Τέλος η Προανακριτική για τα Τέμπη-Ο Τριαντόπουλος παραπέμπεται απευθείας στη Δικαιοσύνη

Η αυριανή (Πέμπτη 20/3) δεύτερη συνεδρίαση της προανακριτικής επιτροπής στις 12 το μεσημέρι θα είναι κατά πάσα πιθανότητα και η τελευταία, καθώς μετά την τυπική όπως αποδείχθηκε στη συνέχεια εκλογή 3μελούς μονοκομματικο προεδρείου, ενεργοποιήθηκε πάραυτα ο σχεδιασμός του κυβερνώντος κόμματος, ώστε ο Χρήστος Τριαντόπουλος να καταθέσει επιστολή-αίτημα στον πρόεδρο της Επιτροπής Παναγή Καππάτο προκειμένου να κριθεί απευθείας από την Δικαιοσύνη.
Ήταν μια κίνηση αναμενόμενη, αλλά φαίνεται πως αιφνιδίασε τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Σχεδόν ταυτόχρονα είδαν το φως της δημοσιότητας η επιστολή Τριαντόπουλου και το σχόλιο “κυβερνητικών στελεχών” που επικροτούσαν την κίνηση, προκαλώντας την αντιπολίτευση “να τοποθετηθεί δημόσια και υπεύθυνα, εφόσον ισχύουν οι ισχυρισμοί της για απόδοση δικαιοσύνης”.
Επί της ουσίας ο Χρήστος Τριαντόπουλος ζήτησε να του ασκηθεί δίωξη για το αδίκημα της παράβασης καθήκοντος σχετικά με την αλλοίωση (“μπάζωμα”) του τόπου τους τραγικού δυστυχήματος με βάση την σχετική πρόταση του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, την οποία υπερψήφισε και η ΚΟ της ΝΔ κατά τη διαδικασία σύστασης της προανακριτικής επιτροπής στην Ολομέλεια.
Πρακτικά λοιπόν με τα νέα δεδομένα η προανακριτική επιτροπή στην οποία την πλειοψηφία έχει η ΝΔ (14 μέλη στα 27) , θα πρέπει να συνυπογράψει την άσκηση δίωξης στον Χρήστο Τριαντόπουλο επί του συγκεκριμένου αδικήματος, ενώ τον τελικό λόγο θα έχει η Ολομέλεια με μυστική ψηφοφορία, προκειμένου με απόλυτη πλειοψηφία επί του συνόλου των βουλευτών να εγκρίνει ή να απορρίψει την εισήγηση της Επιτροπής.
Ειδικότερα οι παράγραφοι 1, 2 και 3 του αρθρου 157 του Κανονισμού της Βουλής αναφέρουν:
1. Μέσα σε πέντε ημέρες από τη διανομή του πορίσματος της επιτροπής στους Βουλευτές καταρτίζεται ειδική ημερήσια διάταξη της Ολομέλειας της Βουλής.
2. Η συζήτηση, αρχίζει το αργότερο σε δεκαπέντε ημέρες από την κοινοποίηση της ειδικής ημερήσιας διάταξης, είναι γενική και αναφέρεται στην παραδοχή ή μη της πρότασης για την άσκηση δίωξης. Κατά τη διάρκεια της συζήτησης η Βουλή μπορεί να καλέσει εκείνον κατά του οποίου στρέφεται η πρόταση άσκησης δίωξης, και αν ακόμη δεν είναι μέλος της Κυβέρνησης, Υφυπουργός ή Βουλευτής, να εμφανιστεί ενώπιόν της και να ακουστεί. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 6 του άρθρου 155 εφαρμόζεται αναλόγως.
3. Αμέσως μετά τη λήξη της συζήτησης διεξάγεται μυστική ψηφοφορία για την πρόταση της επιτροπής και χωριστά για κάθε καταγγελλόμενη πράξη ή παράλειψη, για την οποία ζητείται άσκηση δίωξης. Η απόφαση λαμβάνεται με την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των Βουλευτών.
Ακολούθως και εφόσον εγκριθεί από τη Ολομέλεια η πρόταση της Επιτροπής, το άρθρο 158 αναφέρει στις παραγράφους 1 και 2:
1. Αν η Βουλή αποφασίσει την άσκηση δίωξης, προχωρεί στην κλήρωση των τακτικών και αναπληρωματικών μελών του Ειδικού Δικαστηρίου, του Δικαστικού Συμβουλίου και της εισαγγελικής αρχής, σύμφωνα με το άρθρο 86 του Συντάγματος και το νόμο περί ευθύνης Υπουργών.
