Ανάλυση: Είμαστε στο “κατώφλι κάτι μεγάλου” για συμφωνία εκεχειρίας στην Ουκρανία;

Ο πόλεμος στην Ουκρανία, αν και παραμένει φλεγόμενος στο πεδίο των μαχών, φαίνεται πως έχει μεταφερθεί το τελευταίο διάστημα και σε διπλωματικά σαλόνια, με τις συνομιλίες στο Παρίσι να αποκτούν ιδιαίτερη σημασία. Ο Ντόναλντ Τραμπ, επανεμφανιζόμενος ως ηγετική μορφή στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ, επιδιώκει να δώσει ένα δραματικό διπλωματικό στίγμα με την πρόταση κατάπαυσης του πυρός στην Ουκρανία πριν από το κοινό Πάσχα Ορθοδόξων και Καθολικών. Όμως η απάντηση του Βλαντιμίρ Πούτιν δεν έχει ακόμη δοθεί δημόσια, ενώ οι διπλωματικές ζυμώσεις μεταξύ Ουάσινγκτον, Μόσχας, Παρισιού και Κιέβου αποκαλύπτουν ένα περίπλοκο πλέγμα διαπραγματεύσεων, πιέσεων και στρατηγικών υπολογισμών που ξεπερνούν τη στενή διάσταση του πολέμου και επεκτείνονται σε ευρύτερες γεωπολιτικές επιδιώξεις.
Η Ουάσινγκτον προσπαθεί να διαμορφώσει τις προϋποθέσεις για μια συμφωνία που θα σημάνει κατάπαυση του πυρός και ενδεχομένως την απαρχή ειρηνευτικής διαδικασίας. Ο Ντόναλντ Τραμπ, μιλώντας σε δημοσιογράφους, επιβεβαίωσε ότι περιμένει την απάντηση της Μόσχας αυτή την εβδομάδα, εκφράζοντας την επιθυμία του να σταματήσουν «οι θάνατοι και οι δολοφονίες».
Την ίδια ώρα, ο υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο και ο ειδικός απεσταλμένος Στιβ Γουίτκοφ ταξίδεψαν στο Παρίσι για να ασκήσουν πίεση στον Εμανουέλ Μακρόν, καθώς οι ΗΠΑ εμφανίζονται δυσαρεστημένες με δύο κινήσεις του Παρισιού: την πρόθεση αναγνώρισης του παλαιστινιακού κράτους και τη συζήτηση περί αποστολής ευρωπαϊκών στρατευμάτων στην Ουκρανία μετά την κατάπαυση του πυρός.
Σύμφωνα με την ελβετική εφημερίδα Blick, η Γαλλία έχει μετατραπεί σε ενοχλητικό παράγοντα για την αμερικανική στρατηγική. Οι ΗΠΑ διαθέτουν μοχλούς πίεσης, που περιλαμβάνουν λεπτομέρειες από τις απευθείας συνομιλίες με τον Πούτιν και την απειλή διακοπής της στρατιωτικής υποστήριξης στην Ουκρανία. Αυτό θα αποτελούσε τεράστιο πλήγμα για το ουκρανικό μέτωπο, δεδομένου ότι η Ευρώπη δεν μπορεί προς το παρόν να καλύψει το κενό. Η οικονομική επιβάρυνση από τον εμπορικό πόλεμο Τραμπ, σε συνδυασμό με την αστάθεια στην ανατολική Ευρώπη, εντείνει τις πιέσεις προς τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις.
Η γαλλική πλευρά επιβεβαίωσε ότι οι συνομιλίες στο Ελιζέ περιστράφηκαν γύρω από την ειρηνευτική διαδικασία στην Ουκρανία, ενώ τονίστηκε η πρόθεση δημιουργίας ενός “συνασπισμού των προθύμων” για την εξεύρεση λύσης. Στις επαφές συμμετείχε και ο Αντρίι Γερμάκ, επικεφαλής της ουκρανικής αντιπροσωπείας, γεγονός που υποδηλώνει σοβαρότητα και πιθανή πρόοδο.
Ο Γουίτκοφ, μάλιστα, φέρεται να έχει έρθει σε συνεννόηση με τη Ρωσία για τα ουκρανικά εδάφη που έχει προσαρτήσει η Μόσχα, αφήνοντας να εννοηθεί ότι βρισκόμαστε «στο κατώφλι κάτι μεγάλου».
Οι δηλώσεις του Βολοντίμιρ Ζελένσκι είναι ενδεικτικές της ανησυχίας του Κιέβου. Ο Ουκρανός πρόεδρος κατηγόρησε τον Γουίτκοφ ότι υιοθετεί ρωσική ρητορική, θέτοντας σε αμφισβήτηση την αμερικανική ουδετερότητα στις συνομιλίες. Παράλληλα, οι συνομιλίες μεταξύ του Ρούμπιο και του Σεργκέι Λαβρόφ κατέδειξαν ότι η Μόσχα είναι πρόθυμη να συνεχίσει τη συνεργασία με τις ΗΠΑ για την αντιμετώπιση των αιτίων της κρίσης. Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ επιβεβαίωσε ότι το ίδιο μήνυμα μεταφέρθηκε και στην ουκρανική πλευρά και στους Ευρωπαίους συμμάχους, επισημαίνοντας πως έχουν παρουσιαστεί τα περιγράμματα μιας διαρκούς ειρήνης.
Εφόσον οι όροι αυτοί προέρχονται από τις συνομιλίες του Πούτιν με τον Γουίτκοφ, είναι πιθανό ότι το πακέτο προτάσεων περιλαμβάνει την αναγνώριση των εδαφικών κεκτημένων της Ρωσίας, την απόσυρση της πρότασης αποστολής νατοϊκών δυνάμεων, καθώς και την άρση ή αναστολή ευρωπαϊκών κυρώσεων κατά της Μόσχας. Οι ΗΠΑ ενδέχεται να επιχειρήσουν να πείσουν το Κίεβο και τους Ευρωπαίους να αποδεχθούν αυτά τα σημεία, προκειμένου να επιτευχθεί εκεχειρία μέχρι το τέλος Απριλίου.
Ο ίδιος ο Τραμπ φέρεται να μην έχει εγκαταλείψει την ιδέα της κατάπαυσης του πυρός εντός των πρώτων 100 ημερών της προεδρίας του, όπως αναφέρει και το Economist. Παρά την αίσθηση αδιεξόδου, οι διπλωματικές εξελίξεις στο Παρίσι, η αποφυγή της Ουάσινγκτον να στηρίξει ψηφίσματα που καταδικάζουν τη Ρωσία, καθώς και οι υπόγειες διεργασίες με το Κρεμλίνο, δείχνουν ότι η αμερικανική πλευρά επενδύει σοβαρά σε έναν συμβιβασμό.
Το ερώτημα που παραμένει είναι αν μπορεί να υπάρξει κοινός τόπος μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας, αλλά και αν θα καταφέρουν οι ΗΠΑ να πείσουν τους Ευρωπαίους να συνταχθούν με ένα σχέδιο ειρήνης που, ενδεχομένως, να μην υπηρετεί πλήρως τις αρχικές φιλοδοξίες του Κιέβου. Σε κάθε περίπτωση, οι συνομιλίες στο Παρίσι θα αποτελέσουν καθοριστικό δείκτη για την πραγματοποίηση ή όχι ενός τέτοιου φιλόδοξου σχεδίου.