“Eξ’ ανατολών κίνδυνος” από δυτικά

“Eξ’ ανατολών κίνδυνος” από δυτικά

Μας συμφέρει ως Ελλάδα να αποκτήσει η Ευρώπη κοινή άμυνα απέναντι σε αυτό που αποκαλούν στις Βρυξέλλες “ρωσικός κίνδυνος” και υπό το φάσμα της απόσυρσης των εγγυήσεων ασφαλείας των ΗΠΑ στην Ουκρανία και εν γένει στη Γηραιά Ήπειρο; Η απάντηση θα μπορούσε αυθορμήτως να είναι καταφατική, με μία βασική, όμως, προϋπόθεση που δεν συζητείται επαρκώς στον πολιτικό διάλογο.

Ποιά είναι η προϋπόθεση: να μην είναι η Τουρκία βασικός παίκτης στο κυοφορούμενο νέο ευρωπαϊκό αμυντικό δόγμα.

Συμβαίνει, όμως, απ΄ ότι φαίνεται, το αντίθετο. Ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Χακάν Φιντάν εκπροσώπησε τον Ερντογάν στην πρόσφατη διάσκεψη του Λονδίνου για τη συγκρότηση της “συμμαχίας των προθύμων”, και σχεδόν όλοι οι ευρωπαίοι ηγέτες, από τον Μακρόν έως τον Τουσκ, συμφωνούν ότι η Άγκυρα πρέπει να έχει πρωταγωνιστικό ρόλο.

Ο λόγος που εκφωνείται είναι απλός: η Τουρκία διαθέτει έναν από τους μεγαλύτερους στρατούς στο ΝΑΤΟ, η γεωπολιτική της θέση είναι πολύτιμη, μπορεί να συνομιλεί παράλληλα με το Κίεβο και τη Μόσχα, ενώ διαθέτει ίσως την ισχυρότερη αμυντική βιομηχανία μετά τη Γερμανία και τη Γαλλία.

Η Ελλάδα ούτε στη “συμμαχία των προθύμων” εκπροσωπήθηκε, ούτε επιθυμεί να στείλει στρατό στην Ουκρανία (σωστά), η δε αμυντική της βιομηχανία υπολειτουργεί. Επ΄ αυτού ο επιχειρηματίας Ευάγγελος Μυτιληναίος (μεταξύ άλλων προνομιακός συνεργάτης του ΝΑΤΟ με την βιομηχανία (πρώην ΜΕΤΚΑ) του στο Βόλο) είπε τα πράγματα με το όνομά τους:

«Εμείς τι θα κάνουμε; Θα συμμετέχουμε σε μία ευρωπαϊκή συμμαχία των προθύμων με την Τουρκία, που θα είναι κατά της Ρωσίας και θα τροφοδοτείται από τα χρήματα των Ευρωπαίων φορολογούμενων; Ποιος θα κοιτάξει το δικό μας πρόβλημα; Την Ελλάδα θα προστρέξουν να τη βοηθήσουν με τον ίδιο τρόπο όπως την Ουκρανία; Η μέχρι τώρα πορεία των πραγμάτων λέει ότι αυτό δεν πρόκειται να συμβεί. Μόνο οι ΗΠΑ μπορούν να είναι σύμμαχος αποτροπής, όχι η Ευρώπη»

«Εχουμε τρεις βάρδιες επί επτά ημέρες την εβδομάδα και παράγουμε εξοπλισμό που κατευθύνεται μόνο σε εξαγωγές» τόνισε. «Αυτό που έγινε με τις φρεγάτες Behlarra δεν πρέπει να ξαναγίνει. Φτιάξαμε με τα ναυπηγεία του Σκαραμαγκά τα 4 υποβρύχια που κρατάνε την ισορροπία στο Αιγαίο. Κανείς δεν μας ζήτησε να φτιάξουμε εμείς τις φρεγάτες».

«Η Ελλάδα θα κληθεί να συνεισφέρει οικονομικά, αλλά χωρίς να πάρει βιομηχανική δουλειά; Η Ευρώπη ξεκινά ξανά έναν αμυντικό επανεξοπλισμό. Εχει όμως τις δεξιότητες να κατασκευάσει οπλικά συστήματα εφάμιλλα των ΗΠΑ και της Ρωσίας;» αναρωτήθηκε.

Ενώ,λοιπόν, εμείς δηλώνουμε ικανοποιημένοι από την κατεύθυνση που συμφωνήθηκε στο πρόσφατο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για “ρήτρα διαφυγής”, δηλαδή ακόμα μεγαλύτερες αμυντικές δαπάνες που, όμως, δεν θα επιβαρύνουν τον δημοσιονομικό κανόνα (αλλά θα προσμετρώνται στο χρέος…), η Τουρκία μετατρέπεται σε ευρωπαϊκό αμυντικό εταίρο και, παράλληλα, προσπαθεί να ανοίξει ξανά την κλειστή πόρτα της ένταξής της στην ΕΕ. Τι είδους ανταλλάγματα διεκδικεί η Ελλάδα;

Ο βουλευτής της Ν.Δ και καθηγητής Διεθνών Σχέσεων Άγγ. Συρίγος περιέγραψε την έκβαση μιας τέτοιας πορείας ως εξής: Με την Τουρκία στην κοινή ευρωπαϊκή άμυνα, θα αναγκαζόμαστε να αγοράζουμε τουρκικά όπλα για να προστατεύσουμε τη χώρα μας από την… Τουρκία”. Ακόμα κι αν ακούγεται υπερβολικό, προς αυτή την κατεύθυνση οδηγούνται τα πράγματα.