2. H κλήρωση των τακτικών και αναπληρωματικών μελών του Ειδικού Δικαστηρίου ενεργείται ενώπιον της Ολομέλειας της Βουλής από τον Πρόεδρό της. Τα ονόματα των μελών του Συμβουλίου της Επικρατείας και του Αρείου Πάγου, που μπορούν να μετέχουν στη σύνθεση του Ειδικού Δικαστηρίου και του Δικαστικού Συμβουλίου, κατά το άρθρο 86 παρ. 4 του Συντάγματος, αποστέλλονται από τον Υπουργό Δικαιοσύνης, μετά από σχετική πρόσκληση του Προέδρου της Βουλής. Aν δεν είναι εφικτή η συγκρότηση του Ειδικού Δικαστηρίου ή του Δικαστικού Συμβουλίου, επακολουθεί νέα κλήρωση με την ίδια διαδικασία για τη συμπλήρωση της σύνθεσης του Ειδικού Δικαστηρίου ή του Δικαστικού Συμβουλίου.
Δηλαδή σε πρώτο χρόνο θα πρέπει να ελεγχθεί από Δικαστικό Συμβούλιο η βασιμότητα της κατηγορίας και αναλόγως θα παραπεμφθεί ή όχι στο Ειδικό Δικαστήριο και όπως εξηγούσαν κυβερνητικά στελέχη “θα παραπεμφθεί στο πενταμελές Δικαστικό Συμβούλιο του Ειδικού Δικαστηρίου, που αποτελείται από ανώτατους δικαστές και οι οποίοι θα ορίσουν έναν Αρεοπαγίτη μέλος του προκειμένου να διενεργήσει το ανακριτικό έργο, ώστε βάσει του πορίσματός του, το Συμβούλιο να καταλήξει σε βούλευμα για παραπομπή ή μη του πρώην υφυπουργού στο Ειδικό Δικαστήριο”.
“Έτσι και αλλιώς ο κ. Τριαντόπουλος θα παραπεμφθεί ενώπιον του φυσικού του δικαστή ως αποτέλεσμα της πρωτοβουλίας του ΠΑΣΟΚ για τη σύσταση προανακριτικής επιτροπής, η οποία θυμίζουμε ότι λοιδορήθηκε από την κυβέρνηση ως δήθεν εργαλειοποίηση.” σχολίασε το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, σημειώνοντας “Πρέπει να παραπεμφθεί, όμως, με βάση τα όσα προβλέπουν το Σύνταγμα και οι νόμοι, και όχι όπως βολεύει τη Νέα Δημοκρατία, τους πολιτικούς της σχεδιασμούς και την επικοινωνιακή διαχείριση του πολιτικού κόστους.” Και επισήμανε “Ας μην κάνουν τους τιμητές και τους γενναίους, εκείνοι που ύψωσαν τείχος προστασίας στον Κώστα Καραμανλή απορρίπτοντας το αίτημα του ΠΑΣΟΚ για σύσταση προανακριτικής επιτροπής στη βάση του πορίσματος της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας. Τι άλλαξε από τότε μέχρι σήμερα, κύριοι της Νέας Δημοκρατίας;”
Από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ κάνουν λόγο για “νέα συγκάλυψη” και ο βουλευτής-μέλος της προανακριτικής επιτροπής Βασίλης Κόκκαλής τόνισε σε δηλώσεις του «Αν έχει τα κότσια ο κ. Τριαντόπουλος να παραιτηθεί της υπουργικής του ασυλίας και να τεθεί στη διάθεση των φυσικών εισαγγελικών και ανακριτικών αρχών, για την διερεύνηση όλων των αδικημάτων, κακουργημάτων και πλημμελημάτων. Αν θέλει όντως να δείξει πολιτική γενναιότητα όπως αναφέρει ο πρωθυπουργός, αυτό πρέπει να κάνει. Όχι να επιλέγει – χωρίς να έχει το δικαίωμα – μόνον το πλημμέλημα της παράβασης καθήκοντος, κρυπτόμενος πίσω από την πλειοψηφία” και πρόσθεσε “Και φυσικά με αυτό το τέχνασμα να υποχρεώνει το Δικαστικό Συμβούλιο των Αρεοπαγιτών να διερευνήσει μόνον το συγκεκριμένο πλημμέλημα. Τσάμπα μάγκας ο κ. Τριαντόπουλος λοιπόν, αλλά αυτό που δεν κατανοεί κανείς στην κυβέρνηση, είναι πως η κοινωνία απέδειξε πως δεν παραπλανάται με τέτοια τερτίπια”.
