Όταν τα Όσκαρ γυρίζουν την πλάτη στη σεξουαλικότητα με περίπλοκες και αμφιλεγόμενες αφηγήσεις

Όταν τα Όσκαρ γυρίζουν την πλάτη στη σεξουαλικότητα με περίπλοκες και αμφιλεγόμενες αφηγήσεις

Φαίνεται πως θέματα που περιβάλλουν την σεξουαλικότητα συνεχίζουν να είναι ένα αμφιλεγόμενο ζήτημα στις κινηματογραφικές βραβεύσεις, ιδίως στα Όσκαρ. Πολλές φορές, οι ταινίες που αγγίζουν αυτή την πτυχή της ανθρώπινης ύπαρξης με έντονο, ωμό ή “προκλητικό” τρόπο, αντιμετωπίζουν εμπόδια όταν έρχεται η ώρα της αναγνώρισης από τους θεσμούς. Τουλάχιστον αυτό προκύπτει από την ανακοίνωση των φετινών υποψηφιοτήτων για ένα χρυσό αγαλματίδιο. Πώς αλλιώς εξηγείται η “καταπόντιση” ταινιών που απέσπασαν καλές κριτικές αλλά είχαν και εμπορική επιτυχία, όπως το «Babygirl» με την Νικόλ Κίντμαν;

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ:

Η περίπτωση του «Babygirl» με τη Νικόλ Κίντμαν είναι χαρακτηριστική: Συνδυάζει μια από τις πιο τολμηρές ερμηνείες της με μια εξαιρετικά φιλόδοξη εκστρατεία για αναγνώριση. Ο ρόλος της ως γυναίκα που εμβαθύνει στη σεξουαλική επιθυμία μετά από μια σχέση με τον ασκούμενό της φάνηκε να αποτελεί υλικό για μεγάλα βραβεία. Οι πολυάριθμες συνεντεύξεις και η προσωπική της προσπάθεια να προωθήσει την ταινία δείχνουν πόσο σημαντική θεωρούσε αυτή την ερμηνεία. Ωστόσο, η ταινία δεν βρέθηκε υποψήφια σε καμία κατηγορία.

Ομοίως, το «Queer», που καταπιάνεται με την ομοφυλοφιλική επιθυμία μέσα από την ερμηνεία του Ντάνιελ Κρεγκ. Η ιστορία ενός μοναχικού άνδρα που βρίσκει νέο νόημα στη ζωή μέσα από τη σχέση του με έναν νεαρό φοιτητή φαίνεται να αγγίζει βαθιά και ευαίσθητα θέματα, συνδυάζοντας τη σιωπηλή μοναξιά με τη δύναμη της ανθρώπινης σύνδεσης. Οι ερμηνείες του Ντάνιελ Κρεγκ και του Ντρου Στάρκι προφανώς στηρίχθηκαν στην ένταση της σωματικής έκφρασης, αντί για μεγάλα λόγια, κάτι που είναι μια τολμηρή προσέγγιση – ειδικά για μια εποχή όπως η δεκαετία του 1950, γεμάτη κοινωνικούς περιορισμούς. Η απουσία και των δύο ηθοποιών από τις λίστες των υποψηφίων στα Όσκαρ μοιάζει ατυχής, αλλά ίσως όχι απρόσμενη.

Σύμφωνα με το Variety, το ίδιο ισχύει και για το «Challengers», με τη Zendaya, το οποίο προφανώς είχε τις προδιαγραφές να πρωταγωνιστήσει λόγω του καινοτόμου ύφους του και της τολμηρής γραφής του, αλλά τελικά έμεινε εκτός.

Ενδιαφέρον προκαλεί και το «Nosferatu», που, παρά τον γοτθικό του ρομαντισμό και την ένταση των θεμάτων του, όπως ο πόθος και ο θάνατος, δεν κατάφερε να ξεπεράσει τα εμπόδια για μια υποψηφιότητα Καλύτερης Ταινίας.

Αυτό δείχνει ότι, αν και το σινεμά εξελίσσεται και ανοίγεται σε πιο περίπλοκες και αμφιλεγόμενες αφηγήσεις, ο θεσμός των Όσκαρ εξακολουθεί να είναι κάπως συντηρητικός όταν πρόκειται για θέματα που αγγίζουν πτυχές του έρωτα και της σεξουαλικότητας των ανθρώπων.

Ακριβώς, τίποτα από αυτά δεν είναι πραγματικά σοκαριστικό όταν εξετάζουμε τη συνολική εικόνα. Οι καμπάνιες της Νικόλ Κίντμαν και του Ντάνιελ Κρεγκ φαίνεται να έχασαν τη δυναμική τους, ειδικά όταν άρχισαν να ξεφεύγουν οι υποψηφιότητες από τους προδρόμους όπως οι Χρυσές Σφαίρες ή τα SAG.

Η «συζήτηση» γύρω από το «Challengers» ίσως να έσβησε, καθώς η κυκλοφορία της ταινίας δεν άφησε το αναμενόμενο αποτύπωμα. Όσο για το «Nosferatu», πράγματι, η πιθανή ανταμοιβή του μπορεί να έρθει μέσα από τεχνικές κατηγορίες, όπως και από την εισπρακτική του επιτυχία

Στις εκπλήξεις των ανακοινώσεων, συγκαταλέγεται η απουσία της Πάμελα Άντερσον και της Τζέιμι Λι Κέρτις για το «The Last Showgirl». Φαίνεται πως οι ταινίες που εστιάζουν στον κόσμο του μπουρλέσκ ή της αισθησιακής απόδοσης συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν μια υποτιμητική στάση από την Ακαδημία. Αντίστοιχα, το «Hustlers», παρά την εμπορική του επιτυχία και την απήχηση στο κοινό, είχε την ίδια τύχη το 2019.

