Συνέντευξη libre/Γιώργος Μεράντζας: Σήμερα ότι κάνω, το κάνω (όπως μ’ αρέσει να λέω) “θεραπευτικά”

Συνέντευξη libre/Γιώργος Μεράντζας: Σήμερα ότι κάνω, το κάνω (όπως μ’ αρέσει να λέω) “θεραπευτικά”

Πενήντα χρόνια στο τραγούδι κι όταν τον βρίσκεις στην υπέροχη Απανεμιά, τόσο κοντά με τόσους νέους ανθρώπους, είναι σαν να μην πέρασε μία μέρα από τότε που όριζε τη δική του προσωπική φωτιά. Από τότε που πρόφερε μοναδικά τη λέξη «άδικο» στη «Δίκοπη ζωή» του Μικρούτσικου και του Ελευθερίου. Ο Γιώργος Μεράντζας από τα ορεινά Τζουμέρκα της Ηπείρου δεν εγκατέλειψε ποτέ τον δρόμο, που οδηγεί στους ανθρώπους, το όνειρο «να έχει το παιδί το ψωμί και το βιβλίο του».

Γι’ αυτό είναι αληθινός. Γι’ αυτό παραμένει νέος. Γι’ αυτό επιλέγεται κάθε φορά. Με αυτή τη ρέουσα φωνή είτε στα μοιρολόγια είτε στον μαζικό λυγμό της ιστορίας.

Συνέντευξη

 -Κύριε Μεράντζα, σε ποια δημιουργική συνθήκη σας πετυχαίνω; 

Συμπλήρωσα 50 χρόνια στο χώρο του τραγουδιού και ό, τι ήταν να κάνω, σχετικά με αυτό που λένε οι περισσότεροι «καριέρα», το έχω κάνει. Σήμερα, ό,τι κάνω, ηχογραφήσεις, στούντιο, παραστάσεις, τις κάνω (όπως μ’ αρέσει να λέω) «θεραπευτικά».

 -Είστε από τους ανθρώπους που απαριθμείτε στόχους και όνειρα κάθε νέα χρονιά; 

Όχι, δεν έχω ετήσιους στόχους. Δεν έχουν κανένα νόημα πια για μένα. Προσπάθησα πολύ στη ζωή μου για να μην είμαι ένα υποταγμένο γρανάζι του συστήματος, ακολουθώντας δρόμους που δε σε πηγαίνουν τελικά πουθενά. Εάν είμαι υγιής, προσπαθώ να κάνω πάντα αυτό που μ´ αρέσει, αυτό που έχει νόημα στη ζωή μου, που με πάει κοντά σε ανθρώπους (που έχουν όνειρα και παλεύουν γι’ αυτά) για έναν κόσμο, που να χαμογελάει.

-Βγήκατε στο τραγούδι το 1973. Από πού αντλούσατε δύναμη; 

Ήρθα στην Αθήνα το 1969 από ένα άγνωστο για τους περισσότερους ορεινό μέρος της Ελλάδας. Τα ορεινά Τζουμέρκα της Ηπείρου. Όταν γεννηθείς σε ένα μέρος που έχει πιο πολλές πέτρες παρά χώμα, και για να φυτρώσει κάτι πρέπει να σκάψεις βαθιά, θέλεις δεν θέλεις, βρίσκεις την δύναμη, παλεύοντας πολύ για να καταφέρεις κάποια πράγματα που επιθυμείς στη ζωή σου.

Η συνάντηση με τον Θάνο Μικρούτσικο ποιους κόσμους σας άνοιξε;

Συνάντησα το Θάνο Μικρούτσικο ένα βράδυ το 1973 στην Πλάκα. Το θυμάμαι σήμερα και γελάω γιατί τότε ήμασταν σε διαφορετικούς ιδεολογικούς χώρους και οι συζητήσεις μας ήτανε απίστευτης «ομορφιάς».  Ήτανε η πρώτη μου επαγγελματική συνεργασία και έμελλε να είναι η πιο σημαντική στη ζωή μου. Αποδέχτηκε τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της φωνής μου και με έβαλε σε κόσμους, που δεν είχα φανταστεί ποτέ μου. Μαζί του έζησα στιγμές συγκλονιστικές. Εμπειρίες που για να της απαριθμήσω χρειάζονται πολλές ώρες. Θα είναι για μένα πάντα ο αγαπημένος μου φούλης (από το αδερφούλης), όπως εμείς λέμε στην Ήπειρο.

-Αγαπώ, προσωπικά, και τον Μάνο Λοΐζο. Θα ήθελα να μου πείτε δύο λόγια. Ξέρετε, έχουμε ανάγκη τέτοιες ιστορίες για ανθρώπους που έφυγαν νωρίς, δυστυχώς. 

Ήμουν πολύ τυχερός στη ζωή μου, γιατί μέσα από την πορεία μου στο τραγούδι, γνώρισα πολύ σημαντικούς ανθρώπους. Ένας απ’ αυτούς ήταν και ο Μάνος Λοΐζος. Ο πιο γλυκός. Δεν είχα μεγάλες συνεργασίες μαζί του, είχα όμως μία σχέση κι έζησα πράγματα μαζί του που με συγκλόνισαν. Δεν θα ήθελα να μοιραστώ αυτές τις στιγμές δημόσια. Δεν είναι όλα χαρούμενα στη ζωή.