Κι εδώ υπεισέρχεται η παρέμβαση του πρώην υφυπουργού Εξωτερικών (επί κυβερνήσεων Σημίτη) και παλαιότερα άτυπου συμβούλου του πρωθυπουργού, Χρ. Ροζάκη, ο οποίος (Κύκλος Ιδεών) είπε ότι για οτιδήποτε θέλει να κάνει η Ελλάδα στο Αιγαίο πρέπει να ρωτήσει την Τουρκία!

«Για κάθε ενέργεια που κάνουμε στο Αιγαίο πρέπει να παίρνουμε την άδεια της Τουρκίας», διαπίστωσε χαρακτηριστικά ο Χρ. Ροζάκης. «Αυτό σημαίνει στην πράξη πως η Τουρκία ελέγχει σήμερα πολύ περισσότερο και από τη δική της θάλασσα, αυτή που δικαιούται θεωρητικά», είπε και ανέφερε ως χαρακτηριστικό παράδειγμα το θέμα της Κάσου.

«Μα δεν μπορούσαμε να κάνουμε διαφορετικά. Από τη στιγμή που κατέβασε τα πολεμικά της πλοία μεταξύ της Κάσου και της Κρήτης, έπρεπε να ενημερώσουμε. Αλλά και η ενημέρωση δεν έφτασε. Ίσως, επειδή έγινε υστερογενώς σίγουρα», απάντησε ο κ. Ροζάκης.

«Απεμπολήσαμε κάποιο δικαίωμα ενημερώνοντας την Άγκυρα για τις έρευνες εκεί, στην περιοχή της Κάσου;», ήταν το επόμενο ερώτημα που τέθηκε από τον διευθυντή του “Βήματος” στον κ. Ροζάκη.

«Σίγουρα απεμπολήσαμε με την έννοια ότι… Το θέμα της πόντισης του καλωδίου άρα και οτιδήποτε προϋποθέτει την πόντιση, όπως είναι οι έρευνες, πρέπει να περάσουν μέσα από τη δικιά τους άδεια, μέσα από τη δική τους συναίνεση. Πράγμα που σημαίνει ότι νόμιμες ενέργειες της Ελλάδας υπόκεινται στον έλεγχο της Τουρκίας. Με ό,τι αυτό συνεπάγεται…», τόνισε ο Χρ. Ροζάκης.

Το έργο της πόντισης καλωδίου για την ηλεκτρική διασύνδεση Κρήτης- Κύπρου- Ισραήλ είναι, όμως, ζωτικής σημασίας και έχει ισχυρότατο στρατηγικό χαρακτήρα για τις ισορροπίες στη Ν.Α Μεσόγειο.

Συμπέρασμα: Αναμφίβολα το γεγονός ότι επί πάνω από 15 μήνες δεν έχουμε παραβιάσεις πάνω από το Αιγαίο (ακόμα και στη ζώνη των 10 μιλίων), και “ήρεμα νερά”, είναι θετικό. Για να μην τρέφουμε, όμως, αυταπάτες η Διακήρυξη των Αθηνών που σπεύσαμε να υποδεχτούμε ως ιστορικής σημασίας δεν είναι τίποτε περισσότερο από ένα μουχλιασμένο εγχειρίδιο καλών προθέσεων. Στην πράξη η Τουρκία κρατά πάνω στο τραπέζι, ενίοτε διευρύνει κιόλας, όλες τις αιτιάσεις και διεκδικήσεις της.

Εάν, ωστόσο, δεν μπορούμε να προχωρήσουμε στην οριοθέτηση των θαλασσίων πάρκων, εάν δεν μπορούμε να υλοποιήσουμε το έργο ηλεκτρικής διασύνδεσης και εάν η Τουρκία μπαίνει από την πίσω πόρτα στους ευρωπαϊκούς συσχετισμούς δυνάμεων και δη με προνομιακό ρόλο, ενώ η Ελλάδα απουσιάζει, μήπως κάτι δεν κάνουμε σωστά; Και εφόσον η Άγκυρα συνδεθεί με την Ε.Ε με έναν τόσο προνομιακό και στρατηγικό τρόπο, ποιός θα μας ακούσει στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες όταν θα επισημαίνουμε τις τουρκικές αιτιάσεις;

Θα το συζητήσουμε, θα προτείνει η ελληνική διπλωματία και η κυβέρνηση κάποιο νέο στρατηγικό σχέδιο αφού το παλιό περί “πάγιων θέσεων” πνέει τα λοίσθια; Θα αναζητηθεί μομέντουμ συνεννόησης των πολιτικών δυνάμεων; Με τι σχέδιο, έναντι όλων αυτών, θα συναντηθεί (8 Απριλίου) ο Κυριάκος Μητσοτάκης με τον Ταγίπ Ερντογάν; Όλα καλά;

Δυστυχώς, υπάρχουν ελάχιστες ελπίδες ως προς αυτό, καθώς, αφενός η χώρα εισέρχεται στην τελική ευθεία προς τις εκλογές και το πολιτικό κόστος γίνεται διπλά και τριπλά πιό βαρύ, αφετέρου το ισχυρό αποτύπωμα του “αντισυστημισμού” και των ακροδεξιών αντιλήψεων δεν επιτρέπει κάτι τέτοιο. Όταν οι ακραίοι βανδαλίζουν την Εθνική ΠΙνακοθήκη (και πολλοί συμφωνούν ή το ανέχονται), ή εισβάλλουν στις παραστάσεις του Ζαραλίκου, τι ελπίδα συνεννόησης έχουμε στα εθνικά θέματα;

Σχετικά Άρθρα