Λευκή Βίβλος: “Παράθυρα” για τη συμμετοχή της τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας στα ευρωπαϊκά προγράμματα

Με μια πιο προσκετική ματιά στα όσα περιλαμβάνει η Λευκή Βίβλος για την Άμυνα το σίγουρο είναι πακτωλός δισεκατομμυρίων θα διατεθούν σε μορφή τεράστιων επενδύσεων. Όσον αφορά στη συμμετοχή τρίτων χωρών στα προγράμματα αποκαλύπτονται υποσημειώσεις για τη συμμετοχή τρίτων χωρών μεταξύ των οποίων και η Τουρκία, οι οποίες θα αποτελέσουν αντικείμενο ενός σκληρού παζαριού σε επίπεδο Ευρωπαϊκού Συμβουλίου αρχής γενομένης από σήμερα στις Βρυξέλλες. Με βάση όσα καταγράφηκαν από την Κομισιόν στη «Λευκή Βίβλο για το μέλλον της ευρωπαϊκής άμυνας», η Τουρκία όπως και οι ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο δεν αποτελούν χώρες που μπορούν να έχουν πρόσβαση στα δάνεια της Ε.Ε. (150 δισ. ευρώ).
Για την περίπτωση της Τουρκίας υπάρχει ειδική παράγραφος όπου υπογραμμίζεται ότι η χώρα είναι υποψήφια για ένταξη και «μακροχρόνιος εταίρος» της Κοινής Πολιτικής Ασφάλειας και Αμυνας.
«Η Ε.Ε. θα συνεχίσει να δεσμεύεται εποικοδομητικά για να αναπτύξει αμοιβαία επωφελή εταιρική σχέση σε όλους τους τομείς κοινού ενδιαφέροντος, με βάση την ίση δέσμευση από την πλευρά της Τουρκίας να προχωρήσει σε μια πορεία συνεργασίας σε όλα τα σημαντικά ζητήματα στην Ε.Ε., σύμφωνα με τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Απριλίου 2024», αναφέρεται στη σχετική αποστροφή. Τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Απριλίου 2024 (που είχαν προκαλέσει την αντίδραση της Αγκυρας τότε) περιλαμβάνουν την παραίνεση για επίλυση του Κυπριακού, αλλά και την ανάγκη για σταθερότητα στην Ανατολική Μεσόγειο, καθώς και την ανάγκη οι πιθανοί τρίτοι εταίροι της Ε.Ε. να είναι «ομονοούντες» («like minded»).
Η πολιτική αναφορά καλύπτει την ελληνική πλευρά (η οποία έχει προσδεθεί στο γαλλικό άρμα υπέρ των κατά προτεραιότητα ευρωπαϊκών αμυντικών προμηθειών), ωστόσο τα πράγματα είναι πιο περίπλοκα σε ό,τι αφορά το εργαλείο χρηματοδότησης (το λεγόμενο SAFE-Security Action For Europe) – υπάρχουν κάποια θολά σημεία τα οποία, βεβαίως, θα διαπραγματευθούν οι ηγέτες.
Είναι, για παράδειγμα, σαφές ότι οι συμφωνίες για κοινές προμήθειες απαιτούν πλήρη ομοφωνία στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, ως εκ τούτου η πρόσβαση της Τουρκίας είναι εξαιρετικά δύσκολη. Σε ό,τι αφορά, όμως, την έγκριση του κανονισμού του SAFE, απαιτείται ειδική πλειοψηφία (15 από τα 25 μέλη ή χώρες που αντιπροσωπεύουν τουλάχιστον το 65% του πληθυσμού της Ε.Ε.).
Προτού αποκτήσει πρόσβαση σε ευρωπαϊκά δάνεια (εκτός Ε.Ε. απευθύνονται μόνο σε Ουκρανία και Νορβηγία), η Τουρκία θα πρέπει να υπογράψει με την Ε.Ε. και συμφωνία εταιρικής σχέσης στους τομείς Ασφάλειας και Αμυνας (SDP). Προς το παρόν τέτοιες συμφωνίες έχουν υπογράψει μόνο η Νορβηγία, η Μολδαβία, η Νότια Κορέα, η Ιαπωνία, η Αλβανία και η Βόρεια Μακεδονία και είναι ως εκ τούτου χώρες επιλέξιμες. Σε διαπραγματεύσεις για υπογραφή τέτοιας συμφωνίας είναι και ο Καναδάς. Η διμερής συμφωνία δεν είναι ένα αφηρημένο κείμενο, αλλά εκεί θα αποτυπώνεται με αρκετή σαφήνεια αν και πώς ένα τρίτο κράτος μπορεί να συμμετάσχει στην αμυντική βιομηχανική παραγωγή της Ε.Ε.