 -Έχετε πει ότι μέσα σας δε σβήνει η φλόγα του 16αρη. Βρίσκετε όμοιους να την μοιραστείτε; 

Είναι αλήθεια αυτό κι απ’ ό,τι φαίνεται θα συνεχιστεί γιατί με βοηθά να μη βυθίζομαι στον καναπέ, να μη λέω δεν πειράζει, να με βάζει μπροστά στις ευθύνες μου, να είμαι αλληλέγγυος όσο μπορώ, έχοντας υπόψη και τις αδυναμίες μου. Αν όλος ο κόσμος, δεν είναι ο μικρόκοσμός σου και τα συμφέροντά σου, πάντα βρίσκεις ανθρώπους μικρότερους ή μεγαλύτερους που μπορείς να μιλήσεις, να αναζητήσεις, να συμπορευτείς. Τις περισσότερες φορές μόλις τελειώνει η παράσταση που κάνω κάθε Κυριακή, κατεβαίνουν κάτω στον κοινόχρηστο χώρο πάρα πολλοί-κυρίως νέοι άνθρωποι-για να συζητήσουμε κι αυτό είναι το ίδιο σημαντικό με την παράσταση. Αυτό για μένα είναι μια φλόγα που δεν θα σβήσει ποτέ. Πορεύτηκα πενήντα χρόνια κόντρα στο ρεύμα και έζησα συγκλονιστικά πράγματα.  Το πιο σημαντικό πράγμα στην πορεία ενός ανθρώπου στη ζωή είναι να βρει μια ισορροπία. Αγαπώ τη ζωή, αγαπώ τους ανθρώπους και είμαι χαρούμενος.

Στην Απανεμιά, τραγουδάτε κατά καιρούς, σε έναν χώρο μικρό και τόσο μαγικό. Τραγουδάτε ένα ηπειρώτικο μοιρολόι, ας πούμε, κι από κάτω πολύ νέοι άνθρωποι συμμετέχουν. Πώς νιώθετε για αυτή την κατάκτηση, να μην υπάρχει χάσμα με κάποιους νέους ανθρώπους; 

 Στην «Απανεμιά», συνεχίζουμε για όγδοη συνεχόμενη χρονιά όλο το χειμώνα κάθε χειμώνα. Είμαστε μαζί τα τελευταία 10-15 χρόνια, μία ομάδα σπουδαίων μουσικών δημιουργών, οι οποίοι με κάνουν και νιώθω τόση δύναμη που ξεπερνάω τα όρια μου. Στην αρχή, ήμασταν συνεργάτες τώρα είμαστε αδέρφια.  Δεν κάνουμε διασκέδαση. Υπάρχουν άλλοι που το κάνουν καλά αυτό. Γι’ αυτό αστειευόμενος λέω στον κόσμο, πριν αρχίσουμε, «αν κάποιος έχει έρθει να διασκεδάσει, να του εξαγοράσουμε το εισιτήριο και να μας αφήσει». Βεβαίως λέω και ηπειρώτικά, αλλά ακόμα και να μην ήθελα δε μ’ αφήνει ο κόσμος να μην πω. Με μεγάλη μου χαρά διαπιστώνω τα τελευταία χρόνια πολλαπλασιάζονται οι νέοι που έρχονται για να μας ακούσουνε κι έτσι  παίρνω κάτι απ’ τη σπίθα τους.

Τι σας λείπει από χρόνια που έχουν φύγει ανεπιστρεπτί; 

Οι άνθρωποι μου λείπουν που χάθηκαν αυτά τα χρόνια. Είναι βέβαια και θα είναι πάντα στο μυαλό μου οπότε για μένα  δεν θα έχουν χαθεί ποτέ. Τα σημαντικότερα γεγονότα της ζωής μου, τα κουβαλάω πάντα μαζί μου, γιατί είναι οδηγός μου. Είμαστε ό,τι θυμόμαστε. Τώρα για το πού πάει αυτή η κοινωνία και όχι μόνο η ελληνική, με μεγάλη μου λύπη και θυμό, διαπιστώνω ότι οι πάρα πολλοί φτωχοί πολλαπλασιάζονται κάθε χρόνο και έχουν φτάσει τα τρεισήμισι δισεκατομμύρια. Μόνο  ΔΕΚΑ άτομα κατέχουν το εξήντα τοις εκατό του παγκόσμιου πλούτου. Αυτή είναι η κοινωνία με δικαιώματα και Δημοκρατία; Να την βράσω λοιπόν αυτή τη δημοκρατία. Δεν είναι δικιά μας, δεν είναι των πολλών, είναι ιδιοκτησία κάποιων.  Δεν οδηγεί πουθενά παρά μόνο στην καταστροφή, ακόμα και στην καταστροφή του πλανήτη. Με την ευκαιρία που σας λέω αυτά, γυρίζουν στο μυαλό μου τα λόγια του ποιητή Τάσου Λειβαδίτη. «Ο κόσμος αυτός αξίζει μόνο όταν τον μοιράζεσαι».

Στην Ήπειρο, επιστρέφετε ή δε φύγατε ποτέ; 

Η Ήπειρος δεν είναι κάτι που μπορώ να το αφήσω, να το παρατήσω κάπου. Πάει όπου πάω. Αλλιώς θα ήμουνα ένας χαμένος.

Για ποιο πράγμα ο αγώνας σας είναι διαρκής;

Για το ψωμί, για την παιδεία, για την ελευθερία, για τα δικαιώματα. Ξέρω καλά ότι εγώ δεν θα προλάβω να ζήσω σε μια κοινωνία, για την οποία αγωνίζομαι. Επειδή όμως κάθε μέρα παλεύω για αυτήν σε ένα βαθμό ένα κομμάτι της το ζω και τώρα. Και να θυμήθηκα πάλι τον «Φούλη», που έλεγε: «Παλεύουμε για ένα κόσμο που να μπορεί ο ποιητής να ψαρεύει και ο ψαράς να γράφει ποιήματα».

Σχετικά Άρθρα