Ανάλυση CNN: Γιατί ο Πούτιν κήρυξε πασχαλινή εκεχειρία- Επικοινωνιακός ελιγμός με το βλέμμα στη Δύση και όχι σημάδι ειρήνης

Η αιφνιδιαστική ανακοίνωση του Βλαντιμίρ Πούτιν για άμεση εκεχειρία στην Ουκρανία, με αφορμή την Κυριακή του Πάσχα, προκαλεί ερωτήματα και υποψίες. Όχι απαραίτητα για τις προθέσεις της Μόσχας, αλλά για το αν η κίνηση αυτή αποτελεί μέρος ενός ευρύτερου πολιτικού σχεδιασμού με αποδέκτη την Ουάσινγκτον. Σε ανάλυσή του, το CNN εξετάζει διεξοδικά τη συμβολική αλλά και στρατηγική διάσταση της πρωτοβουλίας του Κρεμλίνου, αμφισβητώντας τόσο την πρακτική της αξία όσο και την ειλικρίνειά της. Το ερώτημα παραμένει: πρόκειται για ειλικρινή προσπάθεια αποκλιμάκωσης ή για επικοινωνιακό ελιγμό ενόψει πιέσεων από τη Δύση;
Όπως σχολιάζει το CNN, η χρονική στιγμή, η σύντομη και η μονομερής φύση της ανακοίνωσης «προσέφεραν την απόδειξη του απόλυτου κυνισμού της Μόσχας όσον αφορά στην ειρήνη». Η εκεχειρία, που ανακοινώθηκε ξαφνικά από τον ίδιο τον Πούτιν το Σάββατο, ήρθε αφότου ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών, Μάρκο Ρούμπιο, και ο Πρόεδρος Τραμπ δήλωσαν την Παρασκευή (18/04) ότι θα χρειαστούν ένα άμεσο σημάδι, μέσα στις επόμενες ημέρες, ότι θα υπάρξει πρόοδος στις διαπραγματεύσεις για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία.
Για τους υποστηρικτές της Ρωσίας, η κίνηση έμοιαζε σαν μια προσπάθεια κατευνασμού προς τον Τραμπ.
Ωστόσο, το CNN επισημαίνει ότι «η αιφνίδια δήλωση είναι τόσο γεμάτη με πρακτικά προβλήματα, πριν καν εφαρμοστεί, που είναι πιθανότερο να χρησιμοποιηθεί από τον Πούτιν για να υποστηρίξει τη ψευδή του θέση ότι το Κίεβο δεν θέλει να σταματήσει ο πόλεμος».
Η εντολή για άμεση διακοπή των επιχειρήσεων συνιστά έναν εφιάλτη για τα ουκρανικά στρατεύματα, αφού ορισμένες θέσεις στο μέτωπο μπορεί εκείνη τη στιγμή να βρίσκονται σε σφοδρές συγκρούσεις. Όπως επισημαίνεται στην ανάλυση του αμερικανικού Μέσου Ενημέρωσης, «μια διακοπή αυτής της φύσης πιθανότατα απαιτεί ημέρες προετοιμασίας και ετοιμότητας».
Παράλληλα, η παραπληροφόρηση θα προκαλέσει σύγχυση στις δυνάμεις για την εφαρμογή της εκεχειρίας, την αναφορά παραβιάσεων και τις ενέργειες που πρέπει να γίνουν όταν αυτή λήξει.
Το CNN δεν αποκλείει την πιθανότητα να αποδειχθεί ότι και οι δύο πλευρές μπορούν να σταματήσουν τη βία για ένα σύντομο διάστημα. Ωστόσο, τονίζει ότι είναι «σημαντικά πιθανότερο και οι δύο να χρησιμοποιήσουν τις παραβιάσεις και τη σύγχυση για να δείξουν ότι ο αντίπαλος δεν είναι αξιόπιστος».
Έως το βράδυ του Σαββάτου, το Κίεβο δήλωνε ότι οι ρωσικές επιθέσεις συνεχίζονταν σε περιοχές του μετώπου.
Η περιορισμένη 30ήμερη εκεχειρία στις ενεργειακές υποδομές που, σύμφωνα με το Κρεμλίνο, έληξε, γεννήθηκε εν μέσω πλήρους χάους. Το CNN αναφέρει πως «ο Λευκός Οίκος ανακοίνωσε ότι “η ενέργεια και οι υποδομές” καλύπτονται, το Κρεμλίνο είπε ότι σταμάτησε αμέσως τις επιθέσεις σε “ενεργειακές υποδομές” και η Ουκρανία δήλωσε ότι η εκεχειρία ξεκίνησε μία εβδομάδα αργότερα απ’ ό,τι ισχυρίστηκε το Κρεμλίνο». Η εφαρμογή της χαρακτηρίστηκε επίσης από δυσπιστία και κατηγορίες για παραβιάσεις.
Το CNN υπενθυμίζει ότι η Μόσχα είχε κάνει μια παρόμοια μονομερή δήλωση τον Ιανουάριο του 2023, ζητώντας μια μέρα ειρήνης για τον εορτασμό των Χριστουγέννων από τους Ορθόδοξους Χριστιανούς – κίνηση που τότε τόσο το Κίεβο όσο και η Δύση απέρριψαν ως στρατηγική παύση για στρατιωτικούς λόγους.
«Μια πραγματική εκεχειρία απαιτεί διαπραγμάτευση με τον αντίπαλό σου και προετοιμασία ώστε να τεθεί σε ισχύ», σημειώνει το CNN.
«Η ξαφνική αυτή βιασύνη φαίνεται να έχει σχεδιαστεί εξ ολοκλήρου για να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις του Λευκού Οίκου για κάποιο σημάδι ότι η Ρωσία είναι διατεθειμένη να σταματήσει τις εχθροπραξίες».
Σύμφωνα με την ανάλυση, είναι πιθανό η κίνηση αυτή να ενισχύσει τη φιλορωσική παρουσίαση της σύγκρουσης που κατά διαστήματα υιοθετεί ο Τραμπ, ενώ ίσως δημιουργήσει και επιπλοκές για την Ουκρανία, η οποία αναπόφευκτα θα κατηγορηθεί ότι παραβιάζει αυτό που η Ουάσιγκτον μπορεί να θεωρήσει ως μια «καλή θέληση» από τη Μόσχα.
Καταλήγοντας, το CNN εκτιμά ότι αυτή η «σύντομη, πιθανώς θεωρητική, πιθανώς ρητορική και πλήρως μονομερής παύση ενός πολέμου τριών ετών είναι πιθανότερο να προκαλέσει μεγαλύτερη ζημιά στον ρόλο της διπλωματίας τους επόμενους μήνες, παρά να τον ενισχύσει».