Η μετέωρη δεκαετία της Ευρώπης;

Η μετέωρη δεκαετία της Ευρώπης;

H τρέχουσα δεκαετία (2020-2030) της Ευρωπαϊκής Ένωσης που συμπίπτει, μεταξύ άλλων, με τη μετάβαση της ευρωπαϊκής οικονομίας στην ψηφιακή και πράσινη εποχή, χαρακτηρίζεται  από τα στρατηγικά ελλείμματα του γεωπολιτικού και γεωοικονομικού χαρακτήρα των εσωτερικών αντιθέσεων, των ανισοτήτων, της διεύρυνσης της φτωχοποίησης και των πολλαπλών εξαρτήσεων.

 Των Σάββα Γ. Ρομπόλη, Βασίλειου  Γ. Μπέτση*

Στην Ευρώπη, κατά την μεταψυχροπολεμική περίοδο και σε  συνθήκες  παγκοσμιοποίησης, οργανώθηκε το οικοδόμημα του  οικονομικού  και  κοινωνικού  της  συστήματος  για την βελτίωση,  μεταξύ  άλλων,  του  επιπέδου  της  ανταγωνιστικότητας  κόστους  το  οποίο  βασιζόταν,  κατά  βάση,  σε θύλακες (παραγωγικούς, τεχνολογικούς, ενεργειακούς, ασφάλειας,  άμυνας, κ.λ.π.)  στους  οποίους  δεν ήλεγχε  την  κυριαρχία  τους.

Με  άλλα  λόγια  σε  στρατηγικό  επίπεδο  η  Ευρώπη  επέλεξε  την:

α) την  διεύρυνση (αντί  της  εμβάθυνσης  και της  Πολιτικής  Ένωσης) για την δημιουργία νέων Αγορών, β) εξασφάλιση φθηνής ενέργειας από την Ρωσία, γ) μετεγκατάσταση επιχειρήσεων σε Κεντρο-Ανατολική Ευρώπη, Ασία, Αφρική για τη  -παραγωγή  διεθνώς  εμπορεύσιμων  προϊόντων  χαμηλού  κόστους  και  δ)  ανάθεση  της  ασφάλειας  και άμυνας  της  στις  ΗΠΑ.

Όμως,  όπως  προκύπτει  εκ του  αποτελέσματος, η  οικονομική, παραγωγική, τεχνολογική, ενεργειακή, κ.λ.π. αυτή συνθήκη του  γεωοικονομικού  κατακερματισμού  αφενός  ξεπεράστηκε  από τις διεθνείς   και  τις  ευρωπαϊκές  εξελίξεις  των  τελευταίων  ετών και  αφετέρου στις  μέρες  μας  απειλείται (δασμοί – προστατευτισμός)  από τις  διακηρύξεις  του Ντόλαντ Τράμπ, δημιουργώντας  αβεβαιότητα  και  προβληματισμό  για  τη  προοπτική του ευρωπαϊκού  κοινωνικο-οικονομικού  και  γεωπολιτικού  σχηματισμού.

Από την άποψη αυτή είναι  ενδιαφέρον  να  σημειωθεί  ότι  η  δέσμη  αυτών  των  στρατηγικών  ελλειμμάτων, τα  οποία  διευρύνθηκαν  κατά  τις  τελευταίες  δεκαετίες, εστιάζονται, μεταξύ άλλων, στην ενέργεια, την ασφάλεια- άμυνα  και την αδυναμία   του  ευρωπαϊκού  λογισμικού  να  καινοτομεί  στην  έρευνα, την παραγωγή  και την  κοινωνία, με  αποτέλεσμα  η  συνάντηση του με την ψηφιακή τεχνολογία και την τεχνολογία της τεχνητής νοημοσύνης να  αποπειράται να  επιτευχθεί  σε  συνθήκες μίας  ασθμαίνουσας   ευρωπαϊκής  οικονομίας.  

