Ο Ντάνιελ Κρεγκ στην …άβυσσο του Γουίλιαμ Μπάροουζ- Το “Queer” και η ερμηνεία ζωής του Mr.James Bond

Ο Ντάνιελ Κρεγκ στην …άβυσσο του Γουίλιαμ Μπάροουζ- Το “Queer” και η ερμηνεία ζωής του Mr.James Bond

Ο – My name is Bond, James Bond- Ντάνιελ Γκρεγκ δίνει μία ερμηνεία ζωής στο “Queer”, ως alter ego του πρωτοπόρου αμερικανού συγγραφέα Γουίλιαμ Μπάροους, εκείνου που μαζί με τον Τζακ Κέρουακ ταυτίστηκαν με το κίνημα της γενιάς των Μπίτνικς. Η ταινία του Λούκα Γκουαντανίνο είναι μία κατάδυση στην ζωή του συγγραφέα και ο Γκρεγκ ενσαρκώνει με στυλιστική ακρίβεια και μοναδική λεπτότητα έναν ρόλο που θα τον σημαδέψει.

Στις κινηματογραφικές πρεμιέρες της εβδομάδας ο Ντάνιελ Κρεγκ πρωταγωνιστεί στο «Queer» του Λούκα Γκουαντανίνο.

Ο υποψήφιος για Όσκαρ Τζέσε Άιζενμπεργκ υπογράφει το σενάριο και τη σκηνοθεσία ενός γλυκόπικρου οδοιπορικού, στο οποίο συμπρωταγωνιστεί μαζί με τον βραβευμένο με Emmy και Χρυσή Σφαίρα β΄ αντρικού ρόλου Κίραν Κάλκιν, ενώ η Λούνα Κάρμουν με το δυναμικό της ντεμπούτο αποδεικνύει πως είναι μια ισχυρή φωνή του βρετανικού ανεξάρτητου σινεμά.

Η ιστορία της ταινίας


Σκηνοθεσία: Λούκα Γκουαντανίνο
Παίζουν: Ντάνιελ Κρεγκ, Ντρου Στάρκι, Τζέισον Σβαρτσμαν, Ενρίκε Ζάγκα, Λέσλι Μάνβιλ
Ένας Αμερικανός ομογενής στο Μεξικό στις αρχές του ’50 περνά μοναχικά τις μέρες του, μέχρι που η συνάντησή του με έναν νέο φοιτητή του δείχνει, για πρώτη φορά, ότι μπορεί να δημιουργήσει μια στενή σχέση με κάποιον.

Ο Λούκα Γκουαντανίνο διασκευάζει το ομώνυμο μυθιστόρημα του Ουίλιαμ Μπάροουζ, με τον Ντάνιελ Κρεγκ να αποσπά μια υποψηφιότητα για Χρυσή Σφαίρα Α’ Ανδρικού Ρόλου για την ερμηνεία του.

Ο Γουίλιαμ Λι, ένας Αμερικανός ομογενής στην Πόλη του Μεξικού στις αρχές του 50, περνά τις μέρες του σχεδόν εντελώς μόνος, εκτός από μερικές επαφές με άλλα μέλη της μικρής αμερικανικής κοινότητας. Βυθισμένος στις εξαρτήσεις και στις επί πληρωμή σεξουαλικές συνερεύσεις με λάγνα αγόρια, περνάει άσκοπα τον καιρό του στα καταγώγια της πόλης και σε φτηνά ξενοδοχεία, προσπαθώντας να γράψει το βιβλίο του. Η συνάντησή του με τον Γιουτζίν Άλερτον, έναν νέο φοιτητή και πρώην στρατιώτη στην πόλη, του δείχνει, για πρώτη φορά, ότι μπορεί τελικά, να δημιουργήσει μια στενή σχέση με κάποιον. Ενώ όμως ο Λι ερωτεύεται, ο νεαρός φαίνεται πως παίζει μαζί του. Στη προσπάθειά του του να κερδίσει την καρδία του, ο Λι προτείνει στον εραστή του ένα ταξίδι στον Αμαζόνιο για να δοκιμάσουν το παραισθησιογόνο γιαγκέ, που υποτίθεται πως έχει τηλεπαθητικές ικανότητες.

Ο Γουίλιαμ Μπάροουζ έγραψε το «Queer», επηρεασμένος σαφώς από την ερωτική σχέση του με τον Λιούις Μάρκερ και το κοινό ταξίδι τους στη Λατινική Αμερική, μετά από το «Junkie», όπου ήρωας είναι και πάλι ο Λι- το alter ego του Αμερικανού συγγραφέα. Όμως, επέτρεψε να δημοσιευτεί τριάντα χρόνια αργότερα, ίσως γιατί αναγνώριζε μέσα από αυτό το εντελώς προσωπικό οδοιπορικό πλευρές του εαυτού του που δεν άντεχε.

