“Άγιοι”, “διάβολοι” και ελευθερία έκφρασης: Απόψεις για την “αποκαθήλωση” στην Εθνική Πινακοθήκη

(ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ/EUROKINISSI)
Τελικά τα εκθέματα του Χριστόφορου Κατσαδιώτη όχι μόνο αποκαθηλώθηκαν βίαια από τον βουλευτή της ΝΙΚΗΣ Νικόλαο Παπαδόπουλο, αλλά αποσύρθηκαν οριστικά από την Εθνική Πινακοθήκη με τη σύμφωνη γνώμη του ίδιου του δημιουργού και παρά τις αρχικές διαβεβαιώσεις ότι η διευθύντρια, κυρία Συραγώ Τσιάρα, θα συνέχιζε τις ξεναγήσεις της σε αυτό το σκηνικό. Τι μεσολάβησε και γιατί τελικά αποφασίστηκε να απομακρυνθούν είναι ένα ερώτημα που τίθεται δημοσιογραφικά και πιθανώς απαντηθεί οριστικά τις επόμενες μέρες.
ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΚΕΙΜΕΝΟ:
Παναγιώτης Ι. Δρίβας
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΑΡΘΡΩΝ:
Χρόνης Διαμαντόπουλος
Χωρίς να αναφερόμαστε σε επιβεβαιωμένες πληροφορίες είναι αρκετά πιθανό η εν λόγω απόφαση να σχετίζεται με τις πιέσεις της εκκλησίας. Άλλωστε η ανακοίνωση της ΔΙΣ άφηνε να εννοηθεί ότι θα υπάρξει παρέμβαση του ίδιου του Αρχιεπισκόπου Ιερώνυμου. Οι πληροροφορίες μιλούσαν για επιστολή προς τον πρωθυπουργό στην οποία θα ζητούσε απόσυρση των εκθεμάτων.

(ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ/EUROKINISSI)
Μπορεί η εξέλιξη να συνδεθεί με τις εν λόγω πληροφορίες; Ίσως ναι, ίσως όχι.
Πάντως στο δεύτερο σκέλος των πληροφοριών οι οποίες έκαναν λόγο για παρέμβαση απομπομπής της Υπουργού Πολιτισμού Λίνας Μενδώνη εκ του αποτελέσματος του ανασχηματισμού φαίνεται ότι η “ιερά μομφή” εφόσον και αν διατυπώθηκε δεν εισακούστηκε. Από την κατάληξη όμως της… “τύχης” των εκθεμάτων ευλόγως κάποιος μπορεί να συμπεράνει ότι απλώς επήλθε η… “χρυσή τομή”. Ένας συμβιβασμός…
Και εδώ αρχίζουν να μπαίνουν διάφορα κρίσιμα ερωτήματα με βασικότερο αν τελικά ο σκοταδισμός νίκησε την ελεύθερη έκφραση.
- Αν τελικά η τέχνη πρέπει να υπόκειται σε περιορισμούς ή οφείλει να είναι απόλυτα ελεύθερη;
- Και ποια είναι η σχέση της με τον σκοταδισμό και τον φανατισμό που απειλούν τη δημοκρατία και τον ελεύθερο λόγο;

Οι πολιτικοκοινωνικές συνθήκες μπορούν σε ένα βαθμό να καθορίσουν τα όρια της τέχνης τα οποία ενδεχομένως στο αδιόρατο αυτό πλαίσιο να είναι αντικείμενο συνεχούς διαπραγμάτευσης, ωστόσο αδιαπραγμάτευτο είναι το δικαίωμα της ελεύθερης έκφρασης.
Από τον Μεσαίωνα έως τις σύγχρονες αυταρχικές κυβερνήσεις, η τέχνη συχνά αποτελεί στόχο όσων φοβούνται την ελεύθερη σκέψη. Η αποκαθήλωση έργων τέχνης, οι διώξεις δημιουργών ή η διαπόμπευσή τους στα κοινωνικά δίκτυα (στην προκειμένη περίπτωση του Χριστόφορου Κατσαδιώτη με κατακριτέες χυδαιότητες) και η προσπάθεια φίμωσης είναι ενδείξεις μιας κοινωνίας που διολισθαίνει προς τον σκοταδισμό.
