Οι “δύο καρδιές” του ΠΑΣΟΚ, η σκιά μιας νέας κρίσης και το “τελεσίγραφο” Ανδρουλάκη

Στο ΠΑΣΟΚ πρέπει να καταλήξουν: αμφισβητούν κάποιοι το Νίκο Ανδρουλάκη επειδή δεν συνεδριάζουν επαρκώς τα κομματικά όργανα και λαμβάνονται αποφάσεις στρατηγικής και τακτικής σε κλειστό (προεδρικό) κύκλο, ή διαφωνούν με την ίδια τη στρατηγική και την τακτική.
Όσα ειπώθηκαν από κορυφαία στελέχη (Χ. Δούκας, Άννα Διαμαντοπούλου, Π. Γερουλάνος, Μ. Κατρίνης κ.ά), το περασμένο Σαββατοκύριακο στην ΚΠΕ, δείχνουν το δεύτερο. Όμως η αφορμή δόθηκε από την αναμφίβολα ατυχή δήλωση του προέδρου του κόμματος ότι “έχει κλονιστεί η εμπιστοσύνη του στη Δικαιοσύνη”. Το φωνάζουν στις πλατείες εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες που στηρίζουν τον αγώνα των οικογενειών των θυμάτων στην τραγωδία των Τεμπών, καταγράφεται με θηριώδη ποσοστά στις δημοσκοπήσεις, ωστόσο ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης -και δη ενός συστημικού κόμματος που άσκησε εξουσία επί δεκαετίες- όλοι συμφωνούν ότι δεν αρκεί να λέει ότι κινείται θεσμικά, αλλά και να δείχνει ότι είναι θεσμικός. Και η συγκεκριμένη δήλωση, ακόμα κι αν της αναγνωρίσει κανείς το ανθρώπινο στοιχείο (λόγω της προσωπικής πολιτικής του περιπέτειας στην υπόθεση των υποκλοπών), δεν μπορεί να θεωρηθεί επιτομή της θεσμικότητας.
Τα εσωτερικά προβλήματα που ακολούθησαν είναι γνωστά. Τρεις βουλευτές (Μ. Χριστοδουλάκης, Γ. Νικητιάδης, Νάγια Γρηγοράκου) έσπευσαν να διαφοροποιηθούν. Ο Νίκος Ανδρουλάκης εξεμάνη, έκανε μία προσπάθεια να “διορθώσει” την επίμαχη δήλωση, στη συνέχεια -όπως αναφέρουν οι πληροφορίες- απείλησε θεούς και δαίμονες, και ακολούθησε ανάκληση της αποστασιοποίησης των τριών βουλευτών και, κατόπιν, γενική δήλωση ολόκληρης της κοινοβουλευτικής ομάδας με αντεπίθεση στη Ν.Δ που, όπως αναμενόταν, είχε σπεύσει να αξιοποιήσει τα περί “κλονισμού της εμπιστοσύνης στη Δικαιοσύνη”.
Λίγο αργότερα, Π. Γερουλάνος και Χ. Δούκας εξέδωσαν κοινή ανακοίνωση για τον τρόπο που η εφημερίδα “Παπαραπολιτικά” …αξιοποίησε άρθρα τους που, όπως λένε, έδωσαν στο πλαίσιο ενός αφιερώματος και βρέθηκαν να στηρίζουν τον πρωτοσέλιδο τίτλο για “Νέο αντάρτικο στο ΠΑΣΟΚ”.
Στην Χαριλάου Τρικούπη θεωρούν πως ο εχθρός είναι προ των πυλών, και αναφέρονται στις επιθέσεις του κυβερνητικού εκπροσώπου, του εκπροσώπου Τύπου του κόμματος και της διαδικτυακής “Ομάδας Αλήθειας”, που θεωρείται ότι υποκινείται από την οδό Πειραιώς. Όλοι οι βουλευτές της Ν.Δ στα τηλεοπτικά πάνελ κάνουν λόγο για “θεσμική εκτροπή” Ανδρουλάκη και η σύγκρουση παίρνει διαστάσεις σε ένα τοξικό πολιτικό κλίμα.
