Πόσο κοντά είμαστε σε μια “πανδημία των ανεμβολίαστων”; Τι λένε στο libre Γκάγκα και Παπαευαγγέλου
Την εικόνα της πανδημίας στη χώρα χαρακτηρίζει η ύφεση και η σταθεροποίηση, σύμφωνα με όσα ανέφεραν τόσο η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας, Μίνα Γκάγκα, όσο και η Καθηγήτρια Παιδιατρικής Λοιμωξιολογίας και μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων, Βάνα Παπαευαγγέλου, στην τελευταία ενημέρωση από το υπουργείο Υγείας.
Τη θετική αυτή εικόνα, ωστόσο, φαίνεται να απειλεί το γεγονός ότι δεν αυξάνεται το ποσοστό εμβολιαστικής κάλυψης, η οποία παραμένει σταθερή, τις τελευταίες εβδομάδες, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία.
Tης Ρούλας Σκουρογιάννη
Ειδικότερα, η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας ανέφερε ότι: «η πανδημία φαίνεται να έχει λίγο οριζοντιωθεί, να είναι σε μια σταθερή κατάσταση. Υπάρχει υψηλό επιδημιολογικό φορτίο σε ορισμένες περιοχές της χώρας, όπως η Πιερία, η Βόρεια Ελλάδα, που μας ενδιαφέρει πάρα πολύ και την παρακολουθούμε πάρα πολύ στενά», πρόσθεσε η κα Γκάγκα.
- Τόνισε, επίσης, ότι είναι πάρα πολύ σημαντικό ότι ο εμβολιασμός έχει προχωρήσει καλά. «Έχουμε πάνω από το 62% του γενικού πληθυσμού εμβολιασμένο. Ακόμα μεγαλύτερο (ποσοστό) στις μεγαλύτερες ηλικίες, αλλά μας ενδιαφέρει να καλύψουμε το 100%, ιδιαίτερα στις ευπαθείς και στις μεγαλύτερες ηλικίες, γιατί είναι σημαντική η ασφάλεια για τον καθένα ξεχωριστά και βέβαια και για το σύνολο, αλλά βασικά για τον κάθε ασθενή και για τον κάθε πολίτη ξεχωριστά», εξήγησε η κα Γκάγκα, για να καταλήξει τονίζοντας: «Ο κίνδυνος νόσησης και ακόμα περισσότερο ο κίνδυνος σοβαρής νόσησης, εισαγωγής σε ΜΕΘ και θανάτου είναι 10 φορές ή και περισσότερο μικρότερος στους εμβολιασμένους πολίτες».
Από τη μεριά της, η Καθηγήτρια Παιδιατρικής, Βάνα Παπαευαγγέλου, δήλωσε ότι η πορεία της πανδημίας στη χώρα μας εμφανίζει ύφεση τις τελευταίες τρεις εβδομάδες, σημείωσε, ωστόσο, ότι τις επόμενες 15 ημέρες θα πρέπει να παρακολουθούμε τον αριθμό των νέων κρουσμάτων που ανακοινώνονται αναγνωρίζοντας ότι βρισκόμαστε σε μία μεταβατική περίοδο όπου οι πρακτικές ελέγχου τροποποιήθηκαν.
«Η αλλαγή της πολιτικής στον τρόπο διενέργειας συστηματικών προληπτικών αυτοδιαγνωστικών και εργαστηριακών διαγνωστικών ελέγχων θα έχει πιθανά σαν αποτέλεσμα την αύξηση των νέων κρουσμάτων σε ένα περιβάλλον με αυξημένο testing και μείωση της θετικότητας», εξήγησε η κα Παπαευαγγέλου.
«Όλοι οι δείκτες των διαγνωστικών ελέγχων παρακολουθούνται συστηματικά συνολικά, καθώς και ανά περιφερειακή ενότητα και ανά ηλικιακή ομάδα, έτσι ώστε έγκαιρα να προβλέπουμε τυχόν εξάρσεις της πανδημίας.
Λόγω του αυξημένου συστηματικού ελέγχου στα πλαίσια λειτουργίας των σχολείων, καθώς και της αύξησης της κινητικότητας των παιδιών, όπως έχει ήδη διευκρινιστεί, ενδέχεται να παρατηρηθεί μια αύξηση του αριθμού των νέων κρουσμάτων στα παιδιά και τους εφήβους τις επόμενες εβδομάδες», είπε η κα Παπαευαγγέλου.
- Αξιοσημείωτο είναι ότι δεν παρατηρείται αύξηση του επιδημιολογικού φορτίου σε περιοχές με αυξημένη εμβολιαστική κάλυψη. «Αυτό, όμως, που κυρίως εντυπωσιάζει, όταν εξετάσει κάποιος την ηλικιακή κατανομή των κρουσμάτων στις διάφορες περιοχές της χώρας, είναι η απόλυτη συσχέτιση, θα έλεγα η γραμμική σχέση, που εμφανίζεται μεταξύ της εμβολιαστικής κάλυψης του πληθυσμού και του αριθμού των κρουσμάτων στους ενήλικες άνω των 55 ετών. Των ανθρώπων, δηλαδή, που αποτελούν την ομάδα πληθυσμού που έχει μεγαλύτερο κίνδυνο να νοσήσει βαριά και να χρειάζεται νοσηλεία», επεσήμανε η καθηγήτρια Παιδιατρικής.