Ο Λούκα Γκουαντανίνο («Call me by your name», «Challengers», «Io Sono») μένοντας πιστός στον αριστοτεχνικό λόγο του Μπαροούζ, αλλά και στην παραισθησιογόνα αίσθηση του βιβλίου, ακολουθεί τα βήματα του Λι στην πόλη του Μεξικού με ένα ραφινάτο στυλιζάρισμα, που αποκαλύπτει τη βαθιά μοναξιά του ήρωά του, ο οποίος το μόνο που αναζητάει είναι η αγάπη, για να τον οδηγήσει τελικά σε ένα ονειρικό ντελίριο.

Συνδυάζοντας κλασικά τραγούδια των Prince, Σινίντ Ο’Κόνορ, Nirvana, Radiohead, Νατ Κινγκ Κόουλ, με το ατμοσφαιρικό σκορ των Τρεντ Ρέζνορ και Άτικους Ρος, ο Ιταλός σκηνοθέτης προσεγγίζει το «Queer» και ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει με μια σκοτεινή λυρικότητα, σεβόμενος το πνεύμα του Μπάροουζ, υπογραμμίζοντας αυτή την μελαγχολική αναζήτηση της αγάπης, αλλά και τον οδυνηρό πόνο της διάψευσης.

Δημιουργώντας μια πυκνή μυστηριακή ατμόσφαιρα, που φλερτάρει συχνά με τον μαγικό ρεαλισμό, αλλά και τον σουρεαλισμό, ο Γκουαντανίνο, που γύρισε το «Queer» στη θρυλική Τσινετσιτά, πειραματίζεται για μια ακόμα φορά με τα κινηματογραφικά είδη και βυθίζεται στον κόσμο του Μπάροουζ, χωρίς να τον προδίδει.

Ο Ντάνιελ Κρεγκ, αφήνοντας πίσω του τον Τζέιμς Μποντ, κάνει μια ερμηνεία ζωής και γίνεται η προσωποποίηση της σαρκικής επιθυμίας και της ανάγκης του ανθρώπου να αγαπηθεί βαθιά. Με χιούμορ, αυτοσαρκάζεται, φιλοσοφεί, ταπεινώνεται, ηδονίζεται και καταρρέει από τη στέρηση όχι μόνο των ναρκωτικών, αλλά της αγάπης, παραδίδοντας ίσως το πιο αληθινό πορτρέτο του Μπάροουζ. Μαζί του μια πλειάδα καλών ηθοποιών, πολλοί εκ των οποίων είναι πραγματικά αγνώριστοι, όπως η Λέσλι Μάνβιλ στον ρόλο της εκκεντρικής βοτανολόγου, συνθέτουν ένα μωσαϊκό απελπισμένων, υποστηρίζοντας τους εξαιρετικά

Γουίλιαμ Μπάροους

Ο συγγραφέας Γουίλιαμ Μπάροους αποφοίτησε από το σχολείο Τέιλορ στο Σεντ Λούις το 1932 και πήγε στο Χάρβαρντ για να αποκτήσει πτυχίο καλών τεχνών. Το καλοκαίρι δούλεψε σαν ρεπόρτερ σε τοπική εφημερίδα αλλά η δουλειά δεν του άρεσε και αρνήθηκε να καλύψει κάποια γεγονότα, όπως το πνιγμό ενός παιδιού. Το ίδιο καλοκαίρι είχε την πρώτη του σεξουαλική εμπειρία με μια πόρνη. Παράλληλα με τις σπουδές του στο Χάρβαρντ έκανε ταξίδια στη Νέα Υόρκη και πήγαινε σε πιάνο μπαρ και μέρη όπου σύχναζαν ομοφυλόφιλοι μαζί με τον ευκατάστατο φίλο του Ρίτσαρντ Στερν.

Αποφοίτησε από το Χάρβαρντ το 1936. Οι γονείς του αποφάσισαν μετά την αποφοίτησή του να του παραχωρήσουν μηνιαίο εισόδημα 200 δολάρια, γενναιόδωρο για την εποχή ποσό. Ήταν αρκετό για να τον συντηρεί και εγγυόταν την άνετη ζωή του για τα επόμενα 25 χρόνια. Αυτό το εισόδημα αποτέλεσε το εισιτήριο για την ελευθερία του, του έδωσε τη δυνατότητα να ζει όπου θέλει χωρίς την ανάγκη για σκληρή εργασία. Τα χρήματα αυτά προέρχονταν από την πώληση των δικαιωμάτων της εφεύρεσης του παππού του Μπάροουζ, για 200.000 δολάρια κατά το οικονομικό κραχ του 1929.