Επιπλέον, για λόγους οι οποίοι συνδέονται με τη βασική στόχευση των νέων προβλέψεων για την ευρωπαϊκή άμυνα, δηλαδή την πρόνοια υπέρ των εταιρειών της Ε.Ε., οι εταιρείες που θα διεκδικήσουν ευρωπαϊκούς πόρους θα πρέπει να έχουν έδρα στο έδαφος της Ενωσης και να μην ελέγχονται από τρίτους παράγοντες.
Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης θα συμμετάσχει σήμερα στην έκτακτη σύνοδο για την Ευρωπαϊκή Αμυνα έχοντας, βεβαίως, κατά νου το σύνολο αυτών των προβλέψεων, τόσο των γενικότερων που καλύπτουν πολιτικά τις ελληνικές θέσεις, όσο και των ειδικότερων λεπτομερειών στις οποίες «κρύβεται ο διάβολος» και τα πιθανά παράθυρα για την Τουρκία.
Η Κομισιόν επιδιώκει την κινητοποίηση έως 800 δισ. ευρώ τα επόμενα χρόνια στον ευρωπαϊκό αμυντικό τομέα, όμως το σχέδιό της αποτυγχάνει σε μεγάλο βαθμό να περιγράψει καινοτόμους και κοινές ευκαιρίες χρηματοδότησης, ενώ αποφεύγει τελικά ακόμη και ως υπονοούμενο τη δυνατότητα προσφυγής σε κοινό δανεισμό σε περίπτωση εξάντλησης των χρηματοδοτικών «εργαλείων» που προτείνει.
Για «κρίσιμη στιγμή» έκανε λόγο η επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας Κάγια Κάλας, σημειώνοντας πως επί της ουσίας το πρώτο συγκροτημένο σχέδιο της Ε.Ε. για την άμυνά της αφορά τη συνεργασία των «27» για την κάλυψη των «κενών» στην παραγωγή και τον συντονισμό των στρατιωτικών αναγκών της Ευρώπης και ειδικά στο πλαίσιο της συνεργασίας Ε.Ε. και ΝΑΤΟ. «Μας δίνεται ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, ασυναγώνιστο στον κόσμο», είπε η κ. Κάλας.
- Βασικό χρηματοδοτικό «όπλο» αποτελεί η ενεργοποίηση της εθνικής ρήτρας διαφυγής στο πλαίσιο του νέου συμφώνου σταθερότητας, που θα επιτρέψει στα κράτη-μέλη να παρεκκλίνουν για τα επόμενα τέσσερα χρόνια από τους δημοσιονομικούς κανόνες, που σήμερα περιορίζουν τα επίπεδα ελλείμματος και χρέους στο 3% και στο 60% του ΑΕΠ αντιστοίχως.
Η Κομισιόν ελπίζει ότι τα κράτη-μέλη θα καταθέσουν αίτημα ενεργοποίησης της ρήτρας πριν από το τέλος Απριλίου, ανέφερε ανώτατος Ευρωπαίος αξιωματούχος, καθώς θα πρέπει να αξιολογηθούν τα αιτήματα, ώστε οι τελικές αποφάσεις να ληφθούν τον Ιούλιο. Για κάποια κράτη-μέλη, που θα πρέπει πλέον να αξιολογήσουν σε βάθος τις προτάσεις της, όπως η Ελλάδα, ίσως η εφαρμογή της ρήτρας διαφυγής αποδειχθεί «άνθρακας», καθώς η δυνατότητα υπολογισμού των αμυντικών δαπανών από το 2021 με αναδρομική ισχύ ενδεχομένως εξυπηρετεί άλλα κράτη-μέλη, που βρίσκονται σε διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος, όπως η Γαλλία. Σε κάθε περίπτωση, συνολικά η «ευελιξία» επιτρέπει αύξηση έως και 1,5% του ΑΕΠ για επιπρόσθετες αμυντικές δαπάνες συνολικού ύψους 650 δισ. ευρώ.
Σημαντικό «εργαλείο» αποτελεί η έτερη επιλογή χρηματοδότησης, η συγκέντρωση χρημάτων έως και 150 δισ. ευρώ από την Κομισιόν μέσω των κεφαλαιαγορών, που στη συνέχεια θα δανείσει στα κράτη-μέλη.
Η προθεσμία για την αίτηση δανείων είναι η 30ή Ιουνίου 2027, με πρόσβαση στα δάνεια έως το τέλος του 2030 και αποπληρωμή τα επόμενα 47 χρόνια.
Τρεις επίσης προτάσεις του σχεδίου «Επανεξοπλισμού της Ευρώπης» (ReArm Europe) που θα διευκολύνουν τις αμυντικές επενδύσεις τα επόμενα τέσσερα χρόνια περιλαμβάνουν την επέκταση της «εντολής» της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, τη δυνατότητα χρήσης των ταμείων συνοχής σε αμυντικά έργα και υποδομές, καθώς και την κινητοποίηση ιδιωτικών κεφαλαίων.