Ο αριθμός των ασθενών που παραμένουν διασωληνωμένοι λόγω κορονοϊού, αλλά και των συνανθρώπων μας που χάνονται καθημερινά, παρουσιάζει σταθεροποίηση.
Παρατηρούμε μια σταθερή αποκλιμάκωση του Εθνικού Συστήματος Υγείας.
Οι νέες εισαγωγές, τόσο στις απλές κλίνες όσο και στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας μειώνονται.
Δυσοίωνη η μη αύξηση του ποσοστού εμβολιαστικής κάλυψης
Σύμφωνα, με τα δεδομένα το εμβόλιο.gov.gr, διαπιστώνεται ότι η εμβολιαστική κάλυψη των ατόμων ηλικίας άνω των 65 ετών παραμένει σταθερή και δεν αυξάνεται τις τελευταίες εβδομάδες και αυτό αποτελεί εξαιρετικά δυσοίωνη προοπτική, όπως εξήγησε η κα Παπαευαγγέλου.
Πόσο μας απειλεί «μια πανδημία των ανεμβολίαστων»;
Πρόσφατα, η επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, στην ετήσια ομιλία της, στην ολομέλεια των ευρωβουλευτών στο Στρασβούργο, για την κατάσταση της ΕΕ, δήλωσε ότι πρέπει να επιταχυνθεί ρυθμός του εμβολιασμού κατά της Covid-19 σε όλο τον πλανήτη για να αποφευχθεί «μια πανδημία των ανεμβολίαστων», όπως χαρακτηριστικά είπε.
- Με βάση τη σταθεροποίηση της εικόνας της πανδημίας στη χώρα μας αλλά και την αυστηρή προειδοποίηση της επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής από την άλλη, το libre ρώτησε την αναπληρώτρια υπουργό Υγείας αλλά και την Καθηγήτρια Παιδιατρικής και μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων εάν είναι ορατός αυτός ο κίνδυνος τους επόμενους μήνες και εάν θα μπορούσε το ποσοστό των ανεμβολίαστων να προκαλέσει συνθήκες πίεσης ανάλογες αυτών που βιώσαμε τον περασμένο χειμώνα.
- «Πέρυσι το Νοέμβριο, με τον πληθυσμό όλο ανεμβολίαστο, ξεκίνησε ένα δεύτερο κύμα το οποίο είχε ως αποτέλεσμα να γεμίσουν όλα τα νοσοκομεία μέσα σε λίγες εβδομάδες. Η μετάδοση ήταν τρομακτική και οι θάνατοι που είχαμε καθημερινά ήταν πάρα πολλοί», επεσήμανε η κα Γκάγκα. «Αυτό, τώρα, δεν το βλέπουμε και ο λόγος που δεν το βλέπουμε -παρόλο που υπάρχει μεγάλος αριθμός κρουσμάτων, ίσως και μεγαλύτερος από πέρσι, κάποιες ημέρες- είναι επειδή υπάρχει η ασπίδα του εμβολιασμού στο γενικό πληθυσμό. Δεν είναι στους ανοσοκατασταλμένους η ασπίδα, είναι στο γενικό πληθυσμό. Για το λόγο αυτό, και τις νοσηλείες που βλέπαμε στο πρώτο κύμα και στο δεύτερο κύμα δεν τις έχουμε σε αυτό το κύμα τώρα. Και πέρα από τα δεδομένα των μελετών που το επιβεβαιώνουν, είναι σαφές, το βλέπουμε γύρω μας. Αυτό είναι το μήνυμα που πρέπει να καταλάβει ο κόσμος ότι είναι πολύ αποτελεσματικό το εμβόλιο. Ότι μας προστατεύει ενάντια στη λοίμωξη περίπου 10 με 12 φορές παραπάνω».
«Σχετικά με αυτό που είπε η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, ίσως κάποια στιγμή, εμφανιστεί κάποια μετάλλαξη που θα είναι πολύ πιο δραστική», είπε η κα Παπαευαγγέλου. «Αυτό, όμως, όπως μας έχει ενημερώσει και ο κύριος Μαγιορκίνης, που είναι μοριακός ιολόγος, είναι κάτι που θα αργήσει να έρθει (εάν έρθει). Αυτή τη στιγμή, είναι σημαντικό να προσπαθήσουμε να πείσουμε τους ανεμβολίαστους συνανθρώπους μας, ηλικίας άνω των 50 ετών, και ιδιαίτερα αυτούς που είναι άνω των 65 ετών, να πάνε να εμβολιαστούν, έστω και σήμερα». _