Ο φανατισμός, θρησκευτικός ή πολιτικός, αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους εχθρούς της ελευθερίας. Και τόσο στην Ελλάδα όσο και σε παγκόσμια κλίμακα ακραίες ομάδες επιδιώκουν να επιβάλουν τους δικούς τους ηθικούς και ιδεολογικούς κώδικες, με επίκληση στην βλασφημία, την ανηθικότητα και τις χρηστές αντιλήψεις.
Κάποιες φορές με μοιραία κατάληξη οπλίζοντας το χέρι σταυροφόρων (δολοφονία Τζον Λένον, σκηνοθέτη Τέο βαν Γκογκ, επίθεση στα γραφεία του Charlie Hebdo) άλλες φορές με βανδαλισμούς και με ακρότητες (επίθεση στο θέατρο Χυτήριο από τη Χρυσή Αυγή, έκθεση “Aspects of Hellenism”, ο τωρινός βανδαλισμός την Εθνική Πινακοθήκη κλπ).

Το αποτέλεσμα είναι η καταπίεση της ελεύθερης έκφρασης και η ενίσχυση μιας κοινωνίας φόβου και ελέγχου. Η κοινωνία οφείλει να σταθεί υπερασπιστής της ελευθερίας. Η εκπαίδευση, η καλλιέργεια της κριτικής σκέψης και η προώθηση ενός ανοιχτού διαλόγου γύρω από την τέχνη μπορούν να αποτρέψουν την επιστροφή σε σκοταδιστικές αντιλήψεις.
Η τέχνη πρέπει να παραμείνει χώρος ελευθερίας, ακόμη και όταν προκαλεί ή σοκάρει. Και εν τέλει το σημαντικότερο καθήκον της και η πραγματική δύναμή της είναι να αντιστέκεται, να αποκαλύπτει και να διεκδικεί όποτε ο φανατισμός και ο σκοταδισμός προσπαθούν να επιβληθούν.
Τι πραγματικά συνέβη, τι προοιωνίζεται- Οι απόψεις ένθεν κακείθεν
Το libre επιχειρώντας να καταγράψει σφαιρικά τις απόψεις μίλησε με επιστήμονες, ιστορικούς τέχνης, μητροπολίτες και απλούς ιερείς, βάζοντας στον δημόσιο διάλογο τα επιχειρήματα που διατυπώνονται ένθεν κακείθεν.
ΜΑΣ ΜΙΛΟΥΝ:
Χρήστος Παπαγιάννης (Διευθυντής του ETERON): “Αμφισβητείται αμφισβήτηση στο αναφαίρετο δικαίωμα της ελευθερίας έκφρασης”
Λευτέρης Κουσούλης (Πολιτικός επιστήμονας): “Οι συνέπειες της βίαιης αντίδρασης του βουλευτή”
Σπύρος Μοσχονάς (Ιστορικός τέχνης): “Η πολιτική σκηνή, σε εθνικό και σε διεθνές πεδίο, έχει μετατραπεί σε τσίρκο με πρωταγωνιστές νταήδες”
Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ιερόθεος: “Η σαγήνη τοῦ Αλλόκοτου, o ενδιάμεσος χώρος καί οἱ ἅγιοι”
Μητροπολίτης Δημητριάδος Ιγνάτιος: “Δεν προσβάλλεται η Παναγιά, η αγάπη μας προσβλήθηκε”
Πατήρ Γεώργιος Κωνσταντίνου (Εκπρόσωπος Ιερούς Συνδέσμου Κληρικών Ελλάδος): “Η βλασφημία δεν μπορεί να θεωρηθεί Τέχνη”
ΑΚΟΛΟΥΘΟΥΝ ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ ΤΑ ΑΡΘΡΑ:
Χρήστος Παπαγιάννης: Η Λογοκρισία δεν στοχεύει στο έργο, αλλά στους καλλιτέχνες του αύριο
Ο βανδαλισμός του έργου του καλλιτέχνη Χ. Κατσατιώτη στην Εθνική Πινακοθήκη από τον βουλευτή του υπερσυντηρητικού κόμματος «Νίκη», Νίκο Παπαδόπουλο, δεν αποτελεί απλώς μια μεμονωμένη πράξη λογοκρισίας, αλλά μια κίνηση που στοχεύει στη μελλοντική φίμωση της ελεύθερης καλλιτεχνικής έκφρασης. Ο εν λόγω βουλευτής, δεν επιχείρησε μόνο να καταστρέψει τα συγκεκριμένα έργα τέχνης, αλλά πολύ περισσότερο έθεσε υπό αμφισβήτηση το αναφαίρετο δικαίωμα της ελευθερίας έκφρασης προκαλώντας φόβο σε μελλοντικούς καλλιτέχνες αλλά και εργαζόμενους στην Πινακοθήκη.

