Γιατί η Καλιφόρνια εκπέμπει σήμα κινδύνου στην Ελλάδα για τις Mega Fires
Οι τεράστιες πυρκαγιές (mega fires) που ξέσπασαν στο Los Angeles είναι ένα φαινόμενο που τα τελευταία χρόνια συναντάται όλο και συχνότερα λόγω της ξηρασίας. Ειδικά για την περιοχή της Καλιφόρνιας, όπως εξηγούν οι επιστήμονες μετά από συνεχή χρόνια βροχοπτώσεων, ακολούθησε ξηρασία, που διαρκεί εδώ και περίπου έναν χρόνο. Σε συνδυασμό με τους δυνατούς ανέμους το σκηνικό έγινε κυριολεκτικά εκρηκτικό.
Ωστόσο η ξηρασία δεν ήταν το μόνο πρόβλημα, καθώς στη διάρκεια του χρόνου κατεγράφη ασυνήθιστα υψηλή υγρασία, η οποία συνέβαλε στη μεγάλη αύξηση της βιομάζας γύρω από την πόλη.
Αυτά όλα όμως μπορούν να συμβούν στην Ελλάδα; Αν λάβουμε υπόψη όσα συνέβησαν τα τελευταία χρόνια με τις καταστροφικές και θανάσιμες πυρκαγιές που άφησαν πίσω τους ανυπολόγιστες οικολογικές καταστροφές (Μάτι, Εύβοια, δάσος Δαδιάς, Αττική, Ρόδος κ.α.) φυσικά και είναι πιθανό να συμβούν.
Για το θέμα μιλούν στο libre τέσσερις ειδικοί επιστήμονες.
Οι Ιωάννης Γήτας, καθηγητής του Τμήματος Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος του ΑΠΘ, Ευθύμιος Λέκκας, καθηγητής Δυναμικής Τεκτονικής & Εφαρμοσμένης Γεωλογίας στο ΕΚΠΑ, Μανώλης Πλειώνης Διευθυντής & Πρόεδρος του ΔΣ του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών και Θοδωρής Μ. Γιάνναρος, κύριος Ερευνητής ΙΕΠΒΑ/ΕΑΑ Πυρομετεωρολόγος, εξηγούν στο libre τι είναι πιθανόν να συμβεί.
Ο Ιωάννης Γήτας, Καθηγητής του Τμήματος Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος του ΑΠΘ τονίζει ότι «η παρατηρούμενη άνοδος της θερμοκρασίας σε παγκόσμιο επίπεδο, οι παρατεταμένες περίοδοι ξηρασίας και η γενικότερη αλλαγή του καιρού αυξάνουν τον κίνδυνο και την ένταση των πυρκαγιών και συντελούν στο φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής. Επιπλέον, η συσσώρευση ξηρής και εύφλεκτης βλάστησης στα δάση και τις δασικές εκτάσεις, η αύξηση της ανθρώπινης δραστηριότητας και τα ακραία καιρικά φαινόμενα όπως οι ισχυροί άνεμοι και οι καύσωνες που παρατηρούνται όλο και πιο συχνά, σε συνδυασμό με την κλιματική αλλαγή, έχουν σαν αποτέλεσμα την εμφάνιση μεγα-πυρκαγιών».
