Το νεύμα του Τραμπ, η ελληνική υπερδεξιά, και η προεδρική εκλογή
Στην συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου στις 11 Ιανουαρίου, ο Κυριάκος Μητσοτάκης άφησε σαφείς αιχμές για τις πρώτες παρεμβάσεις του νέου τραμπικού αναθεωρητισμού σχετικά με τον Καναδά, τον Παναμά, την Γροιλανδία, όσο και για την προκλητική επιχείρηση του Έλον Μασκ να διαμορφώσει έναν ευρωπαϊκό άξονα μιας νέας ακροδεξιάς κανονικότητας.
Είπε χαρακτηριστικά: «Βρισκόμαστε σε ένα τοπίο που δεν το σκιάζουν μόνο διακηρύξεις και πρωτοφανείς εξαγγελίες για γεωστρατηγικές μεταβολές και αλλαγές στις ζώνες επιρροής αλλά και σε ένα πρωτόγνωρο σκηνικό όπου παγκόσμιοι οικονομικοί παράγοντες διεκδικούν ρόλο διαμορφωτή κοινής γνώμης σε πολλές χώρες», και έκανε λόγο για μία «ακόρεστη κατανάλωση fake news» που πολιορκεί τον δυτικό πολιτισμό και τον ορθό δημοκρατικό λόγο.
«Αυτοί οι παράγοντες προσπαθούν να επηρεάσουν τις πολιτικές εξελίξεις και αυτό απασχολεί και την Ε.Ε. σε ανώτατο επίπεδο» προσέθεσε.
Επισήμως, μέχρι εκείνη τη στιγμή, η Ε.Ε παρακολουθούσε μάλλον με αμηχανία τον τραμπικό παρεμβατισμό, με εξαίρεση κάποιες αντιδράσεις στη Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο. Είδε, άραγε, κάτι που απέφευγαν να παραδεχτούν άλλοι ευρωπαίοι πολιτικοί, ή, απλώς, έσπευσε να περιγράψει μια τόσο εμφανή κυοφορούμενη δυστοπία;
Όταν όλοι υποκλίνονται
Κι΄ όμως, στην Αυστρία ο ακροδεξιός Κικλ ετοιμάζεται να ορκιστεί καγκελάριος και στη Γερμανία, που ψηφίζει τον άλλο μήνα, στη Γαλλία που ψηφίζει σε δύο χρόνια, στην Ολλανδία, τη Βρετανία, την Ιταλία, στις Σκανδιναβικές χώρες, παντού στην Ευρώπη μια ριζοσπαστική δεξιά, ξενόφοβη, ευρώ-σκεπτικιστική και συνήθως ανοιχτά φίλο-ρωσική, καραδοκεί.
Στο αποχαιρετιστήριο μήνυμά του ο πρόεδρος Μπάιντεν μίλησε για τις συνέπειες μιας «επικίνδυνης συγκέντρωσης εξουσίας στα χέρια πολύ λίγων υπέρ-πλουσίων ανθρώπων», μιας «ολιγαρχίας ακραίου πλούτου, δύναμης και επιρροής που κυριολεκτικά απειλεί τη δημοκρατία, βασικά δικαιώματα και ελευθερίες» και τόνισε τους κινδύνους από ένα «τεχνο-βιομηχανικό σύμπλεγμα» που απειλεί να πνίξει την Αμερική σε χιονοστιβάδα από- και παρα-πληροφόρησης.
Τζεφ Μπέζος, Μαρκ Ζάκερμπεργκ, ως φαίνεται πλέον και ο Μπιλ Γκέϊτς σπεύδουν να επιδώσουν διαπιστευτήρια καλής θέλησης για συνεργασία -επί της ουσίας …υποταγής- στο Ντόναλντ Τραμπ, ενισχύοντας έτσι τον παγκόσμιο ρόλο του Έλον Μασκ δίπλα στο νέο αμερικανό πρόεδρο. Η εποχή Τραμπ έχει ήδη ξεκινήσει και ο “στρατός” των πιό ισχυρών παγκοσμίως οικονομικών παραγόντων (κυρίως από τον χώρο της τεχνολογίας) ταυτίζεται με το εγχείρημα.
