Η “πρόταση δυσπιστίας” έχει τη δική της… ξεχωριστή ιστορία στην πολιτική ζωή του τόπου

Η “πρόταση δυσπιστίας” έχει τη δική της… ξεχωριστή ιστορία στην πολιτική ζωή του τόπου

(ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΝΤΑΡΙΝΗΣ/EUROKINISSI)

Οι προτάσεις δυσπιστίας αποτελούν ίσως τη σημαντικότερη κοινοβουλευτική διαδικασία και το πιο σημαντικό “όπλο” που έχει στα χέρια της η αντιπολίτευση  για να επιτύχει την πτώση μιας κυβέρνησης, αν και ουδέποτε στα μεταπολιτευτικά χρόνια έχει συμβεί κάτι τέτοιο, ωστόσο έχουν ιδιαίτερη πολιτική σημασία, καθώς επηρεάζουν τα κόμματα και την κοινή γνώμη.

Σύμφωνα με το άρθρο 84 παράγραφος 2 του Συντάγματος “H Βουλή μπορεί με απόφασή της να αποσύρει την εμπιστοσύνη της από την Kυβέρνηση ή από μέλος της. Πρόταση δυσπιστίας μπορεί να υποβληθεί μόνο μετά την πάροδο εξαμήνου αφότου η Βουλή απέρριψε πρόταση δυσπιστίας. H πρόταση δυσπιστίας πρέπει να είναι υπογεγραμμένη από το ένα έκτο τουλάχιστον των βουλευτών και να περιλαμβάνει σαφώς τα θέματα για τα οποία θα διεξαχθεί η συζήτηση.”. Επίσης στο συγκεκριμένο άρθρο αναφέρεται ότι “Kατ’  εξαίρεση μπορεί να υποβληθεί πρόταση δυσπιστίας και πριν από την πάροδο εξαμήνου, αν είναι υπογεγραμμένη από την πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών.” 

Και με βάση το άρθρο 142 του Κανονισμού της Βουλής:

1. H Βουλή μπoρεί με απόφασή της να αποσύρει την εμπιστοσύνη της από την Kυβέρνηση ή από μέλος της ύστερα από πρόταση δυσπιστίας. H πρόταση δυσπιστίας 149 πρέπει να είναι υπογεγραμμένη από το ένα έκτο (1/6) τουλάχιστον των Βουλευτών και να περιλαμβάνει σαφώς τα θέματα για τα οποία θα διεξαχθεί η συζήτηση.

2. H πρόταση δυσπιστίας υπoβάλλεται στον Πρόεδρο σε δημόσια συνεδρίαση της Βουλής.

3. Aν διαπιστωθεί ότι η πρόταση υπογράφεται από τον ελάχιστο απαιτούμενο αριθμό Βουλευτών, η Βουλή διακόπτει τις εργασίες της για δύο ημέρες, εκτός αν η Kυβέρνηση ζητήσει να αρχίσει αμέσως η συζήτηση για την πρόταση δυσπιστίας.

4. Με την επιφύλαξη της ευχέρειας που παρέχει η προηγούμενη παράγραφος στην Kυβέρνηση, η συζήτηση για την πρόταση δυσπιστίας αρχίζει δύο ημέρες μετά την υποβολή της και τελειώνει τo αργότερο τη δωδεκάτη νυκτερινή της τρίτης ημέρας από την έναρξή της με ονομαστική ψηφοφορία, που διεξάγεται σύμφωνα με την παράγραφο 3 του προηγούμενου άρθρου.

5. H συζήτηση αρχίζει με την ομιλία δύο Βουλευτών από εκείνους που υπογράφουν την πρόταση δυσπιστίας και ορίζονται με ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 91 παρ. 5. H εγγραφή των άλλων ομιλητών γίνεται έως το τέλος της ομιλίας των δύο Βουλευτών του προηγούμενου εδαφίου. Kατά τα λοιπά η συζήτηση και η ψηφοφορία διεξάγονται σύμφωνα με τις παραγράφους 3 έως 5 του προηγούμενου άρθρου.