Η αντίθεση μεταξύ ταινιών όπως το “The Substance” και το “Anora” είναι ένα ενδιαφέρον παράδειγμα του πώς το Χόλιγουντ και η Ακαδημία προσεγγίζουν το σώμα– είτε μέσω της βίας είτε μέσω του σεξ. Το “The Substance”, με τη σκληρή, σχεδόν ωμή απεικόνιση των ορίων του ανθρώπινου σώματος, φέρνει ξανά στο προσκήνιο την κλασική παρατήρηση ότι η βία είναι συχνά πιο «αποδεκτή» στη βιομηχανία της ψυχαγωγίας από το σεξ. Είναι μια δυναμική που δεν αλλάζει εύκολα και συνεχίζει να διαμορφώνει τη σχέση του Χόλιγουντ με τέτοιου είδους θέματα.

Το “Anora”, από την άλλη, φέρνει μια πιο πολυεπίπεδη συζήτηση στο τραπέζι. Παρότι ξεκινά με την ιστορία μιας στρίπερ, η ταινία δεν επικεντρώνεται αποκλειστικά στη σεξουαλική έκφραση. Αντίθετα, χρησιμοποιεί το σεξ ως μέσο για να ξετυλίξει τη σύνθετη δυναμική των σχέσεων μεταξύ των χαρακτήρων. Το τρελό κυνηγητό στη νύχτα του Μπρούκλιν, απομακρύνει προσωρινά τη θεματική του σεξ από το επίκεντρο, αποδεικνύοντας ότι το “Anora” έχει πολύ περισσότερα να πει. Όπως και το “Poor Things” της προηγούμενης χρονιάς, το σεξ λειτουργεί ως αφετηρία ή εργαλείο για να ξεκινήσει μια μεγαλύτερη, πιο ουσιαστική ιστορία.

Στις ταινίες «Queer», «Babygirl», και ειδικά στο «Challengers», το σεξ δεν είναι απλώς μέρος της ιστορίας – είναι η ιστορία. Η εστίαση στην επιθυμία, στις δυναμικές που προκύπτουν από αυτήν, και στις ακραίες εκφράσεις της, δημιουργεί μια εμπειρία που είναι ταυτόχρονα καθηλωτική και, ναι, μερικές φορές άβολη.

Στο «Queer», η ένταση μεταξύ του Ντάνιελ Κρεγκ και του Ντρου Στάρκι ξεπερνά τα όρια της συνηθισμένης δραματικής έκφρασης, φέρνοντας στο προσκήνιο μια επιθυμία τόσο έντονη που δεν μπορεί να αγνοηθεί.

Στο «Babygirl», η Νικόλ Κίντμαν και ο Χάρις Ντίκινσον εξερευνούν τη σχέση τους μέσα από ακραίες συναισθηματικές και σαρκικές εκφράσεις που αγγίζουν το μπαρόκ.

Και έπειτα υπάρχει το «Challengers», όπου η Ζεντάγια κυριαρχεί στο παιχνίδι, τοποθετώντας τους δύο άντρες (τον Μάικ Φάιστ και τον Τζος Ο’Κόνορ) σε μια σκακιέρα ή, καλύτερα, σε ένα «διχτυωτό γήπεδο τένις». Το ερωτικό τρίγωνο εδώ είναι μια παρτίδα ελέγχου και επιθυμίας, με κάθε κίνηση να ωθεί τους χαρακτήρες σε νέα και περίεργα μονοπάτια.

Οι φετινές υποψηφιότητες για τα Όσκαρ πράγματι δείχνουν έναν θαυμαστό πλουραλισμό, με επιλογές που αγγίζουν πολιτικά ζητήματα, κινηματογραφικά blockbusters, αλλά και πιο ανεξάρτητες παραγωγές. Από τη μια, ταινίες όπως το “I’m Still Here” δείχνουν ότι η Ακαδημία είναι ανοιχτή σε πιο πολιτικά φορτισμένα έργα. Από την άλλη, παραγωγές όπως το “Wicked” και το “Dune: Part Two” προσφέρουν τον απαραίτητο συνδυασμό φαντασμαγορίας και μαζικής απήχησης, διατηρώντας την ισορροπία μεταξύ τέχνης και εμπορικότητας. Στα αξιοσημείωτα και η συμμετοχή στις λίστες υποψηφιοτήτων της ταινίας «Nickel Boys», που δεν είχε και ιδιαίτερη απήχηση.

Ωστόσο, και οι φετινές υποψηφιότητες αποδεικνύουν πως υπάρχουν ακόμα θέματα και ερμηνείες που δυσκολεύονται να βρουν μια θέση στα Όσκαρ. Ταινίες όπως το “Challengers“, το “Queer“, και το “Babygirl“, που αγγίζουν ζητήματα σεξουαλικότητας και επιθυμίας με τρόπο ωμό και άμεσο, μένουν εκτός, πιθανώς επειδή δεν ακολουθούν την πιο “ασφαλή” οδό που προτιμά η Ακαδημία.

Ο δρόμος για την πλήρη αποδοχή και τον εναγκαλισμό της δημιουργικότητας με όποιο τρόπο θέλει να τον εκφράσει ένας καλλιτέχνης, φαίνεται πως έχει ακόμα κάποια εμπόδια. Ίσως χρειαστεί περισσότερος χρόνος και περισσότερη πίεση από τους δημιουργούς και το κοινό για να φτάσουμε σε ένα σημείο όπου κάθε είδους ιστορία θα μπορεί να βρει τη θέση της.

Σχετικά Άρθρα