Για την πράξη του επικαλέστηκε τη συχνή δικαιολογία της «βλασφημίας» και της προσβολής θρησκευτικών αξιών.
Συγκεκριμένα, σε τέτοιες περιπτώσεις οι λογοκριτές ισχυρίζονται, ότι το έργο τέχνης θίγει θεμελιακά το αξιακό τους σύστημα και αντί να απαντήσουν με διάλογο, καταφεύγουν σε κατασταλτική δράση και πράξεις όπως είναι η καταστροφή ενός έργου.
Μια δεύτερη προσπάθεια τεκμηρίωσης της λογοκρισίας βασίζεται στην υποτιθέμενη «χαμηλή ποιότητα» του έργου, όπου σε αυτή την περίπτωση εκτυλίσσεται μια προσπάθεια να μειωθεί η σημασία του περιστατικού, με την υπόνοια ότι η καταστροφή ενός «μέτριου» αισθητικά έργου δεν αποτελεί σοβαρό ζήτημα -είδαμε πολλούς υποστηρικτές του βουλευτή να το επικαλούνται ή να το υπονοούν. Μια τρίτη συχνή δικαιολογία αφορά την πεποίθηση ότι ο ίδιος ο καλλιτέχνης δρα με πρόθεση να προκαλέσει ζημιά και να ταλαιπωρήσει ψυχικά ανθρώπους αντίθετους στο δικό αξιακό του σύστημα, κι άρα η λογοκρισία είναι θεμιτή διότι αποτελεί αντίδραση στην εκ προθέσεως πρόκληση του καλλιτέχνη -φυσικά αυτό είναι αδύνατο να αποδειχθεί .
Προφανώς όλες οι παραπάνω αιτιάσεις είναι προσχηματικές και αβάσιμες, αφού σε ένα δημοκρατικό κράτος δεν υπάρχει καμία δικαιολογία για τη λογοκρισία, είτε ένα έργο τέχνης θεωρείται ποιοτικά άρτιο είτε όχι, είτε συμφωνεί κάποιος με το περιεχόμενό του είτε το βρίσκει προσβλητικό ή προκλητικό. Η κριτική είναι θεμιτή όσο σκληρή κι αν είναι, όμως η λογοκρισία δεν μπορεί να γίνεται ανεκτή επουδενί. Η δημόσια και η θεσμική αντιπαράθεση είναι οι μόνες αντιδράσεις, που μπορούν να θεωρηθούν αποδεκτές σε μια ευνομούμενη και δημοκρατική κοινωνία.
Ωστόσο, το πιο ανησυχητικό είναι ότι η κίνησή του δεν απομονώθηκε, αλλά βρήκε υποστηρικτές, ακόμη και σε mainstream κανάλια επικοινωνίας, όπου παρατηρήθηκε μια ρητορική που όχι μόνο δεν καταδίκασε το περιστατικό, αλλά το δικαιολόγησε σε αρκετές περιπτώσεις ως «δίκαιη αγανάκτηση». Πρόκειται για την πιο διαυγή απόδειξη ότι ο αυταρχικός λόγος εδραιώνεται στη δημόσια σφαίρα και λειτουργεί ενισχυτικά στην καλλιέργεια μιας κουλτούρας φόβου. Όταν ορισμένοι και ορισμένες όχι μόνο μεταδίδουν, αλλά και αναπαράγουν επιχειρήματα υπέρ της λογοκρισίας, συντελούν στη δημιουργία ενός κλίματος όπου η καταστολή της ελευθερίας της έκφρασης γίνεται αποδεκτή.
