Τέμπη: Τα έγγραφα “φωτιά” που έφεραν τη δικογραφία στη Βουλή για Καραμανλή-Σπίρτζη

Τέμπη: Τα έγγραφα “φωτιά” που έφεραν τη δικογραφία στη Βουλή για Καραμανλή-Σπίρτζη

Το αδίκημα εναντίον των δύο υψηλόβαθμων στελεχών του Υπ. Υποδομών και Μεταφορών που αφορά διατάραξη συγκοινωνιών με θανατηφόρο αποτέλεσμα, επιφέρει μέχρι και ισόβια κάθειρξη. Επιπλέον η άρνηση των κατηγοριών που τους αποδίδονται συνοδεύτηκε από έγγραφα – «κλειδιά», τα οποία σκιαγραφούν ενδεχόμενες ποινικές ευθύνες των πρώην υπουργών Χρήστου Σπίρτζη και Κώστα Καραμανλή. Όλα αυτά πυροδότησαν τις εξελίξεις με τη δικογραφία να φθάνει τελικά στη Βουλή εσπευσμένα χθες Δευτέρα αν και οι πληροφορίες μιλούσαν για την ερχόμενη εβδομάδα.

Ολόκληρη η δικογραφία για τα Τέμπη έφτασε στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου χθες το πρωί από τον εφέτη ειδικό ανακριτή Σωτήρη Μπακαΐμη. Ο τελευταίος έστειλε αμελλητί το ανακριτικό υλικό, ως όφειλε βάσει του νόμου περί ευθύνης υπουργών, μαζί με ένα συνοδευτικό έγγραφο στο οποίο περιγράφει τα ευρήματα που τον «έριξαν» πάνω σε πολιτικά πρόσωπα, ζητώντας να διερευνηθούν τυχόν ποινικές τους ευθύνες για ελλιπή εποπτεία των φορέων που είχαν τη ευθύνη της ασφάλειας του σιδηροδρόμου, για τη μη υλοποίηση των έργων εκσυγχρονισμού του σιδηροδρομικού δικτύου, αλλά και για την έλλειψη προσωπικού.

Η αναζήτηση ευθυνών έχει ορίζοντα επταετίας, δηλαδή από το 2016 έως το 2023, γεγονός που έβαλε στο κάδρο εκτός από τον Κώστα Καραμανλή και τον Χρήστο Σπίρτζη. Για τον τελευταίο, τα όποια αδικήματα προκύψουν έχουν ήδη παραγραφεί, αφού έχουν συμπληρωθεί δύο βουλευτικές σύνοδοι, όπως προβλέπει το Σύνταγμα.

Το ζήτημα της ποινικής παραγραφής για αδικήματα που τελέστηκαν από υπουργούς έχει αλλάξει από το 2019, αλλά ο εφαρμοστικός νόμος ήρθε πριν από ένα μήνα «διχάζοντας» νομικούς και καθηγητές, με τη μια πλευρά να υποστηρίζει πως η μη ψήφιση του εφαρμοστικού νόμου έθετε θέμα παραγραφής των αδικημάτων στην υπόθεση των Τεμπών. Σε σχετική ερώτηση που είχε τεθεί στον υπουργό Δικαιοσύνης για το αν θα μπορούσε να υποστηριχθεί επιχείρημα περί ευμενέστερου νόμου, ο υπουργός απάντησε πως «ακόμη κι αν θεωρηθεί ότι ισχύει ο προγενέστερος νόμος, δεν έχει τελειώσει η δεύτερη σύνοδος. Μέχρι τις 3 Οκτωβρίου δεν υπάρχει κανένα ζήτημα, αλλά κατ’ εμάς δεν υπάρχει και μετά από αυτή την ημερομηνία».

Οι καταιγιστικές εξελίξεις στην υπόθεση των Τεμπών υπήρξαν απόρροια των δύο τελευταίων απολογιών που έλαβε ο κ. Μπακαΐμης από υψηλόβαθμα στελέχη του υπουργείου Μεταφορών, που με τα στοιχεία που εισέφεραν στην ανάκριση «ξεκλείδωσαν» το επόμενο επίπεδο στην έρευνα. Η προϊσταμένη της Διεύθυνσης Σιδηροδρομικών Μεταφορών και ο αναπληρωτής προϊστάμενος της Γενικής Διεύθυνσης Μεταφορών στις απολογίες τους αρνήθηκαν όσα τους αποδίδονται και προσκόμισαν αποδεικτικά έγγραφα, σύμφωνα με τα οποία τα ζητήματα ασφαλείας είναι ευθύνη της ΡΑΣ και του ΟΣΕ. Ομως, η προϊσταμένη της Διεύθυνσης Σιδηροδρομικών Μεταφορών παρέδωσε και δύο ενημερωτικά σημειώματα που είχε αποστείλει τον Σεπτέμβριο του 2021 προς τον υπουργό Κώστα Καραμανλή, τον υφυπουργό Υποδομών και Μεταφορών και το γραφείο του γ.γ. Μεταφορών, ως προς την ασφάλεια λόγω έλλειψης συντήρησης της υποδομής και έλλειψης προσωπικού.

Στο πρώτο έγγραφο με θέμα «Ενημερωτικό σημείωμα για χρηματοδότηση και λειτουργία διαχειριστή σιδηροδρομικής υποδομής, σύμβαση ΟΣΕ – Δημοσίου, προειδοποιητική επιστολή C(2020)7847» αναφερόταν μεταξύ άλλων πως «η ελλιπής συντήρηση του σιδηροδρομικού δικτύου υποβαθμίζει την ασφάλεια των σιδηροδρομικών μεταφορών, αυξάνοντας τις πιθανότητες ατυχημάτων και συμβάντων, οδηγεί σε επιβολή βραδυποριών που αυξάνουν ιδιαίτερα τους χρόνους εκτέλεσης των δρομολογίων, δημιουργεί έκτακτες καθυστερήσεις ταλαιπωρώντας το επιβατικό κοινό και αυξάνει το τελικό κόστος συντήρησης».

Σε δεύτερο έγγραφο που εστάλη δέκα ημέρες αργότερα με την ένδειξη «επείγον» και τους ίδιους παραλήπτες, γινόταν σαφής αναφορά στη δραματική οικονομική κατάσταση του ΟΣΕ, καθώς «η ΤΡΑΙΝΟΣΕ που είναι ο κύριος πελάτης του δεν πληρώνει τέλη υποδομής, επειδή δεν συμφωνεί με την αύξηση των τελών που επέβαλε ο ΟΣΕ από το 2020», ενώ παράλληλα υπογραμμιζόταν ότι «η έλλειψη προσωπικού έχει ως αποτέλεσμα τη μη ασφαλή και εύρυθμη λειτουργία του σιδηροδρομικού δικτύου».

Σχετικά Άρθρα