αποτελεί ακραία παράνομη και ανιστόρητη πρόκληση», τονίζει.
Ο κ. Κατρούγκαλος σημειώνει στη δήλωση του ότι «απέναντι σε αυτήν και σε ενδεχόμενη κλιμάκωση, η κυβέρνηση πρέπει να θέσει σαφείς κόκκινες γραμμές και να εξασφαλίσει απτή, όχι χλιαρή, στήριξη από τους συμμάχους μας. Όχι σε επιστροφή στο 2020».
«Προσέξτε καλά αυτόν τον χάρτη. Η Κρήτη, η Ρόδος, η Λέσβος, η Χίος, η Σάμος, όλα αυτά τα νησιά “απορροφημένα” από την Τουρκία. Ένα παραλήρημα από τους εξτρεμιστές ή η επίσημη πολιτική της Τουρκίας; Ακόμη μία πρόκληση ή ο πραγματικός στόχος; Ο πρόεδρος Ερντογάν οφείλει να ξεκαθαρίσει τη θέση του απέναντι στις γελοιότητες του μικρότερου κυβερνητικού του εταίρου» αναφέρει σε ανάρτηση του στο twitter o Κυριάκος Μητσοτάκης.
Η παρέμβαση του πρωθυπουργού είναι σωστή και αποσκοπεί, ως προκύπτει, να ταυτίσει τον Ερντογάν με τον Μπαχτσελί και να καταστήσει τον Τούρκο πρόεδρο στα μάτια της διεθνούς κοινότητας ανεκτικό, αν όχι συμμέτοχο ή και εμπνευστή της αναθεωρητικής επιθετικότητας της Τουρκίας που θέτει εμμέσως θέμα αλλαγής συνόρων.
Όμως, από τους διπλωματικούς κύκλους στην ανάρτηση του πρωθυπουργού είναι μία κλιμάκωση της ελληνικής αντίδρασης από την οποία θα μπορούσε να πει κανείς πως παραλείπονται κάποια στάδια. Δεν θα έπρεπε να είχε υπάρξει επίσημη και σκληρή απάντηση του υπουργείου Εξωτερικών; Δεν θα έπρεπε να είχε κληθεί για εξηγήσεις ο τούρκος πρέσβης στην Αθήνα; Πιθανώς να έχουν δίκιο εκείνοι που επισημαίνουν πως και σε αυτή την περίπτωση η “γραμμή” δόθηκε από το Μέγαρο Μαξίμου και η Βασιλίσσης Σοφίας παρέμεινε σε άλλο κλίμα.
Με την κίνησή του ο πρωθυπουργός επιχειρεί να διεθνοποιήσει ξανά μία ακραία τουρκική απειλή. Ίσως τις επόμενες ώρες να υπάρξει κάποια αντίδραση από τις ΗΠΑ (μάλλον κατόπιν ερωτήσεως Έλληνα ανταποκριτή στο Στέϊτ Ντιπάρτμεντ ή τον Λευκό Οίκο), όμως σε πρώτο χρόνο δεν υπήρξε κινητικότητα σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Μακάρι, το λόμπι των ομογενών μας στις ΗΠΑ που κινητοποιείται έντονα για να μην βρεθεί πλειοψηφία στο Κογκρέσο (μετά τις ενδιάμεσες εκλογές που φαίνεται πως θα κερδίσουν οι Ρεπουμπλικανοί) να αξιοποιήσει εις το έπακρον αυτή τη νέα τουρκική πρόκληση και να εξηγήσει πως τα F16 που θέλει να πουλήσει στην Τουρκία ο πρόεδρος Μπάϊντεν ίσως χρησιμοποιηθούν για να εξυπηρετήσουν τα αναθεωρητικά σχέδια της πολιτικής τάξης στην Άγκυρα.
Πρέπει, ωστόσο, να κρατά κανείς μικρό καλάθι. Η τελευταία Σύνοδος του ΝΑΤΟ υποτίμησε σκοπίμως την τουρκική προκλητικότητα εναντίον της Ελλάδας, η ελληνική πλευρά απέφυγε να θέσει το ζήτημα, ενώ ο Ερντογάν θεωρεί πως εξήλθε ενισχυμένος από την συνάντηση της Μαδρίτης. Ακόμα και η παρέμβαση δύο αμερικανών αξιωματούχων, που καλούν τον Λευκό Οίκο να σκεφτεί ακόμα και την “έξωση” της Τουρκίας από το ΝΑΤΟ, δεν αναφέρεται στην απειλή της Άγκυρας εναντίον της Ελλάδας αλλά στο ότι η Τουρκία δεν συμμορφώνεται στους νατοϊκούς κανόνες σχετικά με την ένταξη των σκανδιναβικών χωρών.
Τούτων δοθέντων είναι εξαιρετικά πιθανό να πορευτούμε για τους επόμενους πολλούς μήνες με τέτοιες κλιμακώσεις της τουρκικής απειλής. Κάτι που, πλέον, εμπεριέχει και το στοιχείο του εσωτερικού προεκλογικού ανταγωνισμού, με τις δημοσκοπήσεις να βαραίνουν το μέλλον του Ερντογάν.
Λέγεται πως οι διεθνείς παράγοντες θεωρούν πως οτιδήποτε μπορεί να συμβεί σχετικά με τα ελληνοτουρκικά θα συμβεί αφού στην Αθήνα και την Άγκυρα εγκατασταθούν οι νέες κυβερνήσεις που θα προκύψουν από τις εκλογές στις δύο χώρες. Αυτή η “σύμπτωση’, όμως, μπορεί να εγκυμονεί και κινδύνους.
Αφενός γιατί εάν χάσει τις εκλογές ο Ερντογάν (όπως περίπου προεξοφλούν οι δημοσκοπήσεις) οι επίδοξοι διάδοχοί του είναι ρητορικά πολύ πιο επιθετικοί από αυτόν, και ίσως επιχειρήσουν να δώσουν “δείγματα γραφής”. Ελπίζω να έχουν αντιληφθεί οι ιθύνοντες στην Αθήνα τι θα μπορούσε να σημάνει μία ηγεσία Αξενέρ, ή Κιλιντσάρογλου.
Αφετέρου διότι ίσως πυκνώσουν οι διόλου αγαθές προθέσεις κάποιων να προωθήσουν “διευθετήσεις” στο υποτίθεται καθαρό (;) μετεκλογικό πολιτικό πεδίο στην Αθήνα και την Άγκυρα. Ελπίζω, ξανά, πως και επ΄ αυτού προετοιμάζονται σχετικά οι ίδιοι ιθύνοντες και λαμβάνουν υπόψιν τους πως μπορεί να ασκηθούν πιέσεις που δεν θα συνάδουν με την πάγια ελληνική θέση για την μία και μοναδική διαφορά, το συνυποσχετικό, και την Χάγη…