Σύμφωνα με τον κ. Γήτα «οι μεγα-πυρκαγιές χαρακτηρίζονται από το μεγάλο μέγεθος (συνήθως ξεπερνούν τα 10.000 εκτάρια), τη διάρκεια και την καταστροφική τους δύναμη καθώς και από το γεγονός ότι η κατάσβεσή τους είναι σχεδόν αδύνατη με τις παραδοσιακές μεθόδους πυρόσβεσης. Πρόσφατα παραδείγματα μεγα-πυρκαγιών αποτελούν οι πυρκαγιές στην Αυστραλία το 2023 που είχαν σαν αποτέλεσμα να καούν πάνω από 84 εκατομμύρια εκτάρια γης στην Βόρεια Αυστραλία, οι πυρκαγιές στα τροπικά δάση του Αμαζονίου και οι πολύ πρόσφατες πυρκαγιές στην Νότια Καλιφόρνια. Οι τελευταίες εκδηλώθηκαν κοντά σε οικισμούς και εξαπλώθηκαν πολύ γρήγορα λόγω του κακού συνδυασμού των θυελλωδών ανέμων που επικρατούσαν την προηγούμενη εβδομάδα στην περιοχή, της ξηρής ατμόσφαιρας και της, ήδη από καιρό, στεγνής βλάστησης. Έτσι η πυρκαγιά στο Palisades, σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα, έφτασε να καλύπτει έκταση που αντιστοιχεί περίπου στην έκταση της Βοστώνης (124 τετραγωνικά χιλιόμετρα) ή με άλλα λόγια το 1/3 περίπου της έκτασης της Αθήνας (412 τετραγωνικά χιλιόμετρα).
Προφανώς οι περιβαλλοντικές, οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις των μεγα-πυρκαγιών είναι τεράστιες και σχετίζονται με την απώλεια βιοποικιλότητας, την υποβάθμιση του εδάφους, την απελευθέρωση τεράστιων ποσοτήτων διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα, τις ζημίες σε περιουσίες και υποδομές και σε κάποιες περιπτώσεις στην απώλεια ζωών».
Όσο για τη Ελλάδα, όπως λέει ο καθηγητής Γήτας «η χώρα μας έχει όλα τα χαρακτηριστικά εκείνα, όπως το Μεσογειακό κλίμα και η έντονη ανθρώπινη δραστηριότητα και κυρίως στην παραμεσογειακή ζώνη, που συντελούν στην πιθανότητα εμφάνισης μεγα-πυρκαγιών όχι μόνον στην ύπαιθρο αλλά και σε περιοχές πέριξ ή ακόμα και εντός του αστικού ιστού (βλ. πυρκαγιά Αττικής 2024).
Η σύγχρονη διαχείριση των δασών και των δασικών πυρκαγιών, με την εισαγωγή εργαλείων όπως η ελεγχόµενη/προδιαγεγραμμένη καύση και το «αντιπυρ», καθώς και η εφαρμογή πολιτικών για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και την αποφυγή αλλαγών στη χρήση της γης μετά από μια πυρκαγιά μπορούν να συμβάλλουν σημαντικά τόσο στην πρόληψη εμφάνισης μεγα-πυρκαγιών όσο και στον μετριασμό των επιπτώσεων αυτών».
«Βιώνουμε την μεγαλύτερη καταστροφική πυρκαγιά στον παρόντα αιώνα»
Ο καθηγητής του ΕΚΠΑ Ευθύμιος Λέκκας, σημειώνει από την πλευρά του ότι «η πυρκαγιά στο Los Angeles, σε ό,τι αφορά τις οικονομικές επιπτώσεις, αποτελεί την χειρότερη καταστροφή που έχει γίνει στην κατηγορία των πυρκαγιών και σίγουρα μία από τις πέντε χειρότερες καταστροφές γενικά, για τον παρόντα αιώνα.
Μετά το σεισμό (9.1 Mw), το καταστροφικό τσουνάμι και την NaTech καταστροφή που ακολούθησε στη Fukuschima το 2011 στην Ιαπωνία, των οποίων οι οικονομικές επιπτώσεις ήταν της τάξης τρισεκατομμυρίων δολαρίων, το μεγάλο σεισμό (9.3 Mw) και τσουνάμι το 2004 στην Ινδονησία και τον τυφώνα Katrina το 2005, το κόστος για τον καθένα υπολογίζεται περί τα 250 δισεκατομμύρια δολάρια, η πυρκαγιά που εξελίσσεται στην Καλιφόρνια έχει ήδη επιφέρει οικονομικές απώλειες της τάξεως των 200 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Και ενώ δεν μπορεί κανείς να αποφύγει τα γεωδυναμικά φαινόμενα (σεισμοί, ηφαίστεια, τσουνάμι), η εξελισσόμενη πυρκαγιά αποτελεί μια σύνθετη καταστροφή, της οποίας τις επιμέρους διαστάσεις δεν είμαστε ώριμοι έως τώρα να διερευνήσουμε».
