Επανάληψη εμβολιασμού: Πού θα κυμανθεί χρονικά η ανάγκη για την αντιμετώπιση του ιού – Τι λέει στο libre ο Γκίκας Μαγιορκίνης

Επανάληψη εμβολιασμού: Πού θα κυμανθεί χρονικά η ανάγκη για την αντιμετώπιση του ιού – Τι λέει στο libre ο Γκίκας Μαγιορκίνης

Έχοντας βιώσει τα περιοριστικά μέτρα για περισσότερο από 15 μήνες και βλέποντας κάποια κράτη που έχουν επιτύχει υψηλά ποσοστά εμβολιασμού του πληθυσμού να εκδίδουν οδηγίες για περισσότερες ελευθερίες και μη υποχρεωτική χρήση της μάσκας προστασίας, είναι αναπόφευκτο να τίθενται ερωτήματα στους ειδικούς μας για το πότε κι εμείς θα φτάσουμε σε αυτά τα επίπεδα «ασφάλειας» της δημόσιας υγείας, για το «πότε θα πετάξουμε τις μάσκες»…

Της Ρούλας Σκουρογιάννη

Σχετικά με το ποσοστό εμβολιασμού που πρέπει να επιτευχθεί για να έχουν περισσότερες ελευθερίες όσοι έχουν εμβολιαστεί και ο χρονικός ορίζοντας που υπολογίζεται να γίνει αυτό, η Καθηγήτρια Παιδιατρικής Λοιμωξιολογίας και μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων, Βάνα Παπαευαγγέλου, αν και απέφυγε να προσδιορίσει με ακρίβεια το χρονικό σημείο (το οποίο, ωστόσο, το τοποθέτησε μέσα στο καλοκαίρι), σχολίασε κατά την ενημέρωση από το υπουργείο Υγείας ότι «δεν υπάρχει ένα μαγικό νούμερο, ούτε ένα συγκεκριμένο ποσοστό επί τοις εκατό. Μιλάμε για την κάλυψη του πληθυσμού με το εμβόλιο. Δεν υπάρχει ένα ακριβές ποσοστό».

Αναφερόμενη στα «προνόμια των εμβολιασμένων» πολιτών, τόνισε:

  • «Το βασικότερο προνόμιο των εμβολιασθέντων είναι ότι έχουν προστατεύσει τον εαυτό τους. Ας μην το ξεχνάμε αυτό. Το μεγαλύτερο προνόμιο είναι το όφελος που έχουν οι ίδιοι για τον εαυτό τους και για τους αγαπημένους τους, γύρω τους, ότι έχουν προστατευθεί να μη νοσήσουν. Όπως καταλαβαίνετε, δεν είναι  δυνατόν να μιλήσουμε αυτή τη στιγμή για κάποιες παραπάνω ελευθερίες. Νομίζω ότι το πρώτο που σκεφτόμαστε είναι  ότι οι άνθρωποι αυτοί δε θα χρειάζεται να κάνουν τόσο συχνά self-test. Γιατί οι εμβολιασμένοι έχουν μικρότερη πιθανότητα σαφώς να μολυνθούν και να μολύνουν τους γύρω τους. Από εκεί και πέρα, οι συζητήσεις αυτές έχουν ξεκινήσει χαλαρά μέσα στην Επιτροπή μας. Υπάρχει και αρκετή βιβλιογραφία και υπάρχουν στοιχεία και από τη διεθνή βιβλιογραφία. Όμως, πρέπει πρώτα να δώσουμε το δικαίωμα σε όλους να εμβολιαστούν και μετά να αρχίσουμε να κάνουμε αυτή την κουβέντα».

Σχετικά με το χρονικό διάστημα, η κυρία Παπαευαγγέλου είπε ότι:

  • «Εξαρτάται πόσο γρήγορα θα τρέξουν οι εμβολιασμοί. Βλέπετε ότι γίνονται πάνω από 110.000 εμβολιασμοί κάθε μέρα στη χώρα μας. Πραγματικά, πάμε πολύ καλά. Και η πλειονότητα του πληθυσμού έχει εμπιστευτεί τα εμβόλια και θέλει να εμβολιαστεί. Πιο πολλοί είναι αυτοί που γκρινιάζουν ότι δε βρίσκουν εμβόλια αρκετά γρήγορα, παρά αυτοί οι οποίοι αρνούνται να κάνουν το εμβόλιο. Συνεπώς, μέσα στο καλοκαίρι πιστεύω ότι θα αρχίσει αυτή η συζήτηση!».

