Έρευνα libre: Γιατί βολεύει η χρηματιστικοποίηση της κατοικίας-Οι “red zone” περιοχές και το “χρυσό βατόμουρο”

Θα νοικιάζατε μία γκαρσονιέρα 15 τμ (ένα δωμάτιο επί της ουσίας δηλαδή) στα Πετράλωνα αντί 1000 ευρώ το μήνα; Προφανώς όχι. Τι θα λέγατε όμως αν σας πληροφορούσαν ότι αυτό το οίκημα και κάποια λίγα ακόμη είναι τα μοναδικά προς ενοικίαση στη συγκεκριμενη εποχή; Οσο ακραίο είναι το παράδειγμα που χρησιμοποιήσαμε, τόσο ακραία μπορεί να χαρακτηριστεί η διαμορφωθείσα κατάσταση με τα ενοίκια σχεδόν σε όλα τα μήκη και πλάτη της πρωτεύουσας εν έτει 2025.
Πρώτη αιτία του κακού, έτσι όπως την περιέγραψε στο Libre άνθρωπος με βαθιά γνώση του ζητήματος, είναι αυτό που αποκαλούμε χρηματιστικοποίηση της κατοικίας. Η κατοικία ξεφεύγει από τον κοινωνικό της ρόλο και μετατρέπεται σε προϊόν πολύ μεγάλου πλουτισμού, φαινόμενο βέβαια που παρατηρείται όχι μόνο στην Αθήνα αλλά και στις υπόλοιπες μεγάλες πόλεις του δυτικού κόσμου.
Αυτό όμως που ήταν δεδομένο για την αμέσως προηγούμενη γενιά μέχρι και τη δεκαετία του 2000, φαντάζει ουτοπία σήμερα
Στην Ελλάδα όμως υπάρχει ένας λόγος που κάνει την παραπάνω συνθήκη απολύτως αφόρητη και αδιέξοδη. Η όποια ανάπτυξη της οικονομίας, αν εξαιρέσει κανείς τον τουρισμό, οφείλεται στο real estate, τομέα που καλύπτει το συντριπτικά μεγαλύτερο ποσοστό των ξένων επενδύσεων στην Ελλάδα.

- Με άλλα λόγια, η χρηματιστικοποίηση της κατοικίας συνιστά για τη χώρα μία από τις ελάχιστες πηγές οικονομικής επέκτασης, είναι, θα έλεγε κανείς, η ίδια η ανάπτυξη.
Την ίδια ώρα, λόγω αυτών των δεδομένων, η προσφορά των παρεχόμενων κατοικιών στην πρωτεύουσα μειώνεται στο ελάχιστο ενώ η ζήτηση παραμένει τεράστια. Ομως, όταν η βραχυχρόνια μίσθωση κάνει πάρτι και τα fund “καταπίνουν” τη μία πολυκατοικία μετά την άλλη στο κέντρο της Αθήνας και πέριξ αυτού, η κατάσταση που διαμορφώνεται δεν μπορεί να είναι τίποτα άλλο παρά χαοτική και εντελώς απογοητευτική για τους περισσότερους ανθρώπους που αναζητούν σπίτι.
Ανύπαρκτη πολιτική κοινωνικής στέγης

Η Ελλάδα διεκδικεί ακόμη ένα χρυσό βατόμουρο στον τομέα της κατοικίας. Η στεγαστική πολιτική της είναι σχεδόν απολύτως ανύπαρκτη, αν εξαιρέσει κανείς τα προγράμματα Σπίτι μου 1 και Σπίτι μου 2 εκ των οποίων το δεύτερο οδεύει ολοταχώς προς εκκωφαντική αποτυχία.
Οι σχετικές στατιστικές της Eurostat αποδεικνύουν ότι το ποσοστό που ξοδεύουν οι Έλληνες για τις στεγαστικές τους ανάγκες είναι μακράν το μεγαλύτερο στην Ευρώπη, ξεπερνάτο 35%. Αν μιλάμε, δε, για ενοικιαστές, το ποσοστό αυτό μπορεί να φτάνει ακόμα και το 40%.
Και πως μπορεί να γίνει διαφορετικά αφού κοινωνικές κατοικίες δεν υπάρχουν στην Ελλάδα ούτε για δείγμα; Οταν έκλεισε ο ΟΕΚ (Οργανισμός Εργατικής Κατοικίας) το 2013 λόγω των μνημονιακών υποχρεώσεων της χώρας, ουδέποτε αντικαταστάθηκε από άλλον οργανισμό ή παρόμοια πολιτική.
Η χρηματιστικοποίηση της κατοικίας συνιστά για τη χώρα μία από τις ελάχιστες πηγές οικονομικής επέκτασης, είναι, θα έλεγε κανείς, η ίδια η ανάπτυξη
Στην Ευρώπη ο θεσμός της κοινωνικής κατοικίας είναι ακόμη ακμαίος και κρατά τις τιμές όσο το δυνατόν πιο χαμηλά χωρίς να σημαίνει βέβαια ότι και εκεί δεν παρατηρούνται προβλήματα.
Παράλληλα, η αγορά, η ληστρική αγορά του real estate, επιχειρεί να καλύψει όλα τα σχετικά κενά που παράγει η ανυπαρξία κοινωνικής πολιτικής. Τώρα τα fund κάνουν την εμφάνισή τους (ανεπίσημα αλλά δεδομένα) ακόμα και στον τομέα των φοιτητικών εστιών για τις οποίες υπάρχει επίσης τεράστια ζήτηση.