Είναι κρίσιμο λοιπόν, να γίνει ευρέως κατανοητό πως η επίθεση στην Εθνική Πινακοθήκη δεν ήταν μόνο μια επίθεση σε τέσσερα έργα τέχνης, αλλά πολύ περισσότερο μια προσπάθεια να εκφοβιστούν καλλιτέχνες και εργαζόμενοι της Πινακοθήκης, ώστε στο μέλλον να αυτολογοκρίνονται υπό το φόβο αντίστοιχων αντιδράσεων. Απώτερος στόχος τέτοιων ενεργειών δεν είναι η καταστροφή ενός μεμονωμένου έργου, αλλά η εγκαθίδρυση μιας κουλτούρας τρόμου, όπου οι δημιουργοί διστάζουν να εκφραστούν ελεύθερα υπό το φόβο αντίστοιχων αντιδράσεων. Κάτι τέτοιο, προφανώς δεν μπορεί να γίνεται ανεκτό.
Λευτέρης Κουσούλης: Προτεραιότητα στην ελευθερία της έκφρασης. Μετά όλα ας συζητηθούν

Η βίαιη πράξη του βουλευτή του κόμματος «ΝΙΚΗ», με αφορμή πίνακες σε έκθεση στην Εθνική Πινακοθήκη, έφερε στη δημόσια συζήτηση πολλά ζητήματα, από την «ελευθερία του καλλιτέχνη» ως το τι σημαίνει ανοχή και «αποδοχή» του αιρετικού, του ασύμβατου ακόμη και του προσβλητικού. Όπου το «ιερό» στοιχείο υπεισέρχεται, είτε ως ιδεολογικό δεδομένο είτε ως θρησκευτικό παρόμοιο, η διαφωνία δεν θα διαγραφεί και μια μικρή ή μεγάλη «σύγκρουση» θα αναπτυχθεί με σκοπό την προστασία του, από υποστηρικτές και ποικίλους οπαδούς. Η συγκεκριμένη βίαιη αντίδραση, με σκοπό την καταστροφή ενός έργου σε έκθεση, είναι εκτός της χριστιανικής προσέγγισης και απέναντι σε κάθε πνεύμα της, που ορίζεται ως αντι- δύναμη και ως αντι- βία. Η αιώνια διαμάχη για τα μεγάλα ζητήματα παρόμοιου είδους δεν θα βρει τέλος. Είναι θέμα πολιτισμού και ποιότητας στην συνύπαρξη όλα να εξελίσσονται διαλογικά.
Σπύρος Μοσχονάς: Ο καλλιτέχνης γίνεται στόχος μιας κοινωνίας που δεν θέλει να κοιταχτεί στον καθρέφτη

Ιστορικός της Τέχνης
Όταν συμβαίνουν θλιβερά συμβάντα όπως εκείνο της Εθνικής Πινακοθήκης & Μουσείου Αλεξάνδρου Σούτσου, αποκαλύπτεται ένα έλλειμμα όχι μόρφωσης αλλά παιδείας. Όμως, ας είμαστε ειλικρινείς: περισσότερο κινδυνεύει η «παραδοσιακή κοινωνία» –δηλαδή το έθνος, η θρησκεία, η οικογένεια– από τα τηλεοπτικά reality, από διαδικτυακές εφαρμογές σαν το TikTok ή από τον οχετό των κοινωνικών δικτύων, παρά από βιβλία, τραγούδια, θεατρικές παραστάσεις ή, εν προκειμένω, από εικαστικά έργα. Άρα, τι μένει πραγματικά; Το γεγονός ότι ο (εκάστοτε) καλλιτέχνης γίνεται στόχος μιας κοινωνίας που δεν θέλει να κοιταχτεί στον καθρέφτη και να κατανοήσει γιατί αλλάζει στο πέρασμα του χρόνου.
Στη μετεμφυλιακή Ελλάδα το πιο γνωστό συμβάν λογοκρισίας υπήρξε η αφαίρεση πίνακα του Γιάννη Τσαρούχη από ομαδική έκθεση στο Ζάππειο Μέγαρο το 1952 με εντολή κάποιου ναυάρχου – για να μην προσβληθεί το Ναυτικό από την απεικόνιση ναύτη δίπλα σε γυμνό νεαρό. Στην ίδια έκθεση, οι αστυνομικές αρχές άσκησαν δίωξη για πορνογραφία στην εφημερίδα «Προοδευτική Αλλαγή» επειδή δημοσίευσε πίνακα του Γιάννη Μόραλη με γυμνή νέα. Επίσης το 1952 ο Φιλολογικός Σύλλογος «Παρνασσός» ζητούσε από τον ζωγράφο Nonda (Επαμεινώνδα Παπαδόπουλο) να αποσύρει τα γυμνά του – εκείνος απλώς τοποθέτησε στα επίμαχα σημεία αληθινά φύλλα συκιάς. Και το 1950, ένας καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών πέτυχε να αφαιρεθεί από έκθεση το γλυπτό «Άνοιξη» του Θανάση Απάρτη, καθώς απεικόνιζε ζευγάρι σε ερωτική περίπτυξη. Άνθρωποι λίγο μεγαλύτεροι θα θυμούνται το ζήτημα που υποδαύλισε το κόμμα ΛΑΟΣ με αφορμή πίνακα του Thierry de Cordier στην έκθεση Outlook, τον Δεκέμβριο του 2003. Ο διεθνούς φήμης επιμελητής Χρήστος Ιωακειμίδης (1932-2017) είχε καθίσει τότε στο εδώλιο του κατηγορουμένου. Πριν από δύο χρόνια, η νεαρή εικαστικός Γεωργία Λαλέ είδε να παίρνουν διαστάσεις οι αντιδράσεις για τη «ροζ» ελληνική σημαία της. Ανυπεράσπιστοι, οι καλλιτέχνες γίνονται τα εύκολα θύματα της μάζας. Η τέχνη, σε αντίθεση με την μπάλα, δεν αφορά τους πολλούς.
Ωστόσο, από τη στιγμή που ο/η εικαστικός/ή δημιουργός επιλέξει να ασκήσει κριτικό λόγο, μπαίνει σε μια μακρά παράδοση αμφισβήτησης των θεσμών. Ο Ισπανός Φρανθίσκο Γκόγια, εν μέσω των Ναπολεόντειων Πολέμων, απεικόνισε σε χαρακτικό του έναν ιερέα να ισορροπεί σε τεντωμένο σκοινί πάνω από το συγκεντρωμένο πλήθος. Ο τίτλος του έργου ήταν Que se rompe la cuerda (Θα σπάσει το σκοινί). Το 1926 ο Γάλλος σουρεαλιστής ποιητής Benjamin Peret έβγαινε στους δρόμους και προσέβαλε καθολικούς ιερείς. Η επίθεση δεν γινόταν απέναντι στους συγκεκριμένους εκπρόσωπους του κλήρου μα ενάντια στην Καθολική Εκκλησία. Διότι, ως κοινωνικός θεσμός, η Εκκλησία δεν είναι εκτός κριτικής.
Σήμερα, οι φασίζουσες συμπεριφορές είναι ίδιον όλου του πολιτικού φάσματος – έχουν διαποτίσει την κοινωνική ζωή.
Είναι σφάλμα να συνδεθεί η κατακριτέα πράξη στην Εθνική Πινακοθήκη με ένα κόμμα, όταν η πολιτική σκηνή, σε εθνικό και σε διεθνές πεδίο, έχει μετατραπεί σε τσίρκο με πρωταγωνιστές νταήδες.
Είναι σφάλμα να μην κατανοούμε πως από την κουλτούρα ακύρωσης του Σαίξπηρ και του Ομήρου έως το βίαιο κατέβασμα έργων που προσβάλλουν τα Θεία, η απόσταση είναι ένα τσιγάρο δρόμος. Όταν φτάνουμε να κάνουμε επίθεση σε ό,τι δεν συμφωνούμε, δεν φταίει η τέχνη. Φταίει η κοινωνία. Και το πρόβλημα της κοινωνίας παραμένει βαθιά ζήτημα παιδείας. Ας μην ξεχνάμε πως οι αρχαίοι Αθηναίοι έδωσαν στον Σωκράτη κώνειο επειδή δεν τους άρεσαν αυτά που έλεγε. Και πως η θρησκευτική ηγεσία των Ιουδαίων σταύρωσε τον Ιησού τον Ναζωραίο για τον ίδιο λόγο.
Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιερόθεος: «Η σαγήνη τοῦ Αλλόκοτου, o ενδιάμεσος χώρος» καί οἱ ἅγιοι

Δεν είμαι ειδικός στήν μοντέρνα τέχνη, και μάλιστα τήν σουρεαλιστική, διδάχθηκα την «Βυζαντινή τέχνη-αγιογραφία» ἡ ὁποία εκφράζει την εσωτερικότητα του ανθρώπου πού συνδέεται με τον Χριστό. Η συγκεκριμένη έκθεση τῆς Ἐθνικῆς Πινακοθήκης χαρακτηρίζεται ως «σαγήνη τοῦ Αλλόκοτου». Η λέξη «αλλόκοτον» δηλώνει κατά τό Λεξικό Liddell-Scott «ο έχων ασυνήθη φύσιν ή μορφήν, παράδοξος, διάστροφος, κακοσχημάτιστος, τερατώδης».
Στήν συγκεκριμένη έκθεση της Εθνικής Πινακοθήκης παρατέθησαν 80 χαρακτηριστικά έργα 10 Ελλήνων καλλιτεχνών πού ακολουθούν τόν Ισπανό σουρεαλιστή ζωγράφο και χαράκτη Γκόγια (Goya) ( τέλος του 18ου αιώνα αρχές του 19ου ) μέσα απο τήν ανατρεπτική θέαση του κόσμου. Όπως γράφεται σε σχετική παρουσίαση της Έκθεσης τα έργα που παρατίθενται «πραγματεύονται την σχέση του εύμορφου με το ζωόμορφο, το ανθρωπόμορφο με το ζωόμορφο» και τα χαρακτηριστικά «διακρίνονται απο την αληθοφάνεια του τερατώδους, την πειστικότητα του παραλόγου, την έλξη του αποτρόπαιου».
Τα περισσότερα έργα δεν προκάλεσαν, αφού εκφράζουν τό είδος αυτής της μοντέρνας τέχνης, αλλά αυτό που προκάλεσε είναι η εισαγωγή αυτή του «αλλόκοτου», «του ανθρωπόμορφου με το ζωόμορφο» σε έργα της βυζαντινής τέχνης και στην ζωή των αγίων της Εκκλησίας μας. Ας αφήσουμε έξω από την κίνηση «του αλλόκοτου» τους αγίους, και να μη συγχέουμε το πρόσωπο τους με το τερατώδες, το ζωόμορφο, και το παράλογο. Οι άγιοι μεταμόρφωσαν το «ζωόμορφο» και το έκαναν «θεόμορφο», είναι θεούμενοι. Τί σχέση έχουν οι άγιοι με το ζωώδες, το εμπαθές, το παράλογο, τό αποτρόπαιο πού παρατηρείται στούς εμπαθείς ἀνθρώπους; Οι άγιοι της Εκκλησίας, όπως τους παρουσιάζει η ορθόδοξη αγιογραφία, δεν εκφράζουν το «αλλόκοτον», αλλά τόν άνθρωπο που μεταμορφώθηκε από την άκτιστη Χάρη του Θεού, και αποτελούν την «καινή κτίση».
Όμως δυστυχώς, σέ μια κοινωνία «αλλόκοτη», και «αλλόκοτων» ανθρώπων παρουσιάζονται και οι άγιοι ως «αλλόκοτοι»!
Θα μπορούσε κάποιος καλλιτέχνης να παρουσιάσει αυτήν την «αλλόκοτη» κοινωνία, χωρίς να αγγίζει τους αγίους, οι οποίοι αποτελούν τα πρότυπά μας, πρότυπα ολότητος, αγάπης, ελευθερίας, δικαιοσύνης, φιλανθρωπίας, που διαπαιδαγωγούν κατά τον καλύτερο τρόπο τούς σύγχρονους ανθρώπους.
Μπορεί κανείς να έχει διάφορα απωθημένα βιώματα από μερικούς εκπροσώπους της Εκκλησίας, που δεν εκφάζουν τό ήθος της, αλλά δεν μπορεί αυτό το ψυχολογικό πρόβλημα της «προβολής» να το εκφράζει στους εικονογραφημένους αγίους με ένα «νεοπαγανιστικό» τρόπο. Αν το κάνει αυτό ασκεί μια μορφή βίας στα πρόσωπα των αγίων. Αλλά και το «αλλόκοτο» της σύγχρονης κοινωνίας εκφράζεται και με τις βίαιες πράξεις μερικών εναντίον των άλλων, που ζωγραφίζουν κάτι διαφορετικό από εκείνο που πιστεύουν αυτοί.