Από τη Χαριλάου Τρικούπη υπενθυμίζουν ότι η ΝΔ, ως αξιωματική αντιπολίτευση την περίοδο 2015 – 2019, είχε ασκήσει σφοδρότατη κριτική στη δικαστική εξουσία της εποχής της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. «Κανείς άλλος δεν έχει αυτό το δικαίωμα;» ρωτούν. Και παραπέμπουν στις προτάσεις του ΠΑΣΟΚ για αλλαγή στον τρόπο επιλογής της ηγεσίας της Δικαιοσύνης, με στόχο τον απογαλακτισμό της από την εκτελεστική εξουσία.
Η κυβέρνηση «είναι πολλαπλά εκτεθειμένη, καθώς έχει παρελθόν επιθέσεων στη δικαιοσύνη από πολλά στελέχη της. Ας δει ο κ. Φλωρίδης τις δικές του αναρτήσεις το 2018 για τον τότε υπουργό Δικαιοσύνης, τον κ. Κοντονή. Εδώ φτάσαμε εν ενεργεία υπουργός της κυβέρνησης, να έχει πει για πρόεδρο ανεξάρτητης αρχής, ότι κινείται στα όρια της προδοσίας. Είναι κοινοβουλευτική ρητορική αυτή;» σημείωσε ο εκπρόσωπος Τύπου του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής, Κώστας Τσουκαλάς
Στόχος ο πρωθυπουργός για το ΠΑΣΟΚ
Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ κατηγορεί, άλλωστε, προσωπικά τον πρωθυπουργό για συγκάλυψη ως προς την διερεύνηση των αιτίων του σιδηροδρομικού δυστυχήματος, και η Ν.Δ το ΠΑΣΟΚ για “εργαλειοποίηση” του πόνου των οικογενειών των θυμάτων. Όμως, η Χαριλάου Τρικούπη αποφεύγει προσώρας να τοποθετηθεί σχετικά με τις δηλώσεις κορυφαίων στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ (Ν.Παππάς, Χρ. Γιαννούλης κ.ά) ότι “ο πρώτος μάρτυρας που πρέπει να κληθεί στην προανακριτική επιτροπή είναι ο Κυριάκος Μητσοτάκης”.
Την ίδια ώρα οι οικογένειες των θυμάτων ασκούν δριμεία κριτική -ακόμα και μυνητήριες αναφορές έγιναν- στον εφέτη ανακριτή της υπόθεσης Σωτ. Μπακαϊμη, ενώ από την άλλη η πρόεδρος του Αρείου Πάγου δέχεται χυδαίες επιθέσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και δηλώνει πως έχει δεχτεί και απειλητικά τηλεφωνήματα. Όλα αυτά βαραίνουν το κλίμα, που αποκτά στοιχεία τοξικότητας, και γι΄ αυτό εισπράχτηκε αρνητικά η δήλωση Ανδρουλάκη.
“Πού το πάνε” τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ που διαφωνούν με την τακτική Ανδρουλάκη;
Το ερώτημα, ωστόσο, για το ΠΑΣΟΚ είναι σε τι αποσκοπούν οι κορυφαίοι που ασκούν κριτική στο Νίκο Ανδρουλάκη. Διότι είναι προφανές πως η επίμαχη δήλωσή του δεν αποτελεί την πραγματική αιτία αυτής της κριτικής. Πολλά στελέχη του καταλογίζουν πως επαναλαμβάνει το μοτίβο του περίκλειστου κόμματος που προκάλεσε την αντίδρασή τους αμέσως μετά τις ευρωεκλογές. Και επισημαίνουν, παράλληλα, πως ακολουθεί τακτική “μια στο καρφί και μια στο πέταλο”, χωρίς ευκρινές πολιτικό στίγμα, με σοβαρά λάθη (προεδρική εκλογή, πρόταση δυσπιστίας κ.ά), κάτι που όπως τονίζουν, αποτυπώνεται και στη στασιμότητα, ή και ελαφρά μείωση, των δημοσκοπικών ποσοστών.