Ο κ. Λέκκας τονίζει ότι «πέρα από την απόδοση ευθυνών σε πολιτικό επίπεδο για το τι μπορεί να πήγε λάθος σε επίπεδο διαχείρισης, υπάρχουν πιο βασικές παράμετροι, τις οποίες θα πρέπει να κατανοήσουμε εάν θέλουμε να περιορίσουμε την πιθανότητα επανάληψης των γεγονότων.
Αναμφίβολα, διαπιστώνουμε από τα γεγονότα ότι μία μεγάλη αστική πυρκαγιά δεν μπορεί εύκολα να αντιμετωπιστεί δεδομένου ότι στις περιοχές σύμπλεξης δασικού και αστικού ιστού (wildland urban interface – WUI), η καύσιμη ύλη κυρίως σε σύγχρονες αστικές περιοχές είναι πολλαπλάσια από αυτήν που εμπεριέχει ένα δάσος.
Το μείγμα γίνεται εκρηκτικό, ειδικά όταν ενισχύεται από υψηλότατες θερμοκρασίες (εν μέσω χειμώνα) και καταβατικούς (katabatic ή flowing downhill winds) ανέμους εξωπραγματικής ταχύτητας. Πρόκειται για ισχυρούς, ζεστούς ανέμους, γνωστούς και ως devil winds, που φέρουν σκόνη και κατεβαίνουν στις ακτές του Ειρηνικού γύρω από το Los Angeles, και των οποίων τόσο η ένταση, όσο και η συχνότητα εμφάνισης, ενισχύονται ακόμα περισσότερο λόγω της εξελισσόμενης κλιματικής κρίσης».
Όπως καταλήγει ο κ. Λέκκας «πέραν από την επιφανειακή πολιτική προσέγγιση, εκείνο το οποίο θα πρέπει επειγόντως για κάθε καταστροφή να επιτύχουμε είναι η κατανόηση της εξέλιξης των φυσικών φαινομένων, τα οποία είναι πολύ πιο πολύπλοκα από όσο έως τώρα θεωρούσαμε και επιπρόσθετα πολύ πιο σύνθετα, όταν εμπλέκονται συνοδοί δευτερεύοντες κίνδυνοι στην εξέλιξή τους».
«Οι συνθήκες των πυρκαγιών που μαίνονται στο Los Angeles ανασύρουν μνήμες αυτής στο Μάτι»
Ο διευθυντής και Πρόεδρος του ΔΣ του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών Μανώλης Πλειώνης, τονίζει ότι «η περιοχή της Καλιφόρνια ταλανίζεται συχνά από μεγάλες δασικές και περιαστικές πυρκαγιές, πυρκαγιές που συχνά έχουν δραματικές συνέπειες με τεράστιες υλικές ζημιές και ανθρώπινα θύματα. Μια τέτοια περίπτωση είναι οι εν εξελίξει και προς το παρόν ανεξέλεγκτες πυρκαγιές στην ευρύτερη περιοχή του Los Angeles, που έχουν κατακάψει πάνω από 150.000 στρέμματα και πάνω από δώδεκα χιλιάδες κατοικίες ενώ δυστυχώς υπάρχουν και ανθρώπινα θύματα.