Αφού έφυγε από το Χάρβαρντ σπούδασε για μικρό διάστημα ιατρική στη Βιέννη. Ταξιδεύοντας στην Ευρώπη ήρθε σε επαφή με ομοφυλόφιλους εκεί, έβρισκε αγόρια στις δημόσιες τουαλέτες και κινούταν σε περιθωριακούς κύκλους. Εκεί γνώρισε την Ίλζε Κλάππερ, μια εβραία που κρυβόταν από το ναζιστικό καθεστώς. Αν και δεν είχαν ποτέ σχέση την παντρεύτηκε, παρά την αντίθεση των γονιών του, για να της εξασφαλίσει την είσοδο στις Η.Π.Α. Μετά την είσοδό της στη χώρα χώρισαν αλλά παρέμειναν φίλοι για πολλά χρόνια. Το 1939, η ψυχική του υγεία απασχόλησε τους γονείς του, ιδίως μετά τον αυτοτραυματισμό του στο δάχτυλο του χεριού για να εντυπωσιάσει έναν άντρα. Αυτό το γεγονός τον οδήγησε να γράψει την ιστορία “Το Δάχτυλο”.
Ο Μπάροουζ κατατάχθηκε στο στρατό των Η.Π.Α το 1942, αμέσως μετά το βομβαρδισμό του Περλ Χάρμπορ που έφερε τις Η.Π.Α στο Δεύτερο Παγκόσμιο, αλλά όταν αξιολογήθηκε ως απλός στρατιώτης και όχι αξιωματικός απογοητεύτηκε. Η μητέρα του τον απάλλαξε από τη στρατιωτική θητεία λόγω προϋπάρχουσας πνευματικής διαταραχής. Η διαδικασία πήρε 5 μήνες και όταν τελικά ήταν ελεύθερος, μετακόμισε στο Σικάγο ακολουθώντας 2 φίλους, τον Λουσιέν Καρ και τον Ντέιβιντ Κάμερερ. Στο νέο επαγγελματικό του ξεκίνημα, έκανε απεντομώσεις, μια και οι δυνατότητες απασχόλησης το 1942 στην πόλη του Σικάγου ήταν περιορισμένες.

Οι μπήτνικς, στην δεκαετία του 1950 και στο πρώτο μισό της δεκαετίας 1960, αποτελούσαν την μεταπολεμική και αντισυμβατική γενιά, που αναζητούσε μέσα από το ταξίδι και την Τέχνη, την ουσία της ζωής και την απροσδιόριστη «Αλήθεια»

Το 1944 ο Μπάροουζ συγκατοίκησε με την Τζόαν Βόλμερ Άνταμς σε ένα διαμέρισμα που μοιράζονταν με τον Τζακ Κέρουακ και την Έντυ Πάρκερ , πρώτη σύζυγο του Κέρουακ.

Ο άνθρωπος που αντίκρισε την άβυσσο και γύρισε για να μας την περιγράψει

Ο αμερικανός συγγραφέας, ζωγράφος και σεναριογράφος με καθοριστική παρουσία στη Μπητ γενιά, γνωστός για την μέθοδο «cut-up», υπήρξε πρωτοπόρος. Ένας αβανγκάρντ συγγραφέας που επηρέασε τη ποπ κουλτούρα και τη λογοτεχνία. Ο Μπάροουζ, όντας πολύ μπροστά για την εποχή του, νίκησε τη λογοκρισία των United States of America (διαβάστε τη λέξη America με έμφαση στο ri) μετά τη δικαίωση του «Γυμνού Γεύματος» στα αμερικανικά δικαστήρια, ανοίγοντας το δρόμο σε τολμηρούς συγγραφείς να εκδίδουν ελεύθεροι τα έργα τους. Η κατάρρευση της ήταν άλλωστε και η συνεισφορά των Μπητνικ, μια γενιά που υπήρξε πρόδρομος των χίπις στην ποπ κουλτούρα, με μεγάλα συγκροτήματα όπως τους Beatles και τους Rolling Stones να αποτίνουν συχνά φόρους τιμής στις τρεις αυτές φιγούρες του κινήματος (εις γνώση όλων των Millennials, οι «χιπστερ» αποτελούν «παρακλάδι» των μπητνικ).

Η δράση των μπήτνικς έγινε μέσω της λογοτεχνίας και της ποίηση ενάντια στον κομφορμισμό και την αλλοτρίωση της αμερικανικής κοινωνίας. Το κίνημά τους άσκησε σημαντική επιρροή σε ολόκληρη τη Δυτική κουλτούρα, αμφισβητώντας τις παραδοσιακές ή συμβατικές αξίες. Η Μπητ ποίηση και λογοτεχνία εξέφρασε μια ολόκληρη γενιά της μεταπολεμική περιόδου, δίνοντας το πράσινο φως σε αντισυμβατικούς καλλιτέχνες να εκφραστούν.

Με μια φράση, οι μπήτνικς ήταν «Bohemian hedonists, who celebrated non-conformity and spontaneous creativity».

Σχετικά Άρθρα