- Η μαζική αγορά κτιρίων σε Ζωγράφου, Καισαριανή και Παγκράτι δεν είναι τυχαία.
Αυτές ακριβώς οι κινήσεις “βγάζουν” τις κατοικίες από το στάτους της μακροχρόνιας μίσθωσης, τις εισάγουν σ’ αυτό της βραχυχρόνιας και έτσι η προσφορά κατοικιών προς ενδιαφερόμενους ενοικιαστές μειώνεται περαιτέρω.
Η πολιτεία παρακολουθεί αμέτοχη τα ενοίκια να εκτοξεύονται
Αν διερωτάστε τι ακριβώς κάνει η ελληνική κυβέρνηση για να συγκρατήσει το ύψος των ενοικίων, η απάντηση είναι σχεδόν τίποτα όσο υπερβολικό και αν ακούγεται. “Η κυβέρνηση θα μπορούσε να θεσπίσει τουλάχιστον πλαφόν στις αυξήσεις έτσι ώστε να μην παρατηρούνται ακραία φαινόμενα σαν και αυτά που καταγράφονται τα τελευταία χρόνια” μάς λέει η πηγή μας από την άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής.
Ομως το αρμόδιο υπουργείο αφήνει τα πάντα στη (αυτο)ρύθμιση της αγοράς που κάτω από συνθήκες καρτελοποίησης δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να λειτουργήσει. “Υπάρχει μόνο προστασία για τα τρία πρώτα χρόνια της σύμβασης. Στη συνέχεια ο ιδιοκτήτης μπορεί να κάνει όποια αύξηση θέλει. Κυριολεκτικά. Δεν υπάρχει όριο στην απαίτηση”.

Γι’ αυτό το λόγο ακούμε καθημερινά για αυξήσεις που ξεπερνούν κατά πολύ τα 100 ακόμη και τα 200 ευρώ. Η λογική είναι “εγώ τόσα θέλω, αν δεν τα δώσεις θα φύγεις και πολύ σύντομα θα βρω άλλον”.
Η Ελλάδα διεκδικεί ακόμη ένα χρυσό βατόμουρο στον τομέα της κατοικίας. Η στεγαστική πολιτική της είναι σχεδόν απολύτως ανύπαρκτη
Ρωτούν πολλές φορές μερικοί: Οκ, δεν βρίσκετε σπίτι σε περιοχές όπως το Παγκράτι ή οι Αμπελόκηποι. Γιατί δεν πάτε σε μία πιο υποβαθισμένη περιοχή, ίσως μακριά από το κέντρο, για να εντοπίσετε μία πιο οικονομική επιλογή;
Προφανώς όσοι ρωτούν κάτι τέτοιο, μάλλον αγνοούν τον παράγοντα της γεωγραφικής πρόσδεσης στην υπόθεση της κατοικίας. Κάποιος δεν μπορεί να μείνει όπου λάχει, ιδιαίτερα αν έχει συγκεκριμένες υποχρεώσεις.

- Παράδειγμα: Αν ένα ζευγάρι χρειάζεται τον παππού και τη γιαγιά για το μεγάλωμα των παιδιών δεν μπορεί να μείνει πολύ μακριά από τον παππού και τη γιαγιά. Αν ένας νέος είναι υποχρεωμένος να φροντίζει τους υπέργηρους γονείς του, δεν θα μείνει σε μεγάλη απόσταση από αυτούς. Γύρω από την κατοικία αναπτύσσονται συναισθηματικοί δεσμοί ιδιαίτερης αξίας για την ανθρώπινη ζωή που δεν είναι δυνατόν να αγνοηθούν.
Η γενιά των ανθρώπων που βρίσκονται μεταξύ 20 και 40 ετών, γενιά δηλαδή στην οποία η κρίση του 2009 έσκασε πάνω στο κεφάλι της, αδυνατεί σήμερα να κάνει όνειρα σχετικά με την απόκτηση σπιτιού. Αυτή είναι η οδυνηρή πραγματικότητα. Οι τιμές για αγορά δεν μπορούν να πλησιαστούν από εργαζόμενους που έχουν έστω ένα καλό μισθό. Και κάπως έτσι στην Ελλάδα συνειδητοποιούμε, με οδυνηρό τρόπο είναι η αλήθεια, την κοινωνική αξία της κατοικίας, το πως ρυθμίζει ως ένα καλό ρολόι τη ζωή μας.
- Αυτό όμως που ήταν δεδομένο για την αμέσως προηγούμενη γενιά μέχρι και τη δεκαετία του 2000, φαντάζει ουτοπία σήμερα.
Γιατί που να αναζητήσεις σπίτι σήμερα στην Αθήνα; Στο κέντρο; Είναι red zone από όλες τις απόψεις. Στα νότια προάστια; Το project του Ελληνικού έχει εκτοξεύσει τις τιμές στο θεό. Στα βόρεια; Παραδοσιακά εκεί οι τιμές ήταν εκεί υψηλές. Στα δυτικά; Ακόμα και στο Περιστέρι ή το Αιγάλεω, λόγω και του μετρό, οι απαιτήσεις των ιδιοκτητών είναι πλέον πολύ μεγάλες.