Έτσι  σε  ένα  περιβάλλον  αναιμικής  αύξησης  του ΑΕΠ (0,5%) το 2023 κατά μέσο όρο στην ευρωζώνη αναδεικνύεται (Eurostat,2023)   ότι  το  2022  το σύνολο  των  σχετικών  δαπανών  στην  Ε.Ε.-27  ήταν  352  δις  ευρώ(2,2%  του  ευρωπαϊκού  ΑΕΠ), ενώ  στις  ΗΠΑ  ήταν  710  δις  δολάρια (3,46%  του  ΑΕΠ),  στην  Κίνα  ήταν  620  δολάρια  και  στην  Ιαπωνία  ήταν  17,2  δις  δολάρια. Ειδικότερα  σε  επίπεδο  κρατών-μελών  της  Ε.Ε.-27,  το  Βέλγιο  είναι  η  χώρα  που  διαθέτει  τους  περισσότερους  πόρους  για  έρευνα, καινοτομία  και  νέα  τεχνολογία (3,44%  του ΑΕΠ)  και  ακολουθούν  η  Σουηδία (3,4%  του ΑΕΠ),  η  Αυστρία (3,2%  του  ΑΕΠ)   και  η  Γερμανία (3,13%  του  ΑΕΠ).

Στις  συνθήκες  αυτές, τα  προαναφερόμενα  ευρωπαϊκά  στρατηγικά  ελλείμματα  αναδεικνύουν  το ερώτημα, ιδιαίτερα   στις  νέες    συνθήκες   των  γεωπολιτικών, γεωοικονομικών, εμπορικών, κ.λ.π. αντιλήψεων και  διακηρυγμένων  στρατηγικών  πολιτικών  της  διακυβέρνησης  του Ντόλαντ  Τράμπ,  εάν  το  δεύτερο  ήμισυ  της  τρέχουσας  περιόδου  στην Ευρώπη θα εξελίσσεται  σε  ένα περιβάλλον  ρευστότητας,  αβεβαιότητας  και μετέωρης  δεκαετίας από την οποία θα προκύψει η γεωοικονομική και γεωπολιτική της  περιθωριοποίηση ή  θα  προκύψει  η συγκέντρωση  των  δυνάμεων  της,   η  χειραφέτηση  και η αυτονομία της  σε  διεθνές  επίπεδο;  

Στο  περιβάλλον  αυτό  είναι  προφανές  ότι το  μέλλον της  Ε.Ε.-27  προς  την μία  ή την  άλλη  προοπτική  θα  εξαρτηθεί, σε  σημαντικό  βαθμό,  από την ικανότητα, την ανθεκτικότητα  και  την  συνοχή  που  θα  επιδείξει  στην  αντιμετώπιση  των  νέων  σοβαρών  διεθνο-ευρωπαϊκών  προκλήσεων και  ανατροπών.

Από  την  άποψη  αυτή  είναι  ενδιαφέρον να σημειωθεί  ότι  η  σοβαρότητα  των  νέων  προκλήσεων  για την Ε.Ε.-27  αναδεικνύεται  από τις  εξαγγελίες  των  προθέσεων  του Ντόλαντ  Τράμπ  τόσο  στο  επίπεδο  του  εδαφικού,  γεωοικονομικού  και  γεωπολιτικού  επεκτατισμού  των  ΗΠΑ, όσο  και  στο  επίπεδο  μετατόπισης  του  κέντρου  βάρους  του  παγκόσμιου  ανταγωνισμού  στην τεχνητή  νοημοσύνη  και την ψηφιακή, διαστημική  και  δορυφορική  τεχνολογία, τα οποία  στις μέρες  μας  αποτελούν, μεταξύ άλλων,  στρατηγικά ελλείμματα  της  Ευρώπης.

*Ομότ. Καθηγητή  Παντείου  Πανεπιστημίου, Δρ. Παντείου  Πανεπιστημίου

Σχετικά Άρθρα