6. Πρόταση δυσπιστίας δεν μπoρεί να υποβληθεί πριν περάσει εξάμηνο από την απόρριψη προηγούμενης όμoιας πρότασης, εκτός αν υπογράφεται από την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των Βουλευτών.

7. Πρόταση δυσπιστίας γίνεται δεκτή μόνο αν εγκριθεί από την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των Βουλευτών.  

Είναι προφανές ότι σε περίπτωση που η πρόταση γίνει δεκτή τότε η κυβέρνηση χάνει τη “δεδηλωμένη” και πρέπει να παραιτηθεί, όπως και εάν γίνει δεκτή πρόταση δυσπιστίας κατά ενός υπουργού. Να σημειωθεί στην πρόταση για παροχή ψήφου εμπιστοσύνης την οποία ζητάει η κυβέρνηση από τη Βουλή χρειάζεται να έχει εγκριθεί από την απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων βουλευτών, που δεν μπορεί να είναι μικρότερη των δύο πέμπτων του όλου αριθμού των βουλευτών.

Με αφορμή την επικείμενη πρόταση δυσπιστίας με πρωτοβουλία ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ για τις εξελίξεις στο μέτωπο των Τεμπών, η οποία αναμένεται να κατατεθεί την Τετάρτη 5/3 σύμφωνα με δηλώσεις του προέδρου του κόμματος Νίκου Ανδρουλάκη, στα χρόνια της μεταπολίτευσης έχουν κατατεθεί 15+1 προτάσεις. Και συγκεκριμένα: 

– Η πρώτη φορά που η αντιπολίτευση κατέθεσε πρόταση δυσπιστίας ήταν  στις αρχές Ιουνίου του 1988, με τον ΠΑΣΟΚ στην κυβέρνηση και  πρωθυπουργό τον Ανδρέα Παπανδρέου. Τότε έξι μήνες μετά τη συνάντηση που είχε ο πρώην πρωθυπουργός με τον τούρκο ομόλογό του Τουργκούτ Οζάλ στο Νταβός σε μία  μια προσπάθεια εξομάλυνσης των σχέσεων των δύο χωρών, ο τότε πρόεδρος  της Νέας Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Μητσοτάκης κατέθεσε πρόταση δυσπιστίας,  με αιχμή το σύνολο της κυβερνητικής πολιτικής. Η συζήτηση επικεντρώθηκε κυρίως στην εξωτερική πολιτική, και τότε ήταν  που ο Ανδρέας Παπανδρέου αναγκάστηκε να πει το περίφημο πλέον “mea culpa”,  αναγνωρίζοντας ότι ήταν λάθος του που για χάρη της εξομάλυνσης των  σχέσεων με την Τουρκία έβαλε “στο ράφι” το Κυπριακό, όπως τον κατηγορούσε ο πρόεδρος της ΝΔ και αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης Κωνσταντίνος Μητσοτάκης. Η πρόταση της ΝΔ απορρίφθηκε αφού  157 βουλευτές ψήφισαν κατά και υπέρ 123, ενώ ΚΚΕ και ΕΑΡ απουσίαζαν.

– Σχεδόν ένα χρόνο αργότερα, το Μάρτιο του 1989, με αφορμή το σκάνδαλο Κοσκωτά, η ΚΟ της ΝΔ με επικεφαλής τον Κ. Μητσοτάκη καταθέτει εκ νέου πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ. Η Ολομέλεια απέρριψε την πρόταση με ψήφους 155 κατά και  123 υπέρ, ωστόσο η κυβέρνηση του Α. Παπανδρέου βγήκε λαβωμένη, αφού κατά την ψηφοφορία δεν έδωσαν ψήφο εμπιστοσύνης τρεις βουλευτές του ΠΑΣΟΚ και συγκεκριμένα ο Αντώνης Τρίτσης, ο Γεώργιος – Αλέξανδρος Μαγκάκης και η  Ρούλα Κακλαμανάκη με αποτέλεσμα να διαγραφούν από την ΚΟ. Απείχε επίσης και ο συνεργαζόμενος με το ΠΑΣΟΚ ιστορικός πολιτικός της  Ένωσης Κέντρου Γεώργιος Μαύρος, ο οποίος με επιστολή του είχε  στηλιτεύσει την στάση του πρωθυπουργού στην υπόθεση.