Σε αυτό το κλίμα, η ελληνική υπερδεξιά (ριζοσπαστική και ξενοφοβική κατά το τραμπικό πρότυπο) επιδεικνύει πρωτοφανή αντανακλαστικά. Ο Κυριάκος Βελόπουλος ζητάει από τον πρόεδρο της Βουλής (το αίτημα θα φτάσει τώρα στα χέρια του Νικήτα Κακλαμάνη) και τα κόμματα να προσκληθεί για να μιλήσει στο κοινοβούλιο ο μεγιστάνας της Tesla, της SpaceX και της Starlink, ο ευρωβουλευτής της Ελληνικής Λύσης Φραγκούλης Φράγκος -συνδυαστικά- προτείνει να προσκληθεί ο στενότερος συνεργάτης του αμερικανού προέδρου στο Ευρωκοινοβούλιο, ενώ η πρόεδρος της Φωνής Λογικής και ευρωβουλευτής Αφροδίτη Λατινοπούλου σπεύδει, κατόπιν προσκλήσεως, σε επαφές με το επιτελείο Τραμπ στην Ουάσιγκτον μαζί με το νέο αστέρι της ευρωπαϊκής ακροδεξιάς (υπαρχηγό της Λεπέν) Ζορντάν Μπαρντελά. Τίποτε δεν είναι τυχαίο…
Η παγκόσμια στροφή
Ευρωπαίοι και Αμερικανοί αναλυτές περιγράφουν την αρχή μιας παγκόσμιας στροφής προς τα δεξιά, με εκρηκτικά στοιχεία (δήθεν) αντισυστημισμού, ριζοσπαστικοποίησης, ξενοφοβίας, στον απόηχο των φαραωνικών κοινωνικών ανισοτήτων που αφήνει πίσω της η νοοτροπία της ασύδοτης απελευθερωσης της αγοράς. Αλλά και ο πολιτικός “αυτισμός” των πολιτικών συστημάτων, από την συντηρητική πλευρά έως την σοσιαλδημοκρατία.
Εγχώριοι αφελείς χασκογελούν επειδή καθ΄ ημάς δεν υπάρχει ένας …Μπαρντελά, ή ένας Νάϊτζελ Φάρατζ, να ενώσει το υπερδεξιό “σκορποχώρι”, που, όμως, αθροιστικά καταγράφει περίπου 20% στις δημοσκοπήσεις, σαν να είναι απίθανο να εφευρεθεί, ή, ακόμα περισσότερο, αγνοώντας ότι μπορεί καν να μην απαιτείται κάτι τέτοιο. Η στροφή προς την ριζοσπαστική δεξιά και τον (δήθεν) αντισυστημισμό μπορεί να εκπληρωθεί και μέσα από τον κατακερματισμό και την ρευστοποίηση, ή ακόμα και από την παράλυση και τον πολιτικό αναχωρητισμό μεγάλου τμήματος του εκλογικού σώματος.
Κάθε νεύμα της νέας παντοδυναμίας Τραμπ, κάθε προτροπή του Μασκ, κάθε νίκη του Κικλ, του Φάρατζ, του Όρμπαν, της Λεπέν, μετατρέπονται αυτόματα σε επιχειρήματα “δικαίωσης” και πρόδρομα φαινόμενα πολιτικού μιμητισμού.
Δύο σχολές
Δύο σχολές σκέψεις αχνοφαίνονται καθ΄ ημάς. Την μία φαίνεται να υιοθετεί ο πρωθυπουργός εάν λάβουμε υπόψη μας ως μη τυχαία και συγκυριακή, αλλά με σχετικό στρατηγικό βάθος, την επιλογή του ως προς την προεδρική υποψηφιότητα που πρότεινε.
Η προσπάθεια θωράκισης της κυβερνώσας παράταξης στα δεξιά της σύνορα, με την υποψηφιότητα του δεξιού Κώστα Τασούλα, αλλά κι αυτή του Νικήτα Κακλαμάνη στην προεδρία της Βουλής, ενδέχεται να έχει ακριβώς αυτόν τον χαρακτήρα: την ενίσχυση, αλλά με σαφώς μετριοπαθέστερο τρόπο, της κεντροδεξιάς εκφοράς απέναντι στην εγχώρια υπερδεξιά που υιοθετεί τον τραμπισμό και εμπνέεται από την ηγεμονία του στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη. Και αρκετοί προεξοφλούν πως αυτή η στρατηγική θα εδραιωθεί και με τον επόμενο ανασχηματισμό.
Η άλλη επισημαίνει την ανάγκη συγκρότησης ενός κεντροαριστερού μετώπου, μέσα από μία αναβίωση της παλιάς ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας, μέσα από συνεργασίες, ως απάντηση στην επελαύνουσα υπερδεξιά.
Δεν αποκλείεται να χρειάζονται και τα δύο, ίσως, δε, να ήταν χρήσιμα εάν κάποιοι δεν γοητευόταν από συγκυριακές συγκλίσεις που ως μοναδικό στόχο έχουν την πολιτική επιβίωση σε στενό χρονικό πλαίσιο. Κι αν δεν υπαγορευόταν, παράλληλα, και η αντιμετώπιση των κοινωνικών ανισοτήτων που πέφτουν σαν λάδι στη φωτιά κάθε εκδοχής τραμπισμού με αμερικανικά ή με μεταλλαγμένα ευρωπαϊκά, και ελληνικά, χαρακτηριστικά.