Η Κλιματική Αλλαγή δημιουργεί φυσικά το υπόβαθρο που ευνοεί τέτοια φαινόμενα, με την γενικότερη αύξηση της θερμοκρασίας και της ξηρασίας, αλλά ποιες είναι οι ειδικότερες συνθήκες που οδηγούν αυτές τις εν εξελίξει πυρκαγιές;»
Όπως λέει ο ίδιος «οι πυρομετεωρολόγοι του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών (ΕΑΑ), που συνεργάζονται στενά με το Διεπιστημονικό Ερευνητικό Κέντρο Δασικών Πυρκαγιών του Παν/μιου San Jose της Καλιφόρνια, θεωρούν ότι καταλυτικό ρόλο έπαιξε η αύξηση της διαθέσιμης προς καύση βλάστησης, μετά από 2 χρόνια πολλών βροχών και της απότομης επιστροφής των συνθηκών ιδιαίτερης ξηρασίας, που σε συνδυασμό με τους καταβάτες τοπικούς ανέμους της Santa Ana που φτάνουν ταχύτητες μέχρι και τα 8 μποφόρ και ριπές έως και 160 km/h, με το ότι παραδοσιακά οι κατοικίες στη περιοχή είναι ξύλινες αλλά και με το ότι υπάρχουν πολλές δασικές περιαστικές περιοχές όπου η πυκνή βλάστηση διεισδύει στον αστικό κλοιό, δημιουργούν «εκρηκτικές» συνθήκες για την ταχύτατη μετάδοση της πυρκαγιάς».
Ο ίδιος συγκρίνει τις φωτιές με όσα έγιναν στην Ελλάδα: «Οι συνθήκες των πυρκαγιών που μαίνονται στο Los Angeles ανασύρουν μνήμες αυτής στο Μάτι, όπου δυτικοί καταβατικοί άνεμοι μαζί με την απότομη πτώση της υγρασίας της νεκρής καύσιμης ύλης, δημιούργησαν αντίστοιχες συνθήκες ταχύτατης εξάπλωσης της πυρκαγιάς με τα γνωστά ολέθρια αποτελέσματα. Επομένως, και έχουμε βιώσει πυρκαγιές με παρόμοιες συνθήκες εξάπλωσης, και φυσικά δεν αποκλείεται στο μέλλον να ξαναβιώσουμε, μιας και υπάρχουν στην Ελλάδα πολλές δασικές περιαστικές περιοχές. Επιβάλλεται λοιπόν να διαγνώσουμε και να καταγράψουμε τις επικίνδυνες περιοχές, να μελετήσουμε για κάθε μια τι απαιτείται για να αντιμετωπιστούν πιθανά ανάλογα φαινόμενα και να αξιοποιήσουμε προβλεπτικά μοντέλα εξάπλωσης μετώπου πυρκαγιάς που διαθέτει το ΕΑΑ, όπου μπορούμε να θέσουμε ως δεδομένα εισαγωγής στον αλγόριθμο τις συνθήκες υγρασίας, καύσιμης ύλης, τοπογραφίας, έντασης και διεύθυνσης ανέμων, ακόμα και στοχαστικών ριπών ανέμου, για να καθορίσουμε εκ προοιμίου τις στρατηγικές αντιμετώπισης των εν δυνάμει πυρκαγιών και να ετοιμάσουμε τα σχετικά «σχέδια επί χάρτου» τα οποία θα ανασυρθούν και θα αξιοποιηθούν αν και όταν απαιτηθεί».