Πρότυπο όλων των Χριστιανών και ειδικότερα των Ορθοδόξων Χριστιανών είναι ο Χριστός και οι φίλοι Του που είναι οι άγιοι, οι οποίοι είναι οι εικόνες Του στην γη, η φανέρωσή Του, και δείχνουν τον «καινό κόσμο».
Έτσι δεν μπορούμε να δεχθούμε «το αλλόκοτον» στην ζωή των αγίων, ούτε και σε αυτούς που θέλουν να το ζωγραφίσουν με μοντέρνο τρόπο, ούτε σε αυτούς που αντιδρούν με βίαιο τρόπο μέσα στην προοπτική της αυτοδικίας. Διότι τέτοιες πράξεις, δείχνουν ότι στην εποχή μας «δεν έχει πεθάνει μόνο ο Θεός , αλλά και ο άνθρωπος». Όμως εμείς δεν χρειαζόμαστε ούτε έναν «πεθαμένο Θεό», ούτε έναν «πεθαμένο ή παραμορφωμένο άνθρωπο».
Η Ορθόδοξη Εκκλησία που δεν έχει σχέση με τον «νεοπαγανισμό», τον «δοκητισμό», «την μαγεία και την άχρονη πραγματικότητα» είναι «η ομορφιά του κόσμου», είναι «η τάξη και το κάλλος του κόσμου». Και το έργο των Χριστιανών είναι έργο μεταμόρφωσης του «αλλόκοτου» σε θείο, είναι έργο απολύτρωσης του ανθρώπου «από τό παράλογο, από την πλησμονή καί τα είδωλα, από τα τέρατα και τα φαντάσματα, από τίς ψευδαισθήσεις και τους ψευδοθεούς, από τα ιδεολογικά ψέματα και τά κοινωνικά εγκλήματα, από τους μύθους της αυτοσωτηρίας».
Αυτό ισχύει για κάθε «αλλόκοτο» είτε των καλλιτεχνών για τούς ἁγίους είτε των υπερασπιστών του Θεού και των αγίων.
Μητροπολίτης Δημητριάδος και Αλμυρού Ιγνάτιος; Δεν προσβάλλεται η Παναγιά, η αγάπη μας προσβλήθηκε

Πονάει η καρδιά του κάθε ανθρώπου όταν προσβάλλεται αγαπημένο του πρόσωπο. Κι αν αυτό το πρόσωπο είναι η μάνα του, τότε ο πόνος είναι ανείπωτος, ασήκωτος, βαρύς, μεγάλος. Έτσι πονάει κι ο λαός μας. Γιατί η Παναγιά είναι η μάνα μας. Και η μάνα μας προσβλήθηκε στην Εθνική Πινακοθήκη της πατρίδας μας.
Γι’ αυτό απόψε, στους Χαιρετισμούς, στη Β’ Στάση, θα ψάλλουμε και πάλι αυτόν τον ύμνο που ο λαός μας και το έθνος μας τον θέλει και σαν Εθνικό του Ύμνο, “Τη Υπερμάχω Στρατηγώ”, για να παρακαλέσουμε την Παναγιά, να μείνει μάνα μας. Αυτή θα είναι, κι εμείς, τα παιδιά της, και έτσι θα είναι αυτή η πατρίδα. Δεν προσβάλλεται η Παναγιά, η αγάπη μας προσβλήθηκε, γι’αυτό πονέσαμε. Αλλά, η μάνα μας παραμένει και θά’ναι πάντα, η Παναγιά μας!
Πρωτοπρεσβύτερος Γεώργιος Κωνσταντίνου, εκπρόσωπος Τύπου του Ιερού Συνδέσμου Κληρικών Ελλάδος (ΙΣΚΕ): Η βλασφημία δεν μπορεί να θεωρηθεί Τέχνη

Μέλος Δ.Σ. και Εκπρόσωπος Τύπου του Ιερού Συνδέσμου Κληρικών Ελλάδος, Πρόεδρος του Συνδέσμου Κληρικών Χίου
Προφανώς ο συγκεκριμένος χαράκτης έχει μια μεγάλη θεματολογία έργων. Τα έργα δεν επιλέχτηκαν από εκείνον για να μπουν εκεί. Τα έργα επιλέχτηκαν από κάποιο συμβούλιο ή την ίδια την διευθύντρια της Πινακοθήκης. Τα συγκεκριμένα έργα, όπως εκτίθενται, εκτίθενται ως εικονίσματα, εικόνισμα 1ο, εικόνισμα 16ο, εικόνισμα 17ο. Την πάντιμη τέχνη της ορθοδοξίας, την αγιογραφία, δεν μπορεί κανείς, να την καταστρέφει, με τον τρόπο που εκείνος επιλέγει. Η βλασφημία δεν μπορεί να θεωρηθεί Τέχνη και κυρίως όχι εικόνισμα.