Οι βουλευτές του ΚΚΕ Νίκος Καραθανασόπουλος και Μαρίας Κομνηνάκα που συμμετέχουν στην Επιτροπή Προκαταρκτικής Εξέτασης για τον Χ. Τριαντόπουλο, ανέφεραν σε κοινή δήλωση τους: “Καταγγέλλουμε τη διαφαινόμενη μεθόδευση εσπευσμένου τερματισμού των εργασιών της Προανακριτικής Επιτροπής που προωθεί η κοινοβουλευτική πλειοψηφία της ΝΔ πριν καν
αυτές ξεκινήσουν. Είναι προφανές ότι πρόκειται για ένα ακόμη επεισόδιο στην επιχείρηση συγκάλυψης, προκειμένου να μην εξεταστούν ουσιώδεις μάρτυρες, πολιτικά πρόσωπα και υπηρεσιακοί παράγοντες, αλλά και στοιχεία που προκύπτουν συνεχώς από την έρευνα. Συνιστά, όμως, και μια έμμεση ομολογία ύπαρξης ενδείξεων για την ενοχή του κ. Τριαντόπουλου, οδηγώντας την κυβερνητική πλειοψηφία να κάνει “την ανάγκη φιλοτιμία”. Αναδεικνύει πάνω απ’ όλα τον φόβο να στοιχειοθετηθούν ποινικές ευθύνες κι άλλων προσώπων, τόσο για την αλλοίωση του χώρου του εγκλήματος, όσο και για το κύριο έγκλημα, δηλαδή τη σύγκρουση των τρένων, αλλά και την έκρηξη. Ο ισχυρισμός που δικαιολογεί το διαφαινόμενο κλείσιμο των εργασιών της Προανακριτικής Επιτροπής στο όνομα της “παραπομπής στον φυσικό δικαστή” είναι προσχηματικός, αφού από τη στιγμή που αυτή συγκροτείται”.
“Ο Κ. Μητσοτάκης ως νέος «Αγαμέμνονας», βρήκε στο πρόσωπο του Τριαντόπουλου την «Ιφιγένεια», για να μπορέσει να καλύψει τα εγκλήματα όλων των υπολοίπων. Η Ελληνική Λύση επιμένει να κληθούν όλοι οι υπουργοί και το σύνολο των εμπλεκομένων, για να αποκαλυφθεί πλήρως η αλήθεια” σχολίασε επίσης η Ελληνική Λύση και ο βουλευτής-μέλος της προανακριτικής εκ μέρους της Νέας Αριστεράς Δημήτρης Τζανακόπουλος συμπερασματικά τόνισε ” επιτροπή προκαταρκτικής εξέτασης πρέπει να προχωρήσει κανονικά στη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης, να εξετάσει μάρτυρες, να προσδιορίσει τα ενδεχόμενα αδικήματα και στη βάση αιτιολογημένου πορίσματος να προτείνει σαφώς την άσκηση ή μη ποινικής δίωξης. Κάθε άλλη επιλογή κινείται εκτός του πλαισίου της έννομης τάξης και θα αποτελεί νέα μεθόδευση συγκάλυψης.”
Να σημειωθεί ότι από τα μέλη της ΝΔ ουδείς ήθελε να προβεί σε δηλώσεις παραπέμποντας ουσιαστικά στην ανάρτηση του πρωθυπουργού Κ. Μητσοτάκη που έκανε λόγο για “γενναίο βήμα” του Χρ. Τριαντόπουλου και στα “κυβερνητικά στελέχη” που μεταξύ άλλων έλεγαν ότι “Μετά την κίνηση του κ. Τριαντόπουλου, να ζητήσει να κριθεί από την Δικαιοσύνη, τα επιχειρήματα περί δήθεν κομματικής «ασπίδας» καταρρέουν”.