«Κόλαση επί γης στην πόλη των αγγέλων»
Ο Θοδωρής Μ. Γιάνναρος Κύριος Ερευνητής ΙΕΠΒΑ/ΕΑΑ, Πυρομετεωρολόγος, θυμίζει ότι «η ιστορία των πυρκαγιών του Los Angeles ξεκινά πολύ πριν από την πρώτη σπίθα. Τα δύο χρόνια που προηγήθηκαν της καταστροφής (χειμώνες 2022/23 και 2023/24), η Νότια Καλιφόρνια δέχθηκε υψηλότερη από το μέσο όρο βροχόπτωση, η οποία βοήθησε τη βλάστηση της περιοχής να αναπτυχθεί. Ωστόσο, από τον Μάιο του 2024, πολύμηνη ξηρασία πλήττει την περιοχή, μετατρέποντας αυτή την πλούσια βλάστηση σε εύφλεκτο καύσιμο. Στη συνέχεια, ήρθαν οι άνεμοι Santa Ana, γνωστοί για τον ρόλο τους στην εκδήλωση καταστροφικών πυρκαγιών. Αυτοί οι ζεστοί, ξηροί και ισχυροί άνεμοι σάρωσαν την περιοχή, δημιουργώντας τις ιδανικές συνθήκες για ταχύτατη –σχεδόν εκρηκτική— εξάπλωση των πυρκαγιών. Η κατάσταση επιδεινώθηκε περαιτέρω από τη διαχρονική επέκταση της ζώνης διεπαφής μεταξύ αστικών/ημιαστικών περιοχών και περιοχών με φυσική βλάστηση. Σε αυτή τη ζώνη, η συνάντηση της ανθρώπινης ανάπτυξης με το φυσικό περιβάλλον αυξάνει δραματικά τον κίνδυνο εκδήλωσης πυρκαγιάς και μεγεθύνει την τρωτότητα των κοινοτήτων, μετατρέποντας πυρκαγιές που υπό άλλες συνθήκες θα ήταν διαχειρίσιμες σε βόμβες ολικής καταστροφής».
Και στο ερώτημα «Θα μπορούσε μια καταστροφή σαν τις πυρκαγιές του Ιανουαρίου του 2025 στο Los Angeles να συμβεί στην Ελλάδα;», που θέτει ο ίδιος, απαντάει: «Η πυρκαγιά στο Μάτι το 2018 προσφέρει ένα ανατριχιαστικό προηγούμενο. Καθοδηγούμενη από θυελλώδεις καταβάτες ανέμους (οι άνεμοι Santa Ana είναι επίσης καταβάτες), αυτή η τραγωδία κόστισε τη ζωή σε περισσότερους από 100 ανθρώπους και σχεδόν ισοπέδωσε μια ολόκληρη κοινότητα. Παρόμοια συστήματα ανέμων (καταβάτες), γνωστά για την ικανότητά τους να μεταφέρουν θερμό και ξηρό αέρα με πολύ μεγάλες ταχύτητες, παρατηρούνται και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας, όπως είναι για παράδειγμα η Κρήτη. Παρά τον προφανή κίνδυνο, δεν υπάρχει μέχρι σήμερα ολοκληρωμένη μελέτη που να εξετάζει τη σχέση μεταξύ των καταβατών ανέμων και των πυρκαγιών στην Ελλάδα. Αυτό το κενό γνώσης, μαζί με την εκτεταμένη παρουσία ζωνών διεπαφής μεταξύ αστικών/ημιαστικών περιοχών και περιοχών με φυσική βλάστηση, αφήνει πολλές κοινότητες της χώρας μας επικίνδυνα εκτεθειμένες.
Μπροστά σε τέτοιες προκλήσεις, η προετοιμασία είναι το κλειδί για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας. Όπως είπε κάποτε ο Benjamin Franklin, “Αυτός που αποτυγχάνει να προετοιμαστεί, προετοιμάζεται να αποτύχει”. Οι πυρκαγιές του Ιανουαρίου του 2025 στο Los Angeles λειτουργούν τόσο ως μία ακόμα προειδοποίηση όσο και ως ένα ακόμα κάλεσμα για δράση. Κυβερνήσεις, επιστήμονες και κοινότητες οφείλουν να συνεργαστούν για να κατανοήσουν τους κινδύνους, να εφαρμόσουν προληπτικά μέτρα και να ενισχύσουν την ικανότητά μας να προσαρμοζόμαστε. Το διακύβευμα είναι ξεκάθαρο: οι προληπτικές ενέργειες σήμερα μπορούν να σώσουν ζωές, να προστατεύσουν σπίτια και να διαφυλάξουν το περιβάλλον αύριο».