– Το 1993 το θέμα τη ονομασίας των Σκοπίων (ή Βόρεια Μακεδονία όπως ονομάζεται σήμερα) αποτελούσε πεδίο σκληρής πολιτικής αντιπαράθεσης και η ΚΟ του ΠΑΣΟΚ με επικεφαλής τον Ανδρέα Παπανδρέου  καταθέτει πρόταση δυσπιστίας  για την κυβέρνηση της ΝΔ με πρωθυπουργό τον Κων. Μητσοτάκης. Η πρόταση απορρίφθηκε με 152 ψήφους κατά και 145 υπέρ, ενώ  εντύπωση είχε προκαλέσει η στάση του πρώην πρωθυπουργού και ιστορικού στελέχους της ΝΔ, Γιώργου Ράλλη, ο οποίος πριν από την ψηφοφορία  ανακοίνωσε την παραίτησή του από τη βουλευτική έδρα κατηγορώντας την  κυβέρνηση για ατυχείς χειρισμούς στην υπόθεση των Σκοπίων και το ΠΑΣΟΚ  για την αδιαλλαξία που επιδείκνυε.

– Το Ιανουάριο του 1996,  ο πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου νοσηλευόταν από το Νοέμβριο του 1995 στο  Ωνάσειο Νοσοκομείο με σοβαρά καρδιολογικά προβλήματα. Λόγω του κενού εξουσίας κατά τη ΝΔ, που ήταν αξιωματική αντιπολίτευση ο πρόεδρος της Μιλτιάδης Έβερτ κατέθεσε πρόταση  μομφής επικαλούμενος συνταγματικό κενό στη διακυβέρνηση του τόπου. Το αποτέλεσμα ήταν 168 “όχι”, 118 “ναι” (107 ΝΔ, 11 Πολιτική Άνοιξη) και  10 λευκά, από τον ΣΥΝ και τον ανεξάρτητο Μιχάλη Παπακωνσταντίνου. Ωστόσο  λίγες ημέρες αργότερα μετά ο Ανδρέας Παπανδρέο υπέγραψε  την παραίτησή του και ο Κώστας Σημίτης μετά από εκλογές της ΚΟ του ΠΑΣΟΚ στις 18/1 εκλέχθηκε νέος πρωθυπουργός.

– Τρία χρονιά μετά, τον Ιανουάριο του 1999, ο τότε αρχηγός της αξιωματικής  αντιπολίτευσης και πρόεδρος της ΝΔ Κώστας Καραμανλής κατέθεσε πρόταση δυσπιστίας κατά του  υπουργού Παιδείας Γεράσιμου Αρσένη  (και όχι κατά της κυβέρνησης), με αντικείμενο την  εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, η οποία και απορρίφθηκε με ψήφους 163 κατά  και 127 υπέρ.

– Τον Ιανουάριο επίσης του 2001 και στον απόηχο της “φούσκας” του Χρηματιστηρίου, η ΚΟ της ΝΔ με επικεφαλής τον Κώστας Καραμανλή κατέθεσε ακόμη μία πρόταση μομφής κατά  υπουργού κα συγκεκριμένα για τον τότε επονομαζόμενο “τσάρος” της Οικονομίας Γιάννος Παπαντωνίου. Παρά το σφυροκόπημα σύσσωμης της αντιπολίτευσης ο υπουργός Εθνικής Οικονομίαε και η κυβέρνηση δεν επλήγησαν αφού η πρόταση  εναντίον του καταψηφίστηκε με 163 “όχι” και 127 “ναι”.