Η ίδια η στρατηγική, δε, που διατυπώνει ο πρόεδρος του κόμματος, ό,τι στόχος είναι να είναι πρώτο κόμμα στις επόμενες εκλογές, αποδεικνύεται από αδύναμη έως ουτοπική, τονίζουν οι διαφωνούντες.
Όμως, το ΠΑΣΟΚ είναι πιά -έστω και από… σπόντα- αξιωματική αντιπολίτευση και παρότι είναι ηλίου φαεινότερο πως είναι δύσκολο να πορευτεί μόνο του και αυτάρεσκα μέχρι τις εκλογές, αυτή είναι η κεντρική απόφαση και αυτή εκφωνούν όλα τα στελέχη- και οι διαφωνούντες. Θέλουν να αλλάξει; Μέχρις ώρας δεν έχουν διατυπώσει κάτι τέτοιο. Ακόμα και ο Π. Γερουλάνος που είχε πει “όλοι μαζί”, αναφερόμενος σε συνεργασίες με ΣΥΡΙΖΑ, Νέα Αριστερά, ακόμα και Πλεύση Ελευθερίας, δείχνει να το έχει μετανιώσει, ή, τουλάχιστον, να έχει ανακρούσει πρύμνα στις δημόσιες τοποθετήσεις του. Η προεδρική εκλογή “έκαψε”, άλλωστε, το χαρτί των συνεργασιών και δύσκολα μπορεί να επανεκκινήσει μία σχετική πρωτοβουλία.
Η έμμεση διαφοροποίηση από την τακτική Ανδρουλάκη από την άλλη δεν μπορεί να οδηγήσει σε ευθεία αμφισβήτηση και επανάληψη όσων έγιναν πέρυσι το καλοκαίρι. Θα ήταν αυτοκτονικό να οδηγηθεί ξανά το ΠΑΣΟΚ σε εσωκομματική εκλογή ηγεσίας. Από την άλλη, ούτε τα πειθαρχικά μέτρα, με τα οποία απειλεί, σύμφωνα με πληροφορίες, ο πρόεδρος του κόμματος είναι εύκολο να αποδώσουν. Ακόμα κι αν προχωρήσει σε διαγραφές, όπως αφήνουν να εννοηθεί συνεργάτες του, μπορεί ίσως πρόσκαιρα να ενισχύσει το αρχηγικό του προφίλ. Κατά τις ίδιες πληροφορίες πρώτος στόχος θα είναι ο Θόδωρος Μαργαρίτης, ο οποίος επιμένει σταθερά στα περί συνεργασιών, και εάν συμβεί κάτι τέτοιο θα χρησιμοποιηθεί και ως μήνυμα προς άλλους.
Με στόχο να υπάρξει “ανάταξη”, οι πληροφορίες φέρουν το Νίκο Ανδρουλάκη να σκέπτεται σοβαρά να εντάξει το επόμενο διάστημα στην Κ.Ο του κόμματος τους”πρόθυμους” ανεξάρτητους βουλευτές (προερχόμενους από τον ΣΥΡΙΖΑ) Ράνια Θρασκιά και Πέτρο Παππά.
