“Take away lockdown”: Η χαριστική βολή στην εστίαση – Λουκέτα ενόψει και χιλιάδες άνεργοι
Το νέο “take away lockdown” που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός πρακτικά σημαίνει ότι ο κύριος όγκος των επιχειρήσεων εστίασης και διασκέδασης θα παραμείνει κλειστός, αφού στην Αττική και τη Βόρεια Ελλάδα κατά τεκμήριο συγκεντρώνεται η πλειονότητα τους.
Μετά τις χθεσινές εξαγγελίες, οι παράγοντες της αγοράς εστίασης κάνουν πλέον λόγο για μείωση τζίρου κατά 60% έως το τέλος του χρόνου, γεγονός που οδηγεί μοιραία σε λουκέτα επιχειρήσεων.
Η πανδημία, η έλλειψη τουριστικού ρεύματος, τα απανωτά μέτρα αλλά και η μείωση των εισοδημάτων είχε οδηγήσει σε μείωση τζίρου στην εστίαση που μεσοσταθμικά υπολογίζεται σε 40% πανελλαδικα
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, σε σύνολο 82.000 επιχειρήσεων που το 2019 παρουσίασαν τζίρο πάνω από 6 δισ. ευρώ, το τρίμηνο Απριλίου-Ιουνίου έφερε έσοδα μόλις 592 εκατ., μειωμένα κατά 59% σε σχέση με πέρσι, οπότε ο τζίρος είχε προσεγγίσει το 1,5 δισ.ευρώ.
Τα μέτρα στήριξης τους κλάδου όπως η αναστολή εργασίας, οι εκπτώσεις ενοικίων για κάποιους μήνες (που θα ισχύσουν και κατά το Νοέμβριο), το μερικό πάγωμα φορολογικών οφειλών και τα χρηματοδοτικά εργαλεία (κυρίως η επιστρεπτέα προκαταβολή), εν μέρει φρέναραν τα λουκέτα, ωστόσο, η τάση είναι σαφής.
Ήδη, την προηγούμενη εβδομάδα η αλυσίδα φούρνων Βενέτης –η οποία θεωρητικώς ανήκει σε μια κατηγορία με τις λιγότερες συνέπειες, μια και λειτουργεί με διευρυμένο ωράριο, χωρίς σάλες και επίσης με προϊόντα ευρείας κατανάλωσης- ανακοίνωσε το κλείσιμο 5 καταστημάτων. Σύμφωνα με εκπρόσωπους των θεσμικών οργάνων της εστίασης «κανείς δεν μένει ανεπηρέαστος», όποιο μέγεθος ή ρευστότητα κι αν διαθέτει. Η επίπτωση δε εξαπλώνεται και σε άλλους κλάδους, καθώς οι επιχειρήσεις που συνδέονται με τα μαγαζιά αυτά, δηλαδή επιχειρήσεις τροφοδοσίας, οινοποιία, ποτοποιίες, ζυθοποιία, βιομηχανία τροφίμων και πρωτογενής τομέας αντιμετωπίζουν σημαντικές απώλειες.
Η διέξοδος του delivery αποτελεί τάση που κέρδιζε έδαφος και πριν το νέο lockdown, αφού ακόμη και γκουρμέ εστιατόρια στρέφονταν σε τέτοιες λύσεις, ωστόσο, σε καμιά περίπτωση αυτές δεν μπορούν να υποκαταστήσουν το τζίρο του φυσικού εστιατορίου.
Σύμφωνα με εκπροσώπους της αγοράς το delivery ίσως σταθεί δραστηριότητα που θα κρατήσει τα εστιατόρια στην αγορά, καθώς σύμφωνα με επιχειρηματίες της αγοράς θα μπορούσε να εξασφαλίσει από 10% έως το 20% του τζίρου.
Κάτω από αυτό το πρίσμα και την απειλή για 330.000 εργαζόμενους που απασχολεί ο κλάδος οι φορείς της εστίασης ζητούν μετ’επιτάσεως νέα και διευρυμένα μέτρα στήριξης.
Ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εστιατορικών και Συναφών Επαγγελμάτων, Γιώργος Καββαθάς, συνοψίζει τους τέσσερις βασικούς άξονες, ζητώντας χρηματοδότηση μέσω επιχορηγήσεων δηλαδή ένα νέο πρόγραμμα μη επιστρεπτέας προκαταβολής, την προώθηση «κουρέματος» οφειλών και δυνατότητας αποπληρωμής των συσσωρευμένων χρεών σε πολλές δόσεις, την υποχρεωτική μείωση των ενοικίων με παράλληλη στήριξη των ιδιοκτητών αλλά και πλήρη κάλυψη του μη μισθολογικού κόστους των εργαζομένων, δηλαδή των ασφαλιστικών εισφορών από το κράτος.
Σε ότι αφορά τους εργαζόμενους πριν από το νέο lockdown υπολογίζεται ότι ήδη 170.000 είχαν τεθεί σε αναστολή. Τελούν δε σε καθεστώς απόλυτης αβεβαιότητας, καθώς ήδη έχουν χαρακτηριστεί «περιττοί». Σημειώνεται επίσης ότι ο κλάδος της εστίασης εξακολουθεί να απασχολεί (ακόμη και σε επιχειρήσεις 12μηνης λειτουργίας) αδήλωτους εργαζομένους, το πλήθος των οποίων δεν έχει αποτιμηθεί.
Φλέγον ζήτημα παραμένει η ρύθμιση των ενοικίων και για τους επόμενους μήνες –πέρα από το Νοέμβριο, όπου προβλέπεται έκπτωση- καθώς η προαιρετική μείωση τους σε συνεννόηση με τους ιδιοκτήτες ακινήτων φαίνεται να μην λειτουργεί. Σύμφωνα και πάλι με παράγοντες του κλάδου, οι όποιες συμφωνίες εκπτώσεων είναι σποραδικές και επιτυγχάνονται, εφόσον ο ιδιοκτήτης του ακινήτου είναι φυσικό πρόσωπο και άρα τυγχάνει σχετικής φοροαπαλλαγής.
Η φορολογική ωστόσο εύνοια δεν ισχύει για εταιρείες διαχείρισης ακινήτων, οπότε το κίνητρο μείωσης του ενοικίου προς τον χρήστη εξαλείφεται, δημιουργώντας πλέον ασφυκτικές συνθήκες πίεσης για τους επιχειρηματίες της εστίασης, που μισθώνουν ακίνητα από εταιρείες.
Η μαζική εστίαση σε μεγάλο βαθμό δεν έχει προχωρήσει σε συμβάσεις, όπου το μίσθωμα προσδιορίζεται επί του τζίρου –τακτική που αξιοποίησε μεγάλο μέρος του λιανεμπορίου κατά τα προηγούμενα χρόνια της κρίσης- με αποτέλεσμα σήμερα να βρίσκεται μπροστά σε ανελαστικά έξοδα για την κάλυψη των ενοικίων, ενώ μετά την άρση της έκπτωσης ενοικίων κατά 40% έρχεται αντιμέτωπη με την αδυναμία εξυπηρέτησης της οφειλής.
Πέραν των παραπάνω, η μαζική εστίαση αναγνωρίζει ότι η πίτα έχει συρρικνωθεί, αφενός λόγω μείωσης εισοδήματος και αφετέρου λόγω του εύλογου φόβου που απορρέει από την έξαρση της πανδημίας. Στο πλαίσιο αυτό οι θεσμικοί εκπρόσωποι της μαζικής εστίασης επαναφέρουν το πάγιο αίτημα μείωσης του ΦΠΑ ακόμη και στο 6%, επικαλούμενοι τα ούτως ή άλλως μειωμένα έσοδα. Σημειώνεται επίσης ότι η μείωση ΦΠΑ για καφέ και ροφήματα έχει έκτακτο χαρακτήρα και θα επανέλθει τον προσεχή Απρίλιο στο 24%.
Με πληροφορίες από news247.gr