– Στις αρχές και πάλι Ιανουαρίου του 2005 η ΚΟ του ΠΑΣΟΚ με επικεφαλής τον πρόεδρο της Γιώργο Παπανδρέου κατέθεσε πρόταση δυσπιστίας για τον τότε υπουργό Οικονομίας Γιώργο Αλογοσκούφη με τον πρωθυπουργό Κώστα  Καραμανλή να τη μετατρέπει σε ψήφο εμπιστοσύνης, την οποία και έλαβε άνετα με τις ψήφους της ΚΟ της ΝΔ και προκαλώντας αναταραχή στη ΚΟ του ΠΑΣΟΚ που αιφνιδιάστηκε από τη κίνηση του Γ. Παπανδρέου.

– Τον  Φεβρουάριο του 2007 και ενώ η δημόσια συζήτηση έχει φουντώσει για την αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος για τα Πανεπιστήμια, το ΠΑΣΟΚ κατέθεσε εκ νέου πρόταση δυσπιστίας με αφορμή τις αλλαγές στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, ζητώντας μάλιστα πρόωρες εκλογές. Η Ολομέλεια απέρριψε την πρόταση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης με 164 ψήφους κατά και 122 υπέρ.

– Στα τέλη Μαρτίου του 2008 ο Γιώργος Παπανδρέου επανήλθε για τρίτη φορά, με αφορμή το ασφαλιστικό νομοσχέδιο που προωθούσε η τότε υπουργός Εργασίας Φάνη-Πάλλη Πετραλιά, η οποία μπορεί να απορρίφθηκε, αφού 152 ψήφισαν “όχι”, έναντι 138 που ψήφισαν “ναι”, ωστόσο ανέβαλε τελικά τη κατάθεση και συζήτηση του νομοσχεδίου.  

– Στις 7 Νοεμβρίου 2013 με αφορμή την “αυταρχική αστυνομική επέμβαση στην ΕΡΤ” ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ   και αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης  Αλέξης Τσίπρας υπέβαλε πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης Σαμαρά – Βενιζέλου για “για τις διαρκείς παραβιάσεις της δημοκρατικής νομιμότητας” και την “βάρβαρη οικονομική πολιτική” της κυβέρνησης. H πρόταση απορρίφθηκε με 124 ψήφους “υπέρ” (ΣΥΡΙΖΑ, Χρυσή Αυγή, ΑΝΕΛ, ΚΚΕ) και 153 “κατά” (Ν.Δ, ΠΑΣΟΚ), ενώ 17 βουλευτές δήλωσαν “παρών (ΔΗΜΑΡ, Ανεξάρτητοι). Να σημειωθεί ότι η βουλευτής Πέλλας του ΠΑΣΟΚ Θεοδώρα Τζάκρη υπερψήφισε την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ και διαγράφηκε από την κοινοβουλευτική ομάδα του Κινήματος και ακολούθως εντάχθηκε στον ΣΥΡΙΖΑ.

– Στις 14 Ιουνίου 2018 ο πρόεδρος της ΝΔ Κυριάκος Μητσοτάκης κατέθεσε πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ με αφορμή τις εξελίξεις που αφορούσαν την ονομασία της ΠΓΔΜ. Η συζήτηση ξεκίνησε αμέσως μετά την ολοκλήρωση της ψηφοφορίας για τα προαπαιτούμενα της 4ης αξιολόγησης του τρίτου μνημονίου. Η πρόταση δυσπιστίας της ΝΔ απορρίφθηκε με 153 “όχι”  και 127 “ναι” της αντιπολίτευσης επί 280 παρόντων βουλευτών, διότι το ΚΚΕ απείχε από την συζήτηση και την ψηφοφορία. Να σημειωθεί ο βουλευτής των ΑΝΕΛ Δημήτρης Καμμένος  υπερψήφισε την πρόταση δυσπιστίας και διαγράφηκε από την ΚΟ των Ανεξάρτητων Ελλήνων.

– Στις 8  Μαΐου 2019 η ΚΟ της ΝΔ υπέβαλε πρόταση δυσπιστίας κατά του τότε αναπληρωτή υπουργού Υγείας Παύλου Πολάκη εξαιτίας των αναρτήσεων που είχε κάνει για τον τότε υποψήφιο ευρωβουλευτή Στέλιο Κυμπουρόπουλο. Ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας Κυριάκος Μητσοτάκης καταθέτοντας την πρόταση δυσπιστίας χαρακτήρισε τις αναρτήσεις Πολάκη “χυδαία επίθεση ενός υπουργού της κυβέρνησης κατά ενός αγωνιστή της ζωής”. Ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας μετέτρεψε την πρόταση δυσπιστίας σε ψήφο εμπιστοσύνης προς την κυβέρνησή του και την κέρδισε με ψήφους 153 “ναι” έναντι 136 “όχι”.

– Στις 23 Οκτωβρίου 2020, ο ΣΥΡΙΖΑ ως αξιωματική αντιπολίτευση υπέβαλε πρόταση δυσπιστίας κατά τότε υπουργού Οικονομικών Χρήστου Σταϊκούρα με αφορμή τον πτωχευτικό κώδικα. Η πρόταση δυσπιστίας απορρίφθηκε. Συγκεκριμένα επί 291 ψηφισάντων η πρόταση καταψηφίστηκε από την κυβερνητική πλειοψηφία και υπερψηφίστηκε από 133 βουλευτές (ΣΥΡΙΖΑ , ΚΙΝΑΛ, ΚΚΕ και Ελληνική Λύση), ενώ είχαν οι 9 βουλευτές του ΜέΡΑ 25.

– Στις 28 Ιανουαρίου 2022 ο πρόεδρος και η ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ καταθέτουν πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης Μητσοτάκη με αφορμή την διαχείριση της κακοκαιρίας “Ελπίς”, την διαχείριση της πανδημίας Covid-19,  και για το κύμα ακρίβειας στην αγορά. Η πρόταση δυσπιστίας του ΣΥΡΙΖΑ απορρίφθηκε με ψήφους 156 κατά, 142 υπέρ και 1 παρών του ανεξάρτητου βουλευτή Κωνσταντίνου Μπογδάνου. Από την ψηφοφορία απουσίαζε η βουλευτής της ΝΔ Μαριέττα Γιαννάκου λόγω έκτακτης εισαγωγής της στο Γενικό Νοσοκομείο Αεροπορίας.

– Στις 26 Μαρτίου 2024 οι ΚΟ του ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής, του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, της Νέα Αριστεράς και  της Πλεύση Ελευθερίας, κατέθεσαν πρόταση δυσπιστίας για το τραγικό σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη καταγέλλοντας τη κυβέρνηση για “μεθοδεμένη προσπάθεια συγκάλυψης” από την κυβέρνηση του Κ. Μητσοτάκη. Μετά από ονομαστική ψηφοφορία, και επί 300 ψηφισάντων, 159 βουλευτές (158 της ΝΔ και ο ανεξάρτητος προερχόμενος από τους “Σπαρτιάτες” Χ. Κατσιβαρδάς) καταψήφισαν την πρόταση δυσπιστίας ενώ οι 141 βουλευτές της αντιπολίτευσης τάχθηκαν υπέρ.

Να σημειωθεί ότι στις 30 Μαρτίου 2014 κατά τη διάρκεια της συζήτησης του πολυνομοσχεδίου για το κοινωνικό μέρισμα και την εργαλειοθήκη του ΟΟΣΑ ο ΣΥΡΙΖΑ υπέβαλε πρόταση δυσπιστίας κατά του υπουργού Οικονομικών Γιάννη Στουρνάρα. Η πρόταση δυσπιστίας απορρίφθηκε ως αντισυνταγματική από τον τότε πρόεδρο της Βουλής, Ευάγγελο Μεϊμαράκη. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα ο ΣΥΡΙΖΑ να καταθέσει πρόταση μομφής κατά του Προέδρου της Βουλής. Η πρόταση απορρίφθηκε με ψήφους 165 κατά έναντι 76 υπέρ από την Ολομέλεια της Βουλής.

Σχετικά Άρθρα