Πρόθυμοι και απρόθυμοι, και στο βάθος… η οργή και ο “Κανένας”

“Ετερόκλητη συμμαχία των προθύμων” αποκάλεσε ο πρωθυπουργός τη σύμπραξη του ΠΑΣΟΚ με τον ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ, τη Νέα Αριστερά και την Πλεύση Ελευθερίας που υπέβαλαν την πρόταση δυσπιστίας κατά του ιδίου και της κυβέρνησής του. Δεν είναι ακριβές. Μέχρι και το βράδυ της Τρίτης επρόκειτο μάλλον για “συμμαχία απροθύμων”, καθώς γίνονταν διαβουλεύσεις για το κείμενο της πρότασης και τον χρόνο υποβολής της, σε κλίμα όχι και τόσο …συμμαχικό.
Τελικά, ο Νίκος Ανδρουλάκης έκανε ένα βήμα αβροφροσύνης, μεταθέτοντας τον χρόνο κατάθεσης της πρότασης στο τέλος της προ ημερησίας διάταξης συζήτησης στη Βουλή για τα Τέμπη, προκειμένου να μην τορπιλίσει την πρωτοβουλία του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ και του ΚΚΕ, οι δε Σωκράτης Φάμελλος και Αλέξης Χαρίτσης υποχώρησαν και περιορίστηκαν σε μία μικρή αναφορά ως προς τα πεπραγμένα της κυβέρνησης για την ακρίβεια και τις υποκλοπές.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης αποκάλεσε τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ “ουρά” του πάλαι ποτέ κραταιού ΣΥΡΙΖΑ –“Φάμελλος, Χαρίτσης, Κωνσταντοπούλου προέρχονται από την ίδια κομματική μήτρα”, είπε. Μπορεί να το χαρακτηρίσει κανείς και “mind game”, αφού ο πρωθυπουργός γνωρίζει πως ο Ανδρουλάκης ενοχλείται να εμφανίζεται ως “παρελκόμενο” του συριζαϊκού μπλοκ της εποχής του Αλέξη Τσίπρα. Πέραν αυτού, η συνύπαρξη παραπέμπει σε παλαιότερη δήλωση του Παύλου Γερουλάνου, ο οποίος στο “όλοι μαζί” ενός μετώπου απέναντι στην κυβέρνηση είχε συμπεριλάβει ακριβώς αυτά τα πρόσωπα που τώρα συνυπέγραψαν την πρόταση δυσπιστίας του ΠΑΣΟΚ. Όλα αυτά προβληματίζουν τον στενό κύκλο του προέδρου του ΠΑΣΟΚ, κυρίως εκείνες (…) και εκείνους που επιμένουν στο άνοιγμα προς το κέντρο και δεν επιθυμούν εκλογική σύμπραξη με την αριστερά.
Αυτό, ωστόσο, δεν αλλάζει τα πράγματα. Είναι η δεύτερη πρόταση μομφής στην οποία συνυπάρχουν τα συγκεκριμένα πρόσωπα και κάποιοι μπορούν να θεωρήσουν ότι το κοινοβουλευτικό μέτωπο αποτελεί “πρόβα” ενόψει των επόμενων εκλογών.
Είναι, όμως, κάτι τέτοιο πιθανό; Πολύ δύσκολο. Βαρύ παρελθόν και πολλοί εγωϊσμοί θα αναμετρηθούν, όταν φτάσει η ώρα, με την σκληρή πραγματικότητα του ότι κανείς δεν μπορεί να αντιμετωπίσει μόνος του τη Ν.Δ, ακόμα και στην χειρότερη πολιτικά στιγμή της.
Από την άλλη, αρκεί για τον πρωθυπουργό να αναδεικνύει την “ετερόκλητη συμμαχία”, όταν ο ίδιος κινδυνεύει να στερηθεί από το αφήγημα της αυτοδυναμίας και της απουσίας εναλλακτικής πρότασης διακυβέρνησης που τροφοδοτούσε μέχρι πρότινος την πολιτική κυριαρχία του;
Αυτό που δεν φαίνεται να κατανοούν επαρκώς κυβέρνηση και αντιπολίτευση είναι πως τα Τέμπη δρουν καταλυτικά στο συλλογικό υποσυνείδητο και η οργή στρέφεται, πρωτίστως προς την κυβέρνηση, σε δεύτερο επίπεδο, όμως, προς οιονδήποτε εκπροσωπεί την έννοια του κράτους. Ένα κράτος που θεωρούν ότι δεν προσφέρει ασφάλεια και δικαιοσύνη. Κι αυτή είναι μία εσωτερική σύγκρουση δομική.
Ως προς αυτό, όσα είπε ο πρωθυπουργός για αξιολόγηση στο Δημόσιο (μέσω συνταγματικής αναθεώρησης) και κάποια ξένη εταιρεία που θα αναλάβει τη συντήρηση του σιδηρόδρομου, ουδεμία επαφή έχουν με το πάνδημο αίτημα των συλλαλητηρίων.
Η πρώτη ένδειξη αυτού του νέου κλίματος ήρθε από την μέτρηση της GPO:
- Στο ερώτημα αν υπάρχει εμπιστοσύνη στην Ελληνική Δικαιοσύνη, όχι και μάλλον όχι απαντά το 59,8%.
- Το 71,9% των πολιτών θεωρεί ότι η κυβέρνηση προσπαθεί να συγκαλύψει την υπόθεση των Τεμπών, το 85% της αποδίδει ευθύνες για την τραγωδία και το 86,2% πιστεύει ότι υπάρχουν ποινικές ευθύνες πολιτικών προσώπων.
- Μεταξύ των ψηφοφόρων της ΝΔ, το 58,6% αποδίδει ευθύνες στην κυβέρνηση για το δυστύχημα ενώ το 65,6% πιστεύει ότι υπάρχουν και ποινικές ευθύνες πολιτικών προσώπων.
- Με την συμμέτοχή τους στα συλλαλητήρια οι πολίτες δηλώνουν ότι ήθελαν να τιμήσουν την μνήμη των θυμάτων κατά 64,1%, να ζητήσουν δικαιοσύνη 56,1% και να στείλουν μήνυμα διαμαρτυρίας στην κυβέρνηση 47,4%.
- Το 82,4% θεωρεί ότι η αντιπολίτευση προσπαθεί να εκμεταλλευτεί πολιτικά την υπόθεση
Και η κατακλείδα: Στην “καταλληλότητα για πρωθυπουργός”, ο “Κανένας” κυριαρχεί με περίπου 37%, δέκα τρείς ολόκληρες μονάδες από τον Κυριάκο Μητσοτάκη– και μετά με ασήμαντα ποσοστά οι άλλοι πολιτικοί αρχηγοί. Το 52%, δε, των πολιτών επιθυμούν πρόωρες εκλογές, ποιοτικό στοιχείο εξαιρετικά ασύνηθες, καθώς είναι γνωστό πως αποτελεί “σταθερά” να μην καταγράφεται τέτοια τάση διαχρονικά, ακόμα και σε μετρήσεις που διεξάγονται σχεδόν σε εκλογικό χρόνο.
Εάν η κατάσταση δεν αναταχθεί, αυτό που κυοφορείται είναι μία “τυφλή” σύγκρουση ανάμεσα στην οργή και τον “Κανένα” από τη μία πλευρά, και την αδυναμία της κυβέρνησης και της αντιπολίτευσης να αντιληφθούν τα μηνύματα της κοινωνίας.