Η προσφιλής τακτική της ακροδεξιάς για να κυριαρχήσει στην εργατική τάξη-Μπορεί να αναστραφεί η παγκόσμια τάση;

Η προσφιλής τακτική της ακροδεξιάς για να κυριαρχήσει στην εργατική τάξη-Μπορεί να αναστραφεί η παγκόσμια τάση;

Ο Ντόναλντ Τραμπ σόκαρε τον κόσμο το 2016 όταν εκλέχθηκε πρόεδρος των ΗΠΑ, κερδίζοντας κρίσιμες πολιτείες στις βιομηχανικές περιοχές της χώρας, γνωστές ως “Rust Belt”, όπως το Μίσιγκαν, η Πενσυλβάνια και το Ουισκόνσιν, που παραδοσιακά υποστήριζαν τους Δημοκρατικούς. Παρόμοια εικόνα διαμορφώθηκε και τον Νοέμβριο του 2024 όπου ο Τραμπ επικράτησε άνετα της Κάμαλα Χάρις για να γίνει ξανά πρόεδρος των ΗΠΑ. Η άλλοτε βιομηχανική καρδιά της χώρας ψήφισε μαζικά υπέρ του Τραμπ και της υπόσχεσής του να “κάνει την Αμερική μεγάλη ξανά”. Σύμφωνα με τα exit polls, η πλειοψηφία των εργαζόμενων στις κρίσιμες πολιτείες – όσοι δεν είχαν φοιτήσει στο πανεπιστήμιο και κέρδιζαν 30.000 με 99.999$ ετησίως – στήριξε τον Τραμπ. Αυτό ίσχυε τόσο για λευκούς, όσο και για Λατίνους και Μαύρους ψηφοφόρους.

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ:

Αυτή η τάση δεν περιορίζεται στις Ηνωμένες Πολιτείες. Τον Ιούνιο, το 57% των εργαζομένων ψήφισε τον ακροδεξιό “Εθνικό Συναγερμό” (Rassemblement National) στον πρώτο γύρο των βουλευτικών εκλογών στη Γαλλία. Τον Σεπτέμβριο, το 50% των εργαζομένων στήριξε το λαϊκιστικό “Κόμμα της Ελευθερίας της Αυστρίας” (FPÖ) στις γενικές εκλογές της χώρας.

Επίσης, το κόμμα “Εναλλακτική για τη Γερμανία” (AfD) έλαβε το 46% των ψήφων των εργαζομένων στις πολιτειακές εκλογές στο Βρανδεμβούργο, ενώ πολλοί φοβούνται πως μια δυσάρεστη έκπληξη μπορεί να επαναληφθεί και στις προσεχείς γερμανικές εκλογές της 23ης Φεβρουαρίου.

Το δεξιό κόμμα της Πολωνίας, Νόμος και Δικαιοσύνη (PiS), που κυβέρνησε από το 2015 έως το 2023, αποτελεί ένα χρήσιμο παράδειγμα για το λόγο που τα λαϊκίστικα και αυταρχικά κόμματα γίνονται ολοένα και πιο ελκυστικά για τους εργαζόμενους στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ, καθώς και για το πώς η κεντροαριστερά μπορεί να τους κερδίσει πίσω. Το PiS πέτυχε μια σειρά από νομοθετικές νίκες, όπως η μείωση του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης, η σημαντική αύξηση του κατώτατου μισθού και η παροχή άμεσων χρηματικών επιδομάτων σε γονείς με παιδιά κάτω των 18 ετών

Υιοθετώντας πολιτικές που συνήθως προωθούν οι σοσιαλδημοκράτες, το PiS υπερασπίστηκε τα οικονομικά συμφέροντα των Πολωνών εργαζομένων. Ως αποτέλεσμα, σχεδόν οι μισοί από αυτούς ψήφισαν υπέρ του PiS στις βουλευτικές εκλογές του 2023 (τελικά, ένας συνασπισμός αντιπολιτευόμενων κομμάτων εξασφάλισε αρκετές έδρες για να σχηματίσει πλειοψηφική κυβέρνηση).

Εξαιρετικά ενδιαφέροντα είναι τα στοιχεία έρευνας του καθηγητή πολιτικής επιστήμης σε πανεπιστήμιο της Βαρσοβίας, Bartosz Rydliński, που πραγματοποιήθηκε για λογαριασμό του Ιδρύματος για τις Ευρωπαϊκές Προοδευτικές Σπουδές (FEPS) και του Friedrich-Ebert-Stiftung. Ο καθηγητής ερεύνησε τους λιγότερο μορφωμένους και χαμηλότερου εισοδήματος ψηφοφόρους στις μικρές πόλεις και τις αγροτικές περιοχές της Πολωνίας, αποκαλύπτοντας μια πλήρη αποσύνδεση αυτής της ομάδας από την κεντροαριστερά. 

Οι συμμετέχοντας στην έρευνα που τοποθετούσαν τον εαυτό τους στην εργατική τάξη, συνέδεαν τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα με την ατζέντα των δικαιωμάτων LGBTQ+, τη σεξουαλικοποίηση των παιδιών, το άνοιγμα προς τους μετανάστες και τις προσπάθειες υπονόμευσης της κρατικής κυριαρχίας.

Αντί να καταναλώνουν παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης, αντλούν τις ειδήσεις τους από εξειδικευμένες ομάδες στις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης. Αυτοί οι ψηφοφόροι είναι περήφανοι για την αντισυστημική τους στάση και θεωρούν ότι δίνουν μια μάχη για την επιβίωσή τους και την πρόσβαση σε «αντικειμενική» πληροφόρηση.

Αυτά τα ευρήματα συμφωνούν με μια συστηματική ανασκόπηση 51 μελετών που εξετάζουν την πτώση της υποστήριξης προς τα κεντροαριστερά κόμματα στη Δύση. Το Δημοκρατικό Κόμμα στις ΗΠΑ, οι σοσιαλδημοκράτες στη Δυτική Ευρώπη και οι προοδευτικές δυνάμεις στις μετακομμουνιστικές χώρες έχουν χάσει την επαφή τους με την εργατική τάξη.

Για να αντιστρέψουν αυτή την τάση, πρέπει να εφαρμόσουν πολιτικές φιλικές προς τους εργαζομένους και να αλλάξουν τον τρόπο με τον οποίο επικοινωνούν με αυτό το κρίσιμο εκλογικό σώμα.

Οι προοδευτικοί και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού έχουν εδώ και χρόνια διεξάγει εκστρατείες υπέρ της ενίσχυσης των εργατικών οικογενειών, προωθώντας αυξημένες δαπάνες για δημόσιες υπηρεσίες, υγειονομική περίθαλψη, εκπαίδευση και υποδομές. Αυτή η στρατηγική τους έχει βοηθήσει να κερδίσουν εκλογές – αν και συχνά απέναντι σε μη δημοφιλείς συντηρητικές κυβερνήσεις.

Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι οι προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ το 2008 και το 2020, όταν οι Δημοκρατικοί Μπαράκ Ομπάμα και Τζο Μπάιντεν κέρδισαν αντίστοιχα, καθώς και η σαρωτική νίκη του Εργατικού Κόμματος επί των Τόρις στις εκλογές του Ηνωμένου Βασιλείου το 2024.

Ωστόσο, μόλις αναλάβουν την εξουσία, αυτά τα κόμματα συχνά αποτυγχάνουν να υλοποιήσουν τις προεκλογικές τους υποσχέσεις. Το να μιλούν για τη δημιουργία καλών θέσεων εργασίας στις βιομηχανίες του μέλλοντος δεν είναι το ίδιο με το να τις δημιουργούν στην πράξη. Οι εργαζόμενοι θέλουν τολμηρούς και αποτελεσματικούς ηγέτες που θα προχωρήσουν σε συγκεκριμένες δράσεις.

Η κεντροαριστερά πρέπει να αποδεχτεί ότι δεν μπορεί να επικοινωνεί με τους εργαζόμενους της βιομηχανικής τάξης με τον ίδιο τρόπο που το κάνει με τις πλούσιες αστικές ελίτ. Αντί να απορρίπτουν τις ανησυχίες των εργαζομένων σχετικά με τη μετανάστευση, την παγκοσμιοποίηση και την πράσινη μετάβαση, οι Δημοκρατικοί στις ΗΠΑ και τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα στην Ευρώπη θα πρέπει να αντιμετωπίσουν αυτούς τους φόβους μέσα από τις διόδους και τις πλατφόρμες που χρησιμοποιεί ήδη αυτό το τμήμα του πληθυσμού.

Από αυτή την άποψη, θα μπορούσαν να διδαχθούν κάτι από την άκρα δεξιά, η οποία έχει καταφέρει να κυριαρχήσει σε πλατφόρμες όπως το TikTok και το X. Η δημιουργία βίντεο που παρουσιάζουν μια πιο θετική και δημοκρατική εκδοχή του λαϊκισμού δεν είναι τόσο θέμα αισθητικής, όσο αναγκαιότητας.

Η εργατική τάξη έχει διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στην οικοδόμηση των φιλελεύθερων δημοκρατιών τα τελευταία διακόσια χρόνια, προωθώντας την καθολική ψήφο, τη δημιουργία κοινωνικών προγραμμάτων και άλλες πολιτικές που ενίσχυσαν την οικονομική ευημερία και τη δημοκρατική σταθερότητα.

Σε περιόδους αναταραχής, όπως η σημερινή, τα κεντροαριστερά κόμματα πρέπει να διασφαλίσουν ότι οι εργαζόμενοι της εργατικής τάξης μπορούν να βρουν μια πολιτική «στέγη» στις τάξεις τους. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να καταβάλουν συντονισμένη προσπάθεια για να τους προσεγγίσουν, ξεκινώντας από το να λαμβάνουν σοβαρά υπόψη τις ανησυχίες τους και να επικοινωνούν μαζί τους στα μέσα και τις πλατφόρμες που χρησιμοποιούν.

Αν αποτύχουν, η ακροδεξιά θα συνεχίσει να εκμεταλλεύεται την οργή των εργαζομένων για να προωθήσει την αντιδημοκρατική της ατζέντα.

Σχετικά Άρθρα