«Πότε θα πετάξουμε τις μάσκες»

Ο Επίκουρος Καθηγητής Επιδημιολογίας και μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνώμων, Γκίκας Μαγιορκίνης, σχολιάζοντας τη μη υποχρεωτική εφαρμογή της μάσκας, είπε:

  • «Το είδαμε στο Ισραήλ όταν έφτασε σε ένα πολύ υψηλό ποσοστό εμβολιασμού. Τώρα, αυτή τη στιγμή δεν είμαστε κοντά σε αυτό το ποσοστό. Όταν φτάσουμε, όταν πλησιάσουμε, λογικά εγώ πιστεύω στα μέσα καλοκαιριού ίσως και να έχουμε (μη υποχρεωτική εφαρμογή της μάσκας). Αλλά θα είναι μία συζήτηση που θα γίνει πρώτα στην Επιτροπή. Δεν είναι κάτι το οποίο θα πούμε τώρα, ένα ποσοστό μαγικό, όπως είπε και η κυρία Καθηγήτρια, και μετά από αυτό το ποσοστό θα αλλάξει η κατάσταση».

Ο παράγοντας του τακτικού εμβολιασμού κατά του κοροναϊού

Σε αυτό το σημείο, το libre ρώτησε τον κ. Μαγιορκίνη εάν παίζει ρόλο ο ρυθμός εμβολιασμού που ακολούθησαν τα κράτη που τώρα βλέπουμε να επιτρέπουν ανάλογες ελευθερίες στους πολίτες τους όπως τη μη χρήση μάσκας.

Δηλαδή, όταν κάποια κράτη όπως το Ισραήλ ή η Βρετανία, οι κάποιες πολιτείες των ΗΠΑ ή η Ουγγαρία, προχώρησαν ταχύτατα τον εμβολιασμό των πολιτών και πέτυχαν σε λίγους μήνες υψηλή εμβολιαστική κάλυψη σε μεγάλο ποσοστό του γενικού πληθυσμού είναι πιο ασφαλές να επιτρέψουν τη μη υποχρεωτικότητα της μάσκας από άλλα κράτη, όπως η Ελλάδα (όπου το αντίστοιχο εμβολιαστικό ποσοστό θα έχει επιτευχθεί σε ένα χρονικό διάστημα περίπου 8 ή 9 μηνών), που θα έχουν αγγίξει αυτά τα ποσοστά κάλυψης στο τέλος του καλοκαιριού όταν θα ξεκινά η συζήτηση για επαναληπτικό εμβολιασμό ή για τη διάρκεια προστασίας από τα εμβόλια.  

  • «Δεν υπάρχουν στοιχεία μέχρι στιγμής που να δείχνουν πόσο διαρκεί η ανοσία από τον εμβολιασμό κατά του κοροναϊού ή αν χρειάζεται επαναληπτικός εμβολιασμός και πότε», τόνισε ο κ. Μαγιορκίνης.

Και κατέληξε:

«Από την έναρξη των κλινικών μελετών, έχει φανεί ότι τα εμβόλια είναι αποτελεσματικά κατά της Covid. Τα άτομα που μετείχαν στις κλινικές μελέτες παρακολουθούνται ακόμα. Θα περιμένουμε, λοιπόν, να βγουν τα τελικά στοιχεία από αυτές τις κλινικές μελέτες για να δούμε αν άλλαξε η αποτελεσματικότητά του εμβολίου μετά από κάποιο χρονικό διάστημα. Μέχρι στιγμής, δεν έχουμε διαπιστώσει κάτι τέτοιο. Επειδή, λοιπόν, τρέχουν ακόμα οι μελέτες και παρακολουθούνται οι συμμετέχοντες εμβολιασθέντες, αναμένουμε να βγουν τα τελικά συμπεράσματα των μελετών.

Ας μην ξεχνάμε ότι υπάρχουν εμβόλια που τα κάνουμε μία φορά στη ζωή μας. Αυτά, βέβαια, τα εμβόλια, συνήθως, αφορούν παθογόνα που μολύνουν κύτταρα που βρίσκονται μέσα στο αίμα. Εκείνο που θέλω να πω είναι ότι μεταξύ του ετήσιου εμβολιασμού για τη γρίπη και του εφάπαξ για κάποιες νόσους υπάρχει μεγάλη απόσταση. Δε γνωρίζουμε πού θα κυμανθεί χρονικά η ανάγκη επαναληψιμότητας για το εμβόλιο κατά του κοροναϊού. Αν υπάρξει ανάγκη επανάληψης του εμβολιασμού, μπορεί να χρειαστεί να γίνει αυτό επειδή θα εμφανιστεί κάποια ανθεκτική μετάλλαξη. Όλα αυτά είναι στοιχεία που δεν τα γνωρίζουμε ακόμα, καθώς οι σχετικές έρευνες είναι υπό εξέλιξη».

Σχετικά Άρθρα