Η προσβολή της Παναγίας, των Αγίων και της τέχνης των εικόνων είναι τραγικό και απαράδεκτο και προκαλεί θυμό και λύπη και μάλιστα επειδή εκτίθενται στην Εθνική Πινακοθήκη.
Ο ίδιος ο χαράκτης έχει πει ότι έχει αρνητική στάση απέναντι στη θρησκεία και συγκεκριμένα τη χριστιανική και λέει ότι έχουν θρησκευτικό περιεχόμενο τα έργα του με την έννοια ότι θέλει να αποδομήσει αυτά τα χριστιανικά σύμβολα με τον τρόπο που σκέφτεται. Εκεί βρίσκεται η ένσταση μας, για την εικόνα της Παναγίας την οποία εμείς οι Χριστιανοί τιμούμε και μάλιστα στην περίοδο που διανύουμε στις ακολουθίες των Χαιρετισμών. Κάθε ψυχή χριστιανού εξανίσταται. Η ειδοποιός διαφορά είναι στον τρόπο της αντίδρασης, η οποία διαφέρει από την αντίδραση του βουλευτού, πράξη την οποία σε κάποια άλλη ιδεολογία θα την ονόμαζαν ακτιβιστική, αλλά για εμάς δεν γίνεται αποδεκτή. Για εκείνον που έπραξε με αυτό τον τρόπο θα φροντίσει η σύμφωνη με τους νόμους και το σύνταγμα δικαιοσύνη.
Στο σύνταγμα, στον καταστατικό χάρτη της πολιτείας στην οποία ζούμε, όλοι πρέπει να πειθαρχούμε και να μην το επικαλούμαστε κατά το δοκούν ή μόνο για δικαιώματα. Το σύνταγμα μιλάει για την τέχνη και για την ακαδημαϊκή ελευθερία, όμως τα υποτάσσει όλα στην τήρηση του συντάγματος και των χρηστών ηθών. Το ελληνικό σύνταγμα που προοιμιάζεται εις το όνομα της Αγίας και Ομοουσίου και Αδιαιρέτου Τριάδος (γιατί αυτή ήταν η πίστη εκείνων που ελευθέρωσαν την Ελλάδα και συνέταξαν τα πρώτα συντάγματα) είναι ξεκάθαρο για την επικρατούσα θρησκεία, την ισότητα των πολιτών, τις ελευθερίες, τις προϋποθέσεις και τους περιορισμούς και ο κάθε πολίτης οφείλει να το γνωρίζει. Για να μην επικρατήσει ο νόμος της ζούγκλας για να υπάρξει πολιτεία και να υπάρχουν κοινωνικές σχέσεις, πρέπει να υπάρχει μία συμφωνία ότι ακολουθούμε το ελληνικό σύνταγμα. Αν ο καθένας βαφτίζει τις πράξεις και τα λόγια του κατά το δοκούν, δεν υπάρχει κοινωνική συμφωνία και είναι πολύ επικίνδυνο ειδικά στους καιρούς που ζούμε να πάμε σε εξτρεμιστικά και ακραία πράγματα. Ο Ιερός Σύνδεσμος Κληρικών Ελλάδος απέστειλε προς την Ιερά Σύνοδο σχετική επιστολή, στην οποία υπάρχει η έντονη διαμαρτυρία του για το όλο θέμα. Η πράξη μας επιβάλλεται από τη θέση μας και καλύπτεται από το συνταγματικό δικαίωμα της διαμαρτυρίας ενώπιον των αρχών. Η Διαρκής Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας μας με νηφαλιότητα εξέφρασε τη λύπη της για την εν λόγω έκθεση και θα πράξει τα δέοντα προς την ελληνική κυβέρνηση.