Δομικό πρόβλημα
Ωστόσο, το δομικό πρόβλημα του ΠΑΣΟΚ θα εξακολουθήσει να υφίσταται και αυτό έχει να κάνει, μεταξύ άλλων, με τις “δύο καρδιές”, που όπως λένε κάποια στελέχη, έχει το κόμμα. Φάνηκε, άλλωστε, και στις μετρήσεις για την προεδρική εκλογή, όπου το 67% των ψηφοφόρων του (MRB) προέκριναν ως καταλληλότερη την υποψηφιότητα της Λούκας Κατσέλη, έναντι 54% της επίσημης του Τάσου Γιαννίτση και 52% του Κώστα Τασούλα. Ο Νίκος Ανδρουλάκης εμφανίζεται εσχάτως να προσπαθεί να στρίψει λίγο πιό αριστερά το τιμόνι της στρατηγικής του κόμματος, κι έτσι θεωρούν αρκετοί ότι χάνει ως προς το θεσμικό προφίλ που διακηρύσσει και αφήνει ακάλυπτο τον χώρο του κέντρου. Αυτό είναι και ένα από τα στοιχεία κριτικής που του άσκησε -σε χαμηλούς τόνους, είναι αλήθεια- η Άννα Διαμαντοπούλου. Έτσι βρίσκεται μεταξύ “συμπληγάδων”: από τη μία Δούκας,Κατρίνης, έως ένα βαθμό Γερουλάνος και οι της ανανεωτικής αριστεράς επιθυμούν πιό θερμή υποστήριξη των συνεργασιών του προοδευτικού χώρου και ακόμα πιό σκληρή αντιπολίτευση στην κυβέρνηση, οι”κεντρώοι” από την άλλη φοβούνται την “συριζοποίηση”.
Στην τελική ευθεία προς τις εκλογές
Παρά το γεγονός, πάντως, ότι οι επόμενες βουλευτικές εκλογές απέχουν περίπου δύο χρόνια, το ΠΑΣΟΚ βρίσκεται ενώπιον του διλήμματος με ποιά στρατηγική θα πορευτεί τελικά προς τις κάλπες.
Η πραγματικότητα, ωστόσο, δεν μπορεί να μπει στον παραμορφωτικό καθρέφτη. Στις μετρήσεις το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης παραμένει βαλτωμένο σε ποσοστά πέριξ του 16%, μόλις 3-4 μονάδες από το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών που προκάλεσε την εσωκομματική κρίση και παρότι έχουν συμβεί δύο σοβαρές εξελίξεις: πρώτη, η κυβέρνηση και προσωπικά ο πρωθυπουργός βρίσκονται στην χειρότερη πολιτικά και δημοσκοπικά στιγμή της θητείας τους και επιβεβαιώνουν την κρίση που περνουν τα κόμμα εξουσίας στο μέσο της δεύτερης φάσης διακυβέρνησης, και, δεύτερη, ότι ο χώρος στα αριστερά του ΠΑΣΟΚ είναι κατακερματισμένος και σε βαθιά κρίση. Αυτή η πολιτικά ευνοϊκή συγκυρία για το κόμμα που απέκτησε, συν τοις άλλοις, και τον ρόλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης, φαίνεται πως διαρρέει χωρίς θετικά πολιτικά αποτελέσματα.
Εάν οι μετρήσεις παραμείνουν ίδιες και τους επόμενους μήνες, η στρατηγική της νίκης στις επόμενες εκλογές θα ακούγεται ουτοπική, όσο και αν παραμείνει σε κρίση η Ν.Δ. Οι επόμενες εκλογές είναι πολύ πιθανό (για αρκετούς δημοσκόπους βέβαιο) ότι δεν θα βγάλουν κυβέρνηση, οπότε οι “δύο καρδιές” του ΠΑΣΟΚ θα συγκρουστούν υπό το δίλημμα εάν θα συναινέσουν –μάλλον μετά τις δεύτερες κάλπες και υπό το φάσμα της πολιτικής αστάθειας και ακυβερνησίας– σε μία συγκυβέρνηση με τη Ν.Δ, με αυστηρούς όρους, ακόμα και με αυτόν της επιλογής πρωθυπουργού κοινής αποδοχής (από το πρώτο κόμμα), ή στη συνέχιση της αυτονομίας, ακόμα και -προφανώς νωρίτερα- σε μία εκλογική συμμαχία του προοδευτικού χώρου.
Το βέβαιο είναι μάλλον πως το ΠΑΣΟΚ δεν έχει την πολυτέλεια να μπει σε μία νέα φάση βαθιάς εσωτερικής κρίσης, ή και να οδηγηθεί σε εκλογή νέας ηγεσίας, αν και ορισμένοι θεωρούν πως όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοιχτά…