Ο δρόμος έχει δική του ιστορία και… διαχρονική δυναμική
Με τα λόγια του Ουρουγουανού δημοσιογράφου και συγγραφέα το βιβλιοπωλείο “Μικρό Καράβι” συνόδευσε μία ανάρτηση στα social media στην οποία κυριαρχούσε μία φωτογραφία από το μέγα πλήθος της συγκέντρωσης της περασμένης Κυριακής για την τραγωδία των Τεμπών.
“Πολλοί ταπεινοί άνθρωποι σε ταπεινούς τόπους
κάνοντας ταπεινά πράγματα
μπορούν ν’ αλλάξουν τον κόσμο”.
Eδουάρντο Γκαλεάνο“
Στο Σύνταγμα, αλλά και όπου αλλού συγκεντρώθηκαν πολίτες για να διαμαρτυρηθούν, αποδείχθηκε περίτρανα ότι ο δρόμος, η κινητοποίηση, ο… παραδοσιακός τρόπος διεκδίκησης αντέχουν στο χρόνο. Και όχι μόνο αυτό. Αποδεικνύονται, ως μέσα, και σαφώς πιο αποτελεσματικά από τα αντίστοιχα ψηφιακά.
- Οι “πολλοί ταπεινοί” του Συντάγματος με τη συγκέντρωση τους αποτέλεσαν θρυαλλίδα πολιτικών εξελίξεων, των πιο πυκνών την τελευταία διετία τουλάχιστον. Άμεσο αίτημα για συζήτηση προ ημερησίας διάταξης στη Βουλή για το δυστύχημα, αποδοχή του από την κυβέρνηση και τηλεοπτική συνέντευξη του Πρωθυπουργού η οποία σήμανε αναδίπλωση (τουλάχιστον) προηγούμενων θέσεών του για το ζήτημα. Ολα αυτά σε τρία μόλις 24ώρα.
Ο δρόμος έχει τελικά τη δύναμη. Η ενσώματη συμμετοχή στο δημοκρατικό γίγνεσθαι, της οποίας η δυναμική πολλαπλασιάζεται με τη μαζικότητα του πλήθους βρίσκεται και πάλι εδώ ως πολιτικό φαινόμενο για να μας θυμίσει πως γίνονται τα πράγματα στις δημοκρατίες. Πως οι από κάτω, κάποιες τουλάχιστον φορές, καταφέρνουν να παραδώσουν με μεγάλη ακρίβεια το πολιτικό μήνυμά τους στον παραλήπτη που πολλές φορές κωφεύει: την εκάστοτε εξουσία.
Ο δρόμος φαίνεται ότι αντέχει στο χρόνο. Παγκοσμίως και όχι μόνο στην Ελλάδα. Εγινε πολύς λόγος για το παράδειγμα της Σερβίας και την παραίτηση του εκεί Πρωθυπουργού για το τραγικό δυστύχημα του Νόβι Σαντ. Λίγοι όμως σχολίασαν ότι η παραίτηση ήρθε μετά από πολύμηνη πίεση από σχεδόν καθημερινές διαδηλώσεις στις οποίες μάλιστα πρωταγωνιστεί η νεολαία της γειτονικής χώρας και κυρίως οι φοιτητές της. Στην αρχή ο πρόεδρος Βούσιτς μάλλον αδιαφόρησε, η επιμονή και η αγωνιστικότητα των διαδηλωτών όμως εν συνεχεία τον προβλήματισαν μέχρι που “θυσίασε” τον πρωθυπουργό του για να καταλαγιάσει η λαϊκή οργή.
Στο μακρινό Μπαγκλαντές τους προηγούμενους μήνες, ένα καθημερινό τσουνάμι ριζοσπαστικοποιημένων ανθρώπων κατόρθωσε να προκαλέσει την πτώση μίας διεφθαρμένης κυβέρνησης. Τα παραδείγματα, πολύ πρόσφατα, είναι πολλά για να αγνοηθούν.
- Να θυμηθούμε και τα εν Ελλάδι. Το κίνημα για την υπεράσπιση του άρθρου 16 το 2007, τις μαζικές συγκεντρώσεις των Αγανακτισμένων και λίγο πιο πριν τις εξίσου μαζικές απεργιακές κινητοποιήσεις του 2010. Ούτε στα καθ’ ημάς είναι λίγα τα παραδείγματα.
Ίσως αυτή να είναι και μία απάντηση σε όλους αυτούς που πιστεύουν, γράφουν και ισχυρίζονται ότι οι πολίτες πλέον ιδιωτεύουν. Μαζικά και συνεχώς. Ισχύει, προφανώς, η “κατηγορία” για πολλούς από αυτούς. Αλλά φάνηκε ότι εξαρτάται και από το διακύβευμα. Και ως προς αυτό, η Κυριακή των Τεμπών έσπασε τα ταμπού εκείνα που θέλουν τους πολίτες να εξεγείρονται (τρόπο τινά) μόνο για ζητήματα που έχουν στένη σχέση με την τσέπη τους και την καθημερινότητά τους.
- Το κλειδί ήταν το θυμικό. Το συναίσθημα. Στη ζωή υπάρχει και αυτό εκτός από την ψυχρή λογική.
Κυριαρχούσε μία διάχυτη αίσθηση στο κοινωνικό σώμα ότι οι “από πάνω” απέφευγαν συστηματικά να λογοδοτήσουν σοβαρά για ένα δυστύχημα το οποίο στοίχισε τις ζωές 57 ανθρώπων. Αυτό σε συνδυασμό με τη συσσωρευμένη οργή για την επιεικώς προβληματική λειτουργία της δικαιοσύνης (βασικός πυλώνας της δημοκρατίας στη θεωρία, ουχί στην πράξη) κατέβασε τον κόσμο στο δρόμο. Κόσμο νέο αλλά όχι και τόσο νέο. Κόσμο πολιτικοποιημένο αλλά όχι και τόσο πολιτικοποιημένο. Κόσμο αριστερό αλλά και δεξιό (όπως και ο ίδιος ο Πρωθυπουργός παραδέχθηκε). Κυρίως κόσμο που ήθελε και εξακολουθεί να θέλει πειστικές και ολοκληρωμένες απαντήσεις όταν ρωτά γιατί.
- Είχαμε να κάνουμε με μία βαθιά πολιτική διαδικασία γιατί πρωτίστως η τραγωδία των Τεμπών είναι ένα βαθιά πολιτικό θέμα που αφορά τους πάντες.
Οι συγκεντρωμένοι αποτέλεσαν πολιτικό σώμα, μία ιδιότυπη Εκκλησία του Δήμου, που βέβαια δεν κλήθηκε να λάβει αποφάσεις αλλά μόνο με την (ογκώδη) ύπαρξή της και την ταχύτατη αναπαραγωγή του μηνύματος (ελέω της τεχνολογίας και των social media) “ταρακούνησε” το πολιτικό σύστημα της χώρας, ιδιώς την κυβέρνηση. Δεν το λες και λίγο.
- Ετσι δουλεύουν τα πράγματα στις φιλελεύθερες δημοκρατίες όταν οι ηγεσίες αποδεικνύονται κατώτερες των περιστάσεων.
Οι πραγματικοί πολίτες δεν περιορίζονται μόνο στην άσκηση του εκλογικού τους δικαιώματος μία φορά στα τέσσερα χρόνια αλλά φροντίζουν να “ψηφίζουν” ξανά όταν συνειδητοποιούν ότι η θέληση τους όχι απλά δεν εισακούεται αλλά τσακίζεται στις μυλόπετρες του πολιτικού κόστους και των οικονομικών συμφερόντων.
- Δυστυχώς τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια κάθε εκ του δρόμου διεκδίκηση “βαφτιζόταν” από την κυρίαρχη εξουσία ως ένδειξη ή ροπή της κοινωνίας προς το λαϊκισμό.
Οχι ότι δεν υπήρξαν στη χώρα λαϊκιστικά φαινόμενα (από αριστερά και δεξιά), κανείς όμως δεν μπορεί να παραγνωρίσει ότι όταν οι πολίτες έχασαν τη γη κάτω από τα πόδια τους με την εφαρμογή του πρώτου μνημονίου δεν έμειναν απαθείς υποδεχόμενοι την πραγματικότητα που άλλοι επέλεξαν γι’ αυτούς ως φυσικό φαινόμενο. Αντέδρασαν, πολλές φορές και βίαια, ανοργάνωτα, εντελώς αυθόρμητα. Εδειξαν όμως ότι διαθέτουν σφυγμό.
Ετσι και την Κυριακή. Ο σφυγμός της ελληνικής κοινωνίας μετρήθηκε και ήταν ζωηρότατος. Και για να γίνει επίδειξη αυτού του θυελλώδους και (απολύτως ειρηνικού) πολιτικού σφρίγους, έπρεπε τα εκατοντάδες χιλιάδες σώματα να συναντηθούν σε δρόμους και πλατείες, όχι πίσω από οθόνες. Να μιλήσουν τα μάτια, η φωνή και όλες οι αισθήσεις στον υπερθετικό βαθμό.
Η παλιά συνταγή, λοιπόν, παράγει ακόμα αποτελέσματα. Οι “ταπεινοί” ενίοτε κερδίζουν ξεβολεύοντας την εξουσία και τιμώντας τον τίτλο του πολίτη στην πράξη. Γιατί, για να παραφράσουμε λίγο τον Λεξ, είναι ταπεινοί και πεινασμένοι για πραγματική δημοκρατία και προκοπή στην πατρίδα τους. Πώς όμως θα έρθει αυτή η προκοπή χωρίς δικαιοσύνη;