Διολισθαίνει το Ισραήλ σε εμφύλιο πόλεμο υπό τον Νετανιάχου;

Το Ισραήλ βρίσκεται σε μια κρίσιμη καμπή, αντιμέτωπο με πρωτοφανείς εσωτερικές εντάσεις και πολιτικές αναταραχές. Οι μαζικές διαδηλώσεις που απαιτούν τον τερματισμό του πολέμου στη Γάζα και την επίτευξη συμφωνίας ανταλλαγής αιχμαλώτων αποτελούν μόνο την κορυφή του παγόβουνου. Η χώρα δοκιμάζεται από βαθιά κοινωνικά ρήγματα, πολιτική πόλωση και συγκρούσεις που αγγίζουν τον πυρήνα της κρατικής εξουσίας. Ο πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου, προσπαθώντας να διατηρήσει τον έλεγχο, διαβεβαιώνει επανειλημμένα ότι «δεν θα υπάρξει εμφύλιος πόλεμος», ωστόσο, η ιστορία και η τρέχουσα κατάσταση φαίνεται να διαψεύδουν αυτές τις δηλώσεις. Η σύγκρουση ανάμεσα στις διαφορετικές πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις του Ισραήλ εντείνεται, επαναφέροντας στη μνήμη στιγμές εσωτερικών διενέξεων από το παρελθόν.
Ορισμένοι ιστορικοί και πολιτικοί αναλυτές θεωρούν ότι η δεξιά πτέρυγα της χώρας, με επικεφαλής τον Νετανιάχου, όχι μόνο δεν αποτρέπει την εσωτερική ρήξη, αλλά τη βαθαίνει.
Η πολιτική αστάθεια και οι αποφάσεις της κυβέρνησης έχουν οδηγήσει σε ανοιχτές διαμάχες εντός των κρατικών θεσμών, με φωνές από την αντιπολίτευση να προειδοποιούν για τον κίνδυνο διολίσθησης προς τη δικτατορία.
Οι επιπτώσεις αυτής της κατάστασης είναι απρόβλεπτες, με το ερώτημα να παραμένει αναπάντητο: μπορεί το Ισραήλ να αποφύγει την εσωτερική σύγκρουση ή οδεύει αναπόφευκτα προς έναν εμφύλιο πόλεμο;
Η ιστορική αναφορά και η επανάληψη των λαθών
Η ισραηλινή Δεξιά συχνά επικαλείται το παράδειγμα του Μεναχέμ Μπέγκιν, ο οποίος κατά τη διάρκεια της Νάκμπα απέτρεψε έναν εμφύλιο πόλεμο μεταξύ των εβραϊκών στρατιωτικών οργανώσεων και της κυβέρνησης του Νταβίντ Μπεν Γκουριόν το 1948. Ωστόσο, η ιστορία δείχνει ότι η ίδια η δεξιά πτέρυγα έχει παίξει καθοριστικό ρόλο στη δημιουργία κοινωνικών ρηγμάτων, με χαρακτηριστικά παραδείγματα την υποκίνηση εναντίον του Χάιμ Αρλοζόροφ το 1933 και του Γιτζάκ Ράμπιν το 1995.
Ο ιστορικός ανταποκριτής της Haaretz, Όφερ Άντερτ, υπογραμμίζει ότι η πολιτική ρητορική της Δεξιάς ήταν πάντα εργαλείο διάσπασης και υποκίνησης. Σύμφωνα με τον Άντερτ, η ακραία ρητορική, η προσωπική τρομοκρατία και η διασπορά ψευδών ειδήσεων αποτελούν πάγια τακτική που οδηγεί την ισραηλινή κοινωνία όλο και πιο κοντά στο χείλος του εμφυλίου πολέμου. Ο ίδιος θεωρεί τον Νετανιάχου ως τον «νονό» της υποκίνησης και του διχασμού, με τη ρητορική του να συντηρεί το πολιτικό χάσμα και να επιδεινώνει τις εντάσεις.
Ο ρόλος του Νετανιάχου και ο κίνδυνος της απολυταρχίας
Η ισραηλινή αντιπολίτευση αντιμετωπίζει τον Νετανιάχου ως απειλή για τη δημοκρατία και την κρατική σταθερότητα. Ο επικεφαλής του κόμματος Yisrael Beiteinu, Αβιγκντόρ Λίμπερμαν, έχει ξεκινήσει συναντήσεις με ηγετικά στελέχη της αντιπολίτευσης, προειδοποιώντας ότι ο Νετανιάχου οδηγεί το Ισραήλ στη δικτατορία.
Η απόφαση της κυβέρνησης να αποπέμψει τον επικεφαλής της Shin Bet, Ρόνεν Μπαρ, έχει κλιμακώσει την πολιτική κρίση. Ο Λίμπερμαν απείλησε να προσφύγει στον πρόεδρο Ισαάκ Χέρτζογκ, ζητώντας την απομάκρυνση του Νετανιάχου εάν η κυβέρνηση δεν συμμορφωθεί με την απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου για το ζήτημα. Σε μια δραματική χειρονομία, παρουσίασε την εικόνα μιας βόμβας με μια «κόκκινη γραμμή», υπαινισσόμενος ότι το Ισραήλ βρίσκεται στα πρόθυρα της μετάβασης από τη δημοκρατία στη δικτατορία.
Το «βαθύ κράτος» και η υπονόμευση των θεσμών
Η έννοια του «βαθέος κράτους» έχει γίνει ένα επαναλαμβανόμενο αφήγημα στη ρητορική του Νετανιάχου, ενισχύοντας τη δυσπιστία μεταξύ των θεσμών και του κοινού. Η πρώην διπλωμάτης του ισραηλινού Υπουργείου Εξωτερικών, Τοβά Χέρτζλ, σημειώνει ότι αυτή η ρητορική θυμίζει τις θεωρίες συνωμοσίας των Πρωτοκόλλων των Σοφών της Σιών, καθώς παρουσιάζει τους θεσμούς του κράτους ως εσωτερικούς εχθρούς που πρέπει να διαλυθούν.
Σύμφωνα με την Χέρτζλ, ο Νετανιάχου εκμεταλλεύεται αυτή την αφήγηση για να συγκεντρώσει περισσότερη εξουσία, υπονομεύοντας παράλληλα την εμπιστοσύνη στις δημοκρατικές διαδικασίες. Εκφράζει ανησυχία ότι, ανεξαρτήτως του τι θα συμβεί στο μέλλον, θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να «ξαναμπεί το τζίνι του βαθέος κράτους πίσω στο μπουκάλι» μετά από τόση υποκίνηση και πολιτική αστάθεια.
Το ενδεχόμενο εμφυλίου πολέμου: υπαρκτός κίνδυνος ή πολιτική υπερβολή;
Ο Γιοσί Άχι-Μέιρ, πρόεδρος του Ινστιτούτου Τζαμποτίνσκι, εκφράζει έντονη ανησυχία για τη χρήση του όρου «προδότης» στον δημόσιο λόγο, θεωρώντας ότι αυτό αποτελεί προοίμιο για έναν πιθανό εμφύλιο πόλεμο.
Ο Άχι-Μέιρ, πρώην μέλος της Κνεσέτ για το κόμμα Λικούντ, τονίζει ότι η πολιτική και κοινωνική ρητορική στην οποία ηγέτες και δημοσιογράφοι αλληλοκατηγορούνται ως προδότες, αποτελεί παράγοντα αποσταθεροποίησης. «Αν ξεσπάσει εμφύλιος πόλεμος», προειδοποιεί, «η ευθύνη θα βαραίνει εκείνους που καλλιέργησαν την υποκίνηση και το διχασμό».
Το Ισραήλ βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σημείο καμπής, όπου η εσωτερική συνοχή δοκιμάζεται όσο ποτέ άλλοτε. Αν οι εντάσεις συνεχιστούν χωρίς πολιτικές λύσεις και συμβιβασμούς, το σενάριο του εμφυλίου πολέμου δεν θα παραμείνει απλώς μια θεωρητική πιθανότητα, αλλά ένας εφιαλτικός κίνδυνος για τη χώρα.