Ο Μανώλης Μαυροματάκης εκ βαθέων στο libre: Δεν είναι σωστό να κατηγορούμε κάποιον ηθοποιό λέγοντας “α, αυτός θέλει να γίνει διάσημος”

Ο Μανώλης Μαυροματάκης εκ βαθέων στο libre: Δεν είναι σωστό να κατηγορούμε κάποιον ηθοποιό λέγοντας “α, αυτός θέλει να γίνει διάσημος”

Ο Μανώλης Μαυροματάκης είναι ένας ηθοποιός που έχω ψάξει αρκετά. Θαυμάζω το ταλέντο, την ευφυΐα, την ευαισθησία, την ταπεινότητά του. Τον τρόπο που συμμετέχει στην πραγματικότητα χωρίς να χάνει πόντο από την ποιητική της διάσταση.

Στη συνέντευξη που ακολουθεί, αν παρατηρήσετε καλά, την κάθε τελεία την ακολουθεί η ελπίδα και η επιμονή. Και γι’ αυτό τού είμαι ευγνώμων.

Συνέντευξη

Κύριε Μαυροματάκη, πού σας βρίσκει καλλιτεχνικά αυτός ο καιρός;

Κάνω πρόβες, μαζί με άλλους πέντε υπέροχους ηθοποιούς, για το έργο «Άγριοι», που έγραψε και σκηνοθετεί ο Γιώργος Παλούμπης, με προοπτική να ανεβεί αμέσως μετά το Πάσχα, στο θέατρο Καρέζη.

Οι αρχικές σας σπουδές, ξέρω, ότι σχετίζονται με το Πολυτεχνείο, ωστόσο έγινε κάποια στιγμή η στροφή. Τι προηγήθηκε αυτής της στροφής; Μετανιώσατε ποτέ για το παραμικρό;

Ήρθα σε επαφή, μέσω ενός συμφοιτητή μου στο Πολυτεχνείο, με τα μέλη μιας θεατρικής ερασιτεχνικής ομάδας στη Σαλαμίνα, της «Θεατρικής Ομάδας Κούλουρης», όπου συμμετείχε ο συμφοιτητής μου. Πήγα για βόλτα, μια φορά, τους πέτυχα πάνω στη φάση της διανομής για την επόμενη παράστασή τους κι εν ψυχρώ μού πρότειναν να παίξω έναν ρόλο. Τον υπαστυνόμο Τρόττερ, στην «Ποντικοπαγίδα» της Αγκάθα Κρίστι. Δίστασα λίγο, δευτερόλεπτα, και δέχτηκα. Γιατί να μη δεχόμουν; Ήμουνα 20 χρόνων. Έπαιξα σε άλλες δυο ακόμη παραστάσεις και μου άρεσε πολύ. Κατάλαβα, από τα βλέμματά τους, απ’ την πρώτη κιόλας πρόβα, ότι δεν τα πάω κι άσχημα. Είναι πολύ καλοί μου φίλοι μέχρι σήμερα και τους ευγνωμονώ. Κυρίως για τα ενθαρρυντικά τους βλέμματα και την ευγένειά τους.

Πολλοί συνάδελφοί μου, επίσης κάνουν τηλεόραση και περισσότερο από μένα ή είναι αναγκασμένοι να κάνουν και μια δεύτερη δουλειά για να ζουν τις οικογένειές τους. Σας διαβεβαιώνω όμως πως κάθε άλλο παρά πάρεργο είναι το θέατρο ακόμα και γι’ αυτούς

Βεβαίως, και δεν έχω μετανιώσει, μου αρέσει η δουλειά μου κι όσο μάλιστα περνούν τα χρόνια, βρίσκω τελικά τον τρόπο να τη χαίρομαι όλο και περισσότερο. Είναι μεγάλη υπόθεση για τον ερμηνευτή η εσωτερική χαρά του, αντίβαρο στην πίεση της έκθεσης επάνω στη σκηνή.

Είδατε ποτέ την τέχνη -στην Ελλάδα ζούμε- ως πάρεργο, ως κάτι που περνάει από πολλές δυσκολίες για να σταθεί αυθύπαρκτο;

Όχι, προσωπικά εγώ δεν το έχω ως πάρεργο, παρότι -όπως υπονοείτε κι εσείς. Η κοινωνική συνθήκη σε σπρώχνει να το αντιμετωπίσεις ως τέτοιο, μια και δύσκολα μπορεί κανείς να κερδίσει έστω και τα ελάχιστα προς το ζην μόνο από το θέατρο. Το επάγγελμα του ηθοποιού είναι η δουλειά μου και για να μπορώ να ζω κάνω και τηλεόραση.

Είναι μεγάλη υπόθεση για τον ερμηνευτή η εσωτερική χαρά του αντίβαρο στην πίεση της έκθεσης επάνω στη σκηνή

Πολλοί συνάδελφοί μου, επίσης κάνουν τηλεόραση και περισσότερο από μένα ή είναι αναγκασμένοι να κάνουν και μια δεύτερη δουλειά για να ζουν τις οικογένειές τους. Σας διαβεβαιώνω όμως πως κάθε άλλο παρά πάρεργο είναι το θέατρο ακόμα και γι’ αυτούς.

Πονάει η ψυχή τους για το θέατρο και πονάει επίσης που οι άλλοι τους αντιμετωπίζουν έτσι, χωρίς καν πολλές φορές, να τους έχουν δει να παίζουν στο θέατρο και βεβαίως με τι κόπο και αγωνία το κατάφεραν αυτό.

Είστε πολλά χρόνια στον χώρο. Ωστόσο, κάποια στιγμή έγινε ένα μπαμ στην αποδοχή και τη δημοφιλία σας. Θυμώσατε τότε; Χαρήκατε; Το απολαύσατε;

Θέλεις να το χαρείς, αλλά δεν είναι κι εύκολο. Η αναγνωρισιμότητα είναι σαφώς ένας απ’ τους παράπλευρους σκοπούς για έναν καλλιτέχνη που εκτίθεται από σκηνής ή οθόνης, γι’ αυτό δεν είναι σωστό να κατηγορούμε κάποιον ηθοποιό λέγοντας «α, αυτός θέλει να γίνει διάσημος».

Το θέμα είναι να μη θέλει μόνο αυτό, αλλά αυτό το κρίνει η οθόνη, ή η σκηνή, εκ του αποτελέσματος. Τα μεγάλα προβλήματα που σχετίζονται όμως με την αναγνωρισιμότητα είναι άλλα: Το πώς το όλο σύστημα εκμεταλλεύεται αυτή σου την αναγνωρισιμότητα με τον πλέον αντικαλλιτεχνικό τρόπο, σε σημείο που στο τέλος, επειδή αποκόμισες μιαν αξιοπρεπή αμοιβή και χωρίς καλά-καλά να το καταλάβεις, να μετατραπείς σε μια γραφική τηλεοπτική περσόνα.

Θα πάω όμως πολύ πιο πίσω στην αρχή και θα μνημονεύσω με συγκίνηση τους δασκάλους μου στη Δραματική Σχολή Βεάκη και κυρίως την Λυδία Κονιόρδου

Και μάλιστα, σε μία κοινωνία που άλλο που δεν θέλει. Μια κοινωνία που, κατά γενικό κανόνα, αντιμετωπίζει τον καλλιτέχνη ως έναν παράξενο τύπο, έναν χομπίστα, που ζει με αέρα κοπανιστό και μπορείς, ανά πάσα στιγμή, να τον κουρδίσεις για να σου πει νοστιμούτσικες μπούρδες.

Αναμενόμενο είναι, λοιπόν, στο σύστημα αυτό να κυριαρχούν και να καθορίζουν την ύπαρξή σου, κερδίζοντας υπέρογκα ποσά από τη δουλειά σου, άνθρωποι που, όχι μόνο ελάχιστη σχέση έχουν με την τέχνη, αλλά λοιδορούν κι από πάνω και όσους, αγωνιζόμενοι κατά της βιασύνης, της προχειρότητας και του εύκολου και γρήγορου κέρδους, προσπαθούν να την υπερασπιστούν.

Και το ακόμα πιο άσχημο είναι πως όλοι αυτή η κατάσταση που ξεκινάει από την τηλεόραση έχει επεκταθεί προσφάτως και στο θέατρο. Ακόμα δυστυχώς και κρατικοί θεατρικοί οργανισμοί, για να εξασφαλίσουν ως παραγωγοί την οικονομική επιτυχία των παραστάσεων τους, καλούν ηθοποιούς με κύριο κριτήριο την τηλεοπτική δημοφιλία τους. Καθ’ υπόδειξη βεβαίως και του προϊσταμένου υπουργείου, που θεωρεί ότι το θέατρο και η τέχνη γενικότερα πρέπει να είναι άμεσα ανταποδοτική. Ε, εντάξει, τότε ας τα τσιμεντώσουμε όλα.  

Πόσο δίκιο έχετε! Ποιες συνεργασίες ανακαλείτε ως νόρμα πολλές φορές;

Απ’ όλους αυτούς, με τους οποίους συνεργάστηκα, έχω στο τέλος κάτι αξιόλογο να θυμηθώ, κάτι που εμπλούτισε τα νοήματα της τέχνης μου, αλλά και της ζωής μου της ίδιας. Και όχι μόνο σε στιγμές αρμονικής συνεργασίας και έμπνευσης αλλά ακόμα και σε περιπτώσεις έντασης, συγκρούσεων ή και ρήξεων ακόμη. Λέω από όλους και το εννοώ και θα ήταν άδικο να παραλείψω κάποιους.

Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι είναι μεγάλη παγίδα κι ένα μέσο ελέγχου, χειραγώγησης και εκμετάλλευσης των ανθρώπων

Θα πάω όμως πολύ πιο πίσω στην αρχή και θα μνημονεύσω με συγκίνηση τους δασκάλους μου στη Δραματική Σχολή Βεάκη και κυρίως την Λυδία Κονιόρδου που μας έδωσε, με τη δουλειά και το παράδειγμά της, εκτός από τα πρώτα βασικά εφόδια και την πρώτη έμπνευση για την τέχνη μας.

Ποιος είναι ο γενέθλιος τόπος σας ανάμεσα στους τόσους που συστήνουν την υποκριτική τέχνη; Πού νιώθετε ασφαλής;

Νομίζω το ποιητικό θέατρο, το οποίο θεωρώ εξ ορισμού πολιτικό. Μέσα κυρίως σ’ αυτό μπορώ να βρω παρηγοριά και ανακούφιση από τη θλίψη, που μου προκαλεί η συνεχώς αυξανόμενη ασχήμια του σύγχρονου κοινωνικού και πολιτικού βίου. Και εμπνεόμενος να πάρω δύναμη ώστε να ξαναθυμηθώ ο ίδιος και να ξαναθυμίσω και στους γύρω μου την αξία που έχει η ομορφιά της ζωής.

Στη Λυρική, πρόσφατα, πρωταγωνιστήσατε στην παράσταση «Ματαρόα στον ορίζοντα». Τι συμβολίζει σήμερα το θρυλικό πλοίο;

Το ταξίδι του Ματαρόα σήμερα άραγε μπορεί να είναι ένα ταξίδι προς τα έξω; Τώρα που η Ευρώπη χρεοκόπησε; Που η πάλαι ποτέ πολυεθνική, πνευματική και ανεκτική Ευρώπη κατέληξε μια πολυεθνική εταιρεία με δυσανεξία στο διαφορετικό, που ενδιαφέρεται αποκλειστικά για τα λογιστικά της μόνο και ναυλώνει σκυλοπνίχτες;

Όχι. Το ταξίδι του Ματαρόα σήμερα πρέπει να είναι μάλλον προς τα μέσα μας και πίσω. Πίσω στην ιστορία μας. Η προσπάθεια μας να βρούμε σιγά-σιγά τα στοιχεία, τις λέξεις, τους τρόπους εκφοράς ενός άλλου λόγου που θα μπορέσει να αντικαταστήσει τη μεγαλοϊδεατική, ηρωοποιητική, ενοχο-θυματοποιητική μας νοοτροπία με ένα νέο εθνικό αφήγημα.

Περνάτε χρόνο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης;

Πολύ λίγο. Τα χρησιμοποιώ περιστασιακά, κυρίως για να γνωστοποιώ τις παραστάσεις ή τις ταινίες που παίζω και ενίοτε -αραιά και πού- τις απόψεις μου.

Είναι μεγάλη παγίδα κι ένα μέσο ελέγχου, χειραγώγησης και εκμετάλλευσης των ανθρώπων.

Τον τελευταίο καιρό, η λέξη ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ έχει αντηχήσει όσο ποτέ σε αυτόν τον τόπο. Πώς νιώθετε εσείς απέναντι στα τόσα κενά που έχουν αυτονόητες έννοιες;

Υπάρχει σοβαρό πρόβλημα με την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, που είναι βασική προϋπόθεση για τη λειτουργία μιας αστικής δημοκρατίας.

Ανώτατοι δικαστικοί που παύονται ή διορίζονται με γνώμονα αμφιβόλου ηθικής πολιτικές επιδιώξεις, διαφθορά, διαπλοκή, συγκάλυψη όχι ενός αλλά πολλών μεγάλων εγκλημάτων. Από πού να το πιάσουμε.

Εν πάση περιπτώσει, για να σταθούμε λίγο και στα θετικά και να κλείσουμε με ένα κάπως ελπιδοφόρο μήνυμα, θα σας παραθέσω ένα απόσπασμα από ένα βίντεο που έκανα ως κάλεσμα για τη μεγάλη συγκέντρωση:

«…Την κινητοποίηση της Παρασκευής 28.02.2025 για τα δύο χρόνια από το έγκλημα των Τεμπών την ξεκίνησαν οι γονείς των τραγικών θυμάτων, πνιγμένοι μες στο πένθος και το άδικο. Εκατοντάδες χιλιάδες άλλοι πολίτες τους συναισθάνθηκαν και ακολούθησαν, το ζούμε μες στις καθημερινές κουβέντες μας.  Κι όλοι μαζί οι πολίτες κινητοποίησαν όσους απ’ τους θεσμούς τους άκουσαν κι εναρμονίστηκαν με το λαϊκό αίσθημα.

Από κάποιους, λίγους, πολίτες λοιπόν ξεκίνησε όλη αυτή η κινητοποίηση και ύστερα ακολούθησαν οι συνδικαλιστικοί φορείς κηρύσσοντας γενική απεργία και όσα από τα κόμματα της αντιπολίτευσης την υποστηρίζουν. Κι αυτή είναι μια αμιγώς δημοκρατική λειτουργία, μια άμεση λειτουργία που πηγάζει από τον πυρήνα της δημοκρατίας, απ’ όταν εμφανίστηκε σ’ αυτόν εδώ τον τόπο και βέβαια πολύ πιο πριν φτάσει να γίνει τόσο ελάχιστα αντιπροσωπευτική.

Λοιπόν, υπάρχει ελπίδα ακόμα. Πιστεύουμε στη δημοκρατία. Την πληγωμένη μας δημοκρατία απ’ αυτούς που στηριζόμενοι στην πελατειακή τους σχέση με τους ψηφοφόρους τους, στα ψέματά τους τα απροκάλυπτα, στη διαπλοκή και τη συγκάλυψη, νοιάζονται μόνο για την εξουσία και τα κέρδη τους…».

Σας ευχαριστώ πάρα πολύ για όσα συζητήσαμε. Ποια είναι τα επόμενα σχέδιά σας;

Είναι υπό διαμόρφωση ακόμα. Κι εγώ σας ευχαριστώ.

Σχετικά Άρθρα