Ελληνοτουρκική προσέγγιση: Κινδυνεύουν τα “ήρεμα νερά” μετά τις τελευταίες εξελίξεις;

(ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΑΠΑΜΗΤΣΟΣ/ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΥ/EUROKINISSI)
Λίγο πριν την συμπλήρωση δύο ετών από την συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν, τον Ιούλιο 2023 στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βίλνιους, που σηματοδότησε και την έναρξη της προσπάθειας επανεπροσέγγισης των δύο χωρών μετά την τριετία της πολύ μεγάλης έντασης, ο ελληνοτουρκικός διάλογος παραμένει ενεργός, διατηρούνται τα “ήρεμα νερά”, αλλά δείχνει σε αυτή την φάση στάσιμος. Η ημερομηνία διεξαγωγής του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας που οι δύο ηγέτες είχαν συμφωνήσει τον περασμένο Σεπτέμβριο, στην συνάντησή τους στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη, να διεξαχθεί στις αρχές του 2025 στην Άγκυρα, παραμένει απροσδιόριστη.
Αν και οι συναντήσεις των δύο υπουργών Εξωτερικών συνεχίζονται, καθώς συνομίλησαν αρχές Απριλίου στο περιθώριο της συνόδου ΥΠΕΞ του ΝΑΤΟ και αναμένεται να βρεθούν εκ νέου, στα μέσα Μαίου, στο περιθώριο της άτυπης συνόδου της Συμμαχίας, η στασιμότητα είναι ευδιάκριτη. Το κλίμα μεταξύ των δύο χωρών μπορεί να μην θυμίζει σε τίποτα την ένταση πριν το 2023, είναι όμως σαφές ότι έχει επιβαρυνθεί σε επίπεδο ρητορικής. Και αρκετοί ανησυχούν, ειδικά μετά την τουρκική πρόκληση πέρυσι τον Νοέμβριο ανοιχτά της Κάσου, ότι θα μπορούσε να ενταθεί και επί του πεδίου.
Το θετικό κλίμα στα θέματα της λεγόμενης χαμηλής πολιτικής, που άπτονται κυρίως στην οικονομική συνεργασία και στον πυρήνα τους βρίσκεται ο στόχος για διπλασιασμό των διμερών εμπορικών σχέσεων σε ορίζοντα πενταετίας, δεν συνοδεύεται από οποιαδήποτε ένδειξη προόδου στα ζητήματα του πολιτικού διαλόγου όπου υφίστανται και οι μεγάλες διαφωνίες των δύο χωρών, καθώς ο τουρκικός αναθεωρητισμός δεν έχει υποχωρήσει.
Με αυτό το δεδομένο, ρεαλιστική επιδίωξη παραμένει “εάν συμφωνούμε ότι διαφωνούμε, να μπορούμε τουλάχιστον να το κάνουμε χωρίς να είμαστε σε ένα καθεστώς έντασης και προκλήσεων”, όπως έχει δηλώσει και ο Έλληνας πρωθυπουργός.
- Ερώτημα αποτελεί βέβαια κατά πόσον η “θετική ατζέντα”, που αποτελεί την βάση για την αμοιβαία βούληση να διατηρείται την τελευταία διετία το ήρεμο κλίμα στις διμερείς σχέσεις, μπορεί από μόνη της να στηρίξει περαιτέρω την προσπάθεια επανεπροσέγγισης;
Κανείς δεν μπορεί φυσικά να παραγνωρίσει τα απτά αποτελέσματα αυτής της προσπάθειας που έστω και με κάποιες αναταράξεις έχει εξασφαλίσει μια διετία “ήρεμων νερών”. Έχουν αποκατασταθεί δίαυλοι επικοινωνίας, έχουν αποφευχθεί οι εντάσεις επί του πεδίου, έχουν σχεδόν εξαλειφθεί οι παραβιάσεις, έχουν γίνει βήματα καλύτερης συνεννόησης στο μεταναστευτικό, έχει δοθεί η δυνατότητα σε Τούρκους τουρίστες να ταξιδεύουν εύκολα σε ελληνικά νησιά.
Επίσης, οι δύο χώρες έχουν υπογράψει τον Δεκέμβριο 2023 την Διακήρυξη των Αθηνών και 15 διακηρύξεις, συμφωνίες και μνημόνια συνεργασίας, για να ακολουθήσουν συμφωνίες στα πεδία της Πολιτικής Προστασίας και της Υγείας και σύσταση του Ελληνοτουρκικού Επιχειρηματικού Συμβουλίου κατά την περσινή επίσκεψη Μητσοτάκη στην Άγκυρα.
- Όσο όμως και αν τα νερά παραμένουν ήρεμα στα “ρηχά” της θετικής ατζέντας, εμφανίζονται κυματισμοί κάθε φορά που μετακινούνται στα “βαθιά” του πολιτικού διαλόγου όπου εξακολουθεί να καραδοκεί η τουρκική αναθεωρητική ατζέντα και η “γαλάζια πατρίδα”.
Το κατέδειξαν η τουρκική πρόκληση ανοιχτά της Κάσου που έχει οδηγήσει επί της ουσίας σε “πάγωμα” τις έρευνες για το καλώδιο ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας – Κύπρου, η τουρκική αντίδραση ακόμη και στην περιβαλλοντικού χαρακτήρα εξαγγελία για τα θαλάσσια πάρκα, αλλά και οι συνεχιζόμενες αντιδράσεις της Άγκυρας για τον θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό που ανακοίνωσε προ ημερών η Ελλάδα αποτυπώνοντας για πρώτη φορά σε επίσημο κείμενο της ΕΕ τα ανώτατα δυνητικά όρια της ελληνικής υφαλοκρηπίδας.
Αφότου δρομολογήθηκε η πολιτική των “ήρεμων νερών”, οι δύο ηγέτες είχαν έξι συναντήσεις, για τις οποίες ο Έλληνας πρωθυπουργός έχει τονίσει ότι σηματοδοτούν “σημαντική πρόοδο όσον αφορά στην ποιότητα των ελληνοτουρκικών σχέσεων”.
- Η δυνατότητα ωστόσο να μπει η συζήτηση στον πυρήνα της μοναδικής διαφοράς με την Τουρκία που είναι η οριοθέτηση ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο, παραμένει μακρινή.
Ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης, που δέχεται όλο αυτό το διάστημα κριτική για τον ελληνοτουρκικό διάλογο όχι μόνο από τα δεξιά της ΝΔ αλλά και από το εσωτερικό του ίδιου του κόμματός του- με αποκορύφωμα τους δύο πρώην πρωθυπουργούς Αντώνη Σαμαρά και Κώστα Καραμανλή– έχει αναγνωρίσει στις συνεντεύξεις του ότι δεν έχει επέλθει πρόοδος, καθώς η γειτονική χώρα δεν έχει μετακινηθεί από τις πάγιες θέσεις της.
- Μακρινή παραμένει φυσικά και η προοπτική της Χάγης, στην κατεύθυνση της οποίας έδειξε η Αθήνα και μετά τις αντιδράσεις της Άγκυρας για τον ελληνικό θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό.
Όπως δήλωσε ο υπουργός Εξωτερικών, Γιώργος Γεραπετρίτης “εάν αυτή τη στιγμή έχουμε δύο διαφορετικές εκδοχές, την ελληνική και την τουρκική, υπάρχει μία οδός, η οποία θα μπορούσε να το επιλύσει, εφόσον θεωρούμε ότι και οι δύο αγόμεθα κυρίως από το Διεθνές δίκαιο. Και αυτός είναι ο δρόμος του συνυποσχετικού, να επιλυθεί η διαφορά αυτή